«… Το πρώτο που θέλω να ξέρετε είναι το γεγονός ότι διαθέτετε μία ελεύθερη βούληση, στην οποία δεν πρέπει ποτέ να ασκείται η παραμικρή πίεση ή περιορισμός.
Θέλω να σας τονίσω ότι καμία πλευρά – ούτε καλή ούτε κακή – δεν δικαιούται να την χειραγωγήσει, όμως θα πρέπει να δώσετε λογαριασμό για το πώς αξιοποιήσατε αυτή τη βούληση.
Συνεπώς κάθε διδασκαλία που ορίζει ότι πρέπει να την ασπαστείτε υποχρεωτικά ως δόγμα, είναι αντίθετη με τη δική Μου βούληση.
Έχετε την ελευθερία να καθορίσετε από μόνοι σας τι θέλετε να πιστεύετε και κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να σας περιορίσει την ελευθερία πίστης. Επιπλέον, έχετε το δικαίωμα, να συγκρίνετε τις πιο διαφορετικές πίστεις, έτσι ώστε μπορείτε να επιλέξετε από όλες τις πνευματικές τάσεις αυτά που σας φαίνονται σωστά.
Ο αντίπαλός Μου έχει περάσει μία πολύ σφικτή θηλειά στους ανθρώπους, καθώς τους εξανάγκασε να δείχνουν υπακοή. Έτσι αποκλείεται οποιαδήποτε προσωπική γνώμη στα θέματα της πίστης, αφού κανείς δεν τολμά να έχει δική του γνώμη, γιατί νομίζει ότι διαφορετικά διαπράττει μια μεγάλη αμαρτία.
Όμως το μόνο ζητούμενο είναι να προέχει η δική Μου η βούληση. Γι’ αυτό το λόγο λοιπόν σας επισημαίνω την ελευθερία της βούλησής σας, την οποία πρέπει αναγκαστικά να απεμπολήσετε εάν υποτάσσεστε σε ανθρώπινες εντολές…»
Μπέρτα Ντούντε
Αρ. 8814 18-6-1964
«Κάθε γνώση πνευματικού περιεχομένου που διδάσκεται κανείς παραδοσιακά από καθέδρας, άρα και οι διδασκαλίες που υιοθετεί επειδή αποτελούν μέρος της παράδοσης, δεν αρκούν για να γνωρίσει πλήρως τη βούληση του Θεού, εφόσον δεν σκεφτεί και μόνος του για αυτές, ώστε να αφυπνιστεί μέσα του και να αναπτυχθεί το αίσθημα ευθύνης…
Όταν σκεφτεί δε σε βάθος, θα αναγνωρίσει ποιες διδασκαλίες έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο και ποιες προστέθηκαν από την ανθρώπινη πλευρά. Επομένως, για να είναι κάποιος σε θέση μία μέρα να δώσει λογαριασμό για τη ζωή του, πρέπει πρώτα να σκεφτεί ο ίδιος προσωπικά για όσα τον έχουν διδάξει. Και έτσι θα μπορεί να διακρίνει την πλάνη από την αλήθεια, υπό την προϋπόθεση ότι τον ενδιαφέρει να βρει την αλήθεια. Αντίθετα, μία δογματική διδασκαλία καταπνίγει το αίσθημα ευθύνης μέσα του. Και αυτό είναι αναπόφευκτο, διότι τότε πιστεύει ή τηρεί εντελώς μηχανικά εκείνο που του επιβάλλει η δογματική διδασκαλία. Έτσι καθώς πιστεύει ότι ακολουθεί ευσυνείδητα ό,τι του επιβάλλεται από έξω, δεν αισθάνεται ότι έχει ο ίδιος την ευθύνη γι’ αυτό. Γιατί ό,τι κάνει, το κάνει υπό μία ορισμένη πίεση επειδή του το απαιτούν»…
«Δεν αποτελεί πνευματικό βιασμό όταν σε κάποιον που ανήκει πνευματικά σε κάποιον συγκεκριμένο χώρο, του υποδεικνύεται μία άλλη κατεύθυνση. Όταν του προτείνεται μία γνώση που διαφωνεί με αυτά που ξέρει, δεν ασκείται πάνω του βία, εφόσον έχει την ελευθερία της βούλησης ώστε να μπορεί να αποφασίσει εάν θα την ασπαστεί ή εάν θα την απορρίψει. Βιασμός γίνεται όταν υποχρεώνεται από νόμους, εντολές ή κανόνες να ασπαστεί κάτι, γιατί διαφορετικά απειλείται με κάποια τιμωρία και έτσι οι σκέψεις και οι πράξεις του δεν είναι ελεύθερες. Σε αυτήν την περίπτωση πρόκειται για πνευματικό βιασμό, ο οποίος δεν μπορεί ποτέ να έχει καλές συνέπειες για την ψυχή του. Γι’ αυτό ναι μεν χρειάζεται να διδάσκεται πάντοτε ο Λόγος Μου, αλλά με τέτοιο τρόπο που να μην ασκείται πίεση σε κανέναν. Για τον ίδιο λόγο η μετάδοση της αγνής αλήθειας από ψηλά γίνεται μέσα σε πλήρη βουλητική ελευθερία. Έτσι ένα άτομο που δεν είναι φωτισμένο έχει πάντα τη δυνατότητα να θεωρήσει την αλήθεια αυτή σαν ανθρώπινο κατασκεύασμα, εάν όταν την ακούσει η θέλησή του τείνει περισσότερο να την απορρίψει παρά να την δεχτεί.
Ασφαλώς οι άνθρωποι χρειάζονται καθοδηγητές, όταν δεν αγωνίζονται από μόνοι τους για την πνευματοποίηση της ψυχής τους.
Ωστόσο ένας σοφός καθοδηγητής οφείλει απλώς να τους διδάσκει και να προσπαθεί έτσι να αφυπνίσει την καρδιά και το μυαλό τους. Γιατί τη σύνδεση μαζί Μου και με το πνευματικό βασίλειο πρέπει να την βρει ο κάθε ένας μόνος του.
Οι εκπρόσωποί Μου στη Γη οφείλουν να του δείξουν το δρόμο μεταφέροντάς του το Λόγο Μου. Οφείλουν να αφήνουν πάντοτε Εμένα να μιλώ, χωρίς να προσθέτουν ποτέ δικές τους ιδέες ούτε να δίνουν εντολές ούτε να επιβάλλουν θρησκευτικά καθήκοντα στους ανθρώπους με τη δικαιολογία ότι το θέλω υποτίθεται Εγώ. Εγώ αφήνω κάθε άνθρωπο ελεύθερο, ενώ φροντίζω απλώς να παρέχεται συνεχώς και να διαδίδεται η Αλήθεια. Όποιος αναζητεί την Αλήθεια αναζητεί κι Εμένα και όντως θα τον αφήσω να Με βρει. Αλλά όποιος δεν αγωνίζεται να βρει την Αλήθεια, δεν πρόκειται να έχει κανένα όφελος ασπαζόμενος διδασκαλίες που του τις πέρασαν σαν (αναμφισβήτητο) δόγμα και έτσι πιστεύει ότι δεν έχει το δικαίωμα να τις απορρίψει…
Ως προς Εμένα ο κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να παίρνει τις αποφάσεις του ελεύθερα. Το μόνο που απαιτώ από αυτόν είναι να επεξεργάζεται με τη σκέψη του αυτά που οφείλει να πιστέψει. Εάν δεν μπορεί να τα αποδεχτεί, παρ’ όλο που συλλογίστηκε διεξοδικά πάνω σ’ αυτά, δεν του το καταλογίζω ως αμάρτημα, αλλά σίγουρα αμαρτάνει όταν ομολογεί πίστη σε μία διδασκαλία με το στόμα του χωρίς όμως να έχει ρωτήσει την καρδιά του. Γιατί ο καθένας είναι μόνος του υπεύθυνος για τον εαυτό του και αποτελεί ύβρι το να θέλει ένας μόνο άνθρωπος να καθορίσει τι είναι υποχρεωμένοι να σκέφτονται και να πιστεύουν εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι, θεσπίζοντας εντολές οι οποίες θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να θεωρούνται δογματικές διδασκαλίες».
Ο ΖΩΝΤΑΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ