Για τον αναγνώστη που θέλει να εμβαθύνει στην έννοια του κάρμα, θα παραθέσουμε ένα σχετικό κείμενο της Ντούντε (27.3.1947):
«Η δικαιοσύνη του Θεού αποκαθιστά την ισορροπία και την τάξη, όποτε γίνεται μία αδικία, γι’ αυτό το λόγο άνθρωποι που θέλουν το κακό των άλλων συχνά τιμωρούνται με το ίδιο κακό κι έτσι πρέπει να πληρώσουν όσο βρίσκονται ακόμη στη Γη για τις αμαρτίες που τους βαραίνουν. Στην πραγματικότητα, εντούτοις, αποτελεί πάλι χάρη το γεγονός ότι τους δίνεται ήδη στη Γη η δυνατότητα να ξεπληρώσουν το κακό που έχουν κάνει. Έτσι δεν πρέπει να κουβαλήσουν όλο το βάρος της ενοχής τους στον άλλο κόσμο, όπου θα είναι πολύ δύσκολο να απαλλαγούν από αυτή. Όσο είναι στη Γη, η τιμωρία που υφίστανται μπορεί να τους κάνει να αναγνωρίσουν την αδικία τους και ίσως να μετανιώσουν, οπότε θα είναι και πιο ελαφριά η τιμωρία. Αντίθετα στον άλλο κόσμο είναι πολύ πιο δύσκολο να την αναγνωρίσουν και υπάρχει η πιθανότητα τα βάσανα που περνούν εκεί να τους κάνουν ακόμη πιο αμετανόητους.
Ωστόσο δεν συμβαίνει πάντοτε να αναγνωρίζει κάποιος την αδικία του και να μετανοεί, αφού σε μερικές περιπτώσεις κοιτάζει ακόμη πιο πολύ να βλάψει τους συνανθρώπους του, μολονότι έχει γευθεί και ο ίδιος τους καρπούς της κακής βούλησης. Στην προκειμένη περίπτωση αυτός που έχει γίνει τόσο σκληρός παίρνει την ενοχή του μαζί του στο υπερκόσμιο βασίλειο.
Πρέπει να αναφερθεί εξ αρχής αυτό το δεδομένο για να μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί αμέτρητοι άνθρωποι στην έσχατη εποχή πρέπει να υποφέρουν τόσο πολύ και γιατί πολλές φορές δεν τους βοηθάει κανένας την ώρα της μεγαλύτερης ανάγκης τους. Η απάντηση είναι ότι και οι ίδιοι υπήρξαν απαθείς απέναντι στη δυστυχία των συνανθρώπων τους σε εποχές όπου είχαν τη δυνατότητα να βοηθήσουν, εάν το ήθελαν πραγματικά. Εάν λοιπόν τότε αναλογισθούν τις διάφορες αμαρτίες, όπως κι αυτά που παρέλειψαν να κάνουν για τους άλλους, υποβάλλοντας σε μια αυστηρή κριτική τον εαυτό τους ή κάνοντας την αυτοανάλυσή τους, και μετανοήσουν για την αδικία τους, τότε κι η τιμωρία τους θα είναι υποφερτή. Έτσι, μπορεί η ενοχή τους να μειωθεί ήδη πάνω στη Γη, οπότε κι αυτή η περίοδος των παθών αποβαίνει σε ευλογία γι’ αυτούς, αφού θα τους έχει αποφέρει το έλεος του Θεού. Γιατί τότε μπορεί να βάλουν τον εαυτό τους στο σκαμνί, να παραδεχθούν απέναντι στον Θεό την αδικία που έχουν κάνει και να ζητήσουν τη συγχώρεσή Του.
Σίγουρα, τότε το μέγεθος της ενοχής τους θα μικρύνει, διότι ο Θεός είναι ένας επιεικής κριτής κι όπου βλέπει ότι κάποιος μετανοεί, δίνει άφεση και τον συγχωρεί. Χωρίς όμως να παραδεχθεί κανείς την ενοχή του, δεν μπορεί ούτε να βρει συγχώρεση, γιατί ο Θεός είναι βέβαια επιεικής, αλλά είναι και δίκαιος κριτής».
Είναι αυτονόητο ότι η λέξη «τιμωρία» στις νέες αποκαλύψεις σημαίνει αυτοτιμωρία, όπως φαίνεται καθαρά στο παρακάτω απόσπασμα:
«Ο έκπτωτος από τον Θεό αυτοτιμωρείται, γιατί δεν δέχεται να τον απολυτρώσει ο Ιησούς Χριστός και δεν αναγνωρίζει τη θυσία Του».
Ο λόγος που προσκρούουμε σε τέτοιες φαινομενικές αντιφάσεις στη Βίβλο και στις νέες αποκαλύψεις είναι ότι ο θείος Λόγος έχει μια πολλαπλή έννοια: μια γήινη – κοσμική, μία ψυχική – πνευματική και μία ουράνια – πνευματική. Έτσι, λόγου χάρη, η έννοια της τιμωρίας εξαρτάται από το επίπεδο από το οποίο εξετάζεται.
Όταν λέγεται π.χ. «Ο Θεός είναι και κριτής» (Γένεση 16, 5 και 31,53, Ψαλμοί 7,9,12 κ.ά.) και μπορεί να τιμωρεί τους ανθρώπους (Ιώβ 31,23, Αποκάλυψη Ιωάννη 3,19 κ.ά.), με αυτό δεν εννοείται ότι ο Θεός-Πατέρας τιμωρεί, αλλά δρα η παντοδυναμία του που διαφυλάττει την αιώνια απαραβίαστη τάξη. Όταν τα δημιουργημένα όντα παραβαίνουν τους νόμους αυτής της τάξης, εξυπακούεται ότι οι νόμοι δεν αναιρούνται ούτε γίνονται ελαστικοί για να προσαρμοστούν στη δική τους θέληση, αλλά οι άνθρωποι εισπράττουν τις συνέπειες των άνομων πράξεων τους, πράγμα που κατά βάση αποτελεί αυτοτιμωρία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο βιασμός της φύσης. Η φύση «εκδικείται» ανελέητα, με άλλα λόγια οι αμετάβλητοι νόμοι της τιμωρούν όποιον επιχειρεί να τους αγνοήσει κι έτσι ουσιαστικά ο παραβάτης αυτοτιμωρείται, ένα γεγονός που διαπιστώνουμε σχεδόν καθημερινά στις φυσικές καταστροφές που πλήττουν τη Γη και που αυξάνονται κατά γεωμετρική πρόοδο τα τελευταία χρόνια.
Ο Θεός είναι βέβαια αγάπη ως προς την πρωταρχική του ουσία, όμως είναι επίσης Νόμος, δικαιοσύνη και φύλακας της αιώνιας τάξης του, γιατί αλλιώς δεν θα ήταν τέλειος. Κάθε παραβίαση της θείας τάξης είναι υπέρβαση, δηλαδή αμαρτία, που για λόγους δικαιοσύνης πρέπει να βρει εξιλασμό.
Γι’ αυτό ο Ιησούς πλήρωσε το τίμημα για όλα τα ανομήματα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, αντιπροσωπευτικά στη θέση των ανθρώπων. Συνεπώς, ο Ιησούς πλήρωσε για τις απαιτήσεις του Νόμου κι έτσι, όσοι τον πιστεύουν, δεν είναι πια υπόδουλοι στο Νόμο (Γαλάτες 3,13.4, 1-5), γιατί ο Χριστός σημαίνει το τέλος του (Ρωμ. 10, 4), αφού είναι η αγάπη πια που τον εκπληροί (Ρωμ. 13,10). Αλλά για εκείνους που δεν υιοθετούν στην πράξη τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού και δεν τον δέχονται, ο Θεός παραμένει ο Κριτής και ο Νόμος.
Μπορεί, επομένως, η αγάπη να είναι η κυρίαρχη ιδιότητα του Θεού, όμως η τελειότητά του προϋποθέτει όλες τις θεϊκές ιδιότητες, συμπεριλαμβανομένων της τάξης και της δικαιοσύνης.
Ένα άλλο στοιχείο που θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη είναι η διαφορά μεταξύ, αφ’ενός του τιμήματος που πρέπει να καταβάλει κάποιος για να απαλλαγεί από το βάρος της ενοχής και των αμαρτιών του και αφ’ ετέρου των δοκιμασιών, θυσιών, βασάνων κ.λπ., στα οποία πρέπει ενδεχομένως να υποβληθεί προκειμένου να πετύχει την τελειοποίηση της ψυχής του. Γιατί ναι μεν ο Χριστός ανέλαβε τον εξιλασμό όλων ανεξαιρέτως των αμαρτιών μας, αλλά αυτό δεν σημαίνει αυτόματα ότι έχουμε γίνει και τέλειοι.
Για την τελειοποίηση της ψυχής απαιτείται ένας αγώνας, προκειμένου να κοπούν οι δεσμοί από τον κόσμο της ύλης, από τις επιθυμίες που μας εξανδραποδίζουν σε αυτόν. Απαιτείται ένας καθαρισμός της ψυχής από καθετί ακάθαρτο, πράγμα που μόνο η αγάπη και ο πόνος -όταν η αγάπη δεν είναι αρκετή- μπορούν να πετύχουν.
Έτσι εξηγείται γιατί πολλοί άνθρωποι, παρ’ όλο που έχουν αφιερώσει τη βούληση τους στον Ιησού Χριστό, υποφέρουν ακόμη με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο· αυτό αποσκοπεί όχι πια στον εξιλασμό των αμαρτιών τους, που έτσι κι αλλιώς έχουν διαγραφεί από τον Ιησού Χριστό, παρά στον πλήρη εξαγνισμό της ψυχής τους, ώστε να γίνει τελείως διαπερατή από το φως, για να μπορούν να αποκτήσουν την πατρότητα τον Θεού.
Γι’ αυτό και τέτοια «πάθη» έχουν ένα άλλο βάρος από εκείνα που ενδεχομένως υφίσταται ο άνθρωπος πριν τη μεταστροφή του, γιατί αυτά αποβλέπουν στο να την κάνουν να αναλογιστεί τα λάθη του και ταυτόχρονα βέβαια να τον «καθαρίσουν», υποβάλλοντας σώμα και ψυχή σε μια «θεραπευτική νηστεία».
Κάτω από αυτό το πρίσμα πρέπει να διαβάσουμε την παρακάτω διδασκαλία στην Ντούντε, για να την καταλάβουμε σωστά:
«Εάν χρειαστεί να υποφέρετε, σεις οι άνθρωποι, Θυμηθείτε τα λόγια Μου: ‘”Οποιος θέλει να Με ακολουθήσει, ας σηκώσει το σταυρό του επάνω του!” Να ξέρετε ότι κάθε δοκιμασία που περνάτε, και επιδεικνύετε πλήρη αποδοχή της βούλησής Μου, είναι ισότιμη με μία σταύρωση, που σημαίνει για σας λύτρωση και απελευθέρωση από κάθε ενοχή. Να ξέρετε ότι βρίσκεστε στη Γη, για να απαλλαγείτε από μία ενοχή, που το μέγεθος της είναι αδύνατο να το συλλάβετε ως άνθρωποι. Για να την ελαχιστοποιήσω, πέθανα βέβαια στο σταυρό, αλλά και ο καθένας από σας πρέπει να πληρώσει επίσης ένα τίμημα. Αυτό γίνεται στο βαθμό φυσικά που του επιτρέπουν οι δυνάμεις του, εφ’ όσον θέλει να συμμετάσχει στο έργο της απολύτρωσης που άρχισα, από την αγάπη Μου, με το θάνατο Μου στο σταυρό.
Σε σας τους ανθρώπους σάς έχει δοθεί ένα μικρό, ελαφρύ σταυρουδάκι να κουβαλήσετε, μια που το πιο μεγάλο βάρος το έχω πάρει Εγώ. Όμως δεν μπορείτε να μείνετε χωρίς καθόλου πόνους και δοκιμασίες, γιατί αυτά έχουν σκοπό να σας σπρώξουν προς εκείνον που είναι πρόθυμος να σας βοηθήσει ανά πάσα στιγμή, τον οποίο πρέπει να μιμηθείτε, προκειμένου να γίνετε μακάριοι».
«…Ασφαλώς, θέλω να σας βοηθήσω να σηκώσετε το σταυρό σας, αλλά κι εσείς δεν πρέπει να προσπαθείτε να τον αποτινάξετε τελείως από πάνω σας. Να έχετε πάντοτε κατά νου ότι μπορείτε να αποβάλετε πολλές ακαθαρσίες από την ψυχή σας, όταν σηκώνετε υπομονετικά το σταυρό σας».
Επομένως, το «σταυρουδάκι» που έχει να σηκώσει ο καθένας είναι απλά μια κινητήρια δύναμη στην ατραπό της κάθαρσης και της τελειοποίησης, με στόχο την ανύψωση σε εκείνο το επίπεδο, όπου γίνεται πια ολοκληρωμένα παιδί του Θεού. Γιατί για την υιοθεσία από τον Θεό χρειάζεται απαραίτητα η ενεργή συμμετοχή στο λυτρωτικό έργο. Η συμμετοχή, όμως, είναι τελείως διαφορετική από την τιμωρία προηγούμενων αμαρτιών, που διδάσκει ο νόμος του κάρμα, γιατί αυτές, όσο μεγάλες κι αν είναι, τις έχει εξαλείψει ο Χριστός:
«Οι άνθρωποι εκείνοι που αναγνωρίζουν τον Ιησού Χριστό ως θεϊκό λυτρωτή τους και μετανοημένοι παίρνουν θέση κάτω από το σταυρό του, είναι ελεύθεροι από κάθε ενοχή, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι τους έχει δοθεί άφεση για κάθε αμαρτία που τους βαραίνει.
Άφεση μιας ενοχής σημαίνει απάλειψη, πλήρης απαλλαγή από το χρέος, που κανονικά θα έπρεπε να εξαλειφθεί με συγκεκριμένες πράξεις.
Άφεση μιας ενοχής σημαίνει απάλειψη, πλήρης απαλλαγή από το χρέος, που κανονικά θα έπρεπε να εξαλειφθεί με συγκεκριμένες πράξεις.
Άφεση σημαίνει παραγραφή του χρέους, αθώωση, επαναφορά της κατάστασης που υπήρχε πριν διαπραχθεί η αμαρτία και κάθε συνέπεια ενός ανομήματος τη φέρει αποκλειστικά εκείνος που παίρνει επάνω του την ενοχή.
Επομένως, το βάρος όλων των αμαρτιών το επωμίστηκε ο Ιησούς Χριστός μόνος του και Μου πρόσφερε γι’ αυτό την εξιλαστήρια θυσία. Αυτός αναιρεί οποιαδήποτε επίπτωση μιας αμαρτίας».
Κατά συνέπεια, για όσους πιστεύουν αυθεντικά, όχι μόνο τύποις, στον Ιησού Χριστό, ο νόμος του κάρμα δεν ισχύει. Αλλά και για τους ετερόδοξους ή άθρησκους η διδασκαλία αυτή είναι αληθινή μόνο κατά το ήμισυ, γιατί δεν είναι μόνο η ενοχή εξαιτίας της πρωταρχικής πτώσης που βαραίνει τον κάθε άνθρωπο.
Μια άλλη παράμετρος επίσης, που παίζει ρόλο στη διαμόρφωση της μοίρας του ανθρώπου, είναι η αντίσταση που πρόβαλαν τα εωσφορικά στοιχεία της ψυχής του στο διάστημα που αυτή ήταν χωρίς ελεύθερη βούληση, φυλακισμένη μέσα στα φυσικά βασίλεια.
Στο διάστημα αυτό της επίπονης ανέλιξής της διαμέσου των βασιλείων της φύσης η ψυχή είναι κατακερματισμένη σε αμέτρητα στοιχεία που το καθένα του ακολουθεί μια χωριστή, δική του πορεία. Μέχρι να φτάσει να γίνει πάλι ενιαία και να ενσαρκωθεί ως άνθρωπος, η ψυχή δεν έχει συνείδηση του εαυτού της και συνεπώς ούτε και ελεύθερη βούληση. Ωστόσο, τα μεμονωμένα στοιχεία της μπορούν να επιδείξουν διαφορετική συμπεριφορά το ένα από το άλλο, από το να διατηρούν στο ακέραιο τη σατανική αντίσταση που τα έχει διαποτίσει από τον καιρό της εξέγερσης εναντίον του Δημιουργού, έως το να υπηρετούν υπάκουα το φυσικό νόμο.
Με άλλα λόγια, παρ’ όλο που είναι υπόδουλα στη φυσική νομοτέλεια, απολαμβάνουν ωστόσο μια σχετική ελευθερία κινήσεων και διαμόρφωσης ατομικού χαρακτήρα. Αυτό είναι κάτι που παρατηρούμε συχνά στη φύση, όπου π.χ. ένας σκύλος είναι εξαιρετικά άγριος και αδάμαστος, ενώ ένας άλλος της ίδιας ράτσας ήμερος ως ένα βαθμό που ξεπερνά σχεδόν τα στενά όρια της ενστικτώδους συμπεριφοράς. Αυτές οι «ατομικές ιδιαιτερότητες», ωστόσο, είναι απόλυτα ενσωματωμένες στη θαυμαστή ισορροπία και αρμονία της φύσης.
Η εωσφορική αντίσταση των ψυχικών στοιχείων δεν επιτρέπεται να καμφθεί δια της βίας ούτε καν σ’ αυτή τη φάση της ανελευθερίας του έκπτωτου όντος. Αυτή είναι, λοιπόν, από τη μια πλευρά η εξήγηση -μαζί με το βάρος της πρωταρχικής ενοχής, ανάλογα με το βαθμό της πτώσης, καθώς δεν έπεσαν όλοι οι στασιαστές άγγελοι το ίδιο βαθιά- γιατί ο κάθε άνθρωπος έχει μια διαφορετική μοίρα από τη γέννησή του κιόλας. Διότι οι διαφορετικές συμπεριφορές σημαίνουν επίσης διαφορετικούς βαθμούς ωριμότητας και διαφορετικές προδιαθέσεις, που αποκτήθηκαν κατά τη διαδικασία της ωρίμανσης των ψυχικών στοιχείων και γι’ αυτό πρέπει να υπάρχει η πολυποικιλία δυνατοτήτων, βιοτικών συνθηκών κ.λπ., ανάλογα με το τι χρειάζεται η κάθε ψυχή χωριστά για να φτάσει ως άνθρωπος στο στόχο της.
Η μοίρα του καθενός, δηλαδή, είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του σύμφωνα με το τι χρειάζεται για να φτάσει στην τελειοποίηση. Εννοείται ότι είναι ο Δημιουργός που τοποθετεί τον άνθρωπο στη συγκεκριμένη μοίρα, ακριβώς επειδή γνωρίζει επακριβώς την ποιότητα και τις ανάγκες κάθε ψυχής, αλλά επαφίεται ελεύθερα στον καθένα το πώς θα αντιμετωπίσει, αξιοποιήσει κ.λπ. τις συνθήκες της ατομικής του ιστορίας. Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι είναι άλογος ο ισχυρισμός πως ο Θεός αφήνει να μας επιβάλλεται αναγκαστικά ένα πεπρωμένο, όπως διδάσκει ο νόμος του κάρμα και όπως υπαινίσσεται η αστρολογία, μολονότι η δεύτερη καλύπτει τα νώτα της με διφορούμενες δικαιολογίες του τύπου: «τα άστρα, δείχνοντάς μας το τι μας περιμένει, μας ωθούν σε ένα συγκεκριμένο δρόμο, αλλά δεν μας εξαναγκάζουν να τον πάρουμε».
Η μισή αλήθεια είναι, επομένως, ότι υπό μία έννοια ο νόμος του κάρμα όντως ισχύει περιορισμένα, αλλά μόνο όσον αφορά τον άνθρωπο που δεν πιστεύει. Από τη στιγμή όμως που θα αποθέσει όλα τα χρέη του στον Ιησού Χριστό, αυτά παραγράφονται, άσχετα με το αν ενδεχομένως του δίνονται ευκαιρίες στο μέλλον να επανορθώσει τα αδικήματα που έχει κάνει.
Επομένως, ο στόχος των παιδιών τον Θεού δεν είναι η διαρκής «επανόρθωση» μέχρι την αποπληρωμή των χρεών, με την έννοια του κάρμα, αλλά η προσφορά υπηρεσίας και αγάπης προς όλη την πλάση. Η επανόρθωση και η πληρωμή για προηγούμενα κακά μπορεί να αποτελεί ένα μέρος μιας τέτοιας προσφοράς, αλλά όχι υποχρεωτικά, καθώς ο Πατέρας διαθέτει πολλούς δρόμους για να οδηγήσει τα παιδιά του στην τελειοποίηση.
Και όταν όντως γίνεται μια επανόρθωση ενός περασμένου αδικήματος, αυτό γίνεται όχι για χάρη της ίδιας της επανόρθωσης, αλλά για χάρη της αγάπης και της αλληλεγγύης, που τελειοποιούν την ψυχή.
Άλλωστε, δεν είναι γραμμένο πουθενά ότι ο μετανοημένος υποχρεούται να πληρώσει για όλα τα κακά που έχει κάνει, αντίθετα λέγεται: «Να σηκώνετε ο ένας το φορτίο του άλλου κι έτσι θα εφαρμόσετε πλήρως το νόμο του Χριστού» (Προς Γαλάτες 6, 2).
Ο καλύτερος τρόπος να δείχνει κάποιος έμπρακτα τη μεταμέλειά του είναι να βοηθά στη σωτηρία των αδελφών του, γιατί, όπως λέει η παραβολή, όποιος οργώνει, πρέπει να κοιτά μπροστά και όχι προς τα πίσω (Κατά Λουκά 9, 62).
Σε τελική ανάλυση, λοιπόν, η διδασκαλία του κάρμα μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό εμπόδιο για την τελειοποίηση της ψυχής. Το παράλογο της διδασκαλίας αυτής φαίνεται, άλλωστε, από το γεγονός ότι συχνά για διάφορους λόγους είναι αδύνατο να γίνει η επανόρθωση η αποπληρωμή ενός ανομήματος πάνω στη Γη. Είναι λογικά αδύνατο να περιμένει κανείς ότι θα επανορθώσει σε μια άλλη γήινη ζωή, όπου επιπλέον δεν έχει ανάμνηση της προηγούμενης ζωής του.
Για να απαλλαγεί κάποιος από το βάρος των ανομημάτων του προϋποτίθεται ότι τα αναγνωρίζει, μετανοεί εντελώς συνειδητά γι’ αυτά και τα παραδίδει στον Ιησού. Προφανώς δεν είναι δυνατό, λοιπόν, να μετανοήσει για κάτι που δεν γνωρίζει. Όσον αφορά την προϊστορία της ανθρώπινης ύπαρξής του, είναι αρκετό να έχει κανείς γνώση για την πρώτη πτώση από τη σφαίρα του Θεού και τη συνακόλουθη πτώση των πρωτόπλαστων.
Στο παρελθόν, βέβαια, εκτός από λίγους φωτισμένους οι περισσότεροι γνώριζαν μόνο για το «προπατορικό αμάρτημα» του Αδάμ και της Εύας και δεν υπήρχε μια σαφής εξήγηση, γιατί η αδυναμία των πρώτων δύο ανθρώπων έπρεπε να βαραίνει όλες τις επόμενες γενεές. Στο μεταξύ, όμως, η ανθρωπότητα έχει ωριμάσει αρκετά, ώστε να μπορεί να δεχθεί πιο «στερεά τροφή».
«ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΚΟΣΜΟΙ»