Loading...

Ο ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

4

Σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου δεν συγκεντρώνονται τόσες πολλές θρησκείες όσο στην Ινδία. Ανάμεσα στα 850 εκ. κατοίκων της υπάρχουν ινδουιστές, ισλαμιστές, σιχ, τζαϊνιστές, βουδιστές, χριστιανοί, παρσιστές και οπαδοί τοπικών θρησκειών οι οποίες περιορίζονται στα όρια μίας μόνο φυλής.

Εκτός αυτού, ο ίδιος ο ινδουισμός συντίθεται από τόσες πολλές διαφορετικές και εν μέρει αντιφατικές διδασκαλίες που μόνο καταχρηστικά μπορεί να τον χαρακτηρίσει κάποιος ενιαία, ομοιογενή θρησκεία. Οι ίδιοι οι ινδουιστές μάλιστα πολλές φορές περιγράφουν τον ινδουισμό περισσότερο σαν έναν τρόπο ζωής, παρά σαν ένα αποκρυσταλλωμένο και ολοκληρωμένο θρησκευτικό σύστημα.

Οι ίδιοι οι Ινδοί ονομάζουν την πίστη τους «Sanatana Dharma» που σημαίνει αιώνιος νόμος ή αιώνια διδασκαλία ή θρησκεία. Στη συνέχεια θα διαπιστώσουμε ότι οι νόμοι της στην ουσία έχουν πολύ λίγο να κάνουν με θρησκεία.

Στην πραγματικότητα ο ινδουισμός είναι ένα πολύχρωμο μωσαϊκό το οποίο συναποτελείται από πολλές διαφορετικές έως και συγκρουόμενες πίστεις. Αυτό που πιστεύει ο ένας ινδουιστής δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το πιστεύει και ο άλλος. Αυτό που είναι ιερό για τον έναν, είναι αδιάφορο για τον άλλον. Ενώ ορισμένοι απαγορεύουν την κρεοφαγία για λόγους σεβασμού προς τη ζωή, άλλοι που την θεωρούν φυσιολογική, θυσιάζουν ζώα και τρώνε κρέας. Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο η πίστη σε ένα χωριό να διαφέρει ριζικά από την πίστη στο γειτονικό χωριό.

Η ινδουιστική σκέψη χωρά τα πάντα και όχι μόνο περίπλοκες φιλοσοφίες. Ακόμη και οι πιο απλοϊκές και πρωτόγονες μορφές λατρείας είναι δεκτές, όπως π.χ. η λατρεία πιθήκων ή αρουραίων σε ναούς που τους είναι ειδικά αφιερωμένοι. Βασικά ο ινδουισμός δεν αποκλείει τίποτα και κανέναν. Είναι ένας μεγάλος ωκεανός που απορροφά τα πάντα. Γι’ αυτό ένας αυθεντικός ινδουιστής μπορεί θεωρητικά τουλάχιστον να ενστερνιστεί οποιαδήποτε άλλη θρησκεία παράλληλα με τη δική του.

Ο ινδουισμός συγκεντρώνει ένα τόσο ευρύ φάσμα πίστεων και εθίμων που είναι δύσκολο να διακρίνει κάποιος τον κοινό παρανομαστή τους. Άλλωστε για αυτόν το λόγο πολλοί υποστηρίζουν ότι ο ινδουισμός είναι πιο πολύ μία μορφή πολιτισμού παρά θρησκευτική πίστη.

Γι’ αυτό έχει ενδιαφέρον να δούμε τι ορισμό δίνει για τον εαυτό του ο ίδιος ο ινδουισμός, τον οποίον κάποιος Ευρωπαίος διανοητής παρομοίασε με ένα μουσείο θρησκειών, όπου συνυπάρχουν όλες οι εποχές της θρησκευτικής ιστορίας της Ινδίας.

Ταυτόχρονα είναι ενδιαφέρον να δούμε πού οφείλεται η έλξη που ασκεί αυτός ο πολιτισμός στον ευρω-αμερικανικό χώρο. Χιλιάδες Ευρωπαίοι και Αμερικανοί κουρασμένοι από το Δυτικό πολιτισμό συρρέουν εδώ και δεκαετίες προς την ινδική χερσόνησο και αντίστροφα αμέτρητες ινδικές διδασκαλίες σωτηρίας κατακλύζουν συστηματικά το Δυτικό κόσμο. Εύλογο είναι επομένως το ερώτημα για το πώς εξηγείται αυτή η απήχηση και συγκεκριμένα ποιες ανάγκες της μεταχριστιανικής, μεταβιομηχανικής κοινωνίας καλύπτει ο ινδουισμός.

Στο τέλος αυτού του κεφαλαίου θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μία εκτενέστερη απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα.

Ας δώσουμε τώρα το λόγο στο γνωστό θρησκειολόγο Helmuth von Glasenapp που έγραφε για τον ινδουισμό στα μέσα του 20ου αιώνα:

«Εξ αιτίας της ποιότητος της θρησκείας του Ινδουισμού ο οποίος έχει «αναπτυχθεί» σιγά-σιγά και δεν έχει ιδρυθεί, προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο Ινδουισμός δεν έχει ένα δογματισμό σταθερά διαγεγραμμένο με την έννοια που τον έχουν ο Βουδισμός και οι θρησκείες της ιστορικής αποκαλύψεως του Θεού. Πραγματικά δεν επιβάλλει στους οπαδούς του ούτε την πίστη σ’ έναν υπερκόσμιο θεό, ο οποίος δημιούργησε μ’ έναν τρόπο τέλεια καθορισμένο τον κόσμο και τον κυβερνά και ο οποίος εμφανίστηκε μέσα στην ιστορία σαν ένας νομοθέτης και πήρε για μία μόνο φορά μία γήινη μορφή, ούτε και επιβάλλει την άρνηση της υπάρξεως ενός προσωπικού οδηγού του κόσμου όπως πρεσβεύει ο Βουδισμός. Αντίθετα, εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τον καθένα προσωπικά να είναι άθεος, πανθεϊστής ή θεϊστής, ή να θεωρεί τον Βισνού ή τον Σίβα ως τον οδηγό του κόσμου. Επίσης δεν υπάρχει καμιά θεωρία καθορισμένη όσον αφορά την προέλευση του κόσμου ή τα υλικά ή άϋλα συστατικά του, την φύση της ψυχής και τις σχέσεις της με το σώμα κ.λπ., η οποία να επιδιώκει να αποκτήσει έναν χαρακτήρα υποχρεωτικό για όλους. Οι πράξεις δεν υπόκεινται σε καμία ρητή εντολή που να είναι απαραίτητο να την τηρούν όλοι. Γι’ αυτό από τους Ινδούς ορισμένοι καταναλίσκουν κρέας, άλλοι είναι φυτοφάγοι, άλλοι επιδίδονται σε λάγνα όργια, άλλοι αφοσιώνονται στον πιο άκρατο ασκητισμό κ.λπ. Απ’ αυτή την άποψη, ο Ινδουισμός στερείται από ρητά άρθρα πίστεως, λεπτομερώς καθορισμένα που μπορούν να θεωρηθούν σαν την conditio sine qua non το να ανήκει κανείς σ’ αυτήν τη θρησκεία. Οι Ινδοί το επιβεβαιώνουν μόνοι τους∙ σαν χαρακτηριστικό σημείο της θρησκείας τους επικαλούνται την απεριόριστη ποικιλία των αντικειμένων της ευσεβείας και την πολλαπλότητα των μέσων που επιτρέπονται για να φθάσει κανείς στη λύτρωση.

Όπως βλέπουμε, για τον ορθόδοξο ινδουιστή η θρησκεία του είναι η «Αιώνια Θρησκεία» (σανάτανα ντάρμα) της οποίας οι οπαδοί, αρχίζοντας με τους Βραχμάνες και τελειώνοντας με τις πιο ταπεινές κάστες, κατέχουν τους υψηλότερους βαθμούς της ιεραρχίας σε όλην την ανθρωπότητα, γιατί στο πνευματικό πεδίο, όπως στο φυσικό πεδίο, είναι ανώτεροι όλων των άλλων ανθρώπων σε ό,τι αφορά τη λειτουργική αγνότητα, με την προϋπόθεση φυσικά, πως ακολουθούν τους κανονισμούς που ταιριάζουν στην κάστα τους. Το να ανήκει κανείς στον Ινδουισμό είναι κατά συνέπεια, δεμένο με το ότι ανήκει σε μία Ινδική κάστα. Λοιπόν αυτό δεν είναι δυνατόν παρά μόνο από τη γέννηση, γιατί κανείς δεν μπορεί να γίνει δεκτός σε μία κάστα με τη θέλησή του ή με το βάπτισμα.

Αν λοιπόν κανείς πιστεύει σ’ ό,τι πιστεύουν και οι Ινδουιστές, ακολουθώντας τις Ινδουιστικές συνήθειες, δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει ο ίδιος Ινδουιστής. Το πέρασμα από μία άλλη θρησκεία στον Ινδουισμό είναι αδύνατο. Κανένας δεν μπορούσε να γίνει δεκτός στον Ινδουισμό, όπως γίνεται με τον Βουδισμό, τον Χριστιανισμό ή τον Μουσουλμανισμό. Ο Ινδουισμός λοιπόν είναι μία εθνική θρησκεία, κτήμα των Ινδών και όχι μία διεθνής θρησκεία. Παρ’ όλα αυτά, οπωσδήποτε, ανέπτυξε μία εκτεταμένη προσηλυτιστική δράση. Στη διάρκεια αιώνων μετέδωσε την πίστη και τις απόψεις του για τη ζωή στις πιο διαφορετικές εθνικές φυλές από τη χώρα των Ινδιών και τα Ιμαλάϊα μέχρι του ακρωτηρίου Κομορέν και τις κατέκτησε. Αυτός ο «Εξινδουϊσμός» όσων πίστευαν στις πιο διαφορετικές τοπικές θρησκείες, δεν πραγματοποιήθηκε, τουλάχιστον θεωρητικά, με την μεταστροφή μεμονωμένων ατόμων, μα με την εισαγωγή ολόκληρων φυλών που εντάχθηκαν ως κάστες στο κοινωνικό σύστημα των Ινδουϊστών. Αυτό έγινε επειδή υποστηρίχθηκε πώς ο Ινδουϊσμός είναι η αιώνια θρησκεία της ανθρωπότητας, στην οποία ανήκαν αρχικά όλοι οι άνθρωποι στη γη, όμως με το πέρασμα του χρόνου πολλοί λαοί απομακρύνθηκαν από τον ινδουϊστικό κόσμο από άγνοια ή σαν αποστάτες και ακολούθησαν δικούς τους δρόμους. Αυτή η μεταγενέστερη κατάσταση μπορεί να επανορθωθεί με τελετές εξαγνισμού. Με τον τρόπο αυτό φυλές που οι πρόγονοί τους υπήρξαν (ή υποτίθεται υπήρξαν) άλλοτε ινδουϊστές μπορούν να ξαναγυρίσουν στον Ινδουισμό.

Αυτή η ίδια μέθοδος εφαρμόστηκε από τους Βραχμάνες στις χώρες που βρίσκονται ανατολικά των Ινδιών και στην Ινδονησία όταν οι Ινδοί άποικοι εγκατασταθήκανε εκεί σε μεγάλους αριθμούς.

Μέσα στην Ινδική σκέψη οι μη Ινδοί παίρνουν θέση κάτω απ’ όλους τους Ινδούς, επειδή δεν είναι ενσωματωμένοι μέσα στην τάξη των καστών. Από την άποψη των ορθοδόξων οι άνθρωποι που ανήκουν σε διαφορετικές κάστες οφείλουν να θεωρούνται σαν έμψυχα όντα διαφορετικού είδους που έχουν πολλά κοινά σημεία μεταξύ τους, (όπως τα λιοντάρια, οι ελέφαντες, οι βούβαλοι κ.λπ.), αλλά που από τη γέννησή τους, κατά βάθος, διαφέρουν σχετικά με την καταγωγή τους, την κληρονομικότητά τους, το είδος της ζωής τους, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους».

Η ιστορική εξέλιξη του ινδουισμού

Η ιστορία του ινδουισμού τέμνεται σε έξι διαφορετικές περιόδους :

  • 1500-900 π.Χ. είναι η περίοδος της θεμελίωσης και της ανάπτυξης με βάση τις Βέδες.

  • 1000-500 π.Χ. παγιώνεται η τελετουργική-λατρευτική πλευρά από τους Βραχμάνες.

  • Τον 6ο αι. π.Χ. παρουσιάζονται τα πρώτα μεταρρυθμιστικά κινήματα.

  • 800-200 π.Χ. επικρατεί η μεταρρύθμιση με τις Ουπανισάδες.

  • 200 π.Χ.-1000 μ.Χ. είναι η περίοδος της λατρείας Μπάκτι.

  • 1000 μ.Χ. ως σήμερα διαμορφώνεται ο μεταρρυθμισμένος ινδουισμός της σύγχρονης εποχής.

Στα μισά της δεύτερης χιλιετίας πριν τον Χριστό στην ινδική χερσόνησο εισέβαλαν άρια φύλα που προέρχονταν από την Ευρώπη. Μαζί με τη γλώσσα και τον πολιτισμό τους έφεραν επίσης τη θρησκεία τους, η οποία σε γενικές γραμμές έμοιαζε με των αρχαίων Ελλήνων. Οι θεοί τους ήταν προσωποποιήσεις φυσικών φαινομένων και η λατρεία τους συνίστατο σε θυσίες, κυρίως ζώων.

Ό,τι γνωρίζουμε σήμερα για τη θρησκεία των Αρίων προέρχεται κατά κύριο λόγο από τις Βέδες. Στο βεδικό σύστημα ο Purusha, η Ψυχή του Κόσμου, θεωρείται η κοσμική θυσία που προσφέρεται για να υπάρχει ζωή και τάξη. Ως εκ τούτου η θυσία είναι ταυτόσημη με την Πηγή της ζωής και χωρίς θυσία δεν θα υπήρχε τίποτα. Κατ’ επέκταση, η τελετουργική προσφορά θυσίας επαναφέρει τη διασαλευμένη ηθική τάξη.

Τα μέλη της Κοσμικής Ψυχής αντικαθρεφτίζονται στην κοινωνική στρωμάτωση των Αρίων. Οι ιερείς, οι Βραχμάνες, αποτελούν το στόμα, οι άρχοντες τα χέρια, οι έμποροι και οι αγρότες τους μηρούς, και τέλος εργάτες, χειροτέχνες και δούλοι τα πόδια.

2

Αυτή η αντίληψη περί κοσμογονίας πρόσφερε τη βάση πάνω στην οποία αναπτύχθηκε ο διαχωρισμός σε κάστες με την άνωθεν ευλογία. Εννοείται πως ένα τέτοιο θρησκευτικό οικοδόμημα εξασφάλιζε απεριόριστη εξουσία στην κάστα των Βραχμάνων. Ως ιερείς κανόνιζαν τις θυσίες και τις τελετές που θα εγγυώνταν τη διατήρηση της ζωής, αφού υποστήριζαν ότι χωρίς αυτούς θα έπαυε να υπάρχει.

Μέχρι το 600 π.Χ. ο βραχμανισμός είχε επικρατήσει σε όλη τη βόρεια Ινδία. Προς το τέλος του 7ου αι. π.Χ. οι Άριοι ίδρυσαν μία σειρά από βασίλεια όπου ανώτατοι άρχοντες ήταν οι Razahs (Ράτζας). Η κοινωνική ιεραρχία σε αυτά τα βασίλεια συνίστατο σε τέσσερις τάξεις. Οι Ksatriyas (Ξατρίγιας) ήταν οι ευγενείς, οι Βραχμάνες ήταν οι ιερείς, οι Vaisyas (Βαΐσιας) ήταν οι κοινοί Άριοι και τέλος, οι Shudras (Σούντρας) ήταν οι υποτελείς αυτόχθονες.

Η εξουσία των ιερέων μεγάλωνε συνεχώς ώσπου έγινε ανεξέλεγκτη, αφού είχαν την αποκλειστικότητα της τέλεσης των τελετουργικών θυσιών από τις οποίες εξαρτώνταν τόσο οι άνθρωποι όσο και οι θεοί. Με τις πολύπλοκες τελετές τους οι Βραχμάνες γίνονταν οι φύλακες της αιώνιας τάξης και οι εγγυητές της αρμονικής σχέσης μεταξύ θεών και ανθρώπων. Καθώς η τελετουργία είχε τόσο μεγάλη σημασία, έπρεπε οπωσδήποτε να υπάρχουν ιδιαίτερες οδηγίες για την τέλεση κάθε τυπικού. Οι οδηγίες αυτές μεταδίδονταν αρχικώς προφορικά και αργότερα επίσης γραπτά. Με τη γραπτή τους μορφή ονομάστηκαν Brahmanas και ενσωματώθηκαν στις Βέδες. Κάθε οικογένεια Βραχμάνων κατείχε τις δικές της Brahmanas που μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά και έτσι η γνώση για το πώς γινόταν η «σωστή» τελετή παρέμενε οικογενειακό μυστικό.

Ευνόητα οι Βραχμάνες απέκτησαν έτσι απεριόριστη ισχύ, αφού αυτοί είχαν στα χέρια τους τη ζωή που σύμφωνα με τη θρησκεία τους εξαρτιόταν από τη σωστή διεξαγωγή της τελετής.

Η απεριόριστη εξουσία των Βραχμάνων προκάλεσε την αντίδραση της άρχουσας τάξης. Τον 6ο αι. π.Χ. στη βόρεια Ινδία έκαναν την εμφάνισή τους πολλά κινήματα που απέβλεπαν στην ανανέωση της θρησκευτικής ζωής. Δύο από αυτά τα κινήματα που επέζησαν ως σήμερα είναι ο τζαϊνισμός και ο βουδισμός. Οι εμπνευστές και των δύο, ο Μαχαβίρα και ο Γκαουτάμα προέρχονταν από την άρχουσα τάξη.

Σε ορισμένα κύρια σημεία τα δύο αυτά κινήματα συνέχισαν την παράδοση του βραχμανισμού. Διατήρησαν την ίδια κυκλική αντίληψη της ιστορίας και επικεντρώθηκαν στη λύτρωση από το φαύλο κύκλο των μετενσαρκώσεων. Ωστόσο διαφοροποιήθηκαν από το βραχμανισμό από την άποψη ότι απέρριπταν την τυπολατρία του ιερατείου και αντ’ αυτής πρέσβευαν τη λύτρωση μέσω της γνώσης και της λογικής.

Γενικά όλα τα μεταρρυθμιστικά κινήματα είχαν αρχικά μεγάλη απήχηση, όμως ο βραχμανισμός κατάφερε να επικρατήσει αν και ελαφρώς μετασχηματισμένος. Ναι μεν οι τζαϊνιστικές και βουδιστικές ιδέες απορρίφθηκαν ως παρεκκλίνουσες από την ορθοδοξία, όμως η αμφισβήτηση από την πλευρά των μεταρρυθμιστών οδήγησε σε μία νέα ινδουιστική διδασκαλία η οποία αποτυπώθηκε στις Ουπανισάδες.

Οι δάσκαλοι των Ουπανισάδων αναζητούσαν επίσης την λύτρωση και, όπως ο Μαχαβίρα και ο Γκαουτάμα, την αναζητούσαν μέσω της γνώσης αντί της τυπολατρίας των Βραχμάνων. Ήθελαν να βρουν την Αρχή του Όντος, την Πραγματικότητα που προϋπήρχε των πάντων, το αποκαλούμενο Βράχμαν. Πέραν αυτού τους απασχόλησε η φύση της ανθρώπινης συνείδησης. Το πόρισμα των φιλοσοφικών μελετών τους ήταν ότι ο πυρήνας του εαυτού (Άτμαν) και η Πραγματικότητα (Βράχμαν) είναι ένα και το αυτό.

Οι Ουπανισάδες χαρακτηρίζονται από δύο βασικές τάσεις, την τάση προς τον ασκητισμό και κριτική στάση απέναντι στην τυπολατρία των βραχμάνων.

Ασκητικές ιδέες απαντούν ήδη στη Rig Veda σε χαμηλούς τόνους. Όμως οι Ουπανισάδες διδάσκουν βασικά τον αναχωρητισμό από τον κόσμο και την εσωτερική απεξάρτηση από την ψευδαίσθηση ότι η παρούσα ζωή είναι πραγματική. Είναι φανερό ότι εδώ έχουν εισχωρήσει βουδιστικές επιρροές.

Από την άλλη πλευρά, όσον αφορά στην τυπολατρία των Βραχμάνων, οι Ουπανισάδες δεν απορρίπτουν αυτές καθαυτές τις τελετουργίες. Απλώς τις ανυψώνουν σε ένα άλλο επίπεδο δίνοντάς τους ένα πνευματικότερο περιεχόμενο μέσω της ταύτισης του Άτμαν με το Βράχμαν. Η υπέρβαση του πόνου και του χάους της ανθρώπινης ζωής δεν επιδιώκεται πλέον μέσω της υλικής θυσίας, αλλά με τον αναχωρητισμό από τον κόσμο της ύλης.

Σε αυτήν την περίοδο παρουσιάζονται δύο δόγματα που χαρακτηρίζουν τον ινδουισμό μέχρι σήμερα, η μετενσάρκωση και το κάρμα. Πιθανότατα τα δύο δόγματα κατάγονται από την παράδοση των αυτόχθονων καθότι δεν συναντώνται στην αρχική βιοσοφία των Αρίων.

Κάρμα και Μετενσάρκωση στην Ινδική Φιλοσοφία – Στις Βέδες δεν υπήρχε ακόμη η αντίληψη της μετενσάρκωσης, απλώς δίδασκαν ότι κανονικά μετά το θάνατο η ψυχή συνέχιζε σε έναν άλλο κόσμο. Η μοίρα που την περίμενε εκεί εξαρτιόταν πιο πολύ από την επιτυχία των τελετών των βραχμάνων παρά από την προσωπική της διαγωγή.

Για τις τιμωρίες και τα μαρτύρια που την περίμεναν οι Βέδες δεν έλεγαν πολλές λεπτομέρειες. Αντίθετα η περιγραφή των ουράνιων κόσμων όπου κατοικούσε η ψυχή μαζί με τους θεούς ήταν πολύ εκτενέστερη, αν και το κέντρο βάρους στις Βέδες ήταν ο παρών κόσμος. Η επιβίωση της ψυχής στην άλλη ζωή δεν ήταν βέβαιη, αφού μπορούσε να πεθάνει πάλι στον άλλον κόσμο υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Φυσικά οι βραχμάνοι διέθεταν στο ρεπερτόριο των τελετών τους άλλη μία τελετή γι’ αυτόν ειδικά τον κίνδυνο.

Υπό την επίδραση της νέας διδασκαλίας για την ταύτιση Άτμαν και Βράχμαν οι αντιλήψεις για τη μεταθανάτια ζωή άλλαξαν. Το Άτμαν, που είναι ο πυρήνας του ανθρώπου, επιστρέφει επανειλημμένα στον υλικό κόσμο μέχρι να συνειδητοποιήσει ότι είναι ένα με το Βράχμαν. Έτσι ο κύκλος των μετενσαρκώσεων διαιωνίζεται και η εκάστοτε μετενσωμάτωση εξαρτάται από το κάρμα του ανθρώπου.

Στις Βέδες κάρμα είναι απλώς η τελετή της θυσίας. Το αν η θυσία φέρνει ή όχι το προσδοκούμενο αποτέλεσμα μπορεί να προβλεφθεί με βάση το νόμο αιτίας – αποτελέσματος. Αν η θυσία δεν έχει επιτυχία, αυτό σημαίνει ότι κάπου στην τελετή παρείσφρυσε κάποιο λάθος. Οι Ουπανισάδες διατήρησαν τον ίδιο νόμο, όμως εξάρτησαν το κάρμα από τις καλές ή κακές πράξεις του ανθρώπου.

Το άθροισμά τους καθορίζει τις συνθήκες που συνοδεύουν κάθε ενσάρκωση. Εάν υπερτερούν οι κακές πράξεις, ο άνθρωπος επιστρέφει στη Γη σε δυσμενείς συνθήκες, στη χειρότερη περίπτωση δε ως ανέγγιχτος ή ως ζώο. Εάν είχε έναν αγνό βίο, μπορεί να φθάσει μέχρι και στο βασίλειο των θεών, μα όταν εξαντληθεί το κεφάλαιο θετικού κάρμα που έχει φέρει μαζί του, πρέπει να ξαναγεννηθεί στον κόσμο αυτόν.

Το κάρμα δεν είναι πνευματικής φύσης, παρά έχει μία υλική υπόσταση της οποίας η σύσταση ποικίλει ανάλογα με τις πράξεις. Το κάρμα λειτουργεί αυτοματικά στη βάση μίας ιδιαίτερης νομοτέλειας την οποία ούτε οι θεοί δεν μπορούν να αλλάξουν.

Μετά το θάνατο το κάρμα συνοδεύει το Άτμαν και είναι υπεύθυνο για την επόμενη ενσωμάτωση. Ακόμη και οι θεοί είναι υπεξούσιοι στο κάρμα. Το θεϊκό κάρμα διαφέρει από το ανθρώπινο μόνο ποιοτικά και ποσοτικά. Οι ουράνιες οντότητες απολαμβάνουν τους καρπούς αμέτρητων προηγούμενων καλών πράξεων, όμως κάποτε υποχρεώνονται και αυτές να πάρουν πάλι ανθρώπινη μορφή στη Γη.

Ο άνθρωπος αποτελείται από πολλά ξεχωριστά σώματα. Μετά το θάνατο το χονδροειδές εξωτερικό σώμα παύει να υπάρχει, ενώ το λεπτό-ουσιακό περίβλημά του – το οποίο διαιρείται πάλι σε πολλά στρώματα – επιβιώνει. Αυτό είναι που διατηρεί τις ψυχικές και πνευματικές ιδιότητες του ανθρώπου, τις σκέψεις και τις αναμνήσεις του.

Περιβάλλοντας το Άτμαν το συνοδεύει μαζί με το κάρμα από τη μία ζωή στην άλλη. Όλα αυτά μαζί συναποτελούν την «ψυχή» του ανθρώπου, αν και εδώ η ψυχή δεν έχει μία ατομική προσωπικότητα, όπως το καταλαβαίνει η Δυτική, κυρίως η χριστιανική, σκέψη.

Μόνο το Άτμαν είναι πνευματικό, τα υπόλοιπα μέρη της ψυχής συντίθενται από εκλεπτυσμένες μορφές ύλης. Οι συνεχείς μετενσαρκώσεις σταματούν μόνο όταν όλα τα περιβλήματα έχουν πλέον διαλυθεί και το απρόσωπο, ίδιο για όλους Άτμαν έχει αναγνωρίσει την αληθινή του φύση. Τότε διαλύεται επίσης το κάρμα και η ισχύς του.

Συχνά συγχέεται το κάρμα με το πεπρωμένο. Όμως στη θεωρία του κάρμα δεν είναι το πεπρωμένο που καθορίζει τούτην τη ζωή και τις επόμενες, αλλά όλες οι πράξεις, οι σκέψεις και τα αισθήματα του ανθρώπου ως σύνολο.

Στη βάση του νόμου του κάρμα και της μετενσάρκωσης δημιουργήθηκε η κοινωνική ιεραρχία της Ινδίας και το περίπλοκο σύστημα με τις κάστες έγινε ακόμη πιο δαιδαλώδες με το πέρασμα των αιώνων.

Το σύστημα της κάστας

«Εάν ένας βραχμάνος σκοτώσει έναν σούντρα (από την κατώτερη κάστα,

των εργατών) είναι αρκετό να απαγγείλει εκατό φορές το μάντρα Gayatri».

Από την Bhagavata

Κατά κανόνα το ινδικό σύστημα της κάστας θεωρείται υπεύθυνο για τη φτώχεια, την καταπίεση, τις ανισότητες, την εκμετάλλευση και το φαταλισμό μεγάλου μέρους του πληθυσμού της χώρας αυτής.

Όμως χωρίς κάστες είναι αμφίβολο αν θα υπήρχε καν ο ινδουισμός. Οι κάστες εξασφαλίζουν την κοινωνική τάξη στην Ινδία, καθώς καθορίζουν τη θέση του κάθε ατόμου στην κοινωνία, τις υποχρεώσεις, τα δικαιώματα και τα θρησκευτικά καθήκοντά του. Τουλάχιστον στα χωριά, όπου ζει η πλειοψηφία των Ινδών, το σύστημα αυτό παραμένει ακέραιο. Στις μεγαλύτερες πόλεις λόγω των σχέσεων στο χώρο εργασίας ο αστικός πληθυσμός έχει μία πιο χαλαρή στάση στο ζήτημα αυτό. Ωστόσο ακόμη κι εκεί παίζει καθοριστικό ρόλο στις κοινωνικές σχέσεις, αν και συνήθως δεν το παραδέχεται κανείς ανοικτά. Σύμφωνα με το σύνταγμα του 1950 οι κάστες έχουν καταργηθεί και όλοι έχουν τις ίδιες ελευθερίες, χωρίς να υπάρχουν διακρίσεις. Αλλά η πραγματικότητα είναι διαφορετική.

Για τους ινδουιστές οι κάστες δεν αποτελούν ένα φαινόμενο που γεννήθηκε στη διάρκεια της εθνικής τους ιστορίας, αλλά έκφραση του dharma, του αιώνιου νόμου. Το Dharmashastra, ένα διδακτικό κείμενο που πραγματεύεται τη θρησκευτική και κοινωνική τάξη, προσδιορίζει το πεδίο δράσης κάθε κάστας. Οι Βραχμάνες έχουν χρέος να μελετούν τις Βέδες, να τελούν τις θυσίες και να διδάσκουν, οι kshatriyas να κυβερνούν και να υπερασπίζονται τη χώρα, οι δε Vaishyas, που είναι υποδιέστεροι των άλλων δύο, να ασχολούνται με το εμπόριο και τη γεωργία. Μόνο αυτές οι τρεις κάστες είναι «γεννημένες δύο φορές» (dviza), πράγμα που τους επιτρέπει να διδάσκονται από έναν Βραχμάνα και οι άρρενες να φέρουν ένα «ιερό νήμα» στον αριστερό ώμο. Τέλος, οι shudras είναι οι εργάτες και χειρόνακτες που έχουν χρέος να υπηρετούν τους προηγούμενους.

Συγκεκριμένοι κανόνες καθορίζουν τις σχέσεις μεταξύ των καστών. Τα καθήκοντα της κάθε κάστας προσδιορίζονται με βάση θρησκευτικά και όχι οικονομικά κριτήρια. Το dharma καθορίζει αναπόδραστα τι οφείλει να κάνει ή να μην κάνει ο καθένας. Χαρακτηριστικά γράφει ο Ward McAfee στο βιβλίο του Τα Πέντε Μεγάλα Ζωντανά Θρησκεύματα:

«Το φαγητό ενός μέλους υψηλής κάστας απαραίτητα μπορεί να μαγειρέψει κάποιος ίσης ή υψηλότερης στάθμης. Αν ένα πρόσωπο ταπεινής κάστας ρίξει το βλέμμα στο φαγητό κάποιου της υψηλής κάστας μπορεί να κάνει το φαγητό αυτό και τα μαγειρικά σκεύη ακάθαρτα τελετουργικώς, με αποτέλεσμα την καταστροφή τους, μεταξύ άλλων ενοχλητικών τύπων κάθαρσης. Δεν είναι ίσως εκπληκτικό ότι πρόσωπα που φέρουν τα βάρη αυτών των παραδόσεων βρίσκουν συχνά ελκυστικό τον Εκδυτικισμό.

Πριν ένα αιώνα, όταν Ινδουιστές άρχισαν να ταξιδεύουν στην Αγγλία, για να πάρουν Δυτική μόρφωση, ήταν τρομερά τα βάρη της κάστας για όσους έκαναν μια τέτοια επιλογή. Δύσκολες μέθοδοι κάθαρσης, περιλαμβανόμενου και μικτού ποτού κοπριάς αγελάδας με τα ούρα της, προβλέπονταν για τους επιστρέφοντες εξ Αγγλίας λόγιους. Η επαφή με τη Δύση προκάλεσε πιο σοβαρά προβλήματα για τον παραδοσιακό Ινδουισμό.

Ακόμα και σήμερα, όσοι Ινδοί έχουν λίγο επηρεαστεί από τους Δυτικούς τρόπους ζωής νιώθουν υποχρέωσή τους τη διατήρηση της παραδοσιακής κοινωνικής τάξης. Ένα πρόσωπο που παραβαίνει το jati dharma κινδυνεύει με απόρριψη από την οικογένεια και τους όμοιούς του. Μια τέτοια απόρριψη δεν επιφέρει μόνο κοινωνικό και ψυχολογικό κόστος.

Στην παραδοσιακή ινδουιστική κοινωνία, ο νεωτερισμός είναι κάτι κακό και οι κανόνες της κάστας είναι πιο σημαντικοί από την προσωπικότητα του ατόμου».

Εξυπακούεται ότι η μία κάστα εξυπηρετεί τις ανάγκες της άλλης, όμως η πραγματικότητα είναι πολύ πιο περίπλοκη. Υπολογίζεται ότι σήμερα υπάρχουν τρεις ως τέσσερις χιλιάδες κάστες. Θεωρητικά αποτελούν υποδιαιρέσεις των τεσσάρων κύριων ομάδων Varna, αλλά έχουν την ιδιαίτερη ονομασία jati που θα πει γένος.

Οι jatis αποτελούν τα επιμέρους μέλη του συστήματος και φανερώνουν ότι το σύστημα της κάστας λειτουργεί σήμερα ανέπαφο. Ένας μάγειρας, ένας ράφτης, ένας υφαντής ή ένας κεραμοποιός δεν είναι απλώς shudra, αλλά ανήκει σε μία συγκεκριμένη jati.

Η υπόληψη της καθεμίας jati στην κοινωνική κλίμακα της Ινδίας και η σχέση της με τις υπόλοιπες ποικίλει από τη μία περιοχή στην άλλη και εξαρτάται από πολλούς παράγοντες.

Σε γενικές γραμμές υπάρχουν τρία κύρια χαρακτηριστικά που αφορούν όλες τις κάστες. Το πρώτο είναι η απομόνωση, καθώς κάθε κάστα ζει χωριστά από τις άλλες. Παραδείγματος χάριν, ως επί το πλείστον δεν υπάρχουν μεικτές γειτονιές, επίσης επικρατεί η ενδογαμία κ.ο.κ.

Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η ειδίκευση. Η καταγωγή του καθενός καθορίζει το επάγγελμα και τη λειτουργία του στην κοινωνία. Κάθε δραστηριότητα είναι προκαθορισμένη και κανένας δεν μπορεί να κάνει κάτι που δεν επιτρέπεται στην κάστα του.

Το τρίτο γνώρισμα είναι η αμετάβλητη ιεραρχία. Η εκτίμηση της οποίας απολαύει ένα άτομο εξαρτάται από την κάστα ή την jati του, αν και η θέση της jati μέσα σε μία ομάδα varna μπορεί να ποικίλει.

Όπως είδαμε, οι καστικές διακρίσεις είναι ιδιαίτερα φανερές στα χωριά. Στο κέντρο του χωριού κατοικούν οι ανώτερες τάξεις, μετά περιμετρικά ακολουθούν οι shudras, ενώ οι παρίες κατοικούν στην περιφέρεια του χωριού ή σε εντελώς χωριστούς καταυλισμούς. Ένας παρίας ανήκει επίσης σε μία κάστα, αλλά επειδή αυτή δεν συγκαταλέγεται στις Varna, στην ουσία είναι χωρίς κάστα. Θεωρείται δε τόσο ακάθαρτος που παλαιότερα δεν επιτρεπόταν να έχει κανείς επαφή μαζί του δεν επιτρεπόταν να έχει κανείς επί ποινή θανάτου (Τα Πέντε Θρησκεύματα).

Οι ινδουιστικές γραφές τον ονομάζουν Chandala που σημαίνει ο κατώτερος των κατωτέρων. Οι Chandalas λέγεται ότι προέρχονται από επιγαμία μεταξύ μελών μιας ανώτερης κάστας και μίας κατώτερης, π.χ. από το γάμο ενός Βραχμάνου με μία γυναίκα Shudra. Επίσης η άλλη δυνατότητα είναι να κατάγονται από μη Ινδουιστές ή –ακόμη χειρότερα- από αλλοδαπούς.

Σε ορισμένες περιπτώσεις ένας Chandala μπορεί να μιάνει έναν ινδουιστή ανώτερης κάστας με την παρουσία του και μόνο. Ένα κείμενο ορίζει μάλιστα ότι δεν πρέπει να πέσει ούτε καν η σκιά του πάνω σε έναν βραχμάνο. Οι «ανέγγιχτοι» ή οι παρίες πρέπει να μένουν πάντοτε στο περιθώριο επειδή θεωρούνται ακάθαρτοι. Αυτοί εκτελούν τις πιο ευτελείς εργασίες, όπως είναι ο καθαρισμός των δρόμων και των υπονόμων, η σφαγή και η εκδορά των ζώων, ο καθαρισμός και η αποτέφρωση των πεθαμένων κ.τ.ό.

Εννοείται πως θεωρούνται ακάθαρτοι όχι από άποψη υγιεινής, αλλά από θρησκευτική-τελετουργική άποψη. Το θέμα αυτό παίζει μεγάλο ρόλο στα θρησκευτικά έθιμα της Ινδίας. Οι γραφές καταμετρούν πολυάριθμους τρόπους με τους οποίους μπορεί να μιανθεί κάποιος και μετά να υποβληθεί σε καθαρμό. Η γέννηση και ο θάνατος, η σεξουαλική επαφή, η κρεατοφαγία, η εμμηνορρυσία, η επαφή με ορισμένα αντικείμενα, η είσοδος στο ναό ή στην κουζίνα του σπιτιού από ένα άτομο που δεν έχει αυτό το δικαίωμα για λόγους θρησκευτικής καθαρότητας, η παράβαση των κανόνων αγωγής που επιβάλλεται σε κάθε jati και πολλά άλλα τέτοια ανομήματα προκαλούν τη μίανση είτε προσωρινά είτε διά παντός. Στις προσωρινές περιπτώσεις οι άνομοι οφείλουν να υποβληθούν σε τελετουργικό εξαγνισμό, να απομακρυνθούν από την κοινότητα, να προσφέρουν θυσίες ή να υποστούν εξιλαστήριες τιμωρίες. Βαρύτερα ανομήματα μπορεί να συνεπιφέρουν τον οριστικό εξοβελισμό από την κάστα.

Οι ανέγγιχτοι δεν έχουν καν τη δυνατότητα να επωφεληθούν των τελετουργικών καθαρμών, δεδομένου ότι αποκλείονται από τη θρησκευτική ζωή, παρότι η νεότερη νομοθεσία τους παραχωρεί τα ίδια δικαιώματα με τους «καθαρούς» ινδουιστές, όπως είναι η επίσκεψη στους ναούς, και τιμωρεί τις παραβάσεις.

Ωστόσο η αντίληψη της διαίρεσης σε κάστες είναι πολύ βαθιά ριζωμένη ώστε δεν μπορεί να εξαλειφθεί εύκολα, αφού, όπως γράφει ο θεολόγος-κοινωνιολόγος Γιώργος Μουστάκης: «Μέσα στα άριστα έργα που αμείβονται με ανώτερες μορφές μετενσάρκωσης είναι η πιστή διατήρηση και συντήρηση της καστικής παράδοσης. Προϋπόθεση δηλαδή για τη σωτηρία του πιστού έθετε ο βεδικός ινδουισμός την πιστή τήρηση των ταξικών απαγορεύσεων και τη διαιώνιση της κοινωνικής ανισότητας.

Αργότερα όλα τα δυστυχισμένα αυτά περιθωριακά πλήθη όταν άκουγαν το κήρυγμα των πρώτων αποστόλων του χριστιανισμού, ότι ο Χριστός ήλθε στον κόσμο να λυτρώσει τους φτωχούς και τους πονεμένους, προσχώρησαν στο χριστιανισμό και αποτέλεσαν την Εκκλησία της Ινδίας Μάλαμπαρ που θεωρείται κατά την παράδοση ότι την ίδρυσε ο απ. Θωμάς».

Στο βιβλίο του που τιτλοφορείται Το Πολιτισμικό Σοκ με την Ινδία, ο ινδολόγος και λάτρης της Ινδίας Ράινερ Κρακ γράφει με βάση τη μακροχρόνια πείρα του στη χώρα αυτή για τη μοίρα των ανέγγιχτων, που στην κοινή ινδική γλώσσα ονομάζονται dalits ή harizans.

Προκειμένου να ισοσκελιστούν οι μακραίωνες διακρίσεις σε βάρος των dalits, το κράτος εξασφαλίζει αποκλειστικά για τους παρίες ένα μέρος των θέσεων εργασίας στο δημόσιο και των εισαγωγών στις πανεπιστημιακές σχολές.

Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η ευνοϊκή μεταχείριση προκαλεί την οργή των ανώτερων τάξεων. Οι ταραχές που ξέσπασαν γι’ αυτόν το λόγο το 1986 στο Ahmadabad στοίχισαν ανθρώπινες ζωές. Όμως οι διακρίσεις που έχουν καταργηθεί επίσημα στο δημόσιο τομέα διατηρούν την ισχύ τους στον ιδιωτικό, όπου η «καθαρότητα του αίματος» και η «ανωτερότητα της κάστας» είναι ιερές. Και συνεχίζει ο Κράκ : «Σε ορισμένες περιοχές όπου επικρατεί η ινδουιστική ορθοδοξία, τους harizans τους αντιμετωπίζουν με καταφρόνηση. Σε μερικά χωριά δεν τους επιτρέπεται καν να πάρουν νερό από ένα πηγάδι που χρησιμοποιούν οι «ανώτερες» κάστες… οι τοπικές παραδόσεις είναι ισχυρότερες από το νόμο. Σε απομακρυσμένες περιοχές κάθε τόσο ξεσπούν συγκρούσεις μεταξύ των harizans και των πρώην προνομιούχων… Πολλές φορές, όταν ερωτευτούν δύο άνθρωποι που δεν είναι της ίδιας κάστας, γίνονται πραγματικές μάχες ανάμεσα στις κάστες των ερωτευμένων…»

Ο Κρακ παραθέτει επίσης χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τις ινδικές εφημερίδες :

Τέσσερις νεκροί σε διαμάχη ανάμεσα σε κάστες! Bhubaneshwar, 13.9.1986 Τέσσερα άτομα κατακρεουργήθηκαν και άλλα 50 τραυματίστηκαν στη διάρκεια βίαιων επεισοδίων ανάμεσα σε δύο κάστες. Τα επεισόδια ακολούθησαν τις ταραχές που ξέσπασαν εξαιτίας του γάμου ενός νεαρού Harizan με μία νέα ανώτερης κάστας. Όπως έγινε γνωστό, αργότερα οι ανώτερες κάστες έκαναν στάχτη όλον τον καταυλισμό των Harizans (περισσότερες από 200 καλύβες).

Πλήρωσαν πρόστιμο επειδή έφαγαν σε σπίτι Harizan! Πέντε άτομα της κάστας Vokkaliga, καταδικάστηκαν σε χρηματική ποινή γιατί το «αδίκημα» τους ήταν ότι έφαγαν στο σπίτι φίλων τους Harizans

Επίσης σε ένα αφιέρωμα της ΝΕΤ στις 12.09.07 στο θέμα αυτό αναφέρθηκε ότι καθημερινά καταγράφονται τρεις εμπρησμοί, τρεις βιασμοί και δύο φόνοι με θύματα dalits για καστικούς λόγους.

Τα βασικά πιστεύω του Ινδουισμού

Είναι τελείως αδύνατο να γίνει μία συστηματική κατάταξη όλων των ιδεών που συνθέτουν το πολύχρωμο μωσαϊκό του ινδουισμού. Ο Γκλάζεναπ, ο μεγαλύτερος ερευνητής της θρησκείας αυτής, έγραφε το 1922: «Εάν εξετάσει κανείς τις διδασκαλίες που πιστεύει ο ινδουισμός, αυτός μοιάζει πιο πολύ με σύμφυρμα συγκρουόμενων ιδεών και δεισιδαιμονιών. Από αυτήν την άποψη δεν μπορούμε να τον θεωρήσουμε ομοιογενή, ενιαία θρησκεία, παρά πρέπει να τον δούμε σαν μία εγκυκλοπαίδεια όλων των θρησκειών».

Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν ορισμένα σημεία πάνω στα οποία συμφωνούν όλοι οι ινδουιστές.

  • Η συμφωνία ότι οι Βέδες αποτελούν το θεμέλιο της πίστης τους.

  • Η συμφωνία ότι ο αιώνιος νόμος Dharma κυβερνά το σύμπαν και ότι τη μοίρα του ανθρώπου την καθορίζει το κάρμα, ο νόμος της ανταπόδοσης.

  • Η συμφωνία ότι εξαιτίας του κάρμα ο άνθρωπος είναι αιχμάλωτος του αέναου κύκλου των μετενσαρκώσεων, του Samsara.

  • Η συμφωνία ότι ο διαχωρισμός σε κάστες είναι επιβεβλημένος από τη θρησκεία και ότι ο καθένας έχει υποχρεωτικά τη θέση που του προσδιορίζει αυτό το αμετάβλητο σύστημα.

  • Η συμφωνία ότι το θρησκευτικό καθήκον του ανθρώπου είναι να επιτύχει την ένωση του Άτμαν με το Βράχμαν.

Η έννοια που δίνει σήμερα ο ορθόδοξος ινδουισμός στην Πραγματικότητα προέρχεται από τις Ουπανισάδες. Σύμφωνα με αυτήν την έννοια, οι άπειρες υποστάσεις προέρχονται από το πρωταρχικό Κοσμικό Είναι ή την Κοσμική Αρχή, την αρχέγονη Πραγματικότητα, δηλαδή το Βράχμαν και εκεί επιστρέφουν. Το Βράχμαν δεν είναι θεός και μάλιστα για πολλούς ινδουιστές δεν έχει καν μία προσωπικότητα.

Όλες οι θεότητες θεωρούνται απορροές ή ακτινοβολίες του Βράχμαν, όπως οι ακτίνες απορρέουν από το φως. Ορισμένοι ωστόσο πιστεύουν στην ύπαρξη ενός θεού ή περισσότερων θεών που δημιούργησαν τον κόσμο.

Πάντως σε ένα συμφωνούν όλες οι ινδουιστικές διδασκαλίες : ότι ο κόσμος που βλέπουμε και βιώνουμε είναι μία ψευδαίσθηση που οφείλεται στη μάγια, η οποία εμποδίζει τον άνθρωπο να αναγνωρίσει την αληθινή πραγματικότητα πίσω από τα ορατά πράγματα. Αυτή η πραγματικότητα είναι το Άτμαν, η ελάχιστη μονάδα της ουσίας του Βράχμαν. Ο άνθρωπος, όντας αιχμάλωτος αυτής της ψευδαίσθησης, δεν γνωρίζει την αληθινή φύση του και γι’ αυτό παραμένει αποκομμένος από το Βράχμαν. Έτσι επανέρχεται συνεχώς σε διάφορες υλοποιήσεις ή μετενσωματώσεις σε αυτήν την ψεύτικη ζωή, που επειδή είναι ψευδαίσθηση την χαρακτηρίζει ο πόνος. Ως εκ τούτου η επανένωση με το Βράχμαν σημαίνει την οριστική λύτρωση ή moksha.

Η αντίληψη ότι τα πάντα προέρχονται από την μία και μοναδική Πρωταρχική Πραγματικότητα, το Βράχμαν, οδηγεί τον ινδουισμό στην ιδέα ότι δεν υπάρχουν αντιθέσεις και διπολικότητες στον κόσμο. Το ότι ο άνθρωπος βιώνει αντιθέσεις όπως τα δίπολα θηλυκό-αρσενικό, καλό-κακό, ζεστό κρύο κ.ο.κ. οφείλεται απλώς σε ψευδαίσθηση επειδή τον τυφλώνει η μάγια. Στην ουσία οι αντιθέσεις δεν είναι αντιθέσεις, αλλά εκφάνσεις της μίας μοναδικής Πραγματικότητας που δεν γνωρίζει πλέον ο άνθρωπος γιατί έχει αποκοπεί από το Βράχμαν. Ως επακόλουθο αυτής της θεωρίας, ο ινδουιστής αδυνατεί να δει το κακό προσωποποιημένο, ούτε όταν πρόκειται για μία μεταφυσική δύναμη, όπως είναι ο Σατανάς για τις μονοθεϊστικές θρησκείες, ούτε καν όταν το βιώνει λ.χ. μέσα από έναν κακό άνθρωπο. Φυσικά δεν αρνείται ότι υπάρχουν κακές πράξεις. Όμως ενώ στο χριστιανισμό π.χ. υπεύθυνος για το κακό είναι ο ίδιος ο αμαρτωλός άνθρωπος που παραβαίνει τη θεία τάξη, στον ινδουισμό υπαίτια είναι μόνο η μάγια. Ανηθικότητα, διαφθορά, βάναυσες, κακές πράξεις, κάθε αμαρτία, οφείλονται μόνο στην πλάνη και στην ψευδαίσθηση που γεννά η μάγια. Ο μόνος τρόπος για να γλυτώσει ο άνθρωπος από το κακό είναι να συνειδητοποιήσει αφενός την ψευδαίσθηση αυτήν και αφετέρου την αληθινή δική του φύση.

Το άλλο κοινό θεμέλιο της πίστης είναι το dharma, ο αιώνιος νόμος που κυβερνά το σύμπαν. Για τους περισσότερους είναι μία απρόσωπη Πραγματικότητα ενώ για άλλους είναι η δύναμη των θεών. Πάντως το dharma καθορίζει τι είναι το κάθε ον και τους όρους της ύπαρξής του. Όλα τα όντα, είτε είναι θεοί είτε φυτά, είναι υποχρεωμένα να υποτάσσονται αδιαμαρτύρητα στις επιταγές του dharma και στις συνθήκες που τους επιβάλλει. Εδώ βρίσκεται επίσης η ρίζα της πίστης στη μετενσάρκωση και του καστικού συστήματος. Σύμφωνα με το νόμο του dharma η τωρινή ζωή ενός ανθρώπου εξαρτάται από την πορεία του στην προηγούμενη. Ο συμπαντικός νόμος καταγράφει την παραμικρή ενέργειά του με ακρίβεια σεισμογράφου και βάσει αυτής της καταγραφής καθορίζεται το κάρμα για την επόμενη μετενσάρκωση. Στη συνεχή προσπάθεια του Άτμαν να επανενωθεί με το Βράχμαν, το κάρμα καθορίζει πόσο κοντά ή μακριά βρίσκεται κάποιος από αυτόν το στόχο. Με ένα κακό κάρμα κατεβαίνει, ενώ με ένα καλό κάρμα ανεβαίνει στην κλίμακα της εξέλιξής του. Κατά κανόνα η αλλαγή από τη μία βαθμίδα στην άλλη έρχεται αμέσως μετά το θάνατο. Εάν το άτομο δεν έχει ενωθεί ήδη με το Βράχμαν, μετά το θάνατό του μετενσαρκώνεται πάλι σε μία κατώτερη μορφή ζωής ή γεννιέται πάλι ως άνθρωπος, σε έναν αέναο κύκλο διαδοχικών μετενσωματώσεων, το γνωστό ως samsara. Η απελευθέρωση από αυτόν το φαύλο κύκλο ονομάζεται moksha και αποτελεί τον υπέρτατο στόχο των ινδουιστών.

Ο moksha, η ένωση του ανθρώπου με την Πρώτη Ουσία του Κόσμου, το Βράχμαν, είναι ταυτόσημος με τη νιρβάνα, την κατάσταση ανυπαρξίας της συναίσθησης του εγώ.

Ως εκ τούτου η νιρβάνα δεν είναι ένα είδος παραδείσου, αλλά μία κατάσταση. Σε αυτήν την κατάσταση η ψυχή διαλύεται και η ατομική υπόσταση παύει να υπάρχει, καθώς ο άνθρωπος έχει φτάσει πια στον προορισμό του και έχει γίνει πάλι ένα με την κοσμική Αρχή.

Ο δρόμος για τη νιρβάνα

Για τον ορθόδοξο ινδουισμό υπάρχουν τρεις δυνατοί τρόποι να φθάσει κάποιος στη λύτρωση και στη νιρβάνα. Ο πρώτος είναι μέσω των έργων, ο δεύτερος μέσω της γνώσης και ο τρίτος μέσω της αφοσίωσης σε μία θεότητα.

Ο πρώτος, που ονομάζεται karma marga, αποτελεί τον αρχαιότερο δρόμο για τη σωτηρία στον ινδουισμό. Με απλά λόγια, ο πιστός που τηρεί πιστά τα καθήκοντα που του επιβάλλουν οι Βέδες απέναντι στους θεούς (βλ. θυσίες), απέναντι στους συνανθρώπους (φροντίδα, φιλοξενία), και απέναντι στη φύση, εισπράττει θετικό κάρμα και ανεβαίνει υψηλότερα στην επόμενη ενσάρκωση.

Αυτό όμως δεν γίνεται τόσο απλά. Τόμοι ολόκληροι με κανόνες συμπεριφοράς και ευσέβειας (οι Dharmasastras), προδιαγράφουν στην κάθε μία κάστα τι υποχρεούται να κάνει ή να μην κάνει. Επίσης διαφορετικοί κανόνες ισχύουν για τα δύο φύλα, και βέβαια στη γυναίκα επιβάλλεται πλήρης υποταγή στον άνδρα. Τη μεγαλύτερη βαρύτητα έχουν οι θρησκευτικοί κανόνες που επιτάσσουν συνεχείς θυσίες στους θεούς και στα πνεύματα των προγόνων.

Το karma marga είναι ο δρόμος για τις πλατιές μάζες της ινδικής κοινωνίας και γι’ αυτό δεν έχει σχεδόν καμία σημασία στις ινδουιστικές διδασκαλίες που έχουν διαδοθεί στη Δύση. Κυρίως τον ακολουθούν οι κατώτερες κάστες που χάρη σε αυτήν την πίστη παραμένουν αδιαμαρτύρητα εγκλωβισμένες μέσα στα όρια που περιχαράσσει το καθεστώς. Αυτό συνιστά το μεγαλύτερο, ανυπέρβλητο εμπόδιο στην καταπολέμηση της φτώχειας σε αυτήν την τόσο πλούσια χώρα.

Οι μορφωμένοι Ινδοί θεωρούν το δρόμο των έργων κατώτερο και αντ’ αυτού προτιμούν το δρόμο της γνώσης, το jnana marga. Το δρόμο αυτό διδάσκουν οι yogins και οι swamis οι φωτισμένοι δάσκαλοι, στη βάση του φιλοσοφικού συστήματος των Ουπανισάδων.

Η βασική ιδέα αυτού του δρόμου είναι ότι καθετί κακό στην ανθρώπινη ιστορία οφείλεται στην άγνοια, την avidya. Ο άνθρωπος γνωρίζει τόσο λίγα πράγματα για την οντότητά του που διαρκώς κάνει λάθη που τον οδηγούν σε λανθασμένο τρόπο ζωής. Σε αυτό το σημείο συμφωνούν όλες οι φιλοσοφικές σχολές στον ινδουισμό, όμως τα προτεινόμενα συστήματα για τη λύτρωση διαφέρουν.

Έτσι λόγου χάριν οι Ουπανισάδες διδάσκουν ότι η άγνοια οφείλεται στη λανθασμένη αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι μία αυτοτελής οντότητα. Όμως στην πραγματικότητα το κοσμικό είναι, το Βράχμαν και το προσωπικό είναι, το Άτμαν, είναι ένα. Σκοπός είναι να πιστέψει ο άνθρωπος σε αυτήν την ενότητα και να την βιώσει εν είδει εσωτερικού φωτισμού. Πώς γίνεται αυτό; Τα Dharmasastras έχουν σαφείς απαντήσεις και γι’ αυτό. Ο δρόμος της γνώσης εκτυλίσσεται σε τέσσερα στάδια: Πρώτα-πρώτα, ο άνδρας οφείλει να μελετήσει τη θρησκεία του ζώντας αρκετά χρόνια στο σπίτι ενός πνευματικού δασκάλου.

Έπειτα έχει χρέος να παντρευτεί, να κάνει οικογένεια και γενικά να ζει έναν βίο σύμφωνο με το θρησκευτικό νόμο. Αργότερα, όταν γεράσει ή κατά άλλους όταν παντρέψει τα παιδιά του, οφείλει να εγκαταλείψει την οικογένειά του για να ζήσει ασκητικά ως ερημίτης σε πλήρη απομόνωση. Τέλος, πρέπει διαλογιζόμενος να φθάσει στο φωτισμό και μέσω της γιόγκα να γίνει σαννιάσιν (sannyasin).

Άλλες σχολές περιγράφουν άλλους δρόμους, όμως όλοι τείνουν στην ουσία στον ίδιο στόχο.

Το Bhakti Marga, ο δρόμος της αφοσίωσης σε έναν θεό, είναι πιο απλός από τους άλλους δύο, αφού δεν χρειάζεται να τηρήσει κάποιος αυστηρά τα θρησκευτικά έθιμα ούτε να καλλιεργήσει το πνεύμα του με κόπους και θυσίες. Στο Bhakti απαιτείται απλώς η αφοσίωση σε έναν οποιονδήποτε θεό.

Εννοείται ότι κάθε παράδοση ή σέκτα πιστεύει ότι λατρεύει τον καλύτερο θεό σε σχέση με τις άλλες. Πάντως όλοι πιστεύουν ότι αρκεί να λατρεύουν ευσυνείδητα το συγκεκριμένο θεό και να απαγγέλουν επανειλημμένα το όνομά του για να βρεθούν μετά θάνατον για ένα διάστημα στην ουράνια σφαίρα του, οπότε διαγράφεται το κακό τους κάρμα.

Η συνεχής επανάλειψη του ονόματος της θεότητας, το λεγόμενο japa έχει εδώ εξαιρετική σπουδαιότητα. Επειδή ένα τέτοιο όνομα εκφράζει την υπόσταση της θεότητας και έχει την ενέργεια ενός mantra αρκεί να το επαναλαμβάνει κανείς ασταμάτητα για να ταυτιστεί συναισθηματικά με το αντικείμενο της λατρείας του και να σωθεί. Ο πιστός μπορεί να απαγγείλει ή να τραγουδήσει το japa, μόνος του ή μαζί με άλλους, σε μακροσκελείς λιτανείες όπου επαναλαμβάνονται χιλιάδες ονόματα ενός θεού. Καθώς ο bhakta, ο ευλαβής πιστός, επαναλαμβάνει συνεχώς το όνομα του θεού του π.χ. Χάρε Κρίσνα, Χάρε Ράμα κ.λπ., καταλαμβάνεται σταδιακά από ένα αίσθημα ευδαιμονίας, το rasa. Υπάρχουν αμέτρητες διαφορετικές οδηγίες για το πώς μπορεί να φθάσει στο rasa ο ευλαβής ινδουιστής. Το αν έχει φθάσει πραγματικά στο rasa αποδεικνύεται από διάφορα συνοδά φαινόμενα. Τότε ο bhakta χύνει ποταμούς από δάκρυα και ιδρώτα, τραυλίζει, τα μαλλιά του στέκονται όρθια, παραληρεί, πέφτει σε έκσταση ή τρανς κ.ο.κ. Εκτός από τα japa, οι εικόνες του λατρεμένου θεού βοηθούν επίσης τον πιστό να φτάσει στο rasa, Σημαντικό ρόλο παίζουν επίσης οι γκουρού, καθώς θεωρείται ότι ο γκουρού παριστάνει ορατά τη θεότητα.

1

Το ινδουιστικό πάνθεον

Είναι δύσκολο να απαντηθεί το ερώτημα αν ο ινδουισμός είναι μονοθεϊστικός ή πολυθεϊστικός, όσο δύσκολο είναι επίσης να προσδιοριστεί το ποιος είναι ο καθαυτό πυρήνας αυτής της πληθωρικής, πολυσυλλεκτικής θρησκείας. Ασφαλώς ο επισκέπτης εντυπωσιάζεται από τους χιλιάδες ναούς που είναι αφιερωμένοι σε αμέτρητους θεούς, θεές και πνεύματα. Έχει ειπωθεί ότι έχουν καταμετρηθεί 3,3 εκατομμύρια θεότητες. Ανάμεσά τους δεν υπάρχει ένας απόλυτος, παντοδύναμος θεός. Η κοσμική Αρχή, η Πηγή της ζωής, είναι το Βράχμαν το οποίο όμως δεν έχει αντικειμενική ούτε προσωπική υπόσταση και γι’ αυτό δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο λατρείας. Ως συνέπεια, ο ινδουιστής λατρεύει τις εκδηλώσεις ή αντανακλάσεις του Βράχμαν, τις θεότητες, οι οποίες όμως επίσης ανήκουν υποχρεωτικά στον κόσμο της ψευδαίσθησης.

Οι βραχμάνες για να βάλουν κάπως μία τάξη σε αυτό το αμέτρητο πλήθος θεών, συνέλαβαν την ιδέα μιας τριάδας (trimurti) με το Βράχμα, τον Βίσνου και τον Σίβα. Αυτή η απλοποίηση είχε πάντως περισσότερο φιλοσοφικό χαρακτήρα και δεν επηρέασε ιδιαίτερα την πίστη του λαού. Μετά το 10ο αι. μ.Χ. επικρατούν δύο παράλληλα ρεύματα, ο βισνουϊσμός και ο σιβαϊσμός.

Ο Βράχμα θεωρείται ότι είναι ο δημιουργός θεός. Ωστόσο πολύ λίγοι ναοί είναι αφιερωμένοι σε αυτόν, γιατί πιστεύεται ότι έχει ολοκληρώσει το έργο του και δεν ενεργεί πια στη Γη.

Ο Βίσνου είναι ο φύλακας του αιώνιου Νόμου. Όποτε η ανθρωπότητα κινδυνεύει να ξεχάσει το Νόμο, ο Βίσνου έρχεται στον κόσμο ενσαρκωμένος ως avatar. Οι ινδουιστές λατρεύουν δέκα ως δώδεκα avatars (ενσαρκώσεις) του Βίσνου σήμερα, εκ των οποίων οι πιο σημαντικοί είναι οι δύο ενσαρκώσεις του ως Ράμα και Κρίσνα.

Οι πιστοί του Βίσνου περιμένουν άλλη μία ενσάρκωσή του στο τέλος της τρέχουσας κοσμικής εποχής, της Kali Yuga. Η επόμενη εμφάνιση του Βίσνου θα φέρει την ειρήνη στη Γη και μία νέα Παγκόσμια εποχή αρμονίας, τη Satya Yuga. Στο λαϊκό ινδουισμό ο Βούδας και ο Ιησούς θεωρούνται επίσης avatars του Βίσνου, αλλά η πίστη αυτή δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη.

Ο Σίβα είναι αυτός που ελεεί και συνάμα καταστρέφει τον κόσμο της ψευδαίσθησης. Και αυτός επίσης έχει εμφανιστεί με πολλά πρόσωπα στη Γη. Οι θεοί της trimurti συχνά λατρεύονται μαζί με τις συντρόφους τους, τις shaktis Sarsvati, Lakshmi και Κali. Όλες οι άλλες θεότητες εξαρτώνται από την trimurti.

Τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του σχεδόν κάθε ινδουιστής πηγαίνει να προσκυνήσει έναν ιερό τόπο. Τα κίνητρά του μπορεί να είναι πολλά: ένας όρκος, για να βρει την υγεία του, η επιθυμία να έχει μία καλύτερη ζωή, ή για να εξαγνιστεί πριν πεθάνει. Εκατομμύρια Ινδών συρρέουν καθημερινά στους ιερούς τόπους τους για να εξασφαλίσουν την ευμένεια της θεότητας που λατρεύεται στο συγκεκριμένο μέρος. Ο συνήθης προορισμός ενός προσκυνήματος βρίσκεται σε έναν από τους ποταμούς της Ινδίας, όπου ο προσκυνητής εξαγνίζεται βουτώντας στα νερά του ή συμμετέχει σε λιτανείες ή ακούει με κατάνυξη έναν γκουρού.

Σε ένα τέτοιο προσκύνημα οι προσκυνητές από τις τέσσερις άκρες της αχανούς αυτής χώρας ανταλλάσσουν ιστορίες και εμπειρίες και έτσι ο ινδουισμός μένει ζωντανός για αυτόν το λαό που χαρακτηρίζεται από έντονη θρησκευτικότητα.

Οι σημαντικότεροι τόποι προσκυνήματος εκτός από τους ποταμούς είναι οι πολυάριθμες ιερές πόλεις όπως η Μπενάρες. Μεγάλη σπουδαιότητα έχει για τον προσκυνητή η συνάντηση με τους Ινδούς άγιους : τους ιερείς, τους γκουρού και τους σάντου. Οι ιερείς είναι βραχμάνες που σήμερα αναλαμβάνουν αυτό το λειτούργημα μόνο όταν δεν βρίσκουν άλλη εργασία. Η εκτίμηση της οποίας χαίρουν στο λαό είναι αντίστοιχα χαμηλή. Μεγαλύτερης εκτίμησης απολαύουν οι kula purohit, οι οικογενειακοί ιερείς που συνοδεύουν την οικογένεια από τη γέννηση ως τον τάφο, εξευμενίζουν τους θεούς και εκτελούν επίσης χρέη θεραπευτή, εξορκιστή και αστρολόγου. Για όλες αυτές τις υπηρεσίες βέβαια πληρώνονται.

Ενώ οι ιερείς αντιμετωπίζονται συχνά με δυσπιστία, ένας γκουρού χαίρει κάθε δυνατού σεβασμού. Οι πιστοί τον τιμούν ως έναν άνθρωπο που έχει φθάσει ήδη στη λύτρωση και ζει ανάμεσα σε δύο κόσμους. Έτσι πιστεύεται ότι μπορεί να δείξει το δρόμο της λύτρωσης και στους λάτρεις του, καθώς πολλοί ινδουιστές θεωρούν ότι μόνο με μια τέτοια καθοδήγηση είναι ικανοί να τον βρουν.

Από την πολύχρονη πείρα του ινδολόγου Rainer Κρακ στην Ινδία προέκυψε το προαναφερθέν βιβλίο του Το Πολιτισμικό Σοκ με την Ινδία. Από αυτό παίρνουμε πάλι κάποια αποσπάσματα για την ινδική πραγματικότητα, προκειμένου να έχουμε μία πιο ζωντανή εικόνα της: «Στα χωριά υπάρχει ακόμη η παράδοση να έχουν έναν ντόπιο άγιο τον οποίον τιμούν και επισκέπτονται για να πάρουν τη συμβουλή ή την ευλογία του. Οι περισσότεροι χωριάτες άγιοι ζουν λιτά και θεάρεστα. Οι συγχωριανοί συντηρούν τον κάθε γιόγκι ή μπάμπα δίνοντάς του λίγη τροφή ή λίγα χρήματα όταν τον επισκέπτονται. Σήμερα αυτοί οι τοπικοί άγιοι έχουν επισκιαστεί από τους γκουρού που έλκουν τις μάζες.

Η πλειονότητα των Ινδών κάνει μία διάκριση ανάμεσα στους «διδάσκαλους» που πηγαίνουν στο εξωτερικό και σε εκείνους που μένουν στην πατρίδα τους. Τους πρώτους, αν και τους θαυμάζουν για τα πλούτη και τη «φήμη» τους, τους χαρακτηρίζουν bogus, δηλαδή απατεώνες. Τους δεύτερους τους εκτιμούν περισσότερο από πνευματική άποψη, γιατί ένας αληθινός δάσκαλος δεν χρειάζεται δημοσιότητα ούτε να πηγαίνει σε άγρα πελατών. Επιπλέον του είναι εξίσου προσφιλής κάθε γωνιά της Γης και δεν νιώθει την ανάγκη να ξενιτευτεί. Ο εξαιρετικός τύπος της Ινδίας έχει ξεσκεπάσει επανειλημμένα τα τελευταία χρόνια ψευτοάγιους γκουρού, ιδίως όταν θησαυρίζουν.

Στην πραγματικότητα ο τυπικός Ινδός γκουρού ζει όσο γίνεται περισσότερο απομονωμένος. Σε κάθε έναν από τους γνωστούς γιόγκι του τζετ σετ αναλογούν χιλιάδες άλλοι που δρουν στην ανωνυμία. Ανάμεσά τους υπάρχουν τόσο εκείνοι που έχουν βαθιά πνευματικότητα όσο και αλλόκοτοι τύπο που η απομόνωση τους έχει βαρέσει στο κεφάλι. Το φάσμα είναι τόσο πλατύ που δεν μπορείς εύκολα να βρεις άκρη.

Υπό μία ευρύτερη έννοια οι σάντου μπορούν να συγκαταλεχθούν στους γκουρού. Οι σάντου είναι περιπλανώμενοι προσκυνητές ή ερημίτες που ζουν ασκητικά και υποβάλλουν τον εαυτό τους σε διαφόρων ειδών βάσανα.

Για παράδειγμα διανύουν τεράστιες αποστάσεις με τα πόδια για να πάνε σε έναν τόπο προσκυνήματος ή αυτοϋποβάλλονται σε σωματικά μαρτύρια, όπως το να στέκονται επί εβδομάδες ή μήνες στο ένα πόδι και άλλα παρόμοια. Οι σάντου υποδιαιρούνται σε πολλές αιρέσεις που η καθεμία τους έχει τις δικές της παραδόσεις. Κοινή σε όλους είναι πάντως η αγάπη τους για τη μαριχουάνα, το ιερό φυτό του θεού τους Σίβα…

Οι γιόγκι εκείνοι που συγκεντρώνουν γύρω τους μαθητές συχνά ζουν σε ashrams ή maths που είτε είναι μεγάλα σπίτια ή καταυλισμοί. Οι «φτασμένοι» δάσκαλοι όπως ο Sathya Sai Baba έχουν ashrams που μπορούν να φιλοξενήσουν ανά πάσα στιγμή εκατοντάδες μαθητές. Σε μερικά ashrams η διαμονή είναι δωρεάν, καθότι χρηματοδοτούνται από πλούσιους μαθητές, αλλά σε άλλα στοιχίζει ακριβά. Αυτό είναι εξάλλου και ένα πολύ κρίσιμο σημείο: ότι πολυάριθμοι γκουρού δείχνουν να ενδιαφέρονται πιο πολύ για τον επίγειο πλουτισμό τους παρά για τη σωτηρία των μαθητών τους. Ο φωτισμός γίνεται μπίζνες όπως καθετί άλλο».

Οι ερευνητές συμφωνούν ότι το πραγματικά πολύπλοκο φιλοσοφικό οικοδόμημα του κλασικού ινδουισμού δεν έφθασε ποτέ στις πλατιές μάζες του απλού λαού. Όπως είναι παρατηρημένο επίσης με άλλες μεγάλες θρησκείες, και στην Ινδία αναπτύχθηκε ένα κράμα θρησκευτικών δοξασιών διαφορετικών προελεύσεων. Έτσι παράλληλα με τις μεγάλες θεότητες, οι ινδουιστές λατρεύουν ένα τεράστιο πλήθος από πνεύματα και είδωλα, σε βαθμό που συχνά η λαϊκή θρησκευτικότητα να ταυτίζεται με τον πρωτόγονο ανιμισμό και τη σκοτεινή δεισιδαιμονία. Για το θέμα αυτό δίνουμε πάλι το λόγο στο Rainer Κρακ: «Η θρησκεία και η δεισιδαιμονία πολλές φορές βρίσκονται πολύ κοντά η μία με την άλλη. Για τους Ινδούς, ιδίως για όσους μένουν στα χωριά, η μαγεία και η πίστη στα θαύματα αποτελούν ένα βασικό θεμέλιο της ζωής τους. Για τον απλό χωριάτη τα πάντα είναι έμψυχα και νιώθει ότι τον περιτριγυρίζουν λεγεώνες από αόρατες δυνάμεις, καλές και κακές. Είναι ευκατανόητο επομένως ότι αναζητεί στον κόσμο των πνευμάτων την αιτία και τη λύση των προβλημάτων του…

Όταν ένας κάτοικος του χωριού μένει πολύ καιρό άρρωστος και δεν βρίσκει θεραπεία από τους γιατρούς, πηγαίνει σε έναν ιερέα που έχει γνώσεις μαγείας για να εξορκίσει τους υπαίτιους δαίμονες. Ένα ζευγάρι που δεν κάνει παιδιά ή ιδίως δεν έχει γιους, μπορεί να καταφύγει σε αποκρυφιστικές τελετές προκειμένου να αποκτήσει επιτέλους τους ποθητούς απογόνους. Μάλιστα στην τελευταία περίπτωση καμία φορά γίνονται ανθρωποθυσίες. Για να εξευμενιστεί η αρμόδια θεότητα χρειάζεται να ρεύσει αίμα που ως επί το πλείστον προέρχεται από μικρά κοριτσάκια. Τέτοιου είδους περιστατικά ή δεν έρχονται καθόλου στη δημοσιότητα ή ακούγονται μόνο σαν αόριστες φήμες εξαιτίας της απομόνωσης πολλών χωριών… Στα χωριά υπάρχουν μάγοι που κατά παραγγελία του «πελάτη» τους κάνουν μάγια, παρόμοια με βουντού, τα οποία φέρνουν την καταστροφή ή το θάνατο στους εχθρούς του. Πιστεύεται ότι σε ορισμένα δέντρα, βράχια ή άλλα μέρη στη φύση κρύβονται πνεύματα που πρέπει να εξευμενιστούν με θυσίες για να μην βρει συμφορά το χωριό. Σε πολλές ινδουιστικές γιορτές, μέντιουμ πέφτουν σε τρανς και προφητεύουν το ένα ή το άλλο γεγονός. Μάλιστα σε μία γιορτή στην Bangalore κάθε φορά ένα μέντιουμ σκοτώνει πέντε με έξι κατσίκες κόβοντας με τα δόντια του το λαρύγγι τους. Η πίστη στην αστρολογία είναι παντού διαδεδομένη και υπάρχουν μυριάδες αστρολόγοι. … Αλλά τα μάγια δεν είναι συνηθισμένα μόνο στον απλό λαό. Όταν γίνονται εκλογές ακούγεται συχνά για πολλούς Ινδούς πολιτικούς ότι τελούν μαγικές τελετές για να επανεκλεγούν… Στα χωριά της Ινδίας αφθονούν τα ξόρκια, τα μάγια και οι κατάρες. Όπως προαναφέρθηκε, κατά καιρούς γίνονται επίσης φόνοι για να κατευναστούν οι σκοτεινές δυνάμεις. Στον ινδικό τύπο οι ειδήσεις για τελετουργικούς φόνους συχνά μόλις που καταλαμβάνουν λίγες γραμμές και δεν έλκουν ιδιαίτερα την προσοχή. Οι μορφωμένοι Ινδοί προτιμούν να κάνουν ότι δεν βλέπουν την πρωτόγονη μαγεία από το παρελθόν της Ινδίας που επιβιώνει στην εποχή των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Προτιμούν να επικεντρώνουν την προσοχή στις καλύτερες και προοδευτικότερες πλευρές της χώρας τους».

Ακολουθούν σχετικά παραδείγματα από τον ινδικό τύπο που αναφέρει ο Κρακ:

Σύλληψη των δραστών τελετουργικού φόνου Raipur, 8.9.1986 Συνελήφθησαν οι Pati Ram Gond (50) και Ram Sahya Gond (25) από το χωριό Kollibeda. Κατηγορούνται ότι σκότωσαν έναν εικοσάχρονο ανάπηρο για να ζητήσουν μία καλή σοδειά από τους θεούς.

***

Ιέρεια ήπιε το αίμα ενός παιδιού!Raipur, 31.8.1986 Με τη σύλληψη 4 ατόμων στο Kopali έγιναν γνωστές οι φρικτές λεπτομέρειες της θυσίας ενός παιδιού που έγινε στις 16.8. Η αστυνομία έχει κατάσχει τα όπλα του εγκλήματος και ένα κείμενο που δίνει οδηγίες για την οργάνωση μίας τέτοιας τελετής. Οι δράστες, μεταξύ των οποίων και μία ιέρεια, ήπιαν το αίμα ενός μικρού ζητιάνου ονόματι Sadagar. Το πτώμα βρέθηκε σε αποσύνθεση δύο μέρες αργότερα σε ένα ρυάκι. Έλειπαν τα μάτια, τα αυτιά και η γλώσσα του. Οι συλληφθέντες είναι ο Modan Badhai, ένας εύπορος κάτοικος του χωριού, ο γιος του Vibhuti, ένας μαθητευόμενος μάγος ονόματι Muai και η ιέρεια Sumita Kand, η οποία θεωρείται ειδική στο τάντρα και στη μαγεία. Η αστυνομία υποθέτει ότι ο Badhai οργάνωσε τη θυσία για να εξουδετερώσει τα μάγια που έχουν γίνει στη γυναίκα του.

***

Σκότωσε τη μητέρα του με τσεκούρι για να εξευμενίσει τη θεά! Phulbani, Orissa, 1.10.1986 Ένας νεαρός tribal σκότωσε την 65χρονη μητέρα του με το τσεκούρι για να κερδίσει την εύνοια της θεάς Parsu με αυτήν τη θυσία… Η αστυνομία ανακάλυψε το αποκεφαλισμένο σώμα και το κεφάλι της μητέρας μαζί με το τσεκούρι. Οι έρευνες συνεχίζονται.

***

Ο βαθμός στον οποίον καθορίζει η αστρολογία τη ζωή των Ινδών είναι αδιανόητος, θα μπορούσε να πει κανείς τυραννικός. Έτσι, όπως διαβάζουμε στο θεολόγο Γιόζεφ Νόινερ (Josef Neuner) που έζησε στην Ινδία, η αστρολογία επιβάλλει στον Ινδό από την ώρα της γέννησής του κιόλας τι χρώματα πρέπει να φορά και τι να σπουδάσει, έστω κι αν δεν έχει καμία κλίση για το συγκεκριμένο κλάδο. Επίσης την Τρίτη για παράδειγμα είναι κακό να ξυρίζεται ο άνδρας ή να μπαίνει σε ένα νέο σπίτι ή να ταξιδεύει προς Βορρά. Αντίθετα η Τετάρτη είναι καλή μέρα για να αγοράσει κανείς ρούχα, να αρχίσει μία δίκη ή να αποκτήσει γιο, αν και κακή για να αποκτήσει κόρη… Γενικά είναι απαραίτητο την ώρα του τοκετού να εκδιωχθούν τα κακά πνεύματα καίγοντας το κρανίο ενός σκύλου ή άλλα παρόμοια. Επειδή τα κακά πνεύματα είναι παντοδύναμα, οι περισσότεροι ινδουιστές φορούν φυλαχτά. Αλλά και πολλά χωριά έχουν προστατευτικά πνεύματα τα οποία λατρεύουν. Προς τιμήν τους στήνουν μία μεγάλη πέτρα αλειμμένη με κιννάβαρι και τριγυρισμένη από άλλες μικρότερες. Τη μεγαλύτερη πέτρα την πλένουν τελετουργικά, την αλείφουν με βούτυρο και της προσφέρουν καρπούς και ζαχαρωτά. Ιδίως σε εποχές επιδημιών καταφεύγουν όλοι υπό την προστασία τέτοιων πνευμάτων. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν δαιμονικά πνεύματα τόσο επικίνδυνα που οι ινδουιστές αναγκάζονται να τα λατρεύουν και να τους προσφέρουν αιματηρές θυσίες. Μία τέτοια λατρεία συνήθως συνοδεύεται από έναν δαιμονικό χορό, κατά τον οποίον ένα μέντιουμ καταλαμβάνεται από κάποιο κακό πνεύμα. Υπό τον ήχο δυνατής, ξέφρενης μουσικής, το μέντιουμ πέφτει σε έκσταση και προφητεύει στους πιστούς το μέλλον. Τέλος ο Neuner καταλήγει στην περιγραφή αυτή λέγοντας: «Θα μπορούσε κανείς να πει πάρα πολλά ακόμη σε σχέση με τα έθιμα και τις τελετουργίες των ινδουιστών. Όμως τα προηγούμενα αρκούν για να δώσουν μία ιδέα για τον πολύπλοκο χαρακτήρα του ινδουισμού».

Η θέση της γυναίκας*

«Εάν συγκρίνει κανείς τι λένε τα αρχαία κείμενα για το ρόλο της γυναίκας με τη σημερινή κατάσταση στην Ινδία, διαπιστώνει ότι δεν έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα. Η κρατούσα αντίληψη για τη γυναίκα είναι η ίδια όπως καταγράφηκε πριν 2000 χρόνια στον ιερό «Νόμο του Manu» (Manusmriti) και ορίζει ότι η γυναίκα οφείλει να υπακούει άνευ όρων στον πατέρα, στο σύζυγο και στους γιους της χωρίς καμία προσωπική ανεξαρτησία.

* Απόσπασμα από το βιβλίο : Οι Θρησκείες του Κόσμου

Οι υφιστάμενοι νόμοι περί ισότητας δεν μπορούν να ανατρέψουν τις μακραίωνες προκαταλήψεις. Το γεγονός ότι στη βουλή βρίσκονται επίσης γυναίκες ή στον πρωθυπουργικό θώκο κάθησε η Ίντιρα Γκάντι, οφείλεται σε οικογενειακές σχέσεις και στην καταγωγή τους και δεν είναι σημάδι ισότητας.

Οι γονείς εξακολουθούν να αποφασίζουν για τη μοίρα της κόρης τους, για τη δουλειά και το γάμο της. Συνήθως θεωρούν ότι είναι πεταμένα χρήματα να την στείλουν στο σχολείο. Γι’ αυτό οφείλει να δουλεύει από παιδί για να συμβάλλει στη συντήρηση της οικογένειας. Η προίκα, που ναι μεν είναι απαγορευμένη αλλά άκρως διαδεδομένη, είναι εξωφρενικά μεγάλη. Οι απαιτήσεις μπορεί να είναι τόσο υψηλές που ολόκληρες οικογένειες καταστρέφονται ή αυτοκτονούν. Το ποσό της προίκας ενίοτε ανέρχεται σε δεκάδες χιλιάδες ευρώ, εάν ο γαμπρός διαθέτει όλα τα επιθυμητά προσόντα, όπως ανοικτόχρωμο δέρμα, σίγουρο επάγγελμα, ευυπόληπτη οικογένεια κ.ο.κ. Γι’ αυτό συμβαίνει κάθε τόσο οι σύζυγοι να δολοφονούν τις γυναίκες τους προκειμένου να μπορέσουν να ξαναπαντρευτούν και να εισπράξουν πάλι μία καλή προίκα. Σύμφωνα με τις εφημερίδες υπολογίζεται ότι μόνο στο Νέο Δελχί περίπου 1500 γυναίκες το χρόνο δολοφονούνται από τους προικοθήρες. Επομένως σε όλη την επικράτεια θα πρέπει να είναι χιλιάδες που πεθαίνουν λόγω της απληστίας των συζύγων τους. Ένας διαδεδομένος τρόπος είναι να τις περιχύνουν με βενζίνη και να τους βάζουν φωτιά. Ένας τέτοιος θάνατος θεωρείται συνήθως ατύχημα που έγινε την ώρα του μαγειρέματος και δύσκολα μπορεί να εξιχνιαστεί από τις αρχές. Άλλωστε με μερικές χιλιάδες ρουπίες ο γαμπρός μπορεί να «αγοράσει» ένα αθωωτικό πόρισμα από την αστυνομία. Το διαζύγιο αποφεύγεται γιατί ένας διαζευγμένος έχει πολύ μικρότερη αξία από ένα χήρο στο χρηματιστήριο των γαμπρών.

Η γέννηση μιας κόρης θεωρείται δυστυχία, το να έχει μία οικογένεια μόνο κόρες είναι συνώνυμο με την καταστροφή. Εξειδικευμένες κλινικές διαφημίζουν τις υπηρεσίες τους λέγοντας ότι είναι καλύτερο να πληρώνεται η έκτρωση παρά το εκατονταπλάσιο για την προίκα. Το 99% των εκτρώσεων αφορούν θηλυκά έμβρυα, γι’ αυτό στην Ινδία το ποσοστό του ανδρικού πληθυσμού απέναντι στο γυναικείο είναι το μεγαλύτερο παγκοσμίως. Παρ’ όλα αυτά είναι οι γυναίκες που κάνουν τις περισσότερες δουλειές είτε στο νοικοκυριό, είτε σε μικροβιοτεχνίες και στο μικρεμπόριο, είτε στην αγροτική παραγωγή. Η αμοιβή τους είναι κακή ή και ανύπαρκτη, αφού οι πληρωμένες θέσεις εργασίας είναι σπάνιες και ανδρικό προνόμιο.

Προκειμένου να υπάρχει αρκετός χρόνος για την καταβολή της προίκας πολλά παιδιά είναι «λογοδοσμένα» από νηπιακή ηλικία και εκεί οφείλεται η παιδογαμία. Επιπλέον, όσο νεότερη είναι η νύφη τόσο περισσότερους απογόνους μπορεί να κάνει, πράγμα που στα στρώματα με χαμηλά εισοδήματα σημαίνει την εξασφάλιση για τα γερατειά. Για κοινωνικούς και θρησκευτικούς λόγους το επιθυμητό είναι να κάνει η γυναίκα γιους. Οι γιοι αφενός αυξάνουν την υπόληψη της οικογένειας ενώ δεν χρειάζονται προίκα, και αφετέρου μόνο ένας γιος έχει το δικαίωμα να τελέσει τις απαραίτητες τελετές μετά το θάνατο του πατέρα του και να προσφέρει θυσίες στους προγόνους. Κείμενα κύρους λένε ότι όποιος δεν έχει γιο δεν μπορεί να μπει στον ουράνιο κόσμο των προγόνων. Οι προγαμιαίες σχέσεις είναι αδιανόητες. Γονείς και συγγενείς επιτηρούν άγρυπνα τα παιδιά τους και η σεξουαλική ηθική είναι εξαιρετικά αυστηρή.

Ένα άλλο κεφάλαιο χαρακτηριστικό για τη θέση της γυναίκας είναι το κάψιμο της χήρας μαζί με το νεκρό σύζυγο. Ανέκαθεν εθεωρείτο μεγάλο εύσημο για τη χήρα το να δεχθεί εθελοντικά να καεί και ήταν μία συνήθης, αν και όχι γενική, πρακτική στην κάστα των πολεμιστών από το 400 μ.Χ. και έπειτα. Πολύ αργότερα η πίεση στις χήρες πήρε τη μορφή κοινωνικής καταπίεσης. Μία γυναίκα μόνη της και ακόμη πιο πολύ μία χήρα δεν είχε σχεδόν καμία υπόληψη στην κοινωνία και συχνά ζούσε μία άθλια ζωή. Εάν αρνιόταν να ανέβει στην πυρά, η υπόληψή της έπεφτε ακόμη περισσότερο. Οι Άγγλοι απαγόρεψαν το 1829 αυτό το έθιμο, όμως ακόμη και σήμερα συμβαίνουν μεμονωμένες περιπτώσεις. Χιλιάδες θεατές συγκεντρώνονται για ένα τέτοιο αποκρουστικό θέαμα και ο τόπος της πυράς γίνεται σύντομα τόπος προσκυνήματος όπου η θαρραλέα χήρα τιμάται σαν θεά.»

Ο ινδουισμός στη σύγχρονη εποχή

Τους τελευταίους αιώνες οι χριστιανικές ιεραποστολές στην Ινδία επηρέασαν σημαντικά και έδωσαν νέα ώθηση στη θρησκευτική αναζήτηση. Ο χριστιανισμός απετέλεσε μία μεγάλη πρόκληση για την παραδοσιακή πίστη της Ινδίας. Με το μήνυμά του πρέσβευε όχι μόνο τη θρησκευτική απελευθέρωση από τη samsara, αλλά και την κοινωνική απελευθέρωση από τις κάστες. Γι’ αυτό δεν είναι απορίας άξιο ότι διαδιδόταν με ταχύτητα κυρίως στις κατώτερες τάξεις. Όμως η ιμπεριαλιστική αποικιοκρατία των χριστιανών Ευρωπαίων οδήγησε από την άλλη πλευρά σε εύλογες αντιδράσεις. Έτσι άρχισε μία αντιπαράθεση με το Δυτικό πολιτισμό που διαρκεί ακόμη και κυμαίνεται μεταξύ απόρριψης και θαυμασμού. Σε αυτό το πλαίσιο το χριστιανισμό τον θεωρούν όχι σαν εναλλακτική λύση ή αντίπαλο του ινδουισμού, αλλά σαν μία ακόμη διδασκαλία που μπορεί να αφομοιωθεί από την πολυσυλλεκτική αυτή θρησκεία. Ο κύριος πόλος έλξης είναι ο Ιησούς Χριστός τον οποίον θαυμάζουν και λατρεύουν σαν μία από τις πολλές άλλες θεότητες της Ινδίας.

Σε γενικές γραμμές, από τις αρχές του 19ου αιώνα ο ινδουισμός «ξύπνησε από το μακραίωνο τέλμα του καθώς τον ταρακούνησε η εισβολή της Δυτικής σκέψης» στην Ινδία. Κύριοι εκπρόσωποι της νέας πνοής στην ινδική διανόηση ήταν ο Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ (1861-1941), ο Ραμακρίσνα (1836-1886), ο μαθητής του Βιβεκανάντα (1863-1900) και άλλοι λιγότερο γνωστοί στη Δύση στοχαστές.

Με το νεοϊνδουισμό αρχίζει μία νέα εποχή στην Ινδία. Στόχος του Βιβεκανάντα ήταν να ωθήσει τους συμπατριώτες του να μιμηθούν τη Δυτική επιστήμη και τεχνολογία καθώς τις θεωρούσε απαραίτητους όρους για την αναγκαία πρόοδο της χώρας. Στο αίσθημα κατωτερότητας που βασάνιζε τους Ινδούς λόγω της συντριπτικής υπεροχής των Άγγλων αποικιοκρατών, αντιπαράθεσε την ανωτερότητα της παραδοσιακής τους κουλτούρας. Έλεγε ότι η ινδική παράδοση αποτέλεσε το λίκνο κάθε άλλης θρησκείας και ότι παριστάνει ό,τι καλύτερο έχει παράγει η ανθρωπότητα στον τομέα της πνευματικής ζωής. Τόνιζε δε ότι το γεγονός αυτό είχε απλώς πέσει σε λήθη εξαιτίας της μακρόχρονης ξένης κατοχής.

Στην πνευματική κληρονομιά του Βιβεκανάντα στηρίχτηκαν στη συνέχεια όλοι σχεδόν οι γκουρού και δάσκαλοι του διαλογισμού που παρουσιάστηκαν αργότερα στην Ευρώπη. Αντέγραψαν επανειλημμένα τις σκέψεις του – και μάλιστα συχνά αυτολεξεί – χωρίς να αναφέρουν την πηγή τους.

Σήμερα τόσο στην Ινδία όσο και στη Δύση είναι οι γκουρού που διαμορφώνουν το χαρακτήρα του ινδουισμού. Ο γκουρού θεωρείται ότι είναι μία θεϊκή αποκάλυψη είτε ως ακτινοβολία ή ενσάρκωση του Βράχμαν είτε ως ένας άνθρωπος που έχει πλέον κατακτήσει την τελειωτική ενότητα με το Απόλυτο. Στη δεύτερη περίπτωση ο γκουρού δεν θεωρείται ότι είναι μία ενσάρκωση ενός θεού, αλλά ένα παράδειγμα ανθρώπου που έχει φθάσει στη θέωση και ως εκ τούτου αποτελεί για τους άλλους το τέλειο πρότυπο στο δρόμο για τη λύτρωση. Εκτός αυτού, υπάρχουν επίσης σέκτες που θεωρούν τους γκουρού ναι μεν θεϊκούς εκπροσώπους, αλλά όχι ενσαρκώσεις του θείου ούτε προσωποποιήσεις της επιτευγμένης ενότητας Βράχμαν και Άτμαν. Έτσι οι αντιλήψεις για τη φύση των γκουρού καλύπτουν ένα πολύ ευρύ φάσμα. Το δεδομένο αυτό τους επιτρέπει να διαδίδουν με ακόμη μεγαλύτερη ευκολία τις διδασκαλίες τους σε διαφορετικές από άποψη σύνθεσης ομάδες τόσο στην πατρίδα τους όσο και στο εξωτερικό.

Σε γενικές γραμμές, υπάρχουν τέσσερις παράμετροι που ευνοούν την ανάπτυξη του γκουρουισμού, της σύγχρονης εκδοχής του ινδουισμού: Οι γιόγκι μεταδίδουν αυτοπροσώπως μία διδασκαλία που έχει την αίγλη του απόλυτου και του αλάθητου. προσφέρουν στο μαθητή ιδία, προσωπική βίωση των διδαχών τους. οι μαθητές έχουν το αίσθημα ότι συναποτελούν μία κοινότητα με τους άλλους οπαδούς, και ακολουθούν έναν συγκεκριμένο χαρακτηριστικό τρόπο ζωής.

Με το φαινόμενο του γκουρουισμού θα ασχοληθούμε πιο αναλυτικά στο κεφάλαιο για τη Νέα Εποχή.

5

Κοινά σημεία και διαφορές Ινδουισμού και Χριστιανισμού

Τα κοινά σημεία ανάμεσα στο χριστιανισμό και στις περισσότερες σχολές του ινδουισμού είναι πολλά. Ίσως αυτός είναι ένας παραπάνω λόγος που ο ινδουισμός σήμερα περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη θρησκεία τείνει να ενσωματώσει βασικές αρχές του χριστιανισμού στο σύστημά του. Οι δύο θρησκείες μοιράζονται κοινές ηθικές αξίες, όπως η ειρηνική συνύπαρξη, η καταδίκη της βίας, η ειλικρίνεια, η τιμιότητα, η συμπόνια, ο σεβασμός στη φύση, η εγκράτεια στη σεξουαλική ζωή και η ολιγάρκεια.

Οι αντιλήψεις ταυτίζονται επίσης όσον αφορά την εθελοντική φτώχεια και το μοναστικό τρόπο ζωής που ακολουθούν οι εκζητητές της θέωσης και στις δύο πλευρές. Και οι δύο θρησκείες συμφωνούν – αν και με διαφορετική έννοια – στο ότι ο άνθρωπος πρέπει να αποδεσμευτεί από τη μαγγανεία της ύλης και να αναζητήσει πάνω από όλα τη λύτρωσή του.

Η προσευχή και η υπακοή στο θείο θέλημα αποτελούν κεντρικά θέματα τόσο στο χριστιανισμό όσο και σε πολλές παραφυάδες της παράδοσης Bhakti. Εκτός όμως από κοινά σημεία, υπάρχουν επίσης ουσιαστικότατες διαφορές.

Ο ινδουισμός πιστεύει στην ύπαρξη πολλών θεών που όμως, αν και θεοί, υπόκεινται επίσης στο νόμο της μετενσάρκωσης και άρα χρειάζονται οι ίδιοι λύτρωση. Από την άλλη πλευρά ο χριστιανισμός περιστρέφεται γύρω από τον έναν, παντοδύναμο δημιουργό και συντηρητή του σύμπαντος.

Για τη μία πλευρά η λύτρωση είναι καρπός διαλογισμού, ασκητισμού και προσωπικού μόχθου ώσπου το εγώ να διαλυθεί θεληματικά και η ροπή προς τη ζωή να σβήσει, ώστε να επέλθει η απρόσωπη, απαθής κατάσταση της νιρβάνα, μετά από πολλές ενσαρκώσεις και ανόδους και καθόδους σε ουράνιους κόσμους. Για την άλλη πλευρά, η λύτρωση είναι δώρο που εξασφαλίζει ο Ιησούς Χριστός σε όσους τον πιστεύουν και τον αγαπούν τόσο δυνατά που κοινωνούν μαζί του. Η χριστιανική λύτρωση είναι λύτρωση από την αμαρτία, ο moksha είναι η αποχώρηση από τον κόσμο της ψευδαίσθησης (F.Melzer).

Αλλά τελείως διαφορετική είναι και η προσέγγιση στα θεμελιακά ερωτήματα για το ποια είναι η αλήθεια; Πώς βρίσκεται; Πώς ξεχωρίζει από το ψέμα;

Συνοπτικά, τα κύρια σημεία όπου διαφέρουν ριζικά τα δύο θρησκεύματα αφορούν τα παρακάτω ερωτήματα:

  • Τι είναι αλήθεια;

  • Τι και ποιος είναι (ο) θεός;

  • Τι είναι ο άνθρωπος και ποιος ο προορισμός του;

  • Τι είναι ο κόσμος και ποια η εξέλιξή του στο χρόνο;

  • Τι είναι η λύτρωση, πώς βρίσκεται, ποιες είναι οι συνέπειές της;

Είδαμε ότι για τον ινδουισμό τα πάντα είναι μάγια, ψευδαίσθηση, η οποία διαταράσσει την αρμονική σχέση μεταξύ του Βράχμαν και του Ατμαν. Όταν το άτομο συνειδητοποιήσει τη μάγια και αποκαταστήσει την αρχική ενότητα του Βράχμαν με το Άτμαν, αναγνωρίζει την αλήθεια. Οι δρόμοι για εκεί μπορεί να είναι πολλοί, όμως στο τέλος ο καθένας την βρίσκει και μάλιστα με τις δικές του δυνάμεις. Εφόσον η ένωση με το απρόσωπο, άχρονο Βράχμαν σημαίνει εξ ορισμού την κατάλυση της μάγια, ως εκ τούτου η αποκάλυψη της αλήθειας είναι αφηρημένη, απρόσωπη, έξω-κοσμική και υπεριστορική και συνεπώς δεν είναι ελέγξιμη. Έτσι ακόμη και στις περιπτώσεις που βιώνεται αισθητά, όπως λ.χ. σαν υπερφυσικό βίωμα ή σαν ένσαρκη εμφάνιση μιας θεότητας, ο άνθρωπος πρέπει να την πιστέψει τυφλά χωρίς να έχει δυνατότητα να την ελέγξει.

Αντίθετα στον χριστιανισμό ο Θεός αποκαλύπτεται σε αυτόν τον κόσμο και εντός της ιστορίας με συγκεκριμένες, λογικές και κατανοητές διδασκαλίες που απευθύνονται σε όλους.

Η δε αποκορύφωση της αποκάλυψής του ήταν η ενσάρκωσή του ως Ιησούς Χριστός, η οποία είναι δεδομένη και ως ιστορικό γεγονός. Επιπλέον, το Άγιο Πνεύμα του έρχεται διαρκώς στον κόσμο για να οδηγεί την ανθρωπότητα στην αλήθεια (Κατά Ιωάννη 14, 17-26) και αυτό αποτελεί επίσης βιωμένη πραγματικότητα που την μοιράζονται πολλοί άνθρωποι. Οι δε αποκαλύψεις του χριστιανικού Θεού είναι απτές και κατανοητές και δεν χρειάζονται ερμηνείες από ένα ιερατείο ή δάσκαλο. Ως επί το πλείστον διαγράφουν το θεϊκό σχέδιο για τη σωτηρία και την επιστροφή της ανθρωπότητας, μέσα στην ιστορική διαδρομή της, στο θεϊκό κόλπο. Με άλλα λόγια, το άτομο δεν χρειάζεται να αναζητήσει την αλήθεια μέσα από έναν λαβύρινθο μυθολογικών, εν μέρει αντιφατικών διδασκαλιών, όπως στον ινδουισμό, αλλά μπορεί να βιώσει την αλήθεια προσωπικά και άμεσα ακολουθώντας τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού και καλλιεργώντας μία ζωντανή σχέση μαζί του.

Η απόδειξη για το χριστιανό ότι έχει κατακτήσει όντως την απόλυτη, αντικειμενική αλήθεια είναι η ειρήνη και η χαρά που αισθάνεται και επιπρόσθετα έχει τη βεβαιότητα μέσω της ζωντανής αυτής σχέσης ότι είναι απαλλαγμένος από τις αμαρτίες του.

Εκτός αυτού, όπως προαναφέρθηκε, διαφέρουν διαμετρικά οι αντιλήψεις στις δύο θρησκείες για τη φύση της Αρχής της Ζωής. Στον ινδουισμό είναι μία ουδέτερη, απρόσωπη Πηγή, το Βράχμαν, ενώ οι θεοί αποτελούν απλώς απορροές αυτής της άχρονης Πραγματικότητας. Ακόμη και στην κίνηση της αγαπητικής αφοσίωσης Bhaktimarga, που συνηθίζεται να παρομοιάζεται με το χριστιανικό μυστικισμό, η θεότητα που λατρεύεται δεν έχει καμία σημασία αυτή καθαυτήν. Γιατί μπορεί να είναι μία οποιαδήποτε θεότητα την οποία ο πιστός έχει τη δυνατότητα να την φανταστεί κατά το δοκούν όπως θέλει ο ίδιος ή ο γκουρού του.

Αντίθετα στο χριστιανισμό ο Θεός είναι ένα πρόσωπο με το οποίο μπορεί ο καθένας να έχει άμεση προσωπική επαφή, καθώς έχει γίνει ορατός ως Ιησούς Χριστός. Οι κόσμοι, είτε υλικοί είτε άυλοι, είναι έργο του, όχι απορροή του, και άρα δεν ταυτίζονται με αυτόν. Επίσης ο άνθρωπος είναι μεν δημιούργημά του και μάλιστα κατ’ εικόνα και ομοίωση, όμως με αυτοτελή, αυτόνομη προσωπικότητα. Στο χριστιανικό μυστικισμό ο λάτρης του Θεού παραμένει πάντα ξεχωριστό πρόσωπο από αυτόν. Εδώ το ζητούμενο είναι η communio mystica, ενώ στο μη χριστιανικό μυστικισμό είναι η unio mystica (F. Melzer). Αυτή είναι επίσης η διαφορά μεταξύ χριστιανικού και μη χριστιανικού διαλογισμού.

Ο Σάντου Σούνταρ Σινγκ (Sadhu Sundar Singh, 1889-1929) ένας Ινδός σοφός ο οποίος ανατράφηκε στον ινδουισμό και στο σιχισμό για να γίνει αργότερα χριστιανός, εξηγούσε συχνά τη διαφορά του χριστιανικού μονοθεϊσμού με τον πανθεϊσμό:

«Όταν νομίζουμε ότι είμαστε οι ίδιοι θεοί, παύει η εσώτερη ανάγκη μας να απευθυνθούμε με λατρεία στο Υπέρτατο Ον. Λύτρωση δεν σημαίνει ότι θα χαθούμε ή ότι θα εξαφανιστούμε μέσα στο Θείο. Σκοπός δεν είναι να χάσουμε την προσωπικότητά μας μέσα στον Θεό, αλλά να την βρούμε μέσα του».

Αλλά ενώ ο Sadhu Sundar Singh από τη μία πλευρά απορρίπτει κατηγορηματικά την ταύτιση : «Εγώ είμαι ο Θεός», αντί γι’ αυτήν τονίζει συστηματικά την αμφίδρομη σχέση: «Ο Θεός είναι μέσα μου και εγώ είμαι μέσα του», την οποία εκφράζει κατ’εξοχήν το Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο:

«Μην φανταστεί κανείς ότι η παρουσία του Χριστού και η έκφραση «ο ουρανός επί γης» είναι το ίδιο με αυτό που εννοούν οι πανθεϊστές όταν λένε: «εγώ είμαι ο θεός». Όχι, εμείς είμαστε μέσα στον Θεό και ο Θεός είναι μέσα μας. Μα αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε ο Θεός ούτε αντίστροφα… Η φωτιά είναι στο κάρβουνο και το κάρβουνο στη φωτιά, όμως η φωτιά δεν είναι κάρβουνο ούτε το κάρβουνο φωτιά. Είμαστε ένα με τον Θεό εφόσον του αφιερώνουμε την καρδιά μας και δεχόμαστε το βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος… Διατηρούμε την προσωπικότητά μας όταν αφήνουμε τον Χριστό να διαποτίσει το είναι μας».

Με άλλα λόγια, κατά την ένωση της ψυχής με το Θείο, οι δύο ουσίες δεν συγχωνεύονται, αλλά η ανθρώπινη προσωπικότητα παραμένει ακέραιη. Εκτός αυτού η ένωση με τον Θεό είναι απόρροια της λυτρωτικής πράξης του Ιησού Χριστού, όπως υπογραμμίζει συχνά ο Sadhu Sundar Singh: «Η συμφιλίωση Θεού και ανθρώπου οδηγεί σε μία ενοποίηση που πριν δεν υπήρχε. Είναι μέσα μας και εμείς είμαστε μέσα του. Δεν πρόκειται για το είδος της ενοποίησης που οι Ινδοί περιγράφουν ως διάλυση. Οι Ινδοί μιλούν για το ποτάμι που το καταπίνει η θάλασσα και διαλύεται μέσα της. Όμως στην πραγματικότητα δεν χανόμαστε μέσω της ένωσης μαζί του, παρά βρίσκουμε τη ζωή».

Επίσης οι αποκαλύψεις στην Μπέρτα Ντούντε* εξηγούν με ακρίβεια τη διαφορά μεταξύ Δημιουργού και δημιουργημάτων: «Η αγεφύρωτη διαφορά μεταξύ του Θεού και των δημιουργημένων ανθρώπων, ακόμη και των πιο τελειοποιημένων, παραμένει αμετάβλητη σε όλη την αιωνιότητα. Η άναρχη Οντότητα του Θεού είναι αιώνια και άπειρη, ενώ ο άνθρωπος μπορεί μεν να τελειοποιείται διαρκώς ως προς την πνευματική του υπόσταση, όμως δεν μπορεί ποτέ να φθάσει το άπειρο της θείας Οντότητας. Ο άνθρωπος μπορεί να μοιάσει στον Θεό στη μορφή, επίσης στην αγάπη και στη δύναμή της, όμως ποτέ στους αιώνες δεν θα φθάσει στα απέραντα βάθη της θεϊκής σοφίας».

«Όταν ο άνθρωπος φθάσει στο βαθμό της τελειότητας όπου έχει πνευματοποιηθεί πλήρως χάρη στην αγάπη του, διατηρεί τη συνείδηση του εγώ του, μολονότι έχει γίνει ένα με τον Θεό. Τότε έχει γίνει καθ’ομοίωση του Θεού, αλλά δεν μπορεί να γίνει λόγος για ύπαρξη πολλών θεών, καθώς η θέωση είναι συνώνυμη με την ενοποίηση μαζί του».

Αυτές οι διαφορετικές περί Θείου και θέωσης πεποιθήσεις των δύο θρησκειών είναι καθοριστικές για τη σχέση του ανθρώπου με το Υπέρτατο Ον. Ενώ στο χριστιανισμό ο Θεός πλησιάζει τον άνθρωπο πρόσωπο με πρόσωπο και ως συνομιλητής, ούτως ώστε οικοδομείται μία αμοιβαία, προσωπική σχέση, με το Βράχμαν ως απρόσωπη, αφηρημένη έννοια κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Η νιρβάνα δεν συνιστά μία κατάσταση βιωματικής ένωσης με το Θείο, καθώς η προσωπικότητα και η αυτοσυνείδηση του ανθρώπου διαλύονται μέσα στο κοσμικό Συνειδός, ώστε δεν μένει τίποτα που μπορεί να βιώσει αυτήν την ένωση.

Ωστόσο, ένα αδιάψευστο γεγονός είναι η υπαρκτή σχέση των θρήσκων ινδουιστών με τις διάφορες «θεότητές» τους. Αναμφισβήτητα παρατηρούνται σε αυτούς πραγματικές εμπειρίες που οδηγούν σε διαπιστωμένη διεύρυνση της συνείδησης, με εκπληκτικές ψυχο-σωματικές παραφυσικές ικανότητες, όπως τις βλέπουμε π.χ. σε γιόγκι και φακίρηδες. Αναδύεται, εντούτοις, το ερώτημα τι εκπροσωπούν αυτές οι θεότητες, και από πού και προς τι αυτές οι παραφυσικές δυνάμεις. Αποτελούν απλώς όπως πιστεύουν οι ινδουιστές, πρόσκαιρα μέσα για την επίτευξη του σκοπού, που είναι ο moksha και η nirvana;

Οι χριστιανικές αποκαλύψεις επιβεβαιώνουν ότι υπάρχουν οι άυλοι κόσμοι των πνευμάτων, τα οποία παρεισδύουν με κάθε δοθείσα ευκαιρία στο δικό μας κόσμο. Η Βίβλος βρίθει από τέτοια παραδείγματα όπως και γενικά από εκδηλώσεις υπερφυσικών δυνάμεων.

Ωστόσο ο Παύλος επισημαίνει ότι υπάρχουν επίσης απατηλές θαυματουργικές δυνάμεις και προειδοποιεί για τους κινδύνους που ελλοχεύουν όταν τις εμπιστευόμαστε (Προς Κολ. 2,9). Επίσης στην πρώτη επιστολή προς Κορινθίους (2,11 κ.εξ.) αντιδιαστέλλει το Πνεύμα του Θεού και τα χαρίσματά του με το πνεύμα του κόσμου. Στη Βίβλο γίνεται σαφές ότι οι άνθρωποι που επιζητούν την επαφή με υπερφυσικές δυνάμεις και με πνεύματα χάνουν τον έλεγχο και καταλήγουν σε μία σχέση εξάρτησης και υποτέλειας με αυτά. Επίσης ο Sundar Singh γράφει χαρακτηριστικά :

«Όταν ο γιόγκι βρίσκεται βυθισμένος στο Σαμάντι, καθώς κάθεται σε μια συγκεκριμένη στάση, κρατά την αναπνοή του και συγκεντρώνεται στην άκρη της μύτης του (Gita 6,13), συχνά πέφτει σε μία κατάσταση εκστατικού trance. Το πρόβλημα με το γιόγκι είναι ότι σε αυτήν την κατάσταση trance βλέπει έναν απατηλό κόσμο, όπου αντί να μπορεί να βρει την αλήθεια, διατρέχει τον κίνδυνο να οδηγηθεί σε πλάνη. Δεν θα ήταν καλύτερο για αυτόν να συγκέντρωνε την προσοχή του στον Θεό αντί στη μύτη του;»

«Οι οπαδοί της Vedanta υποστηρίζουν ότι ο μυστικιστής που βυθίζεται στο samadi (φώτιση) αναγνωρίζει τη maya και έτσι ελευθερώνεται. Προκύπτει όμως το ερώτημα : εάν όλα είναι maya, ψευδαίσθηση, πώς ξέρουμε ότι ο μυστικιστής που βρίσκει τη φώτιση και η γνώση που αποκτά σε αυτήν την κατάσταση δεν αποτελούν επίσης ψευδαίσθηση;

Εάν αναγνωρίσουμε ότι η Vedanta είναι αληθινή, και κατά συνέπεια άνθρωπος και θεός είναι το ίδιο, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε επίσης ότι και ο θεός είναι σε εξέλιξη και ότι επιδιώκει να φτάσει στην τελειοποίησή του περνώντας από τα εμπόδια της ψευδαίσθησης και της μεταμόρφωσης της ύλης. Αλλά αν αυτό δεν ισχύει, τότε ας μας πούνε οι βεδαντιστές: ποια είναι η πρώτη αιτία της maya; Ποιες πράξεις μας έχουν καταδικάσει να είμαστε αιχμάλωτοι της maya; Και σε τι ωφελεί η maya; Η αλήθεια είναι άλλη: ο θεός είναι μέσα στο κάθε πράγμα και το κάθε πράγμα είναι μέσα στον θεό. Όμως ο θεός δεν είναι κάθε πράγμα ούτε το κάθε πράγμα είναι θεός. Όποιος συγχέει το Δημιουργό με τη δημιουργία του, είναι βυθισμένος στην άγνοια».

Ο άνθρωπος είναι ομοίωμα του Θεού ή φαινομενικό, εφήμερο ον;

Ανάλογη με την πεποίθηση για τη φύση της Πρώτης Ουσίας της ζωής, διαμορφώνεται επίσης η πεποίθηση για τη φύση του ανθρώπου. Στον ινδουισμό ο άνθρωπος ταυτίζεται με τη σταγόνα Άτμαν που νοσταλγεί να επιστρέψει στον ωκεανό Βράχμαν για να ξεφύγει από τον ατέρμονο κύκλο των αναγεννήσεων και να διαλυθεί εκεί. Συνεπώς η ανθρώπινη προσωπικότητα είναι φαινομενική, άλλο ένα προϊόν της μάγια. Αντίθετα στη χριστιανική παράδοση ο άνθρωπος έχει μία ατομική προσωπικότητα και έχει δημιουργηθεί ως εν δυνάμει θεός, με συγκεκριμένα ενδοκοσμικά και εξωκοσμικά καθήκοντα και ένα σαφή, ενσυνείδητο προορισμό. Ο χριστιανός ζει μέσα στον κόσμο για να τον αλλάξει και για να προχωρήσει ο ίδιος πνευματικά, ώστε να γίνει «τέλειος όπως ο ουράνιος Πατέρας του».

Ο ινδουιστής δεν ενδιαφέρεται να αλλάξει τον κόσμο ούτε την κατάστασή του μέσα σε αυτόν. Θέλει απλώς να διαμορφώσει το κάρμα του έτσι που να φθάσει το ταχύτερο δυνατό στη διάλυση της προσωπικότητάς του.

Για τον χριστιανό ο ανθρώπινος πόνος δεν οφείλεται στη μάγια και στη σαμσάρα, αλλά στην απείθειά του απέναντι στον Θεό. Το πρόβλημά του δεν είναι το ατομικό κάρμα του, αλλά το αμάρτημα της αποστασίας και της εναντίωσης στο θεϊκό νόμο.

Στο σημείο αυτό θα γίνει μία παρέκβαση προκειμένου να γίνει πιο καθαρό το κεντρικό θέμα αυτού του βιβλίου. Αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι ο Θεός έχει αποκαλυφθεί σε όλους τους λαούς τον κατάλληλο χρόνο και ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε λαού, της εποχής κ.λπ.

Επειδή όμως καθετί ουράνιο και αγνό εισερχόμενο στη γήινη σφαίρα αναγκαστικά παραμορφώνεται ή αλλοιώνεται από τον ανθρώπινο παράγοντα, το ίδιο έχει συμβεί επανειλημμένα με όλες αυτές τις θεϊκές αποκαλύψεις. Αυτό αποτελεί ένα γενικά παρατηρημένο γεγονός που δεν μπορεί να αποφευχθεί λόγω της ελευθερίας που παρέχει ο Θεός στην ανθρώπινη βούληση. Βέβαια ο ίδιος προβαίνει στην απαραίτητη διόρθωση όποτε το κρίνει αναγκαίο και σκόπιμο στέλνοντας π.χ. νέους διδασκάλους ή κάνοντας νέες αποκαλύψεις. Η μεγαλύτερη τέτοια νέα αποκάλυψη που έγινε το 19ο αιώνα δόθηκε μέσω του χριστιανού μυστικού Γιάκομπ Λόρμπερ μεταξύ 1840 και 1864. Στον Λόρμπερ αποκαλύφθηκε ότι και οι Ινδοί είχαν εξαρχής λάβει μια πλήρως εμπεριστατωμένη διδασκαλία από τον έναν Θεό και Δημιουργό. Όμως στην πάροδο του χρόνου και εδώ το ιερατείο την διαστρέβλωσε σημαντικά για δικούς του ιδιοτελείς σκοπούς. Μα ακόμη και έτσι έχουν επιβιώσει πολλές αλήθειες αν και πολύ μεταλλαγμένες στον ινδουϊσμό. Τη μετάλλαξη αυτή μπορεί να τη διαπιστώσει όποιος αντιπαραβάλει τη σημερινή μορφή τη σημερινή μορφή του με τη Νέα Αποκάλυψη. Εδώ θα αναφερθούν συνοπτικά τα κύρια σημεία αυτής της αποκάλυψης όσον αφορά την Πρώτη Αρχή, την κοσμογονία, την καταγωγή και τον προορισμό του ανθρώπου. Έτσι ο αναγνώστης μπορεί να διαμορφώσει ιδία αντίληψη σχετικά με τις παραμορφώσεις της αρχικής θεϊκής αποκάλυψης που προέκυψαν με την πάροδο του χρόνου και αποτυπώθηκαν στον ινδουισμό και όχι μόνο σε αυτόν. [Για μία μεγαλύτερη εμβάθυνση στο θέμα μπορεί να ανατρέξει μεταξύ άλλων στα παρακάτω βιβλία: τα βιβλία του Βάλτερ Λουτς (βλ. βιβλιογραφία) και Το Μεγάλο Μυστήριο].

Τα κύρια σημεία των νέων αποκαλύψεων είναι τα εξής :

1. Το ΕΙΝΑΙ του Θεού

Ο Θεός είναι το απέραντο Πνεύμα που υπήρχε ανέκαθεν, η «Αρχική Αιτία» κάθε ύπαρξης. Αγάπη, Σοφία και παντοδυναμία της βούλησης είναι οι κύριες ιδιότητές Του. Το Άγιο Πνεύμα Του διαποτίζει όλο το σύμπαν, είναι η «Κοσμική Ψυχή» των αρχαίων θρησκειών. Παράλληλα όμως τούτο το απέραντο Πνεύμα διαθέτει έναν πυρήνα, ένα κέντρο εξουσίας. Σαν ένας ήλιος, αυτό το κέντρο εξουσίας ακτινοβολεί και διαχέει στην πλάση ιδέες και δυνάμεις οι οποίες αφού περάσουν από όλα τα στάδια εξέλιξης και ολοκληρώσουν τον κύκλο της ζωής τους, επιστρέφουν ξανά σε αυτό σαν τέλεια όντα.

Σε τούτο το άκτιστο κέντρο εξουσίας ο Θεός έχει υποστατή πνευματική μορφή ως τέλειο αρχέτυπο ανθρώπου. Γι’ αυτό λέγεται στην Παλαιά Διαθήκη πως ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωσή Του. Το πνεύμα του Θεού ορμώμενο από το άκτιστο κέντρο Δύναμης δημιουργεί αέναα.

Ολόκληρη η πλάση αποτελεί ένα τεράστιο σοφό μωσαϊκό μέσα στο οποίο οι θεϊκές ιδέες εκδιπλώνουν όλη την παλέτα των δυνατοτήτων τους ώσπου να φθάσουν στην τελειότητα. Αυτή η διαδικασία τελειοποίησης ολοκληρώνεται σε τεράστιες χρονικές περιόδους που τις χωρίζουν διαλείμματα ανάπαυσης. Σε αυτές τις δημιουργικές περιόδους αναφέρονται βιβλικές έννοιες όπως π.χ. οι «μέρες της δημιουργίας».

2. Η Αρχέγονη Πνευματική Δημιουργία

Πριν γίνει η υλική πλάση που όλοι μας βλέπουμε, προηγήθηκαν άλλες δημιουργίες, καθαρά πνευματικές. Κατ’ αρχάς ο Θεός δημιούργησε κατ’ εικόνα Του μεγάλα πνευματικά όντα. Σε Αυτούς τους πρωταρχάγγελους έδωσε την ικανότητα να δημιουργούν και οι ίδιοι με τη σειρά τους άλλα πνευματικά όντα που να τους μοιάζουν. Έτσι δημιουργήθηκαν στρατιές από αγγέλους. Αν ακολουθούσαν δε την εντολή της Αγάπης, για τον Θεό και τα αδέλφια τους, θα ανέβαιναν διαρκώς πνευματικά και μια μέρα θα έφθαναν στη θεϊκή τελειότητα. Είχαν όμως συνάμα την ελευθερία της βούλησης να διαλέξουν από μόνοι τους ποιο δρόμο να πάρουν.

Έτσι μια μερίδα από αυτούς με αρχηγό τον Εωσφόρο, που ήταν το Πρώτο Πνεύμα το οποίο είχε γίνει από τον Θεό, ξέφυγαν από το δρόμο της αγάπης, με αποτέλεσμα να γίνουν αλαζόνες, εγωιστές και φίλαρχοι. Σύμφωνα όμως με τον προαιώνιο νόμο όσοι απομακρύνονται από τον Θεό αποκόβονται από τα ρεύματα της θεϊκής ζωής (ή αγάπης) που τρέφουν και θερμαίνουν τα όντα.

Γι’ αυτό οι αποστάτες παρέλυσαν τελείως και στο τέλος, εντελώς ανήμποροι μεταμορφώθηκαν σε συμπυκνωμένες μάζες. Με αυτή τη συμπύκνωση (υλοποίηση) των πνευματικών – αιθέριων υπάρξεων, διαμορφώθηκαν οι αρχέγονες νεφέλες κοσμικής ύλης.

3. Η Υλική Δημιουργία

Ο Θεός είχε να επιλέξει ανάμεσα σε δύο λύσεις : είτε να εγκαταλείψει τους πεσμένους αγγέλους στην αιώνια καταδίκη τους είτε να τους οδηγήσει πάλι στο δρόμο Του και από εκεί στην τελειοποίηση. Η Αγάπη Του τους ευσπλαχνίστηκε και έτσι με τη βοήθεια των πιστών του αγγέλων δημιούργησε το σύμπαν, παίρνοντας σαν υλικό τις αρχέγονες νεφέλες κοσμικής ύλης. Αφού κατ’ αρχάς τις διέλυσε και τους έδωσε πάλι ζωή, έκτισε με αυτές τον υλικό κόσμο ο οποίος στο σύνολό του παριστάνει τον «άσωτο υιό». Με αυτόν τον τρόπο ανοίχτηκε ο δρόμος για την ελευθερία στα πνεύματα που είναι δέσμια μέσα στην ύλη αμέτρητων κοσμικών συστημάτων και σωμάτων.

4. Η βάση του κόσμου είναι Πνευματική

Ύλη με την έννοια του υλισμού δεν υπάρχει. Τα πάντα είναι ενέργεια, δηλαδή θεϊκή ή πνευματική δύναμη. Αυτή η ενέργεια είναι κατατμημένη σε απειροελάχιστα σωματίδια, τους «σπινθήρες πρωταρχικής ζωής».

Ακόμη και το άτομο είναι ένα ολοζώντανο σύμπαν σε μικρογραφία που απαρτίζεται από αμέτρητα βασικά σωματίδια (σε αυτό το συμπέρασμα έχει φθάσει και η πυρηνική φυσική). Τα βασικά σωματίδια (που σήμερα τα ονομάζουμε ηλεκτρόνια ή κβάντα) είναι σκέψεις και ιδέες του Θεού υλοποιημένες, που αποδεσμεύτηκαν από αυτόν για να ολοκληρώσουν με τη δική τους θέληση τον κύκλο τους. Ολόκληρο το σύμπαν αποτελείται από αυτά τα σωματίδια και εξελίσσεται σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού.

5. Ο Σκοπός της Ζωής

Η θεία θέληση αφήνει τις συμπυκνωμένες μάζες κοσμικής ύλης σε όλα τα ουράνια σώματα να γίνουν όλο και πιο αραιές και χαλαρές. Έτσι απελευθερώνονται σπινθήρες ζωής εωσφορικής προέλευσης. Τότε οι άγγελοι που υπηρετούν τον Δημιουργό τις κατανέμουν μέσα στα φυσικά βασίλεια για να καθαριστούν από τον αρνητικό τους χαρακτήρα, σύμφωνα με το σχέδιο που έχει εκπονήσει η Αγάπη και η Σοφία Του. Αυτοί οι σπινθήρες ζωής συνδέονται μεταξύ τους και σχηματίζουν όλο και πιο πολύπλοκες ενώσεις ή «ψυχές». Ως τέτοιες ψυχές περνούν βαθμιαία σε συνεχώς ανώτερες μορφές ζωής μέσα από το ορυκτό, το φυτικό και το ζωικό βασίλειο. Έχουμε δηλαδή τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου επαληθευμένη αλλά μέσα από ένα πολύ πιο διευρυμένο πνευματικό πρίσμα.

Οι «φυσικές ψυχές» μαθαίνουν στη διάρκεια της πνευματοσωματικής τους εξέλιξης στα τρία βασίλεια, πώς είναι φτιαγμένο και πώς λειτουργεί το εκάστοτε «ζωτικό» τους περίβλημα που είναι το υλικό τους σώμα.

Σε αυτήν την πορεία αρχίζουν σταδιακά να αποβάλουν τον εγωισμό τους και να αποδέχονται το νόμο της αγάπης και της αλληλοβοήθειας, σχηματίζονται από κοινού ενώσεις και οργανισμούς. Γι’ αυτόν το λόγο το Ευαγγέλιο μιλάει για τη «λύτρωση όλης της κτίσης» με τη δύναμη της Αγάπης.

6. Η Κατάληξη αυτής της Εξέλιξης είναι ο Άνθρωπος

Μέσα από τις όλο και μεγαλύτερες ενώσεις από τέτοιες φυσικές ψυχές, αναδύεται τελικά η ανθρώπινη ψυχή. Είναι τώρα έτοιμη, υπό την καθοδήγηση του πνεύματός της, μίας σπίθας αγάπης που της έχει εμφυσήσει ο Θεός, να δοκιμαστεί στην επίγεια ζωή. Αν πραγματώσει εκούσια τις εντολές της αγάπης, ο άνθρωπος φθάνει όλο και πιο κοντά στον Θεό και τελικά στην ολοκλήρωση : στην αληθινή υιοθεσία από Αυτόν, στην ελευθερία και ευδαιμονία της αιώνιας ζωής.

7. Ο Ιησούς Χριστός

Όταν η πλάση ήταν πλέον αρκετά ώριμη, ο Θεός αποφάσισε να μας ανυψώσει σε ένα ανώτερο στάδιο και επίπεδο σχέσης μαζί Του. Είχε έρθει η ώρα μετά τη δικαιοσύνη να γνωρίσουμε την αγάπη ως το κύριο χαρακτηριστικό του. Ο Θεός ο ίδιος ενσαρκώθηκε στον Ιησού για να διδάξει και να καθοδηγήσει την ανθρωπότητα και όλα τα πνεύματα. Η μεγαλύτερη απόδειξη της αγάπης Του ήταν να ντυθεί με την περιβολή της ύλης για να δείξει στους αποστάτες το δρόμο, πώς μπορούν να βγουν απ’ τη φυλακή τους και να επιστρέψουν στην πνευματική τους πατρίδα.

Το Πνεύμα του Ιησού, το ιερό Άκτιστο Κέντρο Δύναμης του Θεού, είναι ο «Πατέρας». Η ψυχή (και το σώμα) του Ιησού, δηλαδή η ανθρώπινη πλευρά του, είναι ο «Υιός». Οι θεϊκές Δυνάμεις που εκπηγάζοντας από τον Πατέρα μέσω του Υιού διαχέονται στο άπειρο, είναι το Άγιο Πνεύμα. Έτσι Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα είναι ενωμένοι στο πρόσωπο του Χριστού.

Το λυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού εξασφάλισε στον άνθρωπο τη δυνατότητα και τη δύναμη να επανέλθει στην ουράνια πατρίδα του, εφόσον ακολουθεί ευσυνείδητα τη διδασκαλία της αγάπης. Με οδηγό τη διδασκαλία αυτήν, οδηγούνται στη λύτρωση άνθρωποι και πνεύματα σε όλο το σύμπαν.

Με βάση τα παραπάνω, επίσης καταρρίπτεται η αντίληψη του ινδουισμού για την ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας, την οποία εξέλιξη ο ινδουισμός βλέπει να λαμβάνει χώρα κυκλικά. Κατ’ αυτόν ο μεν άνθρωπος επανέρχεται συνεχώς, δεμένος λόγω του κάρμα του στον ατέρμονο κύκλο των μετενσαρκώσεων, μέχρι να διαλυθεί στο Βράχμαν, η δε ανθρωπότητα περνά επανειλημμένα από μακραίωνους κύκλους μίας κακής περιόδου σε μία περίοδο ολικής καταστροφής, μετά ανάπαυσης και αναδημιουργίας, μετά σε μία καλή περίοδο κ.ο.κ. Η χριστιανική αντίληψη είναι διαφορετική καθώς εξαρτά την ιστορία της ανθρωπότητας από δύο παραμέτρους, τη θεϊκή και την ανθρώπινη βούληση. Μετά την εκδίωξή του από τον παράδεισο ο άνθρωπος προσπαθεί να διαμορφώσει μόνος του τη μοίρα του στη Γη. Όμως οι υπεράριθμες σελίδες πόνου στα βιβλία της ιστορίας αποδεικνύουν πόσο λίγη επιτυχία έχει. Αντίθετα, τα μεγάλα οράματα για ειρήνη και επίγεια ευημερία ακολουθούνται ανελλιπώς από απότομη προσγείωση στην πραγματικότητα. Όταν η επιβίωση του πλανήτη κρέμεται από μία κλωστή, όποιος κι αν είναι ο κίνδυνος που τον απειλεί, είτε η οικολογική είτε η πυρηνική καταστροφή π.χ., είναι αφέλεια αν όχι τυφλότητα να ισχυριστεί κάποιος ότι το ανθρώπινο φύλο βαδίζει προς το καλύτερο. Όσο βαδίζει χωρίς τον Θεό, βαδίζει προς το χειρότερο.

Αυτή είναι η μία παράμετρος της ιστορίας της ανθρωπότητας, η άλλη είναι η πλευρά του Θεού. Ο άνθρωπος μπορεί να απομακρύνεται από τον Θεό, όμως εκείνος τον πλησιάζει με διάφορους τρόπους, με αποκορύφωση την ενανθρώπισή του. Γι’ αυτό η ιστορία του ανθρώπου που έχει πνευματικό προσανατολισμό δεν είναι κυκλική αλλά γραμμική-ανοδική. Από τη στιγμή που αναγνωρίζει την κυριαρχία του θεϊκού όντος επάνω του, το άτομο αρχίζει την αντίστροφη πορεία του. Και με αυτόν τον τρόπο θα επιστρέψουν κάποτε όλοι στη θεία Πηγή τους, εθελοντικά και συνειδητά, ακριβώς όπως απομακρύνθηκαν από εκεί, όταν ήταν ακόμη άγγελοι στην πνευματική Δημιουργία. Γιατί αυτό απετέλεσε το πρωταρχικό αμάρτημα για το οποίο είναι υπεύθυνοι σχεδόν όλοι οι άνθρωποι, καθώς εν γνώσει τους εξέπεσαν από την αγγελική τους κατάσταση, παρασυρμένοι από τον Εωσφόρο (Ησαΐα 14, 11-15).

Αυτήν την έννοια της αμαρτίας δεν την γνωρίζει ο ινδουισμός. Για τον ινδουισμό αμαρτία είναι η παραβίαση των κανόνων της κάστας και συνεπώς διαφέρει ανάλογα με την κάστα (και γι’ αυτό αναφέρονται είκοσι οκτώ διαφορετικές κολάσεις στον άλλο κόσμο). Είναι χαρακτηριστική η εισήγηση του Βιβεκανάντα (Vivekananda, 1862-1902) στο Παγκόσμιο Συνέδριο των Θρησκειών το 1893 στο Σικάγο η οποία εκφράζει αυτήν την αντίληψη :

«Ακούστε, εσείς που είσαστε τέκνα της αθάνατης μακαριότητας, ιερά και τέλεια όντα… ο ινδουιστής αρνείται να σας ονομάσει αμαρτωλούς. Είσαστε τέκνα του Θεού, μέτοχοι στην αθάνατη μακαριότητα, ιερά και τέλεια όντα. Είσαστε θεότητες πάνω στη Γη. Αμαρτωλοί εσείς; Αμαρτία είναι το να ονομάζεται αμαρτωλός ο άνθρωπος, αυτό είναι μία παντοτινή ατίμωση της ανθρώπινης φύσης…»

Σε αυτόν τον τελευταίο ισχυρισμό του Vivekananda απαντά ο Sundar Singh : «Ο Swami Vivekananda είπε ότι είναι αμαρτία να ονομάζεται αμαρτωλός ο άνθρωπος. Εάν αυτό είναι αλήθεια, τότε ολόκληρη η διδασκαλία στις Βέδες και στα Sastra περί καλών και κακών έργων (το κάρμα) είναι παράλογη. Γιατί εάν αρνηθούμε ότι η αμαρτία υπάρχει πραγματικά, τότε το καλό στον άνθρωπο δεν διαφέρει σε τίποτα από το κακό».

Και ο Singh συνεχίζει ότι τότε είναι άχρηστο να ασκείται κάποιος σε καλά έργα, στη yoga ή στη bhakti. Τονίζει δε ότι εφόσον η μάγια είναι η δημιουργική δύναμη του Βράχμα, άρα αυτός φέρει την ευθύνη για την κατάσταση του ανθρώπου, αφού δημιούργησε τόσο τον άνθρωπο όσο και την άγνοια. Αναρωτιέται μάλιστα ποια απόδειξη έχουμε ότι οι οπαδοί της θεωρίας της μάγια ή ακόμη και εκείνοι που φθάνουν με το διαλογισμό στη φώτιση ή ακόμη και ο ίδιος ο Βράχμα, δεν είναι επίσης μάγια.

Ο χριστιανισμός βλέπει τον άνθρωπο επίσης δεσμώτη, αλλά όχι της μάγια και της σαμσάρα, παρά της αμαρτίας του που τον κρατά υπόδουλο. (Προς Ρωμ. 3,23). Επειδή μόνος του ο άνθρωπος δεν έχει τη δύναμη να ελευθερωθεί από τα δεσμά του, ο Θεός έστειλε τον Γιο του για να ελευθερώσει τους δεσμώτες με στόχο να τους δώσει την πληρότητα της ζωής (Κατά Ιω. 1,16).

Στην ινδουιστική αντίληψη, αντίθετα, η λύτρωση είναι ατομική υπόθεση του καθενός και κανένας δεν μπορεί να ελπίζει στη θεία χάρη. Η δε κατάληξη της αυτο-λύτρωσης είναι η διάλυση του εαυτού, το τέλος της συνειδητής ζωής.

Δεν είναι απορίας άξιο ότι σήμερα ακόμη η Ινδία, αν και μία πολύ πλούσια χώρα με εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης ετησίως, αδυνατεί να θρέψει τα παιδιά της. Κάθε εναντίωση στο καθεστώς της πείνας και της αρρώστιας για τους φτωχούς, θεωρείται ιεροσυλία και αρνητική για το κάρμα των δυστυχισμένων.

Καθόσον η λύτρωση στον ινδουισμό ταυτίζεται με τη διάλυση του εγώ και τον εκμηδενισμό της θέλησης για ζωή, εύλογα υπό αυτό το πρίσμα η ζωή είναι όχι μόνο ανούσια, αλλά και ένα τρομακτικό βάρος που δεν βλέπει την ώρα να το ξεφορτωθεί κανείς. Αυτό πρεσβεύουν πολλοί ινδουιστές και βουδιστές δάσκαλοι. Παρ’ όλο που τιμούν την αγνή ζωή και τη φύση, καταδικάζουν τη βιωματική σχέση με τη ζωή. Το άτομο οφείλει να αποδεσμευτεί από κάθε αίσθημα προκειμένου να βρει τη λύτρωση. Αισθήματα όπως η χαρά, η αγάπη, η ευτυχία, η ειρήνη, μαρτυρούν προσκόλληση στη ζωή και γι’ αυτό πρέπει να παραμεριστούν ώστε να επιτευχθεί η νιρβάνα. Ακόμη και στις σχολές στις οποίες επιτρέπονται τα αισθήματα, όπως στην κίνηση Bhakti, αυτά αποτελούν ένα εργαλείο για την επίτευξη του σκοπού. Όντως ο πιστός bhakta αναζητεί το εκστατικό αίσθημα της ευδαιμονίας λατρεύοντας παράφορα μία θεότητα. Αποβλέπει όμως αποκλειστικά στο να ενωθεί με τη θεότητα, προκειμένου να βελτιώσει το κάρμα του, και έτσι να βρει το δρόμο για τη νιρβάνα. Αντιθέτως ο χριστιανός έχει χρέος να επιδιώκει τους καρπούς του Πνεύματος όπως ειρήνη, αγάπη, χαρά κ.λπ. (Προς Γαλ. 5,22). Η πίστη του χριστιανού πλουτίζει τη ζωή του με τέτοια χαρίσματα, η πίστη του ινδουιστή στοχεύει στη διάλυση της ζωής.

Εύλογα αναρωτιέται ο Sundar Singh:

«Η γνώση (jnana) όπως και τα καλά έργα (karma) και η αγάπη για τον Θεό (bhakti) είναι απαραίτητα για τη λύτρωση (moksha). Αλλά τι αξία έχει η λύτρωση, εφόσον τη στιγμή που την κατακτούμε, ταυτόχρονα χανόμαστε μέσα στην ουσία του Παντός; Άρα αντί για λύτρωση έχουμε αφανισμό. Επιπλέον, όταν μας καταπίνει το Βράχμαν, χάνεται επίσης η γνώση μας (jnana). Από αυτήν την άποψη η «γνώση» δεν παραμένει γνώση, αλλά στο τέλος γίνεται άγνοια και διάλυση. Όσο είμαστε στην κατάσταση της «άγνοιας», έχουμε ακόμη μία ορισμένη γνώση του εαυτού μας. Αλλά μόλις φθάσουμε στη λύτρωση μέσω της «γνώσης», δεν έχουμε πια τίποτα, ούτε καν το λίγο που είχαμε πριν διαλυθούμε μέσα στο Βράχμαν».

Την παραπάνω κριτική στα λάθη σκέψης του ινδουισμού επιβεβαιώνουν και άλλοι Ινδοί στοχαστές που έγιναν χριστιανοί. Γι’ αυτό το λόγο είναι ενδιαφέρον να ακούσουμε και τη δική τους εμπειρία. Έτσι για παράδειγμα ο Ραμπιντρανάθ Μαχαράτζ (Rabindranath Maharaj) που εθεωρείτο πολλά υποσχόμενος, σεβαστός γκουρού πριν τον εκχριστιανισμό του, γράφει στο βιβλίο του Death of a Guru:

«Ακριβώς εκείνα τα άτομα που παίνευαν την ανεκτικότητα των ινδουιστών και υποστήριζαν ότι ο ινδουισμός δέχεται όλες τις θρησκείες, έγιναν οι πιο εμπαθείς κατήγοροί μας επειδή ακολουθήσαμε τον Χριστό. Όσο πιο πολύ προσπαθούσαν να μας πείσουν να επιστρέψουμε στη θρησκεία των πατέρων μας, τόσο καθαρότερα καταλαβαίναμε ότι πολύ σπάνια μένει κάποιος πιστός στη θρησκεία του επειδή αναζητεί την αλήθεια.

Απεναντίας, συνήθως αυτό συμβαίνει μόνο λόγω του συναισθηματικού δεσίματος με την πολιτισμική του παράδοση. Πολλοί ινδουιστές μία ζωή παπαγαλίζουν mantras στα σανσκριτικά χωρίς να μάθουν ποτέ τι σημαίνουν. Οι περισσότεροι από εκείνους που μιλούσαν εναντίον μας δεν ήξεραν ούτε για ποιο λόγο ήταν ινδουιστές – εκτός από τη γέννησή τους – ούτε είχαν μία εμπεδωμένη γνώση αναφορικά με τις θεμελιακές αλήθειες της θρησκείας τους. Στα μάτια τους το έγκλημά μας ήταν ότι εγκαταλείψαμε τη θρησκεία των πατέρων μας – ως εκ τούτου ήταν απολύτως άσκοπο να συζητάμε μαζί τους για την αλήθεια.

Τότε που κάψαμε τα ινδουιστικά είδωλα στο σπίτι μας, συνειδητοποίησα ότι ο Χριστός πέθανε για χάρη μου, όχι μόνο για να μπορώ να βρω συγχώρεση, αλλά και για να μου δώσει νέα ζωή ώστε να απαλλαγώ από τον παλιό Rabindranath. Στο πέρασμα του χρόνου η συνειδητοποίηση αυτή μεγάλωσε κι άλλο. Ό,τι ήμουν πριν, πέθανε μέσα στον Χριστό και αυτός ζει μέσα μου μέσω της ανάστασής του. Αυτό ήταν το μυστικό της νέας μου ζωής και εκτός αυτού έβλεπα πώς λειτουργούσε επίσης και με άλλα άτομα τα οποία διαφορετικά δεν θα είχαν καμία ελπίδα.

Για πολλούς μήνες με απασχόλησε το δεύτερο κεφάλαιο της επιστολής προς τους Γαλάτες, όπου λέει: “Σταυρώθηκα μαζί με τον Χριστό και δεν ζω πια εγώ, αλλά ο Χριστός ζει μέσα μου.” Καλά χριστιανικά βιβλία με βοήθησαν να συλλάβω καλύτερα αυτήν τη σκέψη. Έτσι κατάλαβα ακόμη πιο καθαρά τη διαφορά ανάμεσα στη φυγή από τον κόσμο που ακολουθούν οι βουδιστές μοναχοί και οι γιόγκι, και στη ζωή της ανάστασης που μας χάρισε ο Χριστός. Η άρνηση των σωματικών αναγκών, όπως έκανε λ.χ. ο πατέρας μου, ήταν ένας λανθασμένος δρόμος. Ενώ χάρη στον Ιησού Χριστό έχει ανοίξει ο δρόμος για να νικάμε την αμαρτία.

Η άρνηση του εαυτού που απαιτεί ο Ανατολικός μυστικισμός, βασίζεται στη σφαλερή αντίληψη ότι το μοναδικό πρόβλημα του ανθρώπου είναι η λανθασμένη του σκέψη και ότι το μόνο που χρειάζεται είναι να συνειδητοποιήσει ότι είναι θεός. Μα εάν ήμουν πραγματικά Βράχμαν, ασφαλώς θα το γνώριζα αρχικά. Ποιο το όφελος λοιπόν να “αναγνωρίσω” αυτό που ήξερα αρχικά αλλά ύστερα το ξέχασα; Πάλι θα το ξεχνούσα αργότερα! Αυτή η αντίληψη δεν ήταν η λύση του προβλήματος, παρά ένα ψέμα του Σατανά που θέλει να κρύψει το γεγονός ότι ο άνθρωπος έχει αποκοπεί από τον Θεό εξαιτίας της αμαρτίας του. Αλλά η λύση ενός προβλήματος δεν είναι το να αρνείται κανείς ότι υπάρχει. Ο θάνατος του Χριστού σημαίνει αυθεντική λύση για μας: Μας εξασφαλίζει τη συγχώρεση ώστε να έχουμε κοινωνία με τον Θεό. Με την ανάστασή του μας προσφέρει μία ζωή που δεν θα έχει ποτέ τέλος.

Την Ινδία δεν μπορεί να την περιγράψει κάποιος, πρέπει να την δει κανείς από μόνος του. Η δυστυχία, η φτώχια και η δεισιδαιμονία είναι απίστευτες. Αν ήδη τα χωριά της μας προκαλούν σοκ, τη φρικτή ζωή στις μεγαλουπόλεις δεν υπάρχουν λόγια να την περιγράψει κανείς. Στην Καλκούτα ο οικοδεσπότης μου, μου αφηγήθηκε ότι ένα εκατομμύριο κάτοικοι επιβιώνουν μετά βίας μέσα στην αθλιότητα στους δρόμους αυτής της πόλης. Δεν έχουν ούτε μία καλύβα από άχυρα ή από λάσπη για να χωθούν. Πεθαίνουν εκεί όπου γεννήθηκαν, σε ένα ανήλιαγο δρομάκι ή σε ένα πεζοδρόμιο που το καίει ο ήλιος, χωρίς να έχουν δει στη ζωή τους άλλο από αθλιότητα και απελπισία. Μάταια προσπαθούν μια ζωή να εξευμενίσουν ή να πάρουν βοήθεια από τους θεούς που δεν γνωρίζουν τι θα πει αγάπη ούτε συμπόνια. Δεν είναι τελείως παρανοϊκό για αυτούς τους απόκληρους να μαθαίνουν ότι χρειάζονται μόνο να “αναγνωρίσουν” ότι είναι θεοί; Και επιπλέον να παρηγορούνται με τη σκέψη ότι οι μολυσμένες πληγές στο κορμί τους, η πείνα που τους ξεσχίζει τα σωθικά και το κενό της απόγνωσης στην καρδιά αποτελούν απλώς μάγια, ψευδαίσθηση; Υπάρχει πιο σατανική απάτη από αυτήν;

Η καρδιά μου πονάει όταν σκέφτομαι τις λαϊκές μάζες που υποφέρουν στην Ινδία. Είναι απίστευτο ότι οι Δυτικοί ψάχνουν το φωτισμό στην Ινδία.

Το ξέρω από προσωπική πείρα ότι ο ινδουισμός με τις μοιρολατρικές διδασκαλίες για το κάρμα και τη μετενσάρκωση αποτελεί τη ρίζα του προβλήματος της Ινδίας. Πόσο υπέρμετρα τυφλός πρέπει να είναι κάποιος για να θεωρεί ότι ο μυστικισμός της Ανατολής είναι αληθινός φωτισμός! Η θλιβερή κατάσταση της Ινδίας μιλάει από μόνη της για το σκοτάδι που επικρατεί εκεί. Αυτή η πλάνη δεν μπορεί παρά να προέρχεται από την ίδια διαβολική πηγή που εξαπατά εκατομμύρια ανθρώπους με το να τους υπόσχεται με τα ναρκωτικά έναν απατηλό παράδεισο».

Παραπληρωματική είναι η άποψη του Σάντου Σούνταρ Σινγκ που αναρωτιέται πώς γίνεται στην Ινδία, η οποία είναι η μητέρα αυτών των διδασκαλιών και ιδίως εκείνης περί γνώσης, επί αιώνες εκατομμύρια των κατοίκων της να παραμένουν στην πιο τρομακτική άγνοια. Και συνεχίζει :

«Λένε ότι η “Γνώση” δεν είναι για τον κοινό λαό, παρά μόνο για τους γιόγκι και τους σοφούς, δηλαδή όχι για όλους : Άρα δεν μπορούν όλοι να λάβουν την ευλογία της Αλήθειας. Από αυτό συμπεραίνουμε πως αφού η Γνώση δεν είναι για όλους, άρα δεν είναι οικουμενική και άρα δεν είναι ούτε αληθινή. Γιατί η Αλήθεια είναι για όλους… Ο Κρίσνα είπε : “Γεννιέμαι σε κάθε κοσμική εποχή για να σώσω τους καλούς και για να εξολοθρεύσω τους αμαρτωλούς” (Gita 4,8). Αντίθετα ο Ιησούς ήρθε για να σώσει [όλους, και] τους αμαρτωλούς.

Όλες οι άλλες θρησκείες υπόσχονται τη λύτρωση στο μέλλον, όμως ο χριστιανισμός λέει : τώρα…Πολλοί νομίζουν, όπως νόμιζα κι εγώ όταν ήμουν ινδουιστής, ότι μόνο στη μελλοντική ζωή μπορεί να βρει κάποιος χαρά και μακαριότητα. Αλλά όταν έγινα χριστιανός ανακάλυψα ότι χαρά και μακαριότητα δεν υπάρχουν μόνο στον άλλο κόσμο, παρά ήδη εδώ επί γης μπορεί να πει κανείς ότι βρίσκεται στον παράδεισο.

Δεν πιστεύω στη θρησκεία εκείνη που υπόσχεται τον Ουρανό μετά από αυτήν τη ζωή. Εάν αφοσιωθούμε στον Χριστό ανακαλύπτουμε ότι ο Ουρανός αρχίζει ήδη εδώ στη Γη… Το σπιτικό μας δεν είναι εδώ, η αληθινή πατρίδα μας είναι εκεί πάνω. Αλλά προτού φθάσουμε εκεί, πρέπει να αρχίσουμε από εδώ κιόλας να ζούμε στην πραγματική μας πατρίδα».

Συγχρόνως ο Σούνταρ Σινγκ τονίζει την οικουμενική σημασία του Ιησού Χριστού: «Ανέκαθεν υπήρξαν σ’ εμάς στην Ινδία άνθρωποι του Θεού χωρίς να ξέρουν καν (κατ’ όνομα) τον Χριστό. …Ο Θεός επέτρεψε σε μεγάλο βαθμό σε αμέτρητους Ινδούς με καθαρή καρδιά να τον βρουν… Ο ζωντανός Χριστός αποκαλύπτεται στον κάθε άνθρωπο ανάλογα με την ανάγκη του. Έχουν υπάρξει και μη χριστιανοί στοχαστές που έλαβαν επίσης φως από τον Ήλιο της Δικαιοσύνης. Οι Ινδοί έλαβαν επίσης από το Άγιο Πνεύμα… Όπως ο κάθε άνθρωπος αναπνέει αέρα, έτσι αναπνέει επίσης Άγιο Πνεύμα ο καθένας, τόσο ο χριστιανός όσο και ο αλλόθρησκος, έστω κι αν ο δεύτερος δεν ξέρει να το πει με το όνομά του».

Ο Sundar Singh ως αληθινά φωτισμένος προχωρεί ακόμη πιο μακριά: Βλέπει την αποκάλυψη του Θεού όχι μόνο σε ευσεβείς ανθρώπους άλλων θρησκειών, αλλά και σε όλους τους τομείς της πνευματικής ζωής όπως είναι η τέχνη, η επιστήμη, και η φιλοσοφία:

«Η αλήθεια παρουσιάζεται από πολλές πλευρές. Το κάθε άτομο αποκαλύπτει και εκφράζει διαφορετικές πλευρές της αλήθειας, ανάλογα με τις ικανότητες που του έδωσε ο Θεός. Στον έναν αρέσει ένα δέντρο για τους καρπούς του, σε έναν άλλον για τα άνθη του… Κατά όμοιο τρόπο ο φιλόσοφος, ο διανοούμενος, ο ποιητής, ο ζωγράφος και ο μυστικιστής εξηγούν και περιγράφουν ανάλογα με τις ικανότητες και την ιδιαιτερότητα του πνεύματός τους εκείνη την πλευρά της θείας Πραγματικότητας που τους έχει κάνει εντύπωση. Ωστόσο για το μεμονωμένο άνθρωπο δεν είναι δυνατό να συλλάβει όλο το εύρος της θείας Πραγματικότητας ούτε να περιγράψει την πολυμέρειά της».

Για τον Sundar Singh η ιστορία των θρησκειών αλλά και γενικότερα της πνευματικής ζωής αναπαριστά βαθμίδες στην κλίμακα που οδηγεί στο μυστήριο του ενανθρωπισμένου, σταυρωμένου και αναστημένου Χριστού. Ο αιώνιος Θεός φανερώνει μεν παντού και παντοιοτρόπως την απέραντη αγάπη και το έλεός του, μα η ζωή και τα πάθη του Γιου του είναι το πιο φανερό δείγμα της ευσπλαχνίας Του. Ο Λόγος ενεργεί παντού, διδάσκει, φωτίζει, καθοδηγεί, παρηγορεί, βοηθάει και γιατρεύει. Όμως στον ζωντανό Ιησού Χριστό οι άπειρες, διάχυτες αυτές ακτίνες των ενεργειών του συγκεντρώνονται σε ένα πανίσχυρο πυρ.

«Εμείς στην Ινδία το γνωρίζαμε ήδη ότι ο Θεός είναι καλός. Αλλά δεν φανταζόμασταν πως ήταν τόσο καλός ώστε να πεθάνει ο Χριστός για χάρη μας… Πολλά ωραία πράγματα υπάρχουν στον ινδουισμό, μα το ύψιστο φως έρχεται από τον Χριστό… Ο Θεός ικανοποιεί ως ένα βαθμό κάθε έναν που λαχταράει να τον βρει, ωστόσο η πλήρης ικανοποίηση δίνεται από τον Χριστό. Όποιος βρίσκει τον Χριστό, βρίσκει τον ουρανό επί γης».

Το συμπέρασμα του Sundar Singh είναι ότι οι υπόλοιπες θρησκείες συνιστούν μία προπαιδεία και προπαρασκευή για τον Χριστό, καθώς ο Λόγος στέλνει τις ακτίνες του παντού. Για τον Sundar Singh η ιδιαιτερότητα του χριστιανισμού είναι ότι ο Θεός του δεν είναι μόνο Θεός των χριστιανών. Ο Χριστός αγαπάει, συμπονάει και βοηθάει όλους, χριστιανούς και μη, όπως δηλώνεται και στη βιβλική ρήση : « Ο Θεός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να γνωρίσουν την αλήθεια» (προς Τιμόθεο Α΄ 2,4).

«Η λύτρωση ισχύει για όλους τους λαούς σε ολόκληρο τον κόσμο», λέει ο Sadhu. Όταν τον απασχόλησε κάποτε το ερώτημα σχετικά με τη μοίρα των αλλόθρησκων, έλαβε την εξής άνωθεν απάντηση ενώ βρισκόταν σε έκσταση: «Εάν δεν υπήρχε καμία ελπίδα για όλους τους μη χριστιανούς, ο Θεός θα έπαυε να δημιουργεί ανθρώπους… Πολύ λίγοι θα είναι αυτοί που θα χαθούν, ενώ πάρα πολλοί θα σωθούν».

Καθώς ο Sundar Singh περιόδευε από τη νότια Ινδία ως το Θιβέτ κηρύσσοντας το ευαγγέλιο, ως Sadhu, δηλαδή περιπλανώμενος ασκητής, είχε τη δυνατότητα να συγκρίνει το χριστιανισμό με πολλές άλλες τοπικές θρησκείες.

Αντίθετα όμως με τους περισσότερους Δυτικούς θεολόγους, δεν έβλεπε πολωτικά όλα τα καλά από τη μία πλευρά και όλα τα κακά από την άλλη, παρά φως και σκοτάδι και στις δύο πλευρές. Η αυθεντική αναζήτηση της αλήθειας στην Ινδία είναι πολύ πιο αρεστή στον Θεό από τον υλισμό των χαϊδεμένων παιδιών του στη Δύση:

«Σ’ εμάς στην Ινδία, από όσο μπορώ να κρίνω, υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι που ζουν έναν πνευματικό βίο, από ό,τι στη Δύση, παρ’ όλο που δεν γνωρίζουν τον Χριστό. Ζουν όμως σύμφωνα με το φως που τους έδωσε ο Θεός… Εσείς στη Δύση έχετε τον Ήλιο της σωτηρίας, αλλά πόσοι νοιάζονται γι’ αυτό; Οι άνθρωποι ζουν μόνο για την επίγεια ζωή… Σ’ εμάς στην Ινδία υπάρχουν πάρα πολλοί που ζουν άγια. Οι χριστιανοί έχουν λάβει δώρο από τον Θεό το μοναδικό θησαυρό που αξίζει να κατέχει κανείς, δηλαδή τον Χριστό. Και παρ’ όλα αυτά οι πιο πολλοί δεν μπορούν να στερηθούν τις απολαύσεις της εγκόσμιας ζωής ούτε να την απαρνηθούν.

Τουναντίον, δεν είναι μόνο τα χέρια τους γεμάτα κοσμικά πράγματα, αλλά και η καρδιά τους, ενώ οι Ινδοί απαρνούνται τον κόσμο και τον εαυτό τους, χωρίς να έχουν λάβει πρωτύτερα έναν τέτοιο πλούτο από τον Θεό.

Οι “άπιστοι” αναζητούν την αλήθεια όχι μόνο για μέρες και μήνες, παρά χρόνια ολόκληρα με συνέπεια και με μόχθο. Στην αναζήτησή τους περνάνε πολλά βάσανα, ενώ εσείς οι χριστιανοί κουράζεστε μετά από δέκα λεπτά προσπάθειας. Οι κατ’ όνομα χριστιανοί στις χριστιανικές χώρες ονομάζουν τους υπόλοιπους “ειδωλολάτρες” και είναι αλήθεια ότι ο κόσμος εκεί λατρεύει είδωλα. Μα εδώ σ’ εσάς οι άνθρωποι λατρεύουν τον εαυτό τους και τούτο είναι πολύ χειρότερο. Οι υπηρέτες των ειδώλων αναζητούν την αλήθεια, αλλά οι Δυτικοί, όπως βλέπω, αναζητούν την καλοπέραση και τη διασκέδαση».

Ο Sundar Singh μετά από χρόνια εντατικής αναζήτησης βρήκε τελικά στο χριστιανισμό ό,τι δεν μπορούσε να βρει στις θρησκείες της χώρας του: τη χαρά, την ειρήνη και τη μακαριότητα. Εντούτοις διαπίστωσε με μεγάλη απογοήτευση ότι οι περισσότεροι γεννημένοι χριστιανοί δεν είχαν τη δική του σχέση ουσίας με τη θρησκεία τους, αλλά και ότι υστερούσαν σε πνευματικότητα και ζωντανή θρησκευτικότητα σε σύγκριση με τους ομοεθνείς του.

Την ίδια διαπίστωση είχε κάνει επίσης ο Μαχάτμα Γκάντι το 1920: «Είμαι απόλυτα πεπεισμένος πως η σημερινή Ευρώπη δεν πραγματώνει το πνεύμα του Θεού ή του χριστιανισμού αλλά του Σατανά. Όπου δε ο Σατανάς εμφανίζεται με το όνομα του Θεού στο στόμα, εκεί έχει τη μεγαλύτερη επιτυχία. Η Ευρώπη σήμερα μόνο κατ’ όνομα είναι χριστιανική. Στην πραγματικότητα λατρεύει τον Μαμμωνά. “Είναι πιο εύκολο να μπει η καμήλα στο μάτι της βελόνας, παρά ένας πλούσιος στη βασιλεία του Θεού”, είπε ο Χριστός. Μα οι υποτιθέμενοι πιστοί του υπολογίζουν την ηθική τους πρόοδο με κριτήριο τα υλικά τους κέρδη».

Είναι γεγονός ότι σε καμία άλλη χώρα στον κόσμο δεν έχει τόση βαρύτητα ο ασκητισμός για τη θρησκευτική ζωή όσο στην Ινδία. Οι Βέδες εξυμνούν αμέτρητες φορές το μυστηριακό tapas, τη θαυματουργική εσωτερική φωτιά που καταλαμβάνει τον πιστό που υποβάλλεται σε αυτοτιμωρίες και βασανιστήρια. Επιβάλλοντας στον εαυτό τους εν μέρει φρικτά βασανιστήρια οι sannyasi πιστεύουν ότι καταπνίγουν μέσα τους την αγάπη για τη ζωή και ότι έτσι θα γλυτώσουν από τον πόνο που είναι συνυφασμένος με τη φύση τούτου του κόσμου. Τις πιο ακραίες μορφές ασκητισμού παρουσίασε το ρεύμα του τζαϊνισμού. Βέβαια συχνά υπήρξαν θρησκευτικοί ηγέτες που καταδίκασαν τον πρωτόγονο ακραίο ασκητισμό στην εξωτερική του διάσταση. Λόγου χάριν ο Βούδας αλλά και ο γκουρού Νανάκ, ο ιδρυτής του σικχισμού, απέρριπταν με έμφαση τέτοιες υπερβολές. Όμως δεν μπόρεσαν να εκριζώσουν την έντονη ασκητική ροπή που χαρακτηρίζει την ινδική θρησκευτικότητα. Ο Sundar Singh συνήθιζε επίσης να αποσύρεται στη ζούγκλα για να προσευχηθεί και να νηστέψει για πολλές ημέρες, πήγαινε σε επικίνδυνες ιεραποστολές στο Θιβέτ – όπου μάλλον σκοτώθηκε τελικά –, και γενικά όπως οι ομοεθνείς του επεδείκνυε μεγάλη αυταπάρνηση και προθυμία να σηκώσει το σταυρό του. Όμως με τον ασκητισμό δεν απέβλεπε όπως οι ινδουιστές στο να αποκτήσει παραφυσικές δυνάμεις ή στο να πλησιάσει διά της βίας στη λύτρωση. Ο δικός του σκοπός ήταν να δώσει μαρτυρία για την αγάπη του Χριστού και για το πώς η δική του η ύπαρξη είχε μεταμορφωθεί και είχε γεμίσει ευτυχία και ειρήνη.

«Λέω στους ινδουιστές Sadhu συχνά: “Εσείς γίνεστε Sadhu για να υποβάλλετε τον εαυτό σας σε μαρτύρια. Εγώ έγινα Sadhu για να υπηρετώ. Εγώ δεν βασανίζω τον εαυτό μου, αν και πολλές φορές μου έχουν κάνει βασανιστήρια”. Οι Ινδοί απαρνούνται τα εγκόσμια και τον εαυτό τους χωρίς να έχουν λάβει προηγουμένως έναν θησαυρό από τον Θεό όπως εγώ. Εκείνοι απαρνούνται προς χάριν αυτής της ίδιας της απάρνησης. Όχι επειδή κατέχουν την ειρήνη, αλλά επειδή θέλουν να κατακτήσουν την ειρήνη».

Ο Sundar Singh δεν απορρίπτει μόνο την ακραία, εξωτερική μορφή της πρωτόγονης, ασκητικής αυτοτιμωρίας. Εκτός αυτού απορρίπτει επίσης την πιο εκλεπτυσμένη μορφή της στο βουδισμό και στη γιόγκα. Κατηγορηματικά αρνείται τη θέση του Βούδα που απαιτεί από τον πιστό να καταπνίξει τη θέλησή του να ζήσει, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Η σωτηρία δεν έγκειται στην κατάργηση της επιθυμίας, αντίθετα είναι η ικανοποίηση της επιθυμίας. Για να καταπολεμήσει κανείς το αίσθημα της δίψας δεν πρέπει να το καταπνίξει – πράγμα που στο τέλος οδηγεί στο θάνατο – αλλά να το ικανοποιήσει».

Εξίσου απορρίπτει εξ ιδίας πείρας, την πιο εσωτερική μορφή του ασκητισμού, τη γιόγκα, στις διάφορες εκδοχές της. Η εμπειρία του τον είχε διδάξει ότι όλες οι ανθρώπινες προσπάθειες για σωτηρία είναι άκαρπες, γιατί μόνο ο Θεός έχει τη δυνατότητα να χαρίσει τη λύτρωση, καθαρά από έλεος, στον άνθρωπο που δεν είναι άξιος γι’ αυτήν. Το αίσθημα της βαθιάς ειρήνης και η ευδαιμονία της έκστασης του ελευθερωμένου ανθρώπου δεν είναι δυνατό να προκύψουν από μόνα τους, όσες περίπλοκες σωματικές ή ψυχικές ασκήσεις κι αν κάνει κάποιος. Σύμφωνα μάλιστα με τα λεγόμενα του Sundar Singh οι γιογικές ασκήσεις αυτοελέγχου δεν βοηθούν καν στην κατάκτηση της αληθινής ειρήνης:

«Δεν βρήκα ιδιαίτερη βοήθεια στη γιόγκα. Με βοήθησε μόνο ως έναν ορισμένο βαθμό, όμως δεν ήταν πνευματική βοήθεια, στην ουσία ήταν άχρηστη . Στο παρελθόν μου έκανε εντύπωση που ο Ιησούς δεν ζητά να κάνουμε αυτοσυγκέντρωση ή πνευματικές ασκήσεις, αλλά τώρα καταλαβαίνω γιατί».

O Sandhu Sundar Singh γνωρίζει ένα μόνο μέσον για να κατακτήσει κανείς την ουράνια ειρήνη, να προσεύχεται ταπεινά και να βυθίζεται σιωπηλά στην καρδιά του για να αφουγκραστεί τη φωνή του Θεού.

Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι στην Ινδία υπάρχουν πάρα πολλοί αναζητητές που ψάχνουν με επιμονή την αλήθεια και προχωρούν πολύ μακριά στον πνευματικό τους δρόμο. Ωστόσο πολύ λίγοι από αυτούς κατορθώνουν να διαρρήξουν το στενό πλαίσιο της παραδοσιακής τους πίστης και να αναγνωρίσουν τον Ιησού Χριστό.

Το λόγο αυτής της αδυναμίας εξηγεί μία αποκάλυψη μέσω του αποκαλούμενου Εσωτερικού Λόγου στην Μπέρτα Ντούντε από τις 6.4.1964: «… Σας είναι γνωστό ότι πάντοτε βρίσκονται στη Γη φωτεινές οντότητες, από αυτές που δεν έπεσαν κατά την πρωταρχική πτώση των αγγέλων. Οι οντότητες αυτές έχουν να εκπληρώσουν κάθε φορά την ίδια αποστολή, η οποία είναι να φέρουν στους συνανθρώπους τους τη γνώση για τον έναν Θεό και Δημιουργό και να τους γνωστοποιήσουν τη βούλησή Του.

Όσο πιο πρωτόγονοι είναι δε οι άνθρωποι, τόσο πιο ισχυρά φωτεινά όντα ενσαρκώνονται μεταξύ τους.

Επειδή οι φωτεινές οντότητες πορεύονται στην Γη ως άνθρωποι, γι’ αυτό οφείλουν κι αυτές να αγωνιστούν πρώτα σκληρά προκειμένου να αποκτήσουν τη γνώση. Πρέπει επίσης να ζουν μία ζωή αγάπης, γιατί μόνο η αγάπη τους δίνει τη δύναμη που χρειάζονται για να γίνουν σωστοί καθοδηγητές των συνανθρώπων τους. Εκείνο που έχει σημασία είναι από ποιον λαμβάνουν οι άνθρωποι την υπερφυσική δύναμη την οποία αναπτύσσουν για να πραγματοποιούν τα εντελώς ιδιαίτερα επιτεύγματά τους, αν την λαμβάνουν από Μένα ή από τον εχθρό Μου. Η αγάπη τους εξασφαλίζει ότι τους την παρέχω Εγώ, καθώς αφού έχουν αγάπη, έχουν επίσης έναν στενό δεσμό μαζί Μου και τότε μπορούν να καταφέρουν οτιδήποτε θελήσουν. Όμως είναι εξίσου δυνατό να αντλούν τις δυνάμεις τους από τον κάτω κόσμο. Γιατί κατά τον ίδιο τρόπο τους υποστηρίζει και ο εχθρός Μου παρέχοντάς τους δύναμη, εάν δεν είναι αγνά πνεύματα αγάπης που έχουν εκπορευτεί από Εμένα προκειμένου να φέρουν σε πέρας μία αποστολή στη Γη.

Είναι ένα επαναλαμβανόμενο ερώτημα το γιατί δεν φέρνω τη γνώση σχετικά με τον Ιησού και το απολυτρωτικό του έργο σε εκείνους που εργάζονται με κάθε σοβαρότητα και συνέπεια για την τελείωσή τους, αλλά ανήκουν σε διαφορετικές πνευματικές κατευθύνσεις. Είναι άνθρωποι που δεν ασπάζονται μεν την πίστη στην αποστολή Του, όμως αδιαμφισβήτητα καταβάλλουν μία ειλικρινή προσπάθεια να τελειοποιηθούν στην παρούσα ζωή. Αναγνωρίζουν ότι υπάρχει υπεράνω τους ένα υπέρτατα σοφό, πανάγαθο και παντοδύναμο Ον και προσπαθούν να κερδίσουν την εύνοιά του με την αυταπάρνηση, τον ασκητισμό και την προσφορά αγάπης προς τους συνανανθρώπους τους. Επιπλέον είναι πρόθυμοι να επωμιστούν τον πιο δύσκολο επίγειο βίο για χάρη της τελείωσής τους, αλλά ως επί το πλείστον απομονώνονται από τους άλλους ανθρώπους.

Οι άνθρωποι αυτοί γνωρίζουν επίσης για τον Ιησού, αν και καταρχάς μόνο για τον άνθρωπο Ιησού που αναγκάστηκε να αφήσει τη ζωή Του στο σταυρό και άρα το θέμα αυτό δεν τους είναι άγνωστο. Θα ήταν κανονικά καθήκον τους να ασχοληθούν με το πρόσωπό Του, ιδίως εφόσον θέλουν να τους αναγνωρίζουν ως διδασκάλους οι συνάνθρωποί τους, επειδή προεξάρχουν ανάμεσά τους λόγω της γνώσης τους.

Άλλωστε τους είναι γνωστή η ιστορία του ανθρώπου Ιησού και τι υπέστη από ανθρώπινη άποψη. Κάθε μία φωτεινή οντότητα που ενσαρκώνεται στη Γη και που δεν βαρύνεται από το αμάρτημα της πρώτης πτώσης, αλλά κατέρχεται στη Γη για τους σκοπούς μίας αποστολής, γνωρίζει επίσης την αλήθεια για τον Ιησού Χριστό.

Και το θέμα του Χριστού θα έπρεπε να απασχολήσει τους ανθρώπους αυτούς που αγωνίζονται για την αυτολύτρωσή τους, και στο θέμα αυτό Εγώ θα τους προσφέρω πάντα τη βοήθειά Μου, δεδομένου ότι Με αναγνωρίζουν και άρα έχουν αποβάλλει κάθε αντίσταση απέναντί Μου. Τη λύτρωση όμως από το πρωταρχικό αμάρτημα πρέπει να την ζητήσουν από τον Ιησού Χριστό, για να μπορεί να τους δοθεί. Είναι σίγουρο ότι όποιος θέλει ειλικρινά να Με βρει δεν θα δυσκολευτεί να φτάσει στη συνειδητοποίηση του ποιος είναι ο Ιησούς, διότι η μοναδική Μου επιδίωξη είναι να προσφέρω την πιο καθαρή αλήθεια στους ανθρώπους.

Με τα προηγούμενα εννοώ εκείνους που θεωρούνται σοφοί και αποτελούν υπόδειγμα για τους υπόλοιπους ανθρώπους, που μπορούν από μόνοι τους να περνούν σε μία κατάσταση ενόρασης και διαθέτουν την ικανότητα να έχουν εξωσωματικές εμπειρίες.

Αυτοί λοιπόν θα μπορούσαν κάλλιστα να αναγνωρίσουν επίσης ποια ήταν η αποστολή του ανθρώπου Ιησού, φθάνει να το ήθελαν, καθώς Εγώ τους βοηθώ πάντοτε να αναγνωρίσουν την αλήθεια. Αλλά οι ίδιοι μένουν κλειστοί μπροστά σε αυτήν ακριβώς την αλήθεια, παρά την επιθυμία τους να φτάσουν στη μέγιστη τελειοποίηση. Για το λόγο αυτόν άλλωστε θα είναι μικρή η απήχηση του χριστιανισμού στο χώρο αυτόν και κατά συνέπεια ούτε θα αναγνωρίζεται η ενανθρώπισή Μου μέσα στον Ιησού».

«Φαίνεται ακατανόητο ότι μπορεί μία φωτεινή οντότητα που ενσαρκώνεται στη Γη να μην εκπληρώσει την αποστολή για την οποία κατήλθε στον υλικό κόσμο. Κάθε ον όμως έχει τη δική του ελευθερία βούλησης, στην οποία δεν ασκώ ποτέ βία και ως εκ τούτου μία τέτοια φωτεινή οντότητα έχει τη δυνατότητα να ασχοληθεί με τις διδασκαλίες της συγκεκριμένης θρησκείας με την οποία μεγάλωσε και αυτές βρίσκονται σε μεγάλη αντίθεση με την αλήθεια. Βέβαια, όταν κατορθώσει ένας τέτοιος άνθρωπος να βρεθεί σε μία κατάσταση φώτισης, του προσφέρεται η αλήθεια, αλλά δεν πιέζεται με κανένα τρόπο να ασπαστεί αυτό που αντιλαμβάνεται τότε.

Μία φωτεινή οντότητα που έρχεται ως άνθρωπος στη Γη πρέπει να παλέψει επίσης ως άνθρωπος με τις υφιστάμενες εσφαλμένες διδασκαλίες, τις οποίες μπορεί κάλλιστα να αναγνωρίσει . όμως εάν δεν θέλει να το κάνει, η ελευθερία της βούλησής του πρέπει να είναι σεβαστή.

Οι άνθρωποι αυτοί κατέχουν μία υψηλή γνώση και γνωρίζουν επίσης για διάφορα μυστικά της δημιουργίας. Επειδή όμως νομίζουν ότι απέκτησαν από μόνοι τους τις γνώσεις τους, είναι της γνώμης ότι έχουν το δικαίωμα να απαιτούν μία αδιαμφισβήτητη αναγνώριση από όσους θέλουν να διδαχτούν από αυτούς.

Καθώς λοιπόν αντιπροσωπεύουν μία τελείως διαφορετική πνευματική κατεύθυνση, η οποία αρνείται την πίστη στον Ιησού Χριστό, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο ότι κι αυτές ακόμη οι φωτεινές οντότητες αποτυγχάνουν σε αυτό το ένα σημαντικό σημείο. Έτσι μπορούν να μυήσουν μεν τους μαθητές τους σε όλα όσα γνωρίζουν οι ίδιοι, όμως δεν εκπληρούν την αποστολή τους, που είναι να διδάξουν το λυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού. Υπάρχουν ωστόσο λίγες εξαιρέσεις ανθρώπων που απογαλακτίστηκαν εντελώς από τη θρησκευτική τους παράδοση και πλέον έχουν τη χάρη να είναι πεπεισμένοι για τη θειότητα του Ιησού, γιατί την βιώνουν εσωτερικά.

Στην πιο συνηθισμένη περίπτωση όμως η πορεία στη Γη δεν αποφέρει την πλήρη τελείωση σε αυτές τις φωτεινές οντότητες (σ.τ.μ. που δεν αναγνωρίζουν την αποστολή τους). Πάντως δεν είναι δυνατό να πέσουν πιο χαμηλά, αντίθετα μάλιστα, δεν παύουν να προσφέρονται να επαναλάβουν άλλη μία φορά το γήινο δρόμο. Επιπλέον, τα φωτεινά όντα που ενσαρκώνονται στη Γη δεν έχουν ανάμνηση της προηγούμενης υπόστασής τους. Έτσι πιστεύουν είτε ότι βρίσκονται για πρώτη φορά στη Γη ή ένεκα της θρησκείας τους υιοθετούν την άποψη ότι έχουν ενσαρκωθεί επανειλημμένα, πράγμα που στη δική τους περίπτωση μπορεί και να είναι σωστό. Όμως απορρίπτουν επίμονα την ιδέα της λύτρωσης από τον Ιησού, γιατί πιστεύουν στην αυτολύτρωση με τη δική τους θέληση και με τη δική τους δύναμη.

Και η πεποίθηση αυτή τους καθιστά ανίκανους να εργαστούν για τον Ιησού Χριστό και να διδάξουν την ενανθρώπισή Μου σε Αυτόν. Επειδή λοιπόν η θέλησή τους είναι ελεύθερη, μπορούν να διδάσκουν ελεύθερα τη διδασκαλία αυτή που καθοδηγεί τον άνθρωπο να αγωνίζεται από μόνος του, να υπερβαίνει επίσης το εγώ του και να παλεύει με τον εαυτό του, πράγμα που μπορεί να είναι πολύ ωφέλιμο, όμως αφήνει απ’ έξω το πιο σημαντικό από όλα, το θέμα της λύτρωσης μέσω του Ιησού Χριστού…

Υπάρχει όμως ο κίνδυνος άλλοι άνθρωποι, που γνωρίζουν τον Ιησού Χριστό, να ενστερνίζονται τις θεωρήσεις αυτών των δασκάλων, και να θυσιάζουν τη δική τους γνώση για χάρη των σοφών από άλλες χώρες. Έτσι διατρέχουν τον κίνδυνο να αποποιηθούν αυτό που είχαν ήδη στην κατοχή τους και επίσης να δεχτούν να τους διδάξουν “αόρατοι διδάσκαλοι”, “καθοδηγητές από το υπερπέραν”, οι οποίοι έχουν περάσει στον άλλο κόσμο μέσα σε αυτήν την άγνοια. Γιατί η βούλησή τους παραμένει ανεπηρέαστη και στον άλλο κόσμο, όσο αντιστέκονται εσωτερικά στην ιδέα ότι ο Ιησούς κατείχε μία ξεχωριστή θέση, ότι δηλαδή μέσα Του έκρυβε Εμένα τον Ίδιο. Τούτο όμως συμβαίνει πολύ σπάνια, δεδομένου ότι οι φωτεινές οντότητες δεν αργούν (σ.τ.μ. όταν επιστρέψουν στον άλλο κόσμο) να αναγνωρίσουν την αλήθεια.

Όποιος όμως ισχυρίζεται ότι είναι ένας “αναληφθείς διδάσκαλος”, χρησιμοποιεί απλά αυτό το όνομα για να σας παραπλανήσει, γιατί από τη δική Μου την πλευρά διδάσκεστε μόνο μέσω του Πνεύματος, το οποίο σας μεταδίδει την απόλυτη αλήθεια. Οι οντότητες που σας διδάσκουν κατ’ εντολή Μου δεν είναι εντεταλμένες από Μένα να σας φανερώνουν το όνομά τους. Επιπλέον, οι “αναληφθέντες διδάσκαλοι” μεταδίδουν τη γνώση τους σε έναν άνθρωπο μόνο όταν είναι σε μία κατάσταση όπου δεν έχει τον έλεγχο της βούλησής του, όπου λειτουργεί δηλαδή ως διάμεσο. Αλλά στην κατάσταση της αβουλίας δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι κυριαρχείται από καλές δυνάμεις…

Είναι πολύ δύσκολο να γίνει κατανοητό πώς γίνεται να είναι κλειστοί σε αυτό το θέμα άνθρωποι που (κατά τα άλλα) έχουν έναν πολύ στενό δεσμό με τον Θεό και Δημιουργό τους. Ιδιαίτερα μάλιστα εφόσον πρόκειται για άτομα που διδάσκουν αναρίθμητους ανθρώπους τόσο όσο είναι στη Γη όσο και όταν βρεθούν στο πνευματικό βασίλειο. Και ενώ αυτοπαρουσιάζονται πάντα ως υψηλές ή και ύψιστες οντότητες, εντούτοις δεν προβάλλουν Εκείνον ο Οποίος είναι αληθινά και πραγματικά Θεός, δηλαδή τον «Ιησού».

Αυτά τα φωτεινά πνεύματα κατέβηκαν κάποτε από τα ύψη για να ενσαρκωθούν κάτω στη Γη. Εκεί Με γνώρισαν και Με αναγνώρισαν και πέρασαν τις εξετάσεις της βούλησής τους με επιτυχία. Όμως δεν κατέκτησαν τον ανώτατο βαθμό της υιοθεσίας από τον Θεό, η οποία απαιτεί να εναρμονιστούν πλήρως με τη δική Μου βούληση και να υποταχθούν στον Ιησού, που είναι και θα παραμένει Θεός στον αιώνα τον άπαντα.

Οπωσδήποτε έχουν φθάσει στον ανώτατο βαθμό ωριμότητας πάνω στη Γη! Όντως αντλούσαν από τη δύναμή Μου με την οποία ενεργούσαν και μπορούσαν να κάνουν θαύματα. Όμως η σταυρική θυσία του Ιησού δεν ήταν αποφασιστικής σημασίας γι’ αυτούς, εξ ου και Τον παρουσίαζαν πάντοτε στους συνανθρώπους τους απλώς σαν έναν ύψιστα τελειοποιημένο άνθρωπο.

Τον παρουσίαζαν απλώς σαν έναν δάσκαλο όπως υπήρχαν πολλοί εξ αυτών, αλλά όχι ως τον Έναν και Μοναδικό μέσα στον Οποίο κατοίκησα και έδρασα αυτοπροσώπως με όλη την πληρότητά Μου και μέσα στον οποίο πλήρωσα ο Ίδιος για την ενοχή τους με το θάνατο στο σταυρό. Είναι γεγονός ωστόσο πως όποιος από αυτούς τους υψηλούς πνευματικούς καθοδηγητές αναγνώρισε επί γης τον Ιησού Χριστό ως το Λυτρωτή, προσπάθησε να οδηγήσει τους συνανθρώπους του επίσης σε αυτήν την πίστη.

Ως συνέπεια των παραπάνω, πολλοί από εκείνους που έχουν μία εντελώς διαφορετική θρησκεία, μόνο στον άλλο κόσμο πλέον θα βρουν τον Ιησού και μόνο τότε θα απαλλαγούν από την αρχική αμαρτία. Γιατί τούτο ειδικά το χρέος δεν μπορεί να το ξεπληρώσει κανένας για λογαριασμό των συνανθρώπων του. Την αρχική ενοχή μονάχα ο Ιησούς Χριστός… ο Ίδιος ο Θεός … μπορεί να την εξαλείψει και γι’ αυτόν το λόγο είναι αναγκαίο να αναγνωρίσουν οι άνθρωποι ότι αυτός είναι ο θεϊκός Λυτρωτής. Επιπλέον, κανένας δεν πρόκειται να βρει τη μακαριότητα εάν δεν απαλλαγεί πρώτα από την ενοχή της αρχικής αμαρτίας που ήταν η πτώση από τον Θεό. Ο Ένας και Μοναδικός που μπορεί να ελευθερώσει τον άνθρωπο από αυτήν την ενοχή είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Οποίος υπήρξε η περιβολή για την ίδια την Αιώνια Θεότητα.

Ασφαλώς υπάρχουν πολλοί που ζουν άγια και προσπαθούν να φτάσουν επί γης στην υπέρτατη τελείωση. Παρ’ όλα αυτά υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα σε εκείνους και στον Ιησού. Γιατί Αυτός γνώριζε ανέκαθεν ποια θα ήταν η αποστολή Του και επίσης ήξερε για το μαρτυρικό θάνατο που Τον περίμενε. Αλλά παράλληλα γνώριζε την αρχική αμαρτία που βάραινε όλους τους ανθρώπους. Για να εξαλείψει αυτήν την αμαρτία κατέβηκε η ψυχή Του στη Γη και πορεύτηκε ως άνθρωπος. Συνάμα κάλεσε όλους τους ανθρώπους να Τον ακολουθήσουν καθώς έστησε τη γέφυρα πάνω από το τεράστιο χάσμα. Σε τούτην τη γέφυρα μπορούσαν τώρα να βαδίσουν όλοι οι άλλοι άνθρωποι, ενώ προηγουμένως δεν υπήρχε καμία δυνατότητα να περάσει κάποιος από το βασίλειο του σκότους στο βασίλειο του Φωτός.

Οι φωτεινές οντότητες που είχαν σταλεί πρωτύτερα στη Γη για να επιτελέσουν χρέη προφήτη, είχαν προαγγείλει το δικό Του τον ερχομό λέγοντας ότι θα ερχόταν ο Μεσσίας που θα έφερνε τη σωτηρία στην ανθρωπότητα. Αλλά μόνο εφόσον κάποιος Τον ακολουθούσε κατά το σωστό τρόπο, αποκτούσε πάλι την τελειότητα και επέστρεφε στην αρχική κατάσταση πριν την πτώση των αγγέλων. Αρχικά οι προφήτες και ύστερα ο Ίδιος ο Ιησούς γνωστοποίησαν στην ανθρωπότητα τη βούληση του Θεού την οποία δεν γνώριζε πια, εξ αιτίας της αρχικής αμαρτίας που την βάραινε. Εκείνοι μεν οι [απλοί] άνθρωποι που βαρύνονταν από την αρχική πτώση δεν ήταν ποτέ ικανοί να φθάσουν σε ένα υψηλό επίπεδο ωριμότητας πάνω στη Γη, για το λόγο ότι η θέλησή τους είχε εξασθενίσει εντελώς. Από την άλλη πλευρά, αυτοί που έκαναν υπερφυσικές ενέργειες επί γης, που ανέπτυξαν ανώτατες πνευματικές ικανότητες και αναδείχτηκαν σε ολοκληρωμένους δασκάλους για τους συνανθρώπους τους, δεν θα είχαν μπορέσει να φτάσουν σε τέτοια υψηλά επίπεδα, εάν τους βάρυναν επίσης τα δεσμά της αρχικής αμαρτίας απέναντι στον Θεό.

Ήταν απεσταλμένοι που είχαν κατέλθει από ψηλά προκειμένου να βοηθήσουν την ανθρωπότητα. Δεν ήταν από τα αρχέγονα πνεύματα που είχαν εκπέσει, αλλά από εκείνα που Μου είχαν μείνει πιστά. Εντούτοις τέτοια πνεύματα έχουν επίσης τη δυνατότητα να πορευτούν στη Γη οποτεδήποτε θέλουν προκειμένου να γίνουν “θεοί” με τη θέλησή τους. Γιατί Εγώ δεν μπορούσα να δημιουργήσω απαρχής θεούς, επειδή η θέωση πρέπει να επιτευχθεί από τον ίδιο τον άνθρωπο με ελεύθερη τη βούλησή του».

* Σύγχρονη προφήτης (1891 – 1965), χαρακτηριστική εκπρόσωπος της λεγόμενης «Νέας Αποκάλυψης» (Ν.Α.)

2017-11-19T13:57:57+00:00