Μερικές ψυχές, μολονότι γνωρίζουν το καλό, απομακρύνονται, από εγωισμό ή έπαρση, όλο και περισσότερο από τη Θεία τάξη και συνάμα από τα ζωογόνα ρεύματα του πνεύματος του Θεού. Τότε, η εσωτερική πνευματική ζωή τους γίνεται όλο και περισσότερο σκοτεινή, καθώς η ψυχή τυφλωμένη βυθίζεται όλο και περισσότερο στην αποστροφή της από τον Θεό. Κι αυτή η κατάσταση της συνειδητής και πεισματικής κακίας λέγεται «Κόλαση». Σύμφωνα με τον Λόρμπερ, έχει τρία επίπεδα.
Σύμφωνα με όσα γράφει ο Λόρμπερ, «”στην πρώτη Κόλαση” η ψυχή δεν είναι παρά κάτι σαν ένας πολύποδας, που από τον εγωισμό και τη φιλαυτία του δεν νοιάζεται παρά για το φαγητό και την απόλαυση.
Στη “δεύτερη Κόλαση”, η ψυχή υποβάλλεται σε μια “θεραπευτική νηστεία”, με αποτέλεσμα να συρρικνώνεται όλο και περισσότερο, έτσι ώστε το πνεύμα της να αποκτά όλο και μεγαλύτερη ελευθερία. Στην καλύτερη, αλλά και σπανιότερη περίπτωση, κάποια πνεύματα τότε μεταστρέφονται, ενδυναμώνονται και τότε ανυψώνουν και την ψυχή τους όλο και περισσότερο. Στη συνηθισμένη, χειρότερη περίπτωση, πάλι το πνεύμα αφυπνίζεται, αλλά αντικρύζοντας την ψυχή του σε μια τόσο παραμελημένη κατάσταση, θίγεται, αισθάνεται αδικημένο και τότε οργίζεται. Τότε, μέσα του μεγαλώνει η ιδέα ότι η Θεότητα πρέπει να του χαρίσει μία τεράστια ικανοποίηση σε αντιστάθμισμα της αδικίας που του έγινε. Όσο περισσότερο το πνεύμα ασχολείται με την ιδέα αυτή, τόσο περισσότερα ζητάει και τόσο πιο δυσαρεστημένο είναι με όσα του προσφέρονται ως ικανοποίηση.
Μέσα απ’ αυτήν την αυξανόμενη απαίτηση, που πηγάζει από το επίσης αυξανόμενο ανικανοποίητο, το ολοένα αφυπνιζόμενο πνεύμα περνάει σε ένα συναίσθημα εκδικητικής αυταρέσκειας μέχρι που τελικά γίνεται ένας τέλειος “αρνητής του Θεού” (διάβολος). Τότε αντιλαμβάνεται επίσης ότι είναι άφθαρτο και παίρνει δύναμη με την πεποίθηση ότι ανεβάζοντας τις απαιτήσεις του μπορεί να αποκτήσει άπειρη δύναμη. Και μέσα από το συναίσθημα αυτό τότε ξεπηδάει η σατανική ιδέα ότι η Θεότητα φοβάται την αυξανόμενη ισχύ τέτοιων πνευμάτων. Η παράλογη αυτή ιδέα ενισχύει διαρκώς την υπερβολική αυτοπεποίθηση του πνεύματος, καθώς και την επιθυμία του να εκδικηθεί τη Θεότητα για το παιχνίδι που, όπως νομίζει, του έπαιξε. Τότε, το πνεύμα αισθάνεται σατανική απέχθεια απέναντι στη Θεότητα, αρχίζει να την περιφρονεί και να την μισεί, ενώ παράλληλα βλέπει τον εαυτό του σαν ανώτερο πλάσμα. Τότε πια είναι έτοιμη η “τρίτη κόλαση”».
Εφ’ όσον οι ψυχές που βρέθηκαν χάρη στην ομοθυμία τους μαζί στον άλλο κόσμο αισθάνονται η μια την παρουσία της άλλης και αλληλοεπηρεάζονται ως προς την εσωτερική τους ζωή, τα εσωτερικά τους αυτά βιώματα παίρνουν γι’ αυτές τη μορφή ενός τρομερού εφιάλτη αδιάκοπου πολέμου.
Ο Ιησούς λέει σε έναν μαθητή: «Φαντάσου αναρίθμητα τέτοια πνεύματα, γεμάτα με άπειρο εγωισμό -και υπεροψία, πώς θα φέρονται το ένα στο άλλο! Σκέψου όμως επίσης ότι στον άλλο κόσμο είναι απόλυτα ελεύθερα. Κανένας νόμος δεν τα περιορίζει και το καθένα μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Αν τα φανταστείς όλ’ αυτά, τότε θ’ αντικρύσεις μία αναρχία που όμοια της δεν υπάρχει πάνω στη γη.
Καθένα τους θέλει να είναι κυρίαρχος. Ανάλογα με το είδος της κακίας τους και της φαυλότητας τους, δημιουργούν συμμορίες, και μετά εκδηλώνονται διχόνοια, πόλεμος, ακρωτηριασμοί του χειρότερου είδους. Οι ακρωτηριασμένοι πάλι, μόλις συνέλθουν, διψούν για εκδίκηση και προσπαθούν να τραβήξουν την προσοχή πάνω τους με διάφορα κόλπα ώστε να θεωρηθούν μάγοι και δεξιοτέχνες. Όταν μ’ αυτόν τον τρόπο έχουν μαζέψει μεγάλο αριθμό οπαδών, τότε αλίμονο σ’ εκείνους που τους ακρωτηρίασαν!
«ΠΡΟΦΗΤΙΚΕΣ ΦΩΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ»
«Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ»