Ο κινεζικός Οικουμενισμός είναι ένα ιδιάζον μόρφωμα που αποκρυσταλλώθηκε μέσα από τη σύνθεση σαμανισμού, κομφουκιανισμού, ταοϊσμού και βουδισμού στη διάρκεια 4000 χρόνων κινέζικης ιστορίας. Όπως και ο ινδουισμός, προέκυψε από τη μείξη πολυάριθμων φιλοσοφικών συστημάτων και λαϊκών θρησκευτικών παραδόσεων της αρχαιότητας, οι οποίες έβλεπαν τον ορατό κόσμο να είναι σε διαρκή εξάρτηση από τον αόρατο.
Καλά και κακά πνεύματα, θεότητες, πνεύματα της φύσης, πνεύματα των προγόνων, διηύθυναν τυραννικά τη ζωή των ανθρώπων και απαιτούσαν θυσίες για να εξευμενιστούν. Κάθε πρόβλημα, ατύχημα, ασθένεια κ.λπ. είχε εξωκόσμια προέλευση και γι’ αυτό χρειαζόταν ο μεσολαβητικός ρόλος των μάγων ή σαμάνων. Με μαγικές τελετές, ξόρκια, θυσίες και φυλακτά, οι σαμάνοι εξαγόραζαν την εύνοια των πνευμάτων και την ουδετερότητα των δαιμόνων.
Καθοριστικό ρόλο έπαιζαν επίσης οι ψυχές των νεκρών. Ο καθένας έπρεπε να τα έχει καλά μαζί τους και να μην προκαλεί τη μήνι τους. Έτσι αναπτύχθηκε μία τελετουργική λατρεία των προγόνων, που είναι ακόμη διαδεδομένη στην Κίνα, όπως και σε όλη σχεδόν την Άπω Ανατολή.
Αυτή η μορφή θρησκείας που χειραγωγείτο από τον αυτοκράτορα, παρήκμασε όταν παρήκμασε επίσης το σύστημα της αυτοκρατορικής διακυβέρνησης. Μετά το τέλος της δυναστείας Chou (1000-256 π.Χ.) επικράτησε ένα παρατεταμένο χάος και αντίστοιχος εκφυλισμός των αξιών. Μέσα σε αυτήν τη δίνη αναδύθηκαν πολλές αντιμαχόμενες παρατάξεις και κοσμοθεωρίες με διαφορετικές προτάσεις εξόδου από την κρίση. Τελικά κυριάρχησαν δύο σχολές σκέψης, ο κομφουκιανισμός και ο ταοϊσμός, που γνώρισαν τη μεγαλύτερη ακμή μεταξύ έκτου και τέταρτου αιώνα π.Χ., αλλά διατηρούν ακόμη και σήμερα μία ιδιαίτερη σημασία.
Τον πρώτο αιώνα μ.Χ. ήρθε στην Κίνα ο βουδισμός Mahayana και αφότου αφομοίωσε σε μεγάλο βαθμό τις προϋπάρχουσες θρησκευτικές παραδόσεις της χώρας, έγινε ανταγωνιστικός προς τις γηγενείς θρησκείες. Η ιδιαίτερη αίγλη του οφειλόταν στο ότι «Οι Κινέζικες μάζες διψούσαν για γνώση του κόσμου των πνευμάτων, και … ο Mahayana B. είχε γίνει μία θρησκευτική δοξασία γεμάτη με 32 ουρανούς» (McAfee). Όπως προηγουμένως ο κομφουκιανισμός και ο ταοϊσμός, ο κινέζικος βουδισμός υιοθέτησε επίσης πολλά στοιχεία από την παλαιότερη θρησκευτική κληρονομιά της Κίνας και τα πάντρεψε με νεόφερτα στοιχεία. Ως εκ τούτου τα τρία αυτά συστήματα μαζί ονομάζονται στα κινέζικα Ta–chiao, δηλαδή «η μεγάλη διδασκαλία».
Οι Κινέζοι θεωρούσαν ανέκαθεν την αχανή και απομονωμένη χώρα τους ως τον ομφαλό του κόσμου. Κατά την κρατούσα τότε αντίληψη η Γη ήταν μία τετράεδρη πλάκα που περιβαλλόταν παντιόθεν από νερό. Πάνω από αυτήν περιστρεφόταν ο σφαιρικός ουράνιος θόλος γύρω από τον άξονά του, ο οποίος περνώντας από τον Πολικό Αστέρα συναντούσε τη Γη στη θέση της Κίνας, εξ ου και η ονομασία της «Αυτοκρατορία του Κέντρου».
Σήμερα επικρατεί ακόμη στην Κίνα η πίστη ότι ο άνθρωπος είναι μία μονάδα του σύμπαντος και ότι κάθε πλευρά της ζωής του εξαρτάται άμεσα από τη σχέση του με τη Γη, τον Ουρανό και τις κοσμικές δυνάμεις. Οτιδήποτε συμβαίνει στο μακρόκοσμο αντικαθρεφτίζεται πιστά στο μικρόκοσμο. Ένα πολύπλοκο σύστημα αντιστοιχιών συνδέει τα συμπαντικά με τα γήινα γεγονότα. Έτσι π.χ. οι κινήσεις των πλανητών και τα ατμοσφαιρικά φαινόμενα αντιστοιχούν στις εποχές του χρόνου, στα στοιχεία της φύσης, στις αισθήσεις και στα όργανα του σώματός μας, αλλά και στις ανθρώπινες ιδιότητες. Ή όπως γράφει το Θρησκειολογικό Λεξικό: «Μία πολιτική αναταραχή ή μία ερωτική δυσαρμονία είναι κάτι που μπορούσε να διαταράξει την αρμονική πορεία της φύσης».
Επιπλέον, τόσο ο μακρόκοσμος όσο και ο μικρόκοσμος κυβερνιόνται από το δίπολο γιν-γιανγκ. Το ανθρώπινο σώμα λ.χ. κατά την κινέζικη αντίληψη είναι ένας μικρόκοσμος στον οποίον αποτυπώνονται κοσμικές αντιστοιχίες. Οι Κινέζοι πιστεύουν ότι οι ίδιες απρόσωπες δυνάμεις που κυβερνούν το σύμπαν κυβερνούν επίσης τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος, όπως καθετί άλλο, είναι ένα μέρος της κοσμικής αρμονίας που προσδιορίζεται από «την αμοιβαία δυναμική εξισορρόπηση δύο ακατάπαυστα κινούμενων πολικών αρχών: φως και σκοτάδι, ουρανός και γη, … αρσενικό και θηλυκό – ατέρμονες πολιτικότητες, οι οποίες συνοψίζονται στις περιεκτικές έννοιες του γιν και γιανγκ» (Θρησκειολογικό Λεξικό).
Βασικός άξονας της ταοϊστικής και κατ’ επέκταση γενικά της κινέζικης φιλοσοφίας είναι η ιδέα της αέναης ροής και της μεταβλητότητας κάθε ύπαρξης. Το διπολικό σύστημα του γιν και γιανγκ δηλώνει ότι όλα ανεξαιρέτως τα όντα και τα φαινόμενα, ορατά και αόρατα, βρίσκονται σε μία σχέση αμφίδρομης διαδοχικότητας. Για να πηγαίνουν καλά τα πράγματα οι δύο αρχές γιν και γιανγκ πρέπει να εναλλάσσονται διαρκώς και να αλληλοσυμπληρώνονται. Με άλλα λόγια, η αρμονική κατάσταση της υγείας λ.χ. προϋποθέτει ότι οι δύο πολικότητες γιν-γιανγκ βρίσκονται σε εξισορρόπηση. Αλλά τα γιν και γιανγκ δεν είναι μόνο συμπληρωματικές έννοιες, μα και αντίπαλες δυνάμεις ή αρχές. Οι δύο πολικότητες αποτελούν μία έκφανση του Τάο, της αιώνιας κοσμικής Αρχής, η οποία σημαίνει σωστή πορεία και αρμονική τάξη όλων των πραγμάτων του κόσμου και των φαινόμενων στο σύμπαν.
Ο σοφός που θέλει να ζει σε αρμονία με το Τάο, πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τα πάντα, από τους ανέμους που φυσούν μέχρι τις κινήσεις των πλανητών. Εκτός αυτού, άλλη μία κατηγορία εννοιών με καθοριστικό ρόλο είναι τα «πέντε στοιχεία», Ξύλο, Φωτιά, Γη, Μέταλλο, Νερό, τα οποία σε μία συγκεκριμένη διάταξη παράγουν ή καταστρέφουν το ένα το άλλο. Το πολύπλοκο σύστημα της κινεζικής σκέψης περιγράφει συνοπτικά ο Glasenapp ως εξής : «Με το δόγμα του αιωνίου Νόμου του κόσμου (Τάο), της συνεργασίας των δύο πρωταρχικών δυνάμεων Γιν και Γιανγκ, των πέντε στοιχείων (μεταβλητών καταστάσεων), και της αρμονίας του ουρανού, της γης και του ανθρώπου, με την ευλάβεια προς τη φύση, τη λατρεία των προγόνων και τις τελετές, με την ηθική του που αγκαλιάζει την ζωή του ατόμου, της οικογένειας και του Κράτους, ηθική που παρουσιάζει σε τελευταία ανάλυση τα αποτελέσματα της ενέργειας του Τάο πάνω στις συνθήκες της ανθρώπινης ζωής, ο Οικουμενισμός αποτέλεσε από τρεις χιλιετίες και περισσότερο, τη θεμελιώδη σύλληψη του κόσμου της κινέζικης αυτοκρατορίας και καθορίζει και σήμερα ακόμη τη σκέψη και τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων που κατοικούν στην “Αυτοκρατορία του Κέντρου”.
Επειδή το Τάο αντιπροσωπεύει την κεντρική ιδέα ολόκληρου του συστήματος, ο Οικουμενισμός μπορεί να ορισθεί εξ ίσου σαν ένας αρχαίος Ταοϊσμός, κοινός σε όλους τους Κινέζους. Αυτή η αντίληψη για τη μοίρα του κόσμου και του ανθρώπου της οποίας οι αρχές χάνονται μέσα στα σκοτάδια της μυθικής προϊστορίας του κινέζικου κόσμου, βρήκε κατά τους ιστορικούς χρόνους δύο κύριους τρόπους εκφράσεως που έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο : τον «Κομφουκιανισμό» και τον «Ταοϊσμό» στην περιορισμένη του έννοια.
Η διαφορά μεταξύ τους έγκειται στο ότι καθένα από αυτά τα συστήματα αντιμετώπισε κατά διαφορετικό τρόπο τις ίδιες θεμελιώδεις ιδέες. Το δόγμα του Λάο-Τσε και των πρώτων διαδόχων του, παρουσιάζει αυτό καθ’ αυτό την πιο ανόθευτη και την πιο ουσιαστική αναπαράσταση του αρχαίου Ταοϊσμού.
Ωστόσο, έχοντας καλλιεργήσει ησυχαστικά ιδεώδη, έχοντας επεξεργαστεί ατελείωτες θεωρίες, έχοντας στηριχθεί στη φιλοσοφία της φύσεως και των μαγικών ιεροτελεστιών, και έχοντας συγκροτήσει τέλος πάντων, μία ειδική εκκλησία, αυτό το δόγμα έγινε μία ιδιόμορφη θρησκευτική πεποίθηση την οποία δεν παραδέχεται παρά ένα μέρος των Κινέζων. Ο Κομφουκιανισμός, προέρχεται κατ’ αρχήν από μία αντίδραση προς την εξάπλωση μέσα στους κόλπους του αρχαίου Ταοϊσμού, μυστικιστικών, μαγικών και ησυχαστικών ιδεών και ιεροτελεστιών. Ο Κομφούκιος επιθυμούσε να αποκαταστήσει μέσα στην αγνότητά του – όπως το συνέλαβε – το δόγμα των αρχαίων προγόνων. Αλλά το μετασχημάτισε, αποκλείοντας από αυτό οτιδήποτε προσέκρουσε προς το πραγματικό του ανθρωπιστικό ιδεώδες. Αντίθετα με τον Λάο-Τσε, υπογράμμισε την αξία της ενεργητικότητας και κήρυξε μία ηθική, χρησιμοποιήσιμη στην εκτέλεσή της, τόσο από την οικογένεια όσο κι από το Κράτος. Έγινε έτσι ο αντιπρόσωπος του κινέζικου κομφορμισμού και το δόγμα του, ευνοημένο και υποστηριγμένο από τους πολιτικούς παράγοντες, εξελίχθηκε προοδευτικά σε θρησκεία του κράτους η οποία βρήκε στο ισχυρό κοινωνικό στρώμα των λόγιων τους υποστηρικτές της, φανατισμένους και μισαλλόδοξους. Έτσι ο Κομφουκιανισμός εξελίχθηκε, χάρη σε μια συνεχή τάση αναπτύξεως, σε επίσημη ορθόδοξη φιλοσοφία, επιτακτική για όλους, που περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη αποτύπωσε εμφανώς τα χαρακτηριστικά της κινεζικής φύσεως.
… Στη βάση της κομφουκιανής ηθικής βρίσκεται η ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι καλός από τη φύση του και κάθε κακό που υπάρχει σ’ αυτόν είναι αποτέλεσμα ελλείψεως κρίσεως. Αυτή είναι μία θεωρία που αργότερα θεμελιώθηκε και βρήκε εμβάθυνση μέσα στη σκέψη του Μένκιου όταν διακηρύσσει ότι «ανάμεσα στους ανθρώπους δεν υπάρχει ένας που να είναι κακός, όπως δεν υπάρχει και νερό που να μην κυλά προς τα κάτω». Παρ’ όλα αυτά η θεωρία αυτή υπήρχε πολύ καιρό ήδη πριν από τον Κομφούκιο, γιατί έχει τις ρίζες της στον Οικουμενισμό: το σύμπαν είναι αρμονικό, γι’ αυτό λοιπόν πρέπει να είναι κι ο άνθρωπος, εφόσον δεν υφίσταται αρνητικές επιδράσεις. Η εκπαίδευση του ανθρώπου συνίσταται αποκλειστικά στο να του μεταδώσουν την αληθινή Γνώση. Αν την κάνει πραγματικά κτήμα του, δηλαδή αν την συλλάβει όχι μόνο επιφανειακά αλλά ουσιαστικά με όλο του το είναι, αναπόφευκτο επακόλουθο θα είναι το να αποφύγει τα λάθη που στηρίζονται στις εσφαλμένες αντιλήψεις και να προσκολληθεί στην αρετή.
Το καλλίτερο μέσο για να φθάσουμε στη Γνώση είναι η μελέτη του παρελθόντος. Οι μεγάλες και άγιες προσωπικότητες της ιστορίας είναι τα ηθικά πρότυπα με τα οποία πρέπει να ανταγωνιζόμεθα. Τα ιστορικά γεγονότα είναι παραδείγματα από τα οποία πρέπει να πάρουμε μαθήματα. Στους προϊστορικούς χρόνους η οικογενειακή οργάνωση ήταν πατριαρχική. Από κει προέρχεται το ότι η υιϊκή αγάπη είναι βάση όλων των ανωτέρων αρετών. “Ο υιϊκός σεβασμός και η υπακοή είναι τα θεμέλια της ανθρωπότητας”.
Καταρχάς πρέπει να σημειωθεί ότι ο κομφουκιανισμός συνιστά απλώς μία ηθική διδασκαλία με έντονο κοινωνικό χαρακτήρα και δεν παρουσιάζει θεσμούς, δομές ή λατρεία μίας θείας δύναμης όπως είθισται σε μια θρησκεία.
Ο ίδιος ο Κομφούκιος (551-479 π.Χ.) αν και τηρούσε θρησκευτικές συνήθειες της εποχής του, δεν δίδαξε για κάποιον θεό. Ο ουρανός (Τιέν) που ήταν η υπέρτατη θεότητα στη λαϊκή πίστη, για τον Κομφούκιο συμβόλιζε περισσότερο μία ηθική δύναμη παρά συγκεκριμένη οντότητα.
Ο Κομφούκιος ήθελε με τη διδασκαλία του να επανέλθει και να επικρατήσει η τάξη στη σπαρασσόμενη κινέζικη κοινωνία, ούτως ώστε να γίνει ειρηνική και λειτουργική. Καθώς γνώριζε ότι η διαφθορά υπήρχε σε όλη την κοινωνική κλίμακα, ήξερε πως για να επιτευχθεί ο στόχος της ηθικής ανανέωσης θα έπρεπε να αλλάξει η νοοτροπία του κάθε μεμονωμένου ατόμου. Στην κομφουκιανή σκέψη για τούτο το σκοπό το άτομο οφείλει να ξεπεράσει τις εγωιστικές, ιδιοτελείς τάσεις και να γίνει ένα αποδοτικό, φερέγγυο μέλος που υπηρετεί πιστά οικογένεια και κοινωνία. Σε πρώτη γραμμή ο ηθικός βίος και η παιδεία του πολίτη σε συνδυασμό με τη δίκαιη, σωστή διακυβέρνηση της πολιτείας, οδηγούν άτομο και κράτος στην πρόοδο. Υπό αυτό το πρίσμα ένα από τα θεμέλια της κομφουκιανής διδασκαλίας ήταν η αγάπη για το συνάνθρωπο.
Οι ηθικές επιταγές του κομφουκιανισμού με τον καιρό τον ανήγαγαν σε ιδανικό όργανο για την ιδεολογία του κράτους. Ως αποτέλεσμα, με την πάροδο του χρόνου μεταβλήθηκε σε επίσημη θρησκεία, ο δε Κομφούκιος με τις ευλογίες του Κινέζου αυτοκράτορα μετατράπηκε σε θεό, στον οποίο έπρεπε να προσφέρονται λατρεία και θυσίες.
Ωστόσο ο ίδιος ο Κομφούκιος, αν και τηρούσε τις συμβάσεις της προγονικής θρησκείας, δεν περιέλαβε καμία μεταφυσική στη διδασκαλία του. Στη φιλοσοφία του την πρώτη θέση καταλαμβάνει ο υπαρκτός κόσμος. Είναι γνωστό μάλιστα ότι κάποτε απάντησε σε έναν μαθητή του που τον βομβάρδιζε με μεταφυσικές ερωτήσεις: «Αφού δεν καταλαβαίνεις ακόμη τη ζωή, πώς μπορείς να καταλάβεις τον θάνατο;» Κατά τον Κομφούκιο η γνώση ότι η ανθρώπινη ζωή είναι συνυφασμένη με το μεγάλο Τάο οδηγεί νομοτελειακά σε σωστή σκέψη, συμπεριφορά και πράξη.
Ο ταοϊσμός
Ένα κλασικό δείγμα της ιδιαίτερης έννοιας των αντιθέτων που χαρακτηρίζουν την κινεζική σκέψη είναι η αντίθεση κομφουκιανισμού και ταοϊσμού. Τα δύο φιλοσοφικά αυτά συστήματα δεν είναι μόνο αντίθετα αλλά και συμπληρωματικά. Μάλιστα μία αντίληψη λέει ότι ο πρώτος αφορά τις παραγωγικές ηλικίες, ενώ ο δεύτερος τους απόστρατους της ενεργής ζωής και εκείνους που δεν θέλουν ή δεν χρειάζονται πλέον να ακολουθούν τις συμβάσεις της κοινωνίας.
Στον κομφουκιανισμό ο άνθρωπος πρέπει να φθάσει στην τελείωση εντός του κόσμου, στον ταοϊσμό εκτός. Στον πρώτο το άτομο καλείται να τελειοποιηθεί ηθικά και να συμμετάσχει υπεύθυνα στον κοινωνικό βίο, ενώ στον δεύτερο καλείται να πορευτεί σε έναν προσωπικό δρόμο μυστικιστικού ησυχασμού. Το ιδεώδες του πρώτου είναι ο σοφός άνδρας που υπηρετεί το σύνολο, του δεύτερου ο αναχωρητής που αναζητεί το Τάο και την αθανασία. Το Τάο, απρόσωπο Απόλυτο και Πηγή όλων των πραγμάτων, ως σύλληψη πιθανότατα προέκυψε από τον εκφυλισμό της έννοιας του προσωπικού θεού που λατρευόταν στα βάθη της προϊστορίας. Γι’ αυτό ορίζεται ως αιώνιο, αμετάβλητο, πανταχού παρόν, άπειρο, άρρητο, αόρατο, χωρίς μορφή, χωρίς όνομα, δημιουργός του κόσμου, γνώση περί της ενότητας των πάντων.
Η εναρμόνιση με το Τάο οδηγεί στην ενότητα με τον αληθινό εαυτό, όπου ο άνθρωπος βυθίζεται σε μία κατάσταση αταραξίας και ενδοσκόπησης. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι ο ταοϊσμός ταυτίζεται με μία ανενεργή, παθητική ενδοσκόπηση ούτε με άρνηση της ζωής.
Αντίθετα, όπως γράφει το Θρησκειολογικό Λεξικό, «Υπέρτατος στόχος του ταοϊσμού είναι η κατάκτηση της αθανασίας μέσα από την τόνωση των ζωτικών δυνάμεων που εντάσσουν το ανθρώπινο σώμα στη σύνθετη οικονομία του μεγάλου σώματος του σύμπαντος. Σε καμία άλλη θρησκευτική παράδοση δεν θα βρούμε μία τόσο εμφατική και ανεπιφύλακτη εκτίμηση της ιδέας της ζωτικότητας ως υγείας. Για την εναρμόνιση των αρχών του γιν και του γιανγκ μέσα στο ανθρώπινο σώμα και για την τροφοδοσία και συντήρηση της πρωταρχικής ζωογόνας πνοής, αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του ταοϊσμού ένα πλήθος ειδικών τεχνικών που κυμαίνονται από μορφές χορού ή γυμναστικής (όπως κατ’ εξοχήν το Τάι-τσι), δίαιτες, αναπνευστικές και σεξουαλικές πρακτικές έως διάφορους τύπους διαλογισμού και εσωτερικής αλχημείας».
Οι θεωρητικοί πατέρες του ταοϊσμού ήταν ο Λάο-τσε και ο Τζουάνγκ-τσε, αν και δεν είναι βέβαιο ότι υπήρξαν πραγματικά, καθώς πολύ λίγα είναι γνωστά για τη ζωή τους. Αυτό όμως δεν είναι παράξενο για ανθρώπους που αναζητούν την τελείωση μακριά από τον κόσμο. Χαρακτηριστικά, ένας αφορισμός που αποδίδεται στον Λάο-τσε λέει πως «η μεγαλύτερη αποκάλυψη βρίσκεται στη σιωπή».
Ο κεντρικός άξονας του ταοϊσμού είναι το Τάο που στα Κινέζικα σημαίνει δρόμος ή πορεία και εννοεί το δρόμο της λύτρωσης. Το Τάο είναι η Προαιώνια Δύναμη που προϋπήρχε της δημιουργίας του σύμπαντος, είναι η Μητέρα Ουρανού, Γης και όλων των πραγμάτων, είναι η αιτία και το κίνητρο κάθε σκέψης ή ενέργειας. Το παράδοξο με το Τάο είναι ότι ενώ περιγράφεται ως κενό και μη ενεργό, θεωρείται ότι παράγει και συντηρεί όλα τα φαινόμενα και τα όντα. Επιπλέον, με μία σημασία παρόμοια του ινδουιστικού dharma, αντιπροσωπεύει το νόμο και την τάξη στην προσωπική ζωή και στο σύμπαν.
Στο δημιουργημένο κόσμο το Τάο διαιρείται στο γιανγκ και στο γιν. Η αρσενική αρχή γιανγκ συμβολίζει το ενεργό, αυξητικό, γονιμοποιητικό, καλό, θετικό, φωτεινό και θερμό και αντιστοιχεί στον ουρανό, στο νότο, στον ήλιο και στο καλοκαίρι. Η θηλυκή αρχή γιν χαρακτηρίζεται από τις αντίθετες ιδιότητες και αντιστοιχεί στη Γη, στο βορρά, στη σελήνη και στο χειμώνα. Οι δύο αυτές δυνάμεις είναι αντίθετες αλλά και αλληλοσυμπληρώνονται. Το ένα διαδέχεται ακατάπαυστα το άλλο, ενώ ταυτόχρονα ενυπάρχει σε σπερματική μορφή μέσα στον αντίποδά του, όπως δείχνει και η σχηματική απεικόνιση του διαγράμματος Τάι Τσι. Ειρήνη, τάξη, παραγωγικότητα, υγεία και ευημερία είναι παράγωγα της αρμονικής σύμπραξης των δύο ενεργειών. Μόλις διαταραχθεί αυτή η ισορροπία προκύπτουν αποτυχίες, κακές σοδειές, διχόνοια, συγκρούσεις, αρρώστιες, πόλεμοι κ.λπ. Στην κινεζική σκέψη όλα μα όλα τα φαινόμενα και τα γεγονότα οφείλονται στην ισορροπία ή ανισορροπία του γιν και του γιανγκ.
Η ένωση γιανγκ και γιν γέννησε τη ζωτική ενέργεια Τσι που στα κινέζικα σημαίνει πνοή. Οι τρεις αυτοί παράγοντες γέννησαν έπειτα όλα τα όντα που σύμφωνα με τους Κινέζους είναι δέκα χιλιάδες. Το Τάο είναι η ενέργεια που τους δίνει μορφή, τα συντηρεί, καθορίζει την πορεία τους και τα τελειοποιεί.
Το Τάο αποτελεί μία πολύσημη έννοια ωστόσο στον ταοϊσμό έχει κυρίως τις τρεις ακόλουθες σημασίες: α) Τάο είναι μία πορεία ή μία πράξη που έχει γίνει στο παρελθόν. β) Τάο είναι η προσωπική πορεία ή η συμπεριφορά που αρμόζει στο κάθε άτομο και στο κάθε ον. γ) Τάο είναι η οικουμενική τάξη που κυβερνά το σύμπαν. Για τον παραπάνω λόγο πρέπει να ακολουθείται ευλαβικά προκειμένου να συνυπάρχουν και να συνεργάζονται όλα αρμονικά. Υγεία, ευμάρεια, μακροημέρευση συνιστούν την απόδειξη ότι αυτό γίνεται όντως. Έτσι στο Τάο αποδίδονται θεϊκές ιδιότητες όπως λ.χ. στον παρακάτω αφορισμό του Λάο-Τσε: «Το Τάο είναι ένα κενό δοχείο και η χρήση του είναι αστείρευτη και απροσμέτρητη. Είναι σαν την Πρωταρχική Πηγή όλων των πραγμάτων…. Δεν ξέρω ποιος είναι ο Πατέρας του, είναι η απεικόνιση αυτού που ήταν παλαιότερα ο θεός».
Κατά συνέπεια είναι το Τάο που καθορίζει την ευημερία τόσο του μεμονωμένου ατόμου όσο και ολόκληρης της ανθρώπινης κοινωνίας. Εξαρχής οι ταοϊστές οραματίζονταν την ιδανική ενσωμάτωση του ανθρώπου στη ζωή και στη φύση, όπου δεν θα υπήρχε καμία δυστυχία και πόνος ούτε σωματικά ούτε ψυχικά. Όμως η πραγμάτωση μίας τέτοιας ουτοπίας προϋπέθετε την απόσυρση από την κοινωνία και ως εκ τούτου αφορούσε μόνο λίγους εκλεκτούς. Η αμοιβή πάντως θα ήταν η αθανασία, η οποία μόνο στην απομόνωση σε ένα ερημικό φυσικό περιβάλλον θα μπορούσε να κατακτηθεί.
Επειδή οι ταοϊστές στοχαστές γνωρίζουν – ιδιαίτερα σήμερα – το ασύμβατο των στόχων τους με την ενεργή συμμετοχή στην καθημερινή ζωή, εξηγούν: «Στη φυσιολογική ζωή δεν διακρίνουμε την ενότητα όλων των πραγμάτων, παρά διαιρούμε τον κόσμο σε χωριστά αντικείμενα και συμβάντα. Αυτός ο χωρισμός είναι χρήσιμος και αναγκαίος προκειμένου να μπορούμε να αντεπεξερχόμαστε στο καθημερινό μας περιβάλλον, αλλά δεν αποτελεί βασική ιδιότητα της πραγματικότητας. Πρόκειται για μία ψευδαίσθηση του νου μας που έχει μάθει να διαχωρίζει και να ταξινομεί σε κατηγορίες. Ο υπέρτατος στόχος του ταοϊστή είναι να συλάβει την ενότητα και την αμοιβαία σχέση όλων των πραγμάτων, να παραμερίσει την αντίληψη ότι διαθέτει ένα απομονωμένο ατομικό Εγώ και να ταυτιστεί με την υπέρτατη πραγματικότητα. Η σύλληψη αυτή δεν συνιστά απλώς μία διανοητική διαδικασία. Ο Τζουάνγκ-τσε λέει πως εάν ήταν δυνατό να μιλήσει κανείς γι’ αυτά τα πράγματα, θα τα έλεγε ο καθένας στον αδελφό του. Η γνώση της υπέρτατης πραγματικότητας είναι μία βαθιά μυστικιστική εμπειρία που αφορά ολόκληρο τον άνθρωπο και τελικά είναι θρησκευτικής φύσης».
Ο δρόμος για την κατάκτηση αυτού του στόχου είναι η μη-δράση (κινέζικα wu wei) που σημαίνει ότι ο ταοϊστής εμπιστεύεται απολύτως το Τάο. Το να μην γνωρίζει και να μην ενεργεί κάποιος επειδή το απαιτεί το Τάο, σημαίνει ότι είναι κυρίαρχος του κόσμου, αφού με ανούσιες πράξεις, άχρηστη εργατικότητα και πολυπραγμοσύνη δαπανά άσκοπα την ενέργειά του. Μόνο όταν το άτομο απαρνιέται συνειδητά επιθυμίες, ανάγκες, σκέψεις και ενέργειες που αποβλέπουν σε προσωπικούς στόχους, μπορεί να εμπιστευτεί το Τάο και να συμβαδίσει μαζί του.
O Glasenapp αναφέρει για την εξέλιξη του ταοϊσμού τα παρακάτω: «Μία σειρά άλλων φιλοσόφων τελειοποίησε, με διαφορετικούς τρόπους την ταοϊστική φιλοσοφία της φύσεως, όπως και την ηθική της και την περί Κράτους θεωρία της. Ο μυστικισμός φθάνει στο αποκορύφωμά του στο Κουάν-γιν-Τσε, έργο που φέρνει το όνομα ενός συγχρόνου του Λάο-Τσε, αλλά που γράφτηκε, πιθανότερα, τον Χ ή ΧΙ αιώνα μόλις. Σ’ αυτό διδάσκεται ένας καθαρός ιδεαλισμός: Ο κόσμος δεν είναι παρά μία αναπαράσταση, η ζωή και ο θάνατος είναι φαινομενικά. Το ίδιο το εγώ δεν έχει ιδιαίτερη πραγματική υπόσταση στην αλήθεια, το μόνο που υπάρχει είναι το παγκόσμια παρόν Τάο. Όποιος κατάλαβε την ουσία του υψώθηκε πάνω από κάθε περιορισμό σχετικό με τον χώρο και τον χρόνο και μπορεί να κυριαρχήσει τη φύση, είναι κύριος των πνευμάτων, εξημερώνει τα ζώα και είναι ικανός για όλων των ειδών τις προφητείες και τα θαύματα.
Η μαγεία που μέσα στο πολύ μικρό σύγγραμμα του Λάο Τσε δεν παίζει κανένα ρόλο, φαίνεται όμως επηρέασε πολύ μερικά κείμενα της σχολής του και εξήσκησε πάνω στις μάζες μια τόσο μεγάλη δύναμη έλξεως ώστε πλάι στον φιλοσοφικό και ηθικό Ταοϊσμό, εμφανίστηκε ένας λαϊκός και θρησκευτικός Ταοϊσμός. Αυτός λάτρευε επίσης τον Λάο-Τσε και άλλους διανοητές σαν διδασκάλους. Ωστόσο καλλιεργούσε προ παντός τη μαγική και μυστικιστική πλευρά της αρχαίας παραδόσεως και την ένωνε με τις πιο διαφορετικές μορφές πίστεων και λαϊκών δεισιδαιμονιών.
Στον αγώνα και στη συνθηκολόγησή του με τον Βουδισμό, υιοθέτησε πολλές αντιλήψεις, πολλές τελετές και διδάγματα εκείνου και, έτσι δημιούργησε ένα ιδιάζον συγκριτικό σύστημα που μέχρι τη σημερινή εποχή, εξάσκησε μία σημαντική επίδραση στην κινεζική πνευματικότητα…
Στην ιστορία του ο Ταοϊσμός έφτασε να γίνει μία ιδιαίτερη θρησκεία. Έχει δικό του πάνθεον, δικά του ιερά κείμενα, δικά του δόγματα και τελετουργικά. Στο σχηματισμό τους είχαν σαν πρότυπο τον Βουδισμό.
Με πρότυπο τον Βουδισμό ο Ταοϊσμός, έκανε να γεννηθεί μία έντονη πίστη στο υπερπέραν Ο Λάο-Τσε και άλλοι άγιοι μένουν ακόμα στον Δυτικό Παράδεισο, στα βουνά των Κουν-Λουν. Άλλοι ασκητές, που έγιναν πνεύματα, κατοικούνε στην Ανατολή, στο Νησί των Μακαρίων. Οι κακοί πηγαίνουν στην κόλαση στα βάθη της γης. Αυτή χωρίζεται σε δέκα περιοχές, καθεμιά διοικείται από ιδιαίτερο βασιλιά. Από εκεί μπορούν να επιστρέψουν στον κόσμο όπου συνεχίζουν να ζουν ως ζώα ή άνθρωποι, μία ιδέα που υιοθέτησαν από τον ινδουισμό.
Η λατρεία είναι πολύ πομπώδης. Γίνονται προσφορές τροφών στους θεούς και στα πνεύματα, τελετουργικές «ακολουθίες» για τους νεκρούς και τους ζωντανούς, θεατρικές παραστάσεις και λιτανείες».
Θεοί και δαίμονες
Η κινέζικη κοσμοθεωρία, όπως και η ινδουιστική, γνωρίζει ένα τεράστιο πάνθεον θεοτήτων, οι οποίες, αν είναι καλές, αντιστοιχούν στην πολικότητα γιανγκ και αν κακές στην γιν. Η ιδιαιτερότητα του κινέζικου πάνθεου συνίσταται στον οιωνεί ταξικό διαχωρισμό του: Οι θεοί κατατάσσονται σε μία πυραμιδωτή ιεραρχία και μόνο εκείνοι που έχουν μία αντίστοιχη θέση στην κοινωνία μπορούν να τους λατρέψουν.
Ο αυτοκράτορας της Κίνας που θεωριόταν Γιος του Ουρανού και υπέρτατος κυβερνήτης της Γης, ήταν ο μόνος που λόγω της θεϊκής του συγγένειας μπορούσε να λατρεύει τον υπέρτατο θεό του Ουρανού, τον Shang–ti. O Shang–ti ήταν ο μεγάλος κριτής που επιβράβευε τους ενάρετους και τιμωρούσε τους αμαρτωλούς. Γι’ αυτό όποτε μία κινέζικη δυναστεία παρεκτρεπόταν από τον ηθικό δρόμο, έπεφτε σε δυσμένεια και χάνοντας την υποστήριξη του θεού αυτού έχανε επίσης την εξουσία. Ο Glasenapp γράφει για το πληθωρικό κινέζικο πάνθεον: «Σ’ αυτές τις μεγάλες θεότητες, προστίθεται ένα πλήθος άλλων θεών, μεταξύ των οποίων πολλοί είναι τοπικής προελεύσεως, και στους οποίους όλος ο λαός θυσιάζει. Ο κόσμος των θεών είναι λοιπόν εξαιρετικά πολυπληθής στην Κίνα. Ωστόσο πληθύνεται ακόμα σημαντικά γιατί σ’ αυτές τις μορφές της λατρείας του Κράτους που τιμούν οι οπαδοί του Κομφούκιου προστίθεται ένα πλήθος άλλων, που προέρχονται απ’ το πάνθεο των Ταοϊστών και των βουδιστών, ή χρωστούν την ύπαρξή τους στις προσωπικές ή επαρχιακές επιθυμίες, στις ιεροτελεστίες και τις θρησκευτικές συνήθειες.
Η πίστη των μεγάλων μαζών προσδιορίζεται κυρίως από την ιδέα ότι υπάρχει μια απειρία πνευμάτων, καλών και κακών, που περιπλανώνται εδώ κι εκεί και μπορούν να προκαλέσουν ευτυχίες και δυστυχίες. Κυρίως, βέβαια, τα κακά πνεύματα απασχολούν την φαντασία. Προσπαθούν να προστατευτούν απ’ αυτά με την βοήθεια φυλακτών, τειχών που υψώνονται εναντίον τους, με θορυβώδεις λιτανείες και με τους πιο παράξενους εξορκισμούς. Από τα πολύ παλιά χρόνια η λατρεία των προγόνων αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της κινεζικής θρησκείας.
Η συνήθεια να ευχαριστούν τους νεκρούς με το να τους αφιερώνουν προσφορές, προϋποθέτει ότι αφού απογυμνώθηκαν από το γήινο σώμα τους, εξακολουθούν να υπάρχουν με μία μορφή ανάλογη, αν και πιο εξαϋλωμένη προς τη μορφή που είχαν κατά την ανθρώπινη ύπαρξή τους. Πιστεύεται κοινώς ότι κατοικούσαν κοντά στο σπίτι τους ή στο κοιμητήριό τους, ότι εξακολουθούσαν να συμμετέχουν στα πεπρωμένα της οικογενείας τους, και ότι τους ήταν δυνατό και να τα επηρεάσουν ακόμη, κατά κάποιο τρόπο, σαν ευνοϊκά πνεύματα που ήταν. Η πεποίθηση κατά την οποία οι νεκροί ανταμείβονται ή τιμωρούνται, ανάλογα με τις πράξεις τους, με έναν παράδεισο ή με μία κόλαση, ήταν στην αρχή άγνωστη στους Κινέζους.
Όπως φαίνεται δεν εγνώριζαν ούτε έναν τόπο διαρκούς διαμονής για τους νεκρούς ούτε ήξεραν αν υπάρχει καμμία ανταμοιβή στο υπερπέραν. Παραδέχονταν ότι μόνο τα πνεύματα των νεκρών αυτοκρατόρων ή άλλων σημαντικών προσωπικοτήτων υψώνονταν ως τους θεούς και τους βοηθούσαν να κυβερνούν τον κόσμο.
… Η λατρεία των προγόνων έχει αιτιολογηθεί από τη μεταγενέστερη φιλοσοφία με τον εξής τρόπο. Ο άνθρωπος προέρχεται από τη συνεργασία του ουρανού και της γης. Ο ουρανός παρέχει το πνεύμα, δηλαδή την λεπτότατη ρευστή ουσία του Γιανγκ, και η γη το σώμα, την χονδροειδή ρευστή ουσία του Γιν. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη δέχονται ότι αυτό το οποίο ονομάζουμε ψυχή, δεν είναι αποκλειστικά κάτι το πνευματικό, αλλά απ’ τη μια μεριά την απαρτίζουν στοιχεία άϋλα και ουράνια και απ’ την άλλη μεριά στοιχεία υλικά, δαιμονικά και δεμένα στη γη (Κουάι). Την στιγμή του θανάτου τα δύο αυτά ουσιαστικά της αποχωρίζονται και ξαναγυρίζουν εκεί απ’ όπου προήλθαν. Όπως και το σώμα, δεν εξαφανίζεται αμέσως αλλά υπόκειται σε μια προοδευτική αποσύνθεση, έτσι στην αρχή επιζεί και το πνευματικό στοιχείο, το οποίο μετά το θάνατο ενδεχομένως διατηρείται στη ζωή για πολλά χρόνια ώσπου καταλήγει να εξαφανιστεί. Η ψυχή σαν προσωπική οντότητα μπορεί να εξακολουθεί να υφίσταται για πολύ καιρό ακόμη μετά τον αποχωρισμό της από το σώμα. Αυτό το χρονικό διάστημα μπορεί να είναι εξαιρετικά μακρύ αν διαθέτει πνευματική δύναμη που της εξασφαλίζει μακρόχρονη ύπαρξη.
Αυτή η πεποίθηση ωστόσο δεν είναι γενική. Πολλοί φιλόσοφοι έχουν υιοθετήσει μία σκεπτικιστική αντιμετώπιση του προβλήματος της αθανασίας ή έχουν αρνηθεί ασυζητητί τη δυνατότητα υπάρξεως αθανασίας. Αυτό δεν τους εμπόδισε να απαιτούν σαν χρέος την πιστή εκτέλεση των καθορισμένων ιεροτελεστιών. Για να τελέσουν τις θυσίες πολλοί Κομφουκιανοί αρέσκονται να ενεργούν «ως εάν» οι απόντες ήταν εκεί για να διεγείρουν τα συναισθήματα εκείνα που αρμόζουν στον ευλαβή σεβασμό κ.τλ. Αντιθέτως άλλοι υποστήριξαν την μετά θάνατον επιβίωση και προσπάθησαν να την αποδείξουν λογικά».
Αμέσως μετά το θάνατο οι συγγενείς οργανώνουν μία τελετή προκειμένου να καλέσουν το πνεύμα του νεκρού. Σε κάθε σπίτι υπάρχει μία γωνιά σαν εικονοστάσι όπου τοποθετούνται μικρές αναμνηστικές πλακέτες με τα στοιχεία των νεκρών προγόνων. Εδώ λαμβάνει χώρα καθημερινά η λατρεία τους, τους προσφέρουν θυσίες και επικαλούνται τη βοήθεια ή την ευλογία τους. Η ευλαβική τήρηση όλων των εθίμων που συνδέονται με την προγονική λατρεία και ιδιαίτερα οι διάφορες προσφορές (θυσίες) σε είδος, πιστεύεται ότι δίνει δυνάμεις στους νεκρούς με τις οποίες μπορούν να βοηθήσουν τους εν ζωή απογόνους τους.
Για μία καλύτερη κατανόηση, ας δώσουμε πάλι το λόγο στον Glasenapp: «Ο Κομφουκιανισμός, ο Ταοϊσμός και ο Βουδισμός από δύο χιλιετίες είναι οι τρεις φόρμες που διαμόρφωσαν τη θρησκευτική σκέψη στην Κίνα. Διαφέρουν ουσιωδώς μεταξύ τους σε πολλά σημεία και συχνά στη διάρκεια της ιστορίας αλληλοπολεμήθηκαν ενώ προσπάθησαν να κερδίσουν και οι μεν και οι δε την εύνοια των ισχυρών και της μάζας. Αλλά ως τα τώρα, καμμία από αυτές τις τρεις θεωρίες δεν πέτυχε να κυριαρχήσει και να παραγκωνίσει τις δύο άλλες. Στη σκέψη μιας πολυάριθμης μερίδας μορφωμένων ανθρώπων, καθώς και στην πλειονότητα του λαού δεν αποτελούν αντινομίες, αλλά μεθόδους σωτηρίας όμοιες σε δικαιώματα και που μπορούν να χρησιμοποιούνται η μία παράλληλα με την άλλη. Αυτή η άποψη επέτρεπε να αφαιρέσει ο καθένας από ένα σύστημα σκέψεων αυτό ή εκείνο το στοιχείο και να το ενσωματώσει σε ένα άλλο σύστημα ή από μία γενική άποψη να ενώσει συγκρητιστικά τις τρεις θεωρίες».
***
Τα κριτικά επιχειρήματα που αντιπαρατέθηκαν στον ινδουισμό από χριστοκεντρική σκοπιά μπορούν, τηρουμένων των αναλογιών, να ειπωθούν επίσης για τις κινεζικές θρησκείες. Ως εκ τούτου η κριτική της κινεζικής κοσμοθεωρίας εδώ θα περιοριστεί σε ορισμένες βασικές παραμέτρους.
Χαρακτηριστικό των κινεζικών φιλοσοφιών είναι ότι υπόσχονται την ολοκλήρωση, την υγεία και τη λύτρωση, εφόσον τηρείται ευλαβικά ένας απόλυτος Νόμος (Τάο, γιν-γιανγκ, τα 5 στοιχεία κ.λπ.). Αρκεί κάποιος να γνωρίζει την Τάξη του σύμπαντος και να την ακολουθεί πιστά για να βρει την τελείωση και την αθανασία, λέει η κινεζική εκδοχή του γνωστικισμού: «Ο άνθρωπος είναι μέσα στο Τσι, και το Τσι είναι μέσα στον άνθρωπο. Ουρανός και Γη και τα Δέκα Χιλιάδες Όντα, όλοι χρειάζονται το Τσι για να ζήσουν. Ο άνθρωπος που γνωρίζει πώς να κυκλοφορεί το Τσι στο σώμα του, συντηρεί τον εαυτό του και αποτρέπει καθετί κακό που μπορεί να τον βλάψει».
Με άλλα λόγια οι διδασκαλίες αυτές υπόσχονται την αυτολύτρωση, εφόσον κάποιος τηρεί συγκεκριμένους κανόνες διατροφής και ακολουθεί πρακτικές διαλογισμού και ελέγχου των ζωτικών του δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων των σεξουαλικών. Όπως παρατηρεί το Θρησκειολογικό Λεξικό : «Στον Ταοϊσμό μορφές σεξουαλικής πρακτικής συναντώνται αναμεμειγμένες με λαϊκές μορφές ερωτικής μαγείας ακόμη και με κάποιες δυσοίωνες πρακτικές σεξουαλικού βαμπιρισμού για την ανανέωση των δυνάμεων του (ανδρικού) σώματος και την απόκτηση της αθανασίας».
Η θεωρία της αυτολύτρωσης είναι όμως διαμετρικά αντίθετη με τη διδασκαλία της θεϊκής αποκάλυψης που τονίζει την εξάρτηση του ανθρώπου από τον Θεό.
Επιπλέον στην κινεζική φιλοσοφία η φύση υποκαθιστά τον Θεό, γι’ αυτό αμαρτία είναι η σύγκρουση με τους νόμους της και όχι με τη θεϊκή βούληση. Ο άνθρωπος μπορεί να ξεπεράσει τη σύγκρουσή του με τη φύση, απλώς με το να εφαρμόζει συγκεκριμένες μεθόδους που του εξασφαλίζουν υγεία, ευτυχία και την αθανασία επί γης.
Σε πρώτη όψη το κινεζικό ιδεώδες της συμφωνίας με το Τάο αντιστοιχεί στη χριστιανική πίστη ότι η εναρμόνιση με τους θείους νόμους είναι η βασική προϋπόθεση για μία ολοκληρωμένη ευτυχισμένη ζωή. Η παράβαση των θεϊκών νόμων είναι ένας άλλος ορισμός για την αμαρτία, η οποία οδηγεί σε εσωτερικές και εξωτερικές συγκρούσεις, ασθένειες κ.ο.κ. Ασφαλώς η εναρμόνιση και ο σεβασμός προς τη φύση, που είναι δημιούργημα του Θεού, αποτελεί αυτονόητο καθήκον κάθε ανθρώπου. Όμως η λύτρωση δεν είναι υπόθεση μόνο λίγων εκλεκτών που έχουν τη δυνατότητα να εναρμονιστούν με τους νόμους του σύμπαντος, μία εναρμόνιση που έτσι κι αλλιώς είναι καθαρά υποκειμενική.
Στην κριτική μας στο κοσμοείδωλο του ινδουισμού, είδαμε ότι η πρωταρχική πτώση του κάθε ανθρώπου από τον κόλπο του Θεού έγινε λόγω της αλαζονείας του και προηγήθηκε της πτώσης από τον παράδεισο. Ο πόνος, οι ασθένειες κ.λπ. αποτελούν συνέπειες της πρωταρχικής μας πτώσης από την αγγελική φύση και γι’ αυτόν το λόγο δεν αρκεί μόνο η φυσική ζωή για να εξαλειφθούν (Προς Ρωμ. 8,19-21. Αποκαλ. Ιωάν. 21,4).
Οι κινεζικές φιλοσοφίες έχουν μία τελείως διαφορετική ιδέα για το Απόλυτο από αυτή που διδάσκει η θεϊκή αποκάλυψη. Στους Κινέζους η κοσμική ενέργεια Τσι θεωρείται η υπέρτατη υπερφυσική Δύναμη, η οποία δημιούργησε τα πάντα, από το άτομο ως και το σύμπαν, διαποτίζει τα πάντα και τα διατηρεί στη ζωή. Όμως σύμφωνα με τις νέες αποκαλύψεις (βλ. εκτενέστερα στο βιβλίο Οι Πνευματικοί Κόσμοι), η κοσμική ενέργεια είναι η ενέργεια του αιθέρα (το ηλεκτρικό πυρ των αρχαίων Ελλήνων) και άρα δεν είναι αμιγώς πνευματική. Επομένως το Τσι δεν είναι το Άγιο Πνεύμα, το οποίο δημιούργησε τον κόσμο, αλλά μία πολύ κατώτερη μορφή ενέργειας που αναπτύσσεται στο χώρο.