Loading...

Β. ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙ-ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ

ΝΕΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Η υποτιθέμενη πρόοδος και η – όχι τόσο – κρυφή κυριαρχία του αντίθεου στη σημερινή ανθρωπότητα από την πνευματική σκοπιά

Σήμερα ακόμη και οι πιο ευδαίμονες αστοί ή απλώς «καλοπερασάκηδες» φτωχοί έχουν καταλάβει ότι ο πλανήτης πάει κυριολεκτικά ¨κατά διαόλου». Τι φταίει όμως;*

Ο πόθος για ευτυχία και ολοκλήρωση είναι έμφυτος στον κάθε άνθρωπο, το ίδιο και η δίψα της πνευματικής αναζήτησης, έστω κ’ αν η τελευταία πνίγεται κάτω από ποικίλα βάρη. Η ανάγκη για ψυχική αρμονία είναι ένα από τα κύρια αιτήματα της εποχής μας, γι’ αυτό βλέπουμε σήμερα όλο και πιο πολλούς να αγωνίζονται με συνέπεια για να ανακαλύψουν το νόημα της ύπαρξής τους μέσα από συχνά κοπιαστικά μονοπάτια έξω από την πεπατημένη οδό.

Η αρχή του 21ου αιώνα βρήκε τον άνθρωπο της Δύσης να απολαμβάνει – αν θέλει – μεγαλύτερη ελευθερία πνεύματος από όση είχε ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας. Απεγκλωβισμένος από τα δογματικά καλούπια εκκλησιών, κοσμοθεωριών και κάθε είδους αυθεντίας, όπως π.χ. το υποτιθέμενο αλάθητο της επιστήμης, είναι ελεύθερος να διαλέξει τι πιστεύει και τι κάνει σε κάθε τομέα, σημάδι ότι έχει κατακτήσει πλέον μεγαλύτερη ωριμότητα.

Αυτήν την πρωτοφανή ελευθερία μπορεί να την χρησιμοποιήσει όπως θέλει, είτε θετικά και δημιουργικά είτε αρνητικά και αυτo-καταστροφικά. Μπορεί είτε να θησαυρίσει από αυτήν είτε να την απεμπολήσει∙ μπορεί να ωριμάσει αξιοποιώντας την ή να μείνει στο τέλμα του ή ακόμη και να οπισθοδρομήσει προς το χειρότερο τρέφοντας το Εγώ του και τις δυνάμεις του κακού.

Το ερώτημα αν όλη αυτή η ελευθερία είναι πραγματική ή ετεροκατευθυνόμενη απαντιέται δύσκολα και ανά περίπτωση. Πάντως έννοιες όπως «χειραφέτηση», «αυτοπροσδιορισμός», «αυτοπραγμάτωση» κ.λπ. σήμερα είναι κοινός τόπος και καθρεφτίζουν το πνεύμα της εποχής. Αυτό που εκφράζουν, ωστόσο σε μεγάλο βαθμό, είναι η επιδίωξη του ανθρώπου να ασχολείται με τον εαυτό του, να αποφασίζει για τον εαυτό του, να βρει τον εαυτό του. Σήμερα πιστεύεται ότι ο άνθρωπος οφείλει την ύπαρξή του στον άνθρωπο, το κέντρο και ο σκοπός της ύπαρξής του είναι ο άνθρωπος και δη ο εαυτός του. Ο εαυτός του είναι η αρχή, η πορεία και ο στόχος του. Γι’ αυτό και αγαπάει πάνω από όλα τον εαυτό του και αρκείται στον εαυτό του.

Όπως παρατηρεί ο θεολόγος Χ. Χέμπελμαν (HHempelmann): «Όσο μειώνεται η σημασία της πίστης στον Θεό, αυξάνεται αντίστοιχα η πίστη στον άνθρωπο και στις -κατά βάση- απεριόριστες δυνατότητές του». Έτσι διαβάζουμε λ.χ. σε ένα περιοδικό όπου αυτοδιαφημίζονται εναλλακτικοί θεραπευτές : «Είσαι πιο σημαντικός από κάθε άλλον στη ζωή σου και μόνο εσύ μπορείς να βοηθήσεις πραγματικά τον εαυτό σου!»

Ακόμη και όταν κάποιος δείχνει – τουλάχιστον στα λόγια – να αναγνωρίζει μία ανώτερη δύναμη, αυτό γίνεται με τους δικούς του όρους και τα δικά του θέλω. Το ανάλογο ισχύει επίσης για τη σχέση με το συνάνθρωπο, εννοείται εκτός εξαιρέσεων. Το ορατό αποτέλεσμα της «συνταξιοδότησης» του Θεού και της αυτοθεοποίησης του ατόμου, όπου συμβαίνει, εύλογα είναι ακραίος υποκειμενισμός, σχετικισμός, χαλάρωση των ηθικών νόμων, μηδενισμός και συσσωρευμένα αδιέξοδα, αφού ο άνθρωπος όσο και αν προσπαθεί δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον Θεό.

Ο ανθρωποκεντρισμός της σύγχρονης εποχής αποτελεί μακρινό απότοκο του ουμανισμού, της φιλοσοφικής αντίληψης που θέτει τον άνθρωπο και τις αξίες του πάνω από κάθε άλλη αξία και προέκυψε ως αντίδραση στο πολιτικό και εκκλησιαστικό κατεστημένο.

Χαρακτηριστικό του φιλοσοφικού ανθρωπισμού είναι ότι θεωρεί «αληθές μόνον ό,τι προάγει την ανθρώπινη ζωή και οδηγεί τον άνθρωπο στην τελείωσή. Γι’ αυτό δίνει ιδιαίτερη σημασία στη λογική και την καθολική γνώση και αρνείται την πίστη σε υπερφυσικές δυνάμεις».(Λεξικό Μπαμπινιώτη)

Παρά τα πλείστα διδάγματα της λογικής, της πείρας και της ιστορίας, ωστόσο ο ουμανισμός επιμένει ότι ο άνθρωπος είναι απολύτως «φύσει καλός». Σύμφωνα με την ουμανιστική ιδεολογία μέσα του κρύβεται το δυναμικό για να αναπτυχθεί από μόνος του, να ολοκληρωθεί και να ευτυχήσει κατά το δοκούν. Το μόνο που χρειάζεται είναι να το ανακαλύψει και να το ενεργοποιήσει ίσως και με τη βοήθεια άλλων ομοϊδεατών. Τότε μπαίνει σε μία διαδικασία ανάπτυξης και τελειοποίησης. Στο τέλος της πορείας αυτής βγαίνει ένα ολοκληρωμένο, αφ’ εαυτού επιτυχημένο άτομο. Όντας σε αρμονία με τον «ανώτερο εαυτό» του, οδηγός του είναι τα υποκειμενικά του βιώματα και θέλω και όχι οποιοσδήποτε ηθικός νόμος. Τη δύναμη για να λυτρώσει τον εαυτό του την αντλεί από τον εαυτό του. Αυτή η αντίληψη είναι και το υπόβαθρο της νέας πνευματικότητας και σε μεγάλο βαθμό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν επίσης τάσεις αυτοπραγμάτωσης που συμπεριλαμβάνουν την υπηρεσία στον «άλλον», άλλοτε με ειλικρινή αλτρουιστικά και άλλοτε πάλι με κεκαλυμμένα εγωιστικά κίνητρα.

Καταχρηστικά ίσως, η νέα μορφή πνευματικότητας που έχει εμφανιστεί τις τελευταίες δεκαετίες παράλληλα και καμιά φορά μέσα από τις παραδοσιακές θρησκείες συνήθως αποδίδεται με το συλλογικό όρο Νέα Εποχή. Για λόγους ευκολίας θα χρησιμοποιήσουμε και εμείς αυτόν τον όρο. Αυτό το νέο είδος θρησκευτικότητας, που κερδίζει ολοένα περισσότερο έδαφος, προέκυψε εν μέρει σαν αντίδραση στα περίπλοκα, οικουμενικά προβλήματα της εποχής μας και στην αποτυχία των μεταμοντέρνων κοινωνιών, των πνευματικών φορέων και των εκκλησιών να τα λύσουν. Με τον όρο New Age, Νέα Εποχή, χαρακτηρίζεται ένα σύνολο από ποικίλα, ετερογενή κινήματα που συχνά είναι ασύνδετα ή και ασυμβίβαστα μεταξύ τους. Ως New Age ή Νέα Εποχή, εννοείται η εποχή του Υδροχόου που έχει διαδεχθεί ή θα διαδεχθεί στο προσεχές μέλλον την εποχή των Ιχθύων. (Οι απόψεις για την ακριβή χρονολογία διίστανται, πάντως λίγο ως πολύ αναφέρονται γύρω στο 2000).

Ήδη το ένα θεμέλιο του New Age, η αστρολογία, οδηγεί δικαιολογημένα σε ερωτηματικά σχετικά με τη σοβαρότητά του. Η αστρολογία, όπως κάθε άλλη μαντική ή δεισιδαιμονία, προωθεί ασφαλώς από τη μία μεριά τη μοιρολατρία και από την άλλη το κυνήγι της προσωπικής ευημερίας πάνω απ’ όλα. Για τον Θεό όμως είναι απορριπτέα γιατί αποτελεί μία μορφή οιωνοσκοπίας (βλ. Μωυσή Γ΄ 20-27, Μωυσή Ε΄ 18, 9-14. Ησαΐα 47, 12-15. Προς Κολ. 2,8). *

Ουσιαστικά η αστρολογία αντιστρατεύεται το σπουδαιότερο συμπαντικό νόμο, την ελευθερία της βούλησης και την υπευθυνότητα του ατόμου για τις πράξεις ή τις παραλείψεις του. Ούτε είναι άλλωστε δυνατόν να εμπιστεύεται τα άστρα για να αποφύγει τη δυστυχία ή για να βρει την ευτυχία. Γι’ αυτόν το στόχο καλείται να καλλιεργήσει τη συνειδητότητα και τη σχέση με τον Θεό, αφού τα πάντα εξαρτώνται από τη σχέση του μαζί του. Όμως η αστρολογία υποκαθιστά το Δημιουργό με τη δημιουργία, αφού αναθέτει το ρόλο του στα άστρα και στον αστρολόγο. Δεν είναι ίσως αρκετά γνωστό ότι παρόλο που η αστρολογία αρέσκεται να εμφανίζεται με ένα επιστημονικό προσωπείο, δεν έχει κανένα επιστημονικό υπόβαθρο στην πραγματικότητα. Είναι ουσιαστικά μία δεισιδαιμονία που καθρεφτίζει την προσπάθεια ενός τύπου ανθρώπου να παρακάμψει τον Θεό, επειδή θέλει ν’ αυτονομηθεί, παραβλέποντας ότι το μέλλον του δεν μπορεί να είναι γραμμένο στα άστρα, παρά στα κατάστιχα Εκείνου που ακολουθεί τους δικούς του μυστικούς και «αδιερεύνητους δρόμους» και δεν τους αποκαλύπτει τόσο εύκολα σε οποιονδήποτε.

Άλλωστε ο Δημιουργός αποκαλύπτει τις προθέσεις του όπου και όποτε αποφασίσει αυτός, αφού «το Πνεύμα του πνέει όπου θέλει». Είναι αφέλεια να πιστεύει κάποιος ότι με την εφαρμογή μίας «τεχνογνωσίας» μπορεί να διεισδύσει στα θεία μυστικά, ιδίως όταν δεν διαθέτει την απαραίτητη ωριμότητα. Στην αρχαιότητα η αστρολογία ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την «επιστήμη των αντιστοιχιών», δηλαδή τη γνώση της συμβολικής γλώσσας της φύσης και προϋπέθετε ένα αφυπνισμένο πνεύμα. (βλ. «Δώρα του Ουρανού)

Είναι χαρακτηριστικό μοτίβο ήδη στους συμβολισμούς της προϊστορίας και της μυθολογίας ότι η προσπάθεια του ατόμου να υπερβεί τα γνωστικά όρια που έχει θέσει η θεότητα, χωρίς να ζητήσει τη δική της βοήθεια και συγκατάθεση, δεν τον οδηγεί στην ευτυχία και στην εσωτερική ειρήνη. Αντίθετα τον οδηγεί στην ύβρι κατά τους αρχαίους ή τον κάνει υποχείριο, συνήθως σε ιδιοτελείς, εξουσιομανείς απατεώνες, κερδοσκόπους, ακόμη και σε δαιμονικές δυνάμεις που τον πείθουν ότι μπορεί «να φάει τον καρπό από το δένδρο της γνώσης».

Σε τέτοιους δούλους των ωροσκοπίων, των φυλακτών, των διαφόρων μάγων ή μαγικών τεχνικών ο Παύλος αντιπροτείνει την ελευθερία των λυτρωμένων χάρη στον Ιησού Χριστό (Προς Γαλ. 4,3 και 9). Το παράδοξο είναι ότι ενώ οι σύγχρονοι Δυτικοί έχουν αποστασιοποιηθεί από τις θρησκευτικές παραδόσεις τους, σε άλλες ασπάζονται τις ίδιες ή άλλες ειδωλολατρικές πρακτικές αλλά μέσα από το πρίσμα της νέας εποχής. Έτσι για παράδειγμα το παγκόσμιο Maitreyaproject οργανώνει εκθέσεις με «ιερά λείψανα του Βούδα και άλλων διδασκάλων από κάθε παράδοση», όπου οι Ευρωπαίοι συρρέουν για να λάβουν ευλογία από «ιερά» δόντια ή μαλλιά.

Σε γενικές γραμμές στη «νέα θρησκευτικότητα» ο Θεός αντικαθίσταται από την «Κοσμική Ενέργεια». Παρ’ όλο που ακούγεται σαν ένας νέος επιστημονικός όρος, η έννοια αυτή προέρχεται από τον ινδουισμό. Εκεί το καθήκον της ατομικής «ψυχής», του ατμάν, είναι να συγχωνευτεί με την Κοσμική Ψυχή, το Βράχμαν. Η μυστικιστική ένωση του ατόμου με το Βράχμαν, δηλαδή με το σύμπαν, μέσω συγκεκριμένων ασκήσεων, το καθιστά μέτοχο της συμπαντικής ενέργειας και ως αποτέλεσμα μπορεί να αποκτήσει θεϊκές ιδιότητες και δυνάμεις, λέει η ινδουιστική διδασκαλία. Το ίδιο πιστεύω πρεσβεύει το κίνημα της Νέας Εποχής, καθώς εδώ το ζητούμενο είναι η απεριόριστη διεύρυνση της συνειδητότητας. Με άλλα λόγια, το κίνημα αυτό υποστηρίζει ότι από τη στιγμή που ο άνθρωπος αποκτά υπερφυσικές δυνάμεις, έχει επίσης πρόσβαση σε σφαίρες υπερβατικής γνώσης και έτσι γίνεται ουσιαστικά υπεράνθρωπος. Επομένως προκειμένου να γίνει «όπως ο Θεός» (πβλ. Μωυσή Γένεση 3,5) εμπιστεύεται ανεξέλεγκτα «κοσμικές δυνάμεις» χωρίς να γνωρίζει το ποιόν τους, την προέλευσή τους και κυρίως το αντίτιμο αυτής της «θέωσης».

Ασφαλώς η επιδίωξη του ανθρώπου να γίνει «θεός» ή σαν θεός, είναι τόσο παλιά όσο το ανθρώπινο γένος. Η συγκεκριμένη φιλοσοφία της Νέας Εποχής, η οποία θεωρεί πως τα πάντα αποτελούν μία αξεχώριστη Ενότητα, δεν είναι καινούρια. Τις ρίζες της έχει στα θρησκευτικά συστήματα της Ανατολής και στο γνωστικισμό. Στην ουσία αποτελεί ένα συγκρητισμό με στοιχεία τόσο από όλες σχεδόν τις ασιατικές θρησκευτικές φιλοσοφίες όσο και από το χριστιανισμό, από νεογνωστικές πηγές όπως η Θεοσοφία και η Ανθρωποσοφία, από αρχαίες και παγανιστικές λατρείες, από τον αποκρυφισμό και τον πνευματισμό, τον εσωτερισμό και βέβαια την αστρολογία.

Είναι φυσικά ανακριβές να γενικεύσει κανείς τα παραπάνω για όλες τις εκφράσεις του κινήματος, όμως είναι εύκολο να εξηγηθεί γιατί η Νέα Εποχή στηρίζεται σε όλες αυτές τις πηγές. Ο ορθολογισμός και ο επιστημονισμός που επικράτησαν από την εποχή του Διαφωτισμού επικεντρώνονται πάνω στην ύλη. Έτσι οι πανάρχαιες υπαρξιακές ερωτήσεις του ανθρώπου για το νόημα, τον απώτερο σκοπό και τον προορισμό του έμειναν αναπάντητες. Επιπλέον, καμία από τις παραπάνω παραδόσεις δεν μπόρεσε να πείσει γενικότερα και έτσι τελικά δημιουργήθηκε ένα κράμα από παλιότερες διδασκαλίες σε σύζευξη με σύγχρονες σχολές σκέψης όπως η ψυχοθεραπεία. Αυτό το κράμα ήρθε να καλύψει το κενό της πίστης στο πνευματικό νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Για πολλούς και ποικίλους λόγους, για τους οποίους ευθύνονται σε πολύ μεγάλο βαθμό οι εκκλησίες και οι διανοούμενοι, η χριστιανική Δύση αποξενώθηκε από τις απαιτήσεις του Ευαγγελίου. Ως συνέπεια, ο σύγχρονος άνθρωπος προκειμένου να αποκτήσει επαφή με τον εσωτερικό πυρήνα της ύπαρξής του και να την βιώσει ολοκληρωμένα, προσπαθεί να ξεφύγει από τα στενά όρια της καθημερινής του συνείδησης. Γι’ αυτόν το λόγο ακούγονται τόσο πολλά για διεύρυνση και μεγιστοποίηση της συνειδητότητας, για σύνδεση συνείδησης και κοινωνίας – υπό την έννοια ότι αποτελούν δύο όψεις μίας μοναδικής παγκόσμιας Ενότητας – και για διαπροσωπική συνείδηση, όπου ο πνευματικός πυρήνας του ατόμου οφείλει να συνδεθεί με το συλλογικό ασυνείδητο της ανθρωπότητας.

Ίσως μόνο έτσι νομίζει ο κάπως πιο ευαίσθητος Ευρωπαίος ότι μπορεί να επιβιώσει στην ισοπεδωτική παγκοσμιοποιημένη κοινωνία∙ εύστοχα παρατηρεί ο Σλαβόι Ζίζεκ (Slavoj Zizek), γνωστός σύγχρονος φιλόσοφος από τη Σλοβενία, σε ένα άρθρο του στην Monde (ανατυπώθηκε στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία της 5/6/05): «Την ώρα που η «ευρωπαϊκή» τεχνολογία και ο καπιταλισμός θριαμβεύουν σε πλανητική κλίμακα, η ιουδαιο-χριστιανική κληρονομιά ως «ιδεολογική υπερδομή» φαίνεται να κινδυνεύει από την επίθεση της «ασιατικής» New Age σκέψης. Οι άνθρωποι δεν είναι, πια, ικανοί να προσαρμοστούν στον ρυθμό της τεχνολογικής προόδου και στις κοινωνικές ανακατατάξεις που την συνοδεύουν. Τα πράγματα προχωρούν πολύ γρήγορα. Η προσφυγή στον ταοϊσμό και τον βουδισμό προσφέρει διέξοδο. Αντί να προσπαθήσει να προσαρμοστεί στον ρυθμό των αλλαγών, καλύτερα να τα εγκαταλείψει και να «αφεθεί» στο ρεύμα.

… Νιώθουμε σχεδόν τον πειρασμό να χρησιμοποιήσουμε, για την περίσταση, το μαρξιστικό κλισέ για τη θρησκεία, «όπιο του λαού», ως φανταστικό συμπλήρωμα στη γήινη μιζέρια. Ο «δυτικός βουδισμός» εμφανίζεται, έτσι, ως ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να μετάσχει κανείς πλήρως στην καπιταλιστική δυναμική, διατηρώντας, φαινομενικά, την ψυχική του υγεία.

Το μάθημα που πρέπει να πάρουμε είναι ότι δεν πρέπει να αφιερωνόμαστε ψυχή τε και σώματι στο καπιταλιστικό παιχνίδι, αλλά μπορούμε να το κάνουμε κρατώντας…εσωτερική απόσταση. Γιατί ο καπιταλισμός μας φέρνει αντιμέτωπους με το γεγονός ότι η αιτία της υποταγής μας δεν είναι η αντικειμενική πραγματικότητα (η οποία δεν υπάρχει), αλλά η επιθυμία μας, η απληστία μας για τα υλικά αγαθά και η υπερβολική προσκόλλησή μας σε αυτά. Κατά συνέπεια, αυτό που μένει να κάνουμε, είναι να εγκαταλείψουμε την επιθυμία μας και να υιοθετήσουμε την εσωτερική ειρήνη… Δεν είναι περίεργο που ένας τέτοιος βουδισμός-ταοϊσμός μπορεί να λειτουργήσει ως ιδεολογικό συμπλήρωμα στη φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση: μας επιτρέπει να συμμετάσχουμε σ’ αυτήν κρατώντας την εσωτερική μας απόσταση… Ναι, καπιταλιστές, αλλά απομακρυσμένοι, ζεν…».

Αποκρυφισμός και Πνευματισμός

Ένα ιδιαίτερο βάρος στο σύγχρονο εσωτερισμό έχουν ο αποκρυφισμός και ο πνευματισμός. Ο πρώτος περιλαμβάνει τις διδασκαλίες και τις τεχνικές που έχουν ως αντικείμενο την αντίληψη υπεραισθητών δυνάμεων και την «απόκρυφη», όχι κοινώς αναγνωρισμένη γνώση. Με το δεύτερο όρο εννοούνται όλες οι διδασκαλίες και οι τεχνικές που ασχολούνται με την επικοινωνία με πνεύματα ή με ψυχές νεκρών. Συνήθως το ρόλο του μεσολαβητή σε μία τέτοια επικοινωνία αναλαμβάνουν άτομα με ικανότητα διάμεσου, τα λεγόμενα μέντιουμ.

Στις αρχαίες ή πρωτόγονες κοινωνίες ο θρησκευτικός βίος των λαών τροφοδοτείται από την πίστη ότι στον κόσμο κυριαρχούν θεότητες, δαιμόνια, στοιχειά, πνεύματα, ξωτικά, τέρατα και άγνωστες δυνάμεις.

Ανέκαθεν υπήρχαν και υπάρχουν διαφόρων ειδών μάντεις, μάγοι, σαμάνοι, ιεροφάντες δαιμονικών λατρειών, οπαδοί μυστικών παραδόσεων που προσπαθούν με μυστικές τελετουργίες και τεχνικές να εξευμενίσουν τις δυνάμεις του άλλου κόσμου ώστε να τις εκμεταλλευτούν είτε για προσωπικό όφελος είτε για μία κοινότητα ανθρώπων. Τις δυνάμεις αυτές άλλοι τις αποδίδουν σε συγκεκριμένες θεότητες, άλλοι σε μία «Παγκόσμια ενέργεια». Πιστεύεται ότι η τελευταία διαθέτει μία φωτεινή-θετική και μία σκοτεινή-αρνητική πλευρά, οι δε άνθρωποι μπορούν να εκμεταλλευτούν και τις δύο. Υπάρχουν πάλι άλλοι που υποστηρίζουν ότι απλώς καλλιεργούν και αντλούν από μία «φυσική», έμφυτη δύναμη του ανθρώπινου πνεύματος, η οποία ενεργοποιείται κάτω από ορισμένες συνειδησιακές καταστάσεις. Επιπλέον υπάρχουν και εκείνοι που λένε ότι οι κρυφές δυνάμεις προέρχονται από τον Θεό.

Γεγονός είναι ότι απόκρυφες δυνάμεις υπάρχουν και λειτουργούν, χωρίς να βρίσκεται επιστημονική εξήγηση για τη δράση τους. Σε όλες σχεδόν τις θρησκείες, από τον παγανισμό μέχρι το βουδισμό, τον επίσημο χριστιανισμό και το Ισλάμ, από τις παραθρησκείες, τις χριστιανικές σέκτες μέχρι τους οπαδούς των ούφο, παρατηρούνται φαινόμενα και πρακτικές του αποκρυφισμού. Βέβαια καμία χριστιανική εκκλησία δεν θα υποστηρίξει ότι οι «άγιοι» ή η «Παναγία» ή οι «άγγελοι» που εμφανίζονται στα οράματα πιστών είτε ότι οι εικόνες που «δακρύζουν» κ.τ.ό. έχουν κάποια σχέση με αποκρυφιστικές δυνάμεις, αντίθετα όλα αυτά τα φαινόμενα αποδίδονται στον Θεό. Στο Άγιο Πνεύμα αποδίδονται επίσης θαύματα φαινομενικά ή μη, υπερφυσικές θεραπείες και μυστικιστικά βιώματα όπως των αναστενάρηδων ή των πεντηκοστιανών. Αλλά τι είναι αλήθεια;

Πέρα από κάθε αμφιβολία μαρτυρίες για την ύπαρξη και δράση απόκρυφων δυνάμεων υπάρχουν σε κάθε εποχή και σε κάθε κουλτούρα, έστω και εάν η υλιστική επιστήμη δεν μπόρεσε ως τώρα ούτε να τις αποκλείσει κατηγορηματικά ούτε να τις αποδείξει με βεβαιότητα, καθόσον βρίσκονται εκτός του γνωστικού της ορίζοντα. Παρόλα αυτά στις σημερινές μεταμοντέρνες κοινωνίες το αποκρυφιστικό, με κάθε μορφή, είναι γενικά αποδεκτό, ιδιαίτερα δημοφιλές και καταξιωμένο, είτε εμπνέει παιδικά βιβλία, όπως ο Χάρυ Πότερ, είτε συμπεριλαμβάνεται σε σεμινάρια για αγχωμένους μάνατζερ. Μπορεί μάλιστα να είναι και θετικό, από την άποψη ότι έτσι μπορεί να κλονιστεί το οικοδόμημα της υλιστικής κοσμοθεωρίας και να γεννηθεί ένα ενδιαφέρον για τα πνευματικά πράγματα. Όμως είναι ένας χώρος που εγκυμονεί επίσης σοβαρούς κινδύνους.

Ασφαλώς οι περισσότεροι έρχονται σε επαφή με αποκρυφιστικές πρακτικές εν αγνοία τους και άθελά τους. Απλώς δεν ξέρουν πώς να τα βγάλουν πέρα με τα προσωπικά προβλήματα ή τις ανησυχίες και τους φόβους τους και αναζητούν άκριτα βοήθεια. Επειδή σήμερα η πλειοψηφία πιστεύει πως ο Σατανάς είναι μία μυθική ή συμβολική μορφή, δεν σκέφτεται τους κινδύνους που μπορούν να προέλθουν από το χώρο της επιρροής του. Έτσι κάθε πρόταση πιθανής διεξόδου από τα αδιέξοδα και κάθε βοήθεια είναι καλοδεχούμενες χωρίς να ελέγχεται η προέλευσή τους. Υπάρχει όμως και η αρνητική πλευρά. Η εμπειρία και οι παρατηρήσεις των ειδικών δείχνουν ότι αληθινό φόβο για το διάβολο και τις δαιμονικές δυνάμεις αποκτούν τα περισσότερα άτομα μόνον αφότου έρθουν σε επαφή με αυτές τις οντότητες. Τότε συνειδητοποιούν ότι το τίμημα της «βοήθειας» που έλαβαν αρχικά είναι πολύ βαρύ.

Εκτός από εκείνους που αναζητούν βοήθεια και χαίρουν κάθε συμπάθειας γι’ αυτό, έστω και αν ακολουθούν λάθος δρόμο, υπάρχουν επίσης άτομα που ίσως θέλουν να κάνουν εντύπωση στο περιβάλλον τους με τις παραφυσικές ικανότητές τους ή τις ασυνήθιστες γνώσεις τους. Συν τοις άλλοις είναι πολλοί που θέλουν να ανεβάζουν συνεχώς την πνευματική «αδρεναλίνη» τους πειραματιζόμενοι σε άγνωστες, απόκρυφες σφαίρες ή αποκτώντας εξουσία πάνω στους άλλους. Και ασφαλώς είναι χαρακτηριστικό του ανθρώπου να θέλει να γνωρίζει εκ των προτέρων και να “ελέγχει” έτσι το μέλλον και το περιβάλλον του.

Αλλά κανένας σχεδόν δεν έχει την κριτική απόσταση από τέτοιες μεθόδους – εκτός ίσως από υπερσυντηρητικούς κύκλους που δεν έχουν όμως συνήθως άλλα επιχειρήματα εκτός από την προσκόλληση στην παράδοση και την ξενοφοβία. Έτσι ελάχιστοι ασχολούνται με σοβαρότητα και επίγνωση των κινδύνων.

Καθώς πολλά ταμπού και επιφυλάξεις σε κάθε τομέα της ζωής έχουν καταρριφθεί και επίσης τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ψάχνουν συνεχώς να λανσάρουν νέες μόδες για το παμφάγο κοινό τους, ο εσωτερισμός τους προσφέρει άφθονο και ελκυστικό-γαργαλιστικό υλικό. Έτσι οι κίνδυνοι που ενέχονται στις σχετικές μεθόδους παραγνωρίζονται, αποσιωπούνται ή απλώς αγνοούνται. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν. Ο Κουρτ Κοχ με βάση την πείρα του ως θεολόγος και ιερέας γράφει για άτομα που έχουν τέτοιες εμπειρίες: «Είναι εκπληκτικό σε πόσες πολλές περιπτώσεις προέκυψε στη διάρκεια της συζήτησης ότι αυτοί που ζητούσαν βοήθεια είτε είχαν πειραματιστεί ενεργά με τον αποκρυφισμό είτε είχαν υποστεί παθητικά τέτοιες επιρροές. Πάντως κάθε φορά οι συνέπειες ήταν οι ίδιες: ναι μεν οι επιθυμίες τους ικανοποιούνταν με αυτούς τους τρόπους, όμως έπρεπε να το πληρώσουν με διάφορα ψυχικά προβλήματα, όπως μελαγχολία, κατάθλιψη, σκέψεις αυτοκτονίας, ακατάσχετη μανία να βλασφημούν, εκρήξεις οργής ή σεξουαλικές διαστροφές… Το κίνητρο που οδηγεί ανθρώπους να ασχολούνται με διάφορες μορφές μαντείας, να ρίχνουν τα χαρτιά ή να διαβάζουν τις γραμμές του χεριού ή να απευθύνονται σε μάγους για να τους λύσουν τα προβλήματά τους και να τους κάνουν καλά, είναι πάντοτε η επιθυμία τους να αποκτήσουν δύναμη και εξουσία, είναι η επιθυμία να γίνουν παντογνώστες σαν τον Θεό. Επιδιώκουν να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους με το «έτσι θέλω» και καταρρίπτουν με βία τους φραγμούς που τους έχει θέσει ο Δημιουργός τους. Έτσι ίσως να πετυχαίνουν το στόχο τους, όμως χάνουν το ύψιστο αγαθό που μπορεί να έχει ο άνθρωπος : την κοινωνία με τον Θεό».

Το θεωρητικό υπόβαθρο του αποκρυφισμού είναι η πίστη ότι στο σύμπαν κυριαρχεί μία άπειρη δύναμη ή ενέργεια και ότι όποιος έχει μυηθεί στις ενδεδειγμένες μεθόδους (ή «μυστήρια») μπορεί να την εκμεταλλευτεί προς όφελός του. Κάθε σχολή ή δάσκαλος έχει διαφορετική απάντηση για το πώς μπορεί να τιθασευτεί αυτή η δύναμη. Σε ορισμένες σχολές ή παραδόσεις αυτό γίνεται μέσω της επικοινωνίας με πνευματικές οντότητες ή συγκεκριμένα ζώα. Αυτές ή αυτά θεωρούνται ότι είναι φύλακες της δύναμης και ότι έχουν τη δυνατότητα να παραχωρήσουν ένα μέρος της σε όποιον δέχεται να γίνει υπηρέτης τους.

Σε κάποιες μυστικές παραδόσεις η δύναμη, για την οποία πιστεύεται ότι είναι μεταξύ άλλων η πηγή όλης της γνώσης από το παρελθόν ως και το μέλλον, κατακτιέται με συγκεκριμένες αποκρυφιστικές τεχνικές ή τελετουργίες. Τις τεχνικές μπορεί κάποιος να τις διδαχθεί και μεταδίδονται από τη μία γενιά μυημένων στην άλλη.

Είναι ευνόητο γιατί η ιδέα μίας απρόσωπης συμπαντικής δύναμης είναι τόσο θελκτική. Το να είσαι ανεξάρτητος και ελεύθερος να κυριαρχήσεις στον κόσμο και να γίνεις ο ίδιος Θεός χάρη στην κατάκτηση μίας μαγικής δύναμης είναι πιο ελκυστικό από το να πρέπει να υποταχθείς και να δώσεις λόγο σε έναν προσωπικό Θεό. Ο βιβλικός Θεός π.χ. απαιτεί και επιβραβεύει την υπακοή ενώ η ανυπακοή έχει συνέπειες, άσχετα αν πολλές φορές ο Κύριος συγχωρεί παραπτώματα και αμαρτήματα ενάντια στις απαιτήσεις της θείας τάξης. Αντίθετα μία απρόσωπη, ανώνυμη δύναμη δεν απαιτεί συμμόρφωση με ηθικούς κανόνες. Από τη στιγμή που κάποιος γνωρίζει τη μέθοδο πώς να την κάνει δική του, είναι στο χέρι του να το πετύχει και να είναι πλέον ανεξέλεγκτος.

Αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Όποιος είναι διατεθειμένος να δεχθεί την αξιοπιστία της Γραφής βρίσκει εκεί πληθώρα στοιχείων που αποδεικνύουν ακράδαντα όχι μόνο την ύπαρξη δαιμονικών πνευμάτων αλλά και τη δύναμή τους. Ουσιαστικά ο θεϊκός Λόγος δίνει τις πιο αξιόπιστες και κυρίως λογικές εξηγήσεις για τα περισσότερα παραψυχολογικά φαινόμενα. Πεποίθηση των χριστιανών είναι ότι ο Πλάστης θέλει πάντοτε να κερδίσει την εμπιστοσύνη και την λατρεία των πλασμάτων του, ενώ αντίθετα οι σκοτεινές δυνάμεις επιδιώκουν για ευνόητους λόγους να εμποδίσουν μία τέτοια σχέση αγάπης και επικοινωνίας. Καθώς δεν τους λείπει η ευρηματικότητα, χρησιμοποιούν συχνά τον αποκρυφισμό και τον πνευματισμό για να πετύχουν το σκοπό τους.

Το σώμα του ανθρώπου αποτελεί ταυτόχρονα κατοικία για το πνεύμα και την ψυχή του. Κανονικά οι πόρτες της που οδηγούν προς τον αόρατο κόσμο είναι ερμητικά κλειστές, έτσι ώστε να μην υπάρχει άμεση επαφή με τη σφαίρα των πνευμάτων, όμως ο καθένας έχει τη δυνατότητα να τις ανοίξει, εάν το θέλει. Η πόρτα που ανοίγει είναι αντίστοιχης ποιότητας με τη θέλησή του. Με την προσευχή και την αφοσίωση στον Θεό ανοίγει την πόρτα προς το φωτεινό βασίλειο (Προς Ρωμ. 8, 14-17) και στη συνέχεια το Άγιο Πνεύμα του δείχνει το δρόμο. Αντίθετα όταν ασχολείται, και ας είναι μόνο νοερά, με τη σφαίρα του αποκρυφισμού ή του παραφυσικού, χωρίς να περιμένει την καθοδήγηση του Ανώτατου Δασκάλου, εύλογα ανοίγει την πόρτα προς το σκοτεινό βασίλειο, έστω και εάν δεν το επιδιώκει συνειδητά.

Με βάση τις Γραφές, στα μάτια του Θεού η ενασχόληση με τον αποκρυφισμό και τον πνευματισμό είναι επικίνδυνη, αντίκειται στην τάξη και στη θέλησή του και γι’ αυτό είναι κατακριτέα. Επανειλημμένα έχει προειδοποιήσει τους ανθρώπους να μην παίζουν με τη φωτιά και να μην κατατρίβονται σε τέτοιες πρακτικές λέγοντας ρητά:

  • Να μην λατρεύουν τον Ήλιο, τη Σελήνη και τα άστρα (Μωυσή Ε΄ 4, 19.20).

  • Να μην προσκυνούν τα είδωλα και τα δαιμόνια (Ησαΐα 44, 9-20, Προς Κορ. Α΄ 10,20).

  • Να μην ζητούν βοήθεια από την αστρολογία (Ησαΐα 47, 13-15, Βασιλείς Β΄ 23,4 κ.εξ. κ.α.).

  • Να μην ασχολούνται με μαγικές ή αποκρυφιστικές πρακτικές (Πραξ. 16, 16-18. 19,19).

  • Να μην περπατούν στη φωτιά, να μην ασκούν τη μαντική και την οιωνοσκοπία (Μωυσή Ε΄ 18,10. Γ΄ 19,4.26.31).

  • Να μην παρασύρονται από τη φιλοσοφία και τις εξουσίες του κόσμου (Προς Κολ. 2,8).

  • Να μην ακούν μάντεις και ψευδοπροφήτες (Ιεζεκιήλ κεφ. 13, Ιερ. 27,9).

  • Να μην επικαλούνται πνεύματα νεκρών και να μην λατρεύουν τα πνεύματα των προγόνων τους (Μωυσή Ε΄ 18,11).

(Επειδή αυτό το θέμα είναι όχι μόνο ενδιαφέρον αλλά και ανεξάντλητο, θα θυμίσουμε στον αναγνώστη ότι στο βιβλίο Οι Πνευματικοί Κόσμοι αναλύεται διεξοδικά, όπως και το θέμα του αποκρυφισμού και της Νέας Εποχής.)

Στη Βίβλο υπάρχουν πολλά παραδείγματα όπου η πλευρά του κακού μιμείται τα έργα και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Λόγου χάριν είναι γνωστή η αντιπαράθεση ανάμεσα στο Μωυσή και στον Ααρών από τη μία πλευρά και στους μάγους ιερείς του Φαραώ από την άλλη (Μωυσή Β΄ κεφ. 7-11) ή ανάμεσα στο μάγο Σίμωνα και στους αποστόλους (Πράξεις 8,9). Είναι γεγονός ότι υπερφυσικές θεραπείες π.χ. δεν γίνονται μόνο από τον Θεό, αλλά και από άτομα με ικανότητες διαμέσου. Οι φυσικοί νόμοι είναι δημιούργημα του Δημιουργού και άρα μπορεί να τους ακυρώνει όποτε θέλει, ανάλογα με τα σχέδιά του, όπως τότε που ο Ιησούς και ο Πέτρος περπάτησαν πάνω στο νερό. Για λόγους ίσων ευκαιριών επιτρέπει και στην αντίθεη πλευρά να υπερβαίνει κάποια όρια, εάν αυτό εξυπηρετεί ανώτερους, μακροπρόθεσμους και για τον άνθρωπο καταρχάς αδιερεύνητους στόχους. Ασφαλώς αυτό έχει πρωτίστως να κάνει με την ελευθερία της βούλησης του ανθρώπου και με την εκπαίδευσή του ώστε να διακρίνει το καλό από το κακό. Γι’ αυτόν το λόγο φερ’ ειπείν μάγοι έχουν τη δυνατότητα να παραβαίνουν ως ένα βαθμό τους φυσικούς νόμους π.χ. με τηλεκινητικές ή ψυχοκινητικές ενέργειες.

Η Γραφή διδάσκει ότι ο Δημιουργός έδωσε στον άνθρωπο την αποστολή να καλλιεργήσει ως τον ύψιστο βαθμό τις θεϊκές ιδιότητες με τις οποίες είναι εσωτερικά προικισμένος και για τις οποίες είναι υπόλογος. Επιπλέον, όταν εργάζεται με συνέπεια για να εκπληρώσει την αποστολή του και προοδεύει στην αγάπη, έρχεται τότε πάλι ο Πλάστης του και τον ενισχύει με τα χαρίσματα του Πνεύματος, αφού δεν μπορούν να γίνουν πια παγίδα για το εγώ του. Συνεπώς οι μόνες «νόμιμες» υπερφυσικές δυνάμεις είναι αυτές που χαρίζει το Άγιο Πνεύμα (Προς Κορινθίους Α΄ 12,8-10). Μάλιστα για να τονιστεί ή διαφορά τους με τις άλλες ανθρώπινες ικανότητες, στο στίχο 7 χαρακτηρίζονται «αποκάλυψη του Πνεύματος». Μόνο ο Θεός δίνει αυτές τις θαυματουργικές δυνάμεις σε όποιον κρίνει άξιο ότι θα τις χειριστεί χωρίς κίνδυνο και για το γενικό καλό.

Σε αντίθεση, ο αποκρυφισμός υπόσχεται ότι ο καθένας μπορεί να κατακτήσει θεϊκή δύναμη και τη θέωση, χωρίς μάλιστα να χρειάζεται να λογοδοτήσει σε καμία ελεγκτική εξουσία.

Η ψευδαίσθηση ότι το δυναμικό του ανθρώπου μπορεί να είναι απέραντο ακόμη και χωρίς να του δοθούν τα χαρίσματα από τον Θεό, αποτελεί ιδιαίτερα σήμερα ένα δέλεαρ για πλήθη εύπιστων. Από τη στιγμή που υποκύπτουν σε αυτό ή σε ένα άλλο παρεμφερές δόλωμα που απευθύνεται στο εγώ τους, πιάνονται στην παγίδα και τότε αρχίζουν έναν ατελείωτο αγώνα απόκτησης υπερφυσικών δυνάμεων. Το βασικό τους κίνητρο είναι η πεποίθηση ότι υπάρχει ένα μαγικό κλειδί που ανοίγει τις μυστικές πύλες και απελευθερώνει το ανεξάντλητο ανθρώπινο δυναμικό. Ελπίζουν ότι μία συγκεκριμένη τελετουργία ή μία τεχνική ή μία συνειδησιακή κατάσταση πρέπει τελικά να οδηγεί στα άδυτα της υπερφυσικής γνώσης και δύναμης.

Συν τοις άλλοις επικρατεί μία παρανόηση σχετικά με το τι είναι πραγματικά τα ενεργήματα ή χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, μία παρανόηση που έχει οδηγήσει σε γενικότερη σύγχυση. Τα χαρίσματα αυτά δεν δίνονται σε κάποιον για να τα έχει προσωπικό του κτήμα διά βίου και να τα κάνει ό,τι θέλει. Τα αληθινά χαρίσματα του Πνεύματος προέρχονται από το έλεος και τη σοφία του Θεού με σκοπό να υπηρετήσουν τα σχέδιά του. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να κάνει ένα θαύμα ή να προφητέψει το μέλλον μόνο και μόνο επειδή το θέλει. Ούτε καν οι μεγάλοι προφήτες δεν μπορούσαν να το κάνουν, όπως έγραφε και ο Πέτρος (Επιστολή Β΄1, 21).

Κανένας δεν μπορεί να έχει κατά βούληση την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος αφού αυτό «πνέει όπου θέλει». Ο Θεός αποκλειστικά καθορίζει την περίπτωση και τη χρονική στιγμή της αποκάλυψης του Πνεύματός του, ανάλογα με το πώς κρίνει αυτός τελεσφόρο.

Όταν π.χ. κάποιος προσευχηθεί για έναν άρρωστο και ακουμπώντας τα χέρια επάνω του τον κάνει καλά, έχει για τη συγκεκριμένη περίπτωση το συγκεκριμένο χάρισμα και όχι μια για πάντα. Όταν νομίζει κάποιος ότι έχει στη διάθεσή του ένα τέτοιο χάρισμα διά παντός και μπορεί να το χρησιμοποιεί όποτε θέλει, αυταπατάται πολύ άσχημα. Γιατί, όταν ένα «χάρισμα του Πνεύματος» δεν προέρχεται από τον Θεό κατ’ ανάγκη προέρχεται από τον αντίπαλό του.*

Πραγματικά φαίνεται ότι οι διάφορες αποκρυφιστικές μέθοδοι για τη διαστολή της συνείδησης, όπως και οι ψυχοτρόπες ουσίες που πετυχαίνουν το ίδιο, έχουν εφευρεθεί ειδικά με σκοπό να ελκύσουν τον άνθρωπο προς το παραφυσικό, ώστε να μην ασχολείται τόσο πολύ με την καθημερινότητά του και με τον πραγματικό σκοπό της ζωής του. Επιπλέον τον εξαπατούν και τον κάνουν να παραμερίσει το προστατευτικό τείχος που έχει ορθώσει γύρω του ο Δημιουργός προκειμένου να εμποδίζει τα όντα του κακού να εισβάλλουν στην προσωπικότητά του. Αλλά ακριβώς τέτοιες μέθοδοι που γκρεμίζουν αυτό το προστατευτικό τείχος σήμερα προβάλλονται συστηματικά και διδάσκονται ευρέως από ένα πλήθος γκουρού και «δασκάλων». Ένας από αυτούς, ο οποίος σήμερα έχει πάρει τις αποστάσεις του από το New Age, γράφει: «Μετά από μακροχρόνια παρακολούθηση του χώρου του New Age [εννοεί από ηγετική θέση], έχω πειστεί ότι αυτές οι μέθοδοι (όπως το Rebirthing, ο υπερβατικός διαλογισμός, ο οραματισμός του εσωτερικού καθοδηγητή κ.λπ.) ενέχουν μία δική τους εγγενή δύναμη. Λειτουργούν επειδή έχουν σχεδιαστεί ειδικά με το σκοπό να διαρρήξουν πύλες και να καταρρίψουν φράγματα που έχει θέσει ο Θεός επί τούτω στο ανθρώπινο πνεύμα για να εμποδίζεται η κατάληψή του από δαιμονικές οντότητες. Εγώ έχω βιώσει πόσο πραγματικές και τρομερά καταστροφικές είναι αυτές οι οντότητες».

Πρέπει να διασαφηνιστεί δε ότι οι οντότητες αυτές δεν αποτελούν απλώς αρχέτυπα ή απεικονίσεις από το «συλλογικό ασυνείδητο» σύμφωνα με τη διδασκαλία του Καρλ Γιουνγκ, την οποία στην πραγματικότητα παρέλαβε αυτούσια από τις ίδιες (ένα θέμα που θα μας απασχολήσει αργότερα αναλυτικά). Με ελάχιστες εξαιρέσεις, όλες σχεδόν οι ενδείξεις δείχνουν ότι οι οντότητες με τις οποίες έρχεται σε επαφή κάποιος που χρησιμοποιεί πνευματιστικές, σαμανιστικές, αποκρυφιστικές κ.λπ. μεθόδους είναι πνεύματα από τον άλλον κόσμο και συγκεκριμένα είτε ανώριμα, δηλαδή όχι ακόμη φωτεινά, είτε σαφώς πνεύματα του κακού.

Μία συνέπεια μεταξύ άλλων της διάδοσης των ναρκωτικών και της «νομιμοποίησης» πολλών μεθόδων του αποκρυφισμού είναι η σύγχυση που επικρατεί σήμερα αναφορικά με την πραγματικότητα. Ποια είναι η πραγματικότητα πραγματικά; Είναι αυτή που μοιράζονται καθημερινά όλοι οι άνθρωποι της Γης που έχουν την «προσγειωμένη» φυσιολογική συνείδηση; Ή είναι η «ανώτατη συνείδηση» της προσωπικής, εσωτερικής εμπειρίας, που μπορεί να είναι απόρροια ψυχεδελικών ουσιών, ασκήσεων διαλογισμού, αστρικής προβολής, μίας δεξαμενής σαμάντι κ.τ.ό.;

Είναι διαδεδομένη πλέον η αντίληψη ότι δημιουργούμε από μόνοι μας τον προσωπικό μας κόσμο, τη δική μας αλήθεια ως προβολή της εσωτερικής μας πραγματικότητας και ότι άρα δεν υπάρχει μία αντικειμενική, σταθερή πραγματικότητα που να είναι ίδια ή όμοια για όλους. Όμως η ίδια η κοινή λογική αποδεικνύει ότι η αντίληψη αυτή, που κατάγεται από τον ινδουισμό και θεωρεί τα πάντα ως «μάγια», ψευδαίσθηση, είναι σε πολύ μικρό βαθμό αληθής.

Μία άλλη έννοια που έχει επίσης παραμορφωθεί τελείως είναι η πνευματικότητα. Ο κάθ’ ένας διαθέτει ή πρέπει να διαθέτει «πνευματικότητα», αλλά το ποια είναι και τι είδους δεν έχει την παραμικρή σημασία. Η πνευματικότητα για τη νοοτροπία της σύγχρονης εποχής είναι μία ελαστική λέξη που χωράει τους πάντες και τα πάντα και δεν έχει απαραιτήτως σχέση με την αλήθεια. Ούτως ή άλλως, όπως παρατηρήθηκε πριν, η μοντέρνα αντίληψη υπαγορεύει ότι η αλήθεια «είναι υποκειμενική». «Ο καθένας έχει δίκιο με το δικό του τρόπο, έστω και αν υποστηρίζει κάτι το εξωφρενικό ή διαμετρικά αντίθετο από τον άλλον. Την αλήθεια την δημιουργούμε μόνοι μας αφού ο καθένας έχει την προσωπική του αλήθεια». Απεναντίας η πίστη ότι υπάρχει μία μοναδική αλήθεια και κατά συνέπεια όλα τα άλλα είναι ψέματα, προκαλεί αυτόματα τη μήνι όλων εκείνων που πρεσβεύουν τον πλουραλισμό και την ισοτιμία όλων των πνευματικών δρόμων. Κάθε πνευματικός δρόμος είναι στα μάτια τους εξίσου καλός, εκτός εάν υποστηρίζει ότι κατέχει αποκλειστικά την αλήθεια, όπως κάνει ο χριστιανισμός ή το Ισλάμ. Τότε αυτομάτως η ανεκτικότητα και η ευρύτητα πνεύματος των πλουραλιστών μετατρέπεται σε ανοικτή εχθρότητα. Αυτήν την εχθρότητα μαρτυρούν για παράδειγμα διακηρύξεις «ηγετών» της Νέας Εποχής κατά του χριστιανισμού, όπως αναφέρεται στο βιβλίο Τα Σημεία των Καιρών και στα βιβλία της Κόνστανς Κάμπεϋ (Constance Cumbey) μεταξύ άλλων.

Η ιστορία του πνευματισμού και του αποκρυφισμού στη σύγχρονη εποχή είναι άμεσα συνδεδεμένη με την Έλενα Μπλαβάτσκι, μέντιουμ και συνιδρύτρια της Θεοσοφικής Εταιρείας.

Η Θεοσοφική Εταιρεία γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη υπό την ηγεσία της Άλις Αν Μπέιλη (Alice Ann Bailey, 1880-1949). Η Bailey, που πίστευε ότι «εμπνεόταν επικοινωνώντας με δασκάλους από απόκρυφα πεδία, όπως ο Κουτ Χούμι», (The Dictionary of the Esoteric), της έδωσε νέα πνοή με ένα εκτεταμένο συγγραφικό έργο και με την ίδρυση πολυάριθμων θυγατρικών οργανώσεων όπως η «Lucifer Trust», που αργότερα μετονομάστηκε «Lucis Trust», η «Arcane School» και η «Worldwide Goodwill». Όλα αυτά είχαν στόχο να προετοιμαστεί το έδαφος για έναν νέο παγκόσμιο πολιτισμό και για την «επιστροφή του Χριστού την εποχή του Υδροχόου».

Η Μπλαβάτσκι, όντας κατά δική της ομολογία ασταθές και αντιφατικό ον, ανάλογα με τον «αόρατο εμπνευστή» των κειμένων της, έγραφε αλλού ότι ο Ιησούς Χριστός δεν υπήρξε ποτέ ως ιστορική προσωπικότητα∙ μάλιστα κατά τον Κουτ Χούμι ήταν απλώς «μία αφηρημένη έννοια και δεν έζησε ποτέ ως άνθρωπος».

Άλλωστε η ιεραρχία των «αναληφθέντων» δασκάλων της ταυτίζει τον Ιεχωβά με τον «κύριο αυτού του κόσμου», το Σατανά, τον οποίον οφείλουμε να λατρεύουμε ως δημιουργό της ύλης. Η πτώση του Εωσφόρου σημαίνει στην πραγματικότητα «την κάθοδο του Φωτοφόρου Πνεύματος στην ύλη γιατί μόνον έτσι η ύλη μπορεί να διαποτιστεί με φως και συνείδηση. Χωρίς αυτήν την πτώση δεν θα υπήρχε λύτρωση για τον άνθρωπο… Ο Σατανάς κάνει τον άνθρωπο θείο … και τον λυτρώνει από την αμαρτία της άγνοιας και συνεπώς από το θάνατο. …Είναι ο θεός του πλανήτη μας και ο μοναδικός θεός, ο δημιουργός της ιεραρχίας των μυστών στον πλανήτη Γη» (Μυστική Διδασκαλία).

Εδώ γίνεται σαφές ότι για την Μπλαβάτσκι και πολλούς εσωτεριστές ο Εωσφόρος αντικαθιστά τον Ιησού Χριστό και θεωρείται ο πραγματικός λυτρωτής της ανθρωπότητας. Ο Ιησούς έχει έναν υποδεέστερο ρόλο, κατώτερο και από του Βούδα. Όντως πρόκειται για απροκάλυπτη λατρεία του Εωσφόρου. Όπως η Bailey αργότερα, η Μπλαβάτσκι και ο Στάινερ ονόμασαν αρχικά τις εκδόσεις τους “Lucifer”.

Ας σημειωθεί ότι κατά την Bailey «η ατομική βόμβα παρήχθη από την μυστική ιεραρχία, από μία συνεργασία ενός άσραμ της πρώτης ακτίνος με μία ομάδα της πέμπτης ακτίνος… και έχει καθαρά ευεργετικό σκοπό…».

Παρόμοια ο Ντέιβιντ Σπάνγκλερ (David Spangler), ιδεολόγος του New Age, γνωστός από την κοινότητα Findhorn, η οποία «φωτίζεται επίσης από το φως του Εωσφόρου», γράφει το 1978 στο Reflexions on Christ (παράθεμα από την CCumbey): «Ο Εωσφόρος έρχεται για να μας δώσει οριστικά το χάρισμα της τελειότητας. Εάν την δεχθούμε, είμαστε και εκείνος και εμείς ελεύθεροι. Πολλοί άνθρωποι βιώνουν ήδη τώρα την εωσφορική αυτή μύηση και πολλοί θα την βιώσουν στις μελλοντικές ημέρες, γιατί είναι μία μύηση για τη Νέα Εποχή..».

Ο ΡΟΔΟΣΤΑΥΡΙΣΜΟΣ (R.C.)

Πολλές μυστικές εταιρείες και ομάδες του εσωτερισμού υποστηρίζουν ότι αίρουν την καταγωγή τους από αρχαία μυστήρια ή τουλάχιστον παλαιότερες παραδόσεις από περασμένους αιώνες ή και χιλιετίες. Θεωρούν συνεπώς ότι συνεχίζουν μία παλιά παράδοση, επειδή υιοθετούν διδασκαλίες και τελετές από το παρελθόν.

Βέβαια μάλλον είναι αδύνατο να εξακριβωθεί αν τέτοιου είδους ισχυρισμοί είναι κι αληθινοί. σκοπός τους είναι περισσότερο να προσδώσουν μία πατίνα μυστηρίου και αξιοσέβαστης παλαιάς παράδοσης.

Οι περισσότερες απ’ αυτές – εάν δεν θεωρούν ότι κατάγονται από την αρχαία Αίγυπτο – αποδίδουν τη γένεσή τους σε δύο προσωπικότητες του γερμανόφωνου χώρου, τον Χριστιανό Ροζενκρόιτς, ο οποίος υποτίθεται ότι έζησε από το 1378 ως το 1484 (και άρα έγινε 106 ετών) και τον προτεστάντη θεολόγο Γιόχαν Βάλεντιν Αντρέε (1586-1654).

Στο «Fama Fraternitatis» του Αντρέε περιγράφεται ο βίος του υποτιθέμενου ιππότη Ροζενκρόιτς, ο οποίος είχε μεγαλώσει σ’ ένα μοναστήρι και στα δεκαέξι του χρόνια συνόδεψε έναν αδελφό μοναχό σ’ ένα ταξίδι στον Άγιο Τάφο. Στη Δαμασκό γνωρίστηκε με Άραβες σοφούς, μυήθηκε σε απόκρυφες πρακτικές και σκέφτηκε να αναμορφώσει με παρόμοιο τρόπο την πνευματική ζωή της Ευρώπης. Επειδή όμως το σχέδιό του να παντρέψει επιστήμη και θρησκεία δεν ευοδώθηκε, γι’ αυτό ίδρυσε την Αδελφότητα των Ροδόσταυρων.

Σήμερα από ιστορικούς και ιστοριοδίφες θεωρείται βέβαιο ότι ο ιππότης Ροζενκρόιτς ήταν απλώς ο ήρωας ενός μυθιστορήματος. Ο Αντρέε αποστασιοποιήθηκε δημόσια από το βιβλίο του το 1617, δηλώνοντας ότι ήθελε απλώς να ειρωνευτεί με αυτήν τη σατιρική αλληγορία το μυστικισμό των αποκρυφιστικών ομάδων της εποχής του και την αναζήτηση του Φωτός σε άλλους λαούς, ενώ τον ίδιο τον ενδιέφερε κυρίως η ανανέωση και η επιστροφή στις ρίζες του χριστιανισμού. Γι’ αυτόν το σκοπό πρότεινε τη δημιουργία ομάδων που θα τον αναμορφώνουν ενεργά εκ των έσω. Όμως στο μεταξύ πολλοί πήραν τη σάτιρα σοβαρά.

Οι αρχές των Ροδόσταυρων

Οι Ροδόσταυροι είχαν επτά βασικές αρχές:

  1. Καθετί μεγάλο και θεϊκό είναι απλό.

  2. Η δύναμη του Θεού είναι μέσα μας όταν είμαστε μέσα του και αυτή η δύναμη νικάει τον κόσμο.

  3. Κάνοντας τη βούληση του Θεού και δική σου βούληση, ενεργείς έτσι ώστε να κατακτήσεις τη Ζωή.

  4. Ένας μόνο νόμος υπάρχει που δεν έχει εξαιρέσεις, ο νόμος της αγάπης.

  5. Όσο ένοχοι κι αμαρτωλοί κι αν είμαστε, υπάρχει αντίστοιχα μεγάλη λύτρωση.

  6. Ό,τι δίνεις παίρνεις (σύμφωνα με τη ρήση στο Ματθαίο 7,2: «Με ό,τι μέτρο μετράς, θα μετρηθείς κι εσύ»).

  7. Ο μεγαλύτερος θησαυρός της ανθρωπότητας δια παντός είναι η Επί του Όρους Ομιλία.

Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, οι αρχικά καθαρά χριστιανικές αρχές του πρώτου Ροδοσταυρισμού παραγκωνίστηκαν σταδιακά από στοιχεία που έφεραν Ιλλουμινάτοι και Τέκτονες.

Η αναγέννηση του Ροδοσταυρισμού

Αυτή συνέπεσε με την αναθέρμανση του σύγχρονου εσωτερισμού το 19ο αιώνα, όταν παρουσιάστηκαν νέα πνευματικά και εν μέρει αποκρυφιστικά κινήματα. Από τον 17ο αι. επιστήμη και τεχνοκρατία είχαν εγκαινιάσει την εκκοσμίκευση και τον εξορθολογισμό του κόσμου. Ο νεώτερος εσωτερισμός γεννήθηκε ως αντίδραση στην παραπάνω διαδικασία και ως αντίβαρο στο Διαφωτισμό. Χωρίς ν’ απορρίπτει τα επιτεύγματα της τεχνολογίας ήθελε κατά κάποιον τρόπο να σταματήσει το «ξεμάγεμα» του κόσμου. Μέσα σ’ αυτήν την τάση μίας νέας πνευματικής αναζήτησης αναδύθηκαν με ορισμένη επιτυχία τα μανιφέστα των Ροδόσταυρων. Γιατί τα μανιφέστα αυτά αναπαρήγαγαν την κοσμοαντίληψη που επικρατούσε πριν από το Διαφωτισμό, καθώς παρουσίαζαν τους Ροδόσταυρους σαν κάτοχους «μίας γνώσης που ένωνε τη θεογνωσία με την κοσμογνωσία, τη θρησκεία με την επιστήμη».

Ο Ροδοσταυρισμός ως η Δυτική Μυητική Ατραπός

Αυτή η νέα εκδοχή του ροδοσταυρικού μύθου γέννησε πάλι από το 19ο αι. κι ύστερα δύο κυρίαρχα ρεύματα. Το ένα ρεύμα βλέπει το Ροδοσταυρισμό ως το μοναδικό πυλώνα της μυητικής παράδοσης της Δύσης.

Ο μυητικός και θεοσοφικός Ροδοσταυρισμός

Το άλλο ρεύμα του Ροδοσταυρισμού από το 19ο αι. αντιπροσωπεύουν διάφορες αποκρυφιστικές νεοροδοσταυρικές ομάδες που ισχυρίζονται ότι έχουν μυηθεί στη Γνώση ενός αρχαιότερου ροδοσταυρικού τάγματος, το οποίο υπήρξε παλιότερα στην ιστορία. Ορισμένες εξ αυτών υιοθετούν τη θεοσοφική θεωρία των Αναληφθέντων Διδασκάλων, για μία αόρατη Αδελφότητα που κυβερνάει τις τύχες του κόσμου. Η γνώση των Α.Δ. είναι ακόμη μυστική για τη μεγάλη μάζα των ανθρώπων. Οι ομάδες αυτές θεωρούν ότι είναι οι μεσολαβητές που παραλαμβάνουν και μεταδίδουν τη γνώση ενός «αόρατου» ή «μυστικού ροδοσταυρικού τάγματος», το οποίο καθοδηγείται από τέτοιες εξαιρετικά εξελιγμένες πνευματικές οντότητες. (Η. Ruppert)

Σύγχρονοι «Ροδόσταυροι»

Από τη δεκαετία του 1920 άρχισαν να σχηματίζονται διάφορες ομάδες που υιοθέτησαν τον τίτλο του Ροδοσταυρισμού, χωρίς όμως να έχουν κάποια σχέση με τα ροδοσταυρικά μανιφέστα του 17ου αιώνα.

Συμπεράσματα

Τα σύγχρονα ροδοσταυρικά τάγματα είναι προϊόντα του 20ού αι. και καθαρά συγκρητιστικά, σε αντίθεση με τις πρωτότυπες ιδέες του Αντρέε και των συντρόφων του που ήθελαν να αναμορφώσουν πρακτικά τον χριστιανισμό και να τον συνδέσουν με τις επιστήμες και με τις ηθικές απαιτήσεις της κοινωνίας τους. Γι’ αυτό άλλωστε το 1619 δημοσίευσε το ουτοπικό μυθιστόρημα «Η Δημοκρατία της Χριστιανούπολης». Ο Αντρέε εξέφραζε επίσης την πανευρωπαϊκή επίγνωση της ανάγκης να επικρατήσει ένας πρακτικός χριστιανισμός που θα έβαζε τέλος σε θρησκευτικούς πολέμους και φιλοσοφικές έριδες.

Οι σύγχρονοι Ροδόσταυροι αντλούν αντίθετα τα στοιχεία τους κατά κύριο λόγο από μη χριστιανικές κοσμοθεωρίες και ιδίως από τη Θεοσοφία, τον ινδουισμό και τις μυστηριακές λατρείες. Ένα ιδιαίτερο βάρος έχει ο Γνωστικισμός, αφού ο άνθρωπος κατακτά τη λύτρωση μόνο μέσω «απόκρυφης, ανώτερης Γνώσης». Κατά συνέπεια οι Ροδοσταυρικές σχολές είναι σαφώς αντίθετες με τη χριστιανική διδασκαλία και πράξη.

Επιπλέον ας σημειωθεί ότι, όπως και στις περισσότερες εσωτερικές ομάδες, στηρίζουν την ταυτότητά τους σε θρύλους και η καθεμία πιστεύει στο δικό της παραμύθι, όσο φαντασιόπληκτο κι αν είναι.

 

Ο μεγάλος κίνδυνος στις ομάδες του εσωτερισμού και του γνωστικισμού είναι ο αυτισμός. Ο αυτισμός αυτός καλλιεργείται από την πεποίθηση που τους υποβάλλουν δαιμονικές δυνάμεις ότι τα μέλη τους είναι οι «κλητοί», οι «επίλεκτοι» που με τις ιδιαίτερες γνώσεις τους θα φθάσουν στη θέωση…

Rosicrucianum

Η αυτοπαρουσίαση του L.R. (Lectorium Rosicrucianum)

« Το L.R. είναι μία Μυστηριακή Σχολή που μεταφέρει την Οικουμενική Διδασκαλία σε όλους όσοι αναζητούν την αληθινή απελευθέρωση. Η πηγή της Διδασκαλίας δεν βρίσκεται σ’ αυτόν τον κόσμο. Ως εκ τούτου το L.R. δεν παρουσιάζει νέα δόγματα ή νέες θέσεις, αλλά αντλεί από τις συνεχείς προσπάθειες της Συμπαντικής Αδελφότητας για την έκπτωτη ανθρωπότητα. […] Το L.R., ο τελευταίος κρίκος σήμερα μίας αλυσίδας σχολών του Γνωστικισμού, έχει για το παρόν το καθήκον να αφυπνίσει εκ νέου στον αναζητητή την προ-ανάμνηση από το πρωταρχικό Φωτεινό Βασίλειο, που δεν είναι αυτού του κόσμου. Κατά συνέπεια το LR είναι το όργανο της Συμπαντικής Αδελφότητας, η οποία πασχίζει μετά από την πτώση της ανθρωπότητας, να επαναφέρει, ει δυνατόν, τα παραπλανημένα τέκνα του Θεού, πίσω στο πατρικό τους…»

«…Αποφασίζουμε να ταυτίσουμε τη Σχολή του Πνεύματος με τον Θεό και τις τρεις ενέργειες που εκπηγάζουν απ’ αυτόν. Ονομάζουμε τη Σχολή με το όνομα του Πατέρα, ο οποίος μας προαπαντά ως Υιός και με το Άγιο Πνεύμα του μάς ωθεί στην ατραπό της Αναγέννησης… Γι’ αυτόν το λόγο η Σχολή του Πνεύματος είναι εκ φύσεως η Ατραπός, η Σχολή, η μοναδική δυνατότητα για την πραγματική Λύτρωση». [«Βασική Φιλοσοφία του L.R.»]

Επομένως, τη λύτρωση μπορεί να την βρει ο άνθρωπος μόνο μέσω μίας ιδιαίτερης Γνώσης περί της θείας καταγωγής του και με την επιθυμία του να επιστρέψει στο Βασίλειο του Φωτός. Αυτή τη Γνώση διδάσκει μόνο το L.R. που από το ηλεκτρομαγνητικό «ενεργειακό του πεδίο» εκπέμπει συμπυκνωμένη «την κοσμική Γνωστική ακτινοβολία», που ζωογονεί τον πνευματικό σπινθήρα στην ανθρώπινη καρδιά.

Πάντως για το LR η Βίβλος δεν είναι η μόνη αγία Γραφή, αφού «η διδασκαλία του Χριστού, του Βούδα και του Λαοτσέ έχουν την ίδια σημασία». Επίσης «ο Γνωστικισμός των πρώτων χριστιανών, των αρχαίων Ελλήνων και Αιγυπτίων, των Περσών και των Κινέζων φανερώνουν ότι η Παγκόσμια Διδασκαλία διατρέχει όλη την ιστορία της ανθρωπότητας». Όλες οι «άγιες γραφές» έχουν το ίδιο «αιώνιο μήνυμα» λέει το L.R., μόνο «το χρώμα, η μορφή, η ιδέα και η δόνηση» αλλάζουν.

Ωστόσο οι χριστιανοί και οι εκκλησίες τους ανήκουν στο υλικό πεδίο κι αποτελούν μέρος του κακού (πεπτωκότος) κόσμου. Γι’ αυτό το LR συμβουλεύει τους χριστιανούς ν’ απαγκιστρωθούν από την «ιστορική μορφή του Ιησού της Ναζαρέτ. Παραμερίστε την εικόνα του προσωπικού Χριστού που καλλιεργεί η δογματική θρησκεία… Ο Χριστός έχει την έννοια μίας κατάστασης απελευθερωμένης ύπαρξης κι όχι μίας ηγετικής μορφής που υπαγορεύει νόμους. Πρέπει να ανατρέψετε αυτό το μοιραίο λάθος των εκκλησιαστικών ομολογιών για να μπορέσετε να ελευθερωθείτε από τα δεσμά του γράμματος της Γραφής».

Ο ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΤ)

Αμέτρητες γνωστές προσωπικότητες ήταν ελευθεροτέκτονες, μ.α. αυτοκράτορες, βασιλείς κι άλλοι ευγενείς, πρόεδροι, πρωθυπουργοί, στρατηγοί, καλλιτέχνες και διανοούμενοι. Αξίζει να εξετάσουμε ποιοι ήταν οι λόγοι που ο ΕΤ ασκούσε και ασκεί τέτοια έλξη.

Αυτοπαρουσίαση του ΕΤ

«Ο ΕΤ είναι μια διεθνής ένωση, η οποία, με σεβασμό για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, εργάζεται για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, την αδελφοσύνη και τη γενική φιλαλληλία. Ο ΕΤ πιστεύει ότι είναι δυνατόν να λύνονται ειρηνικά χωρίς καταστροφικές συνέπειες οι διαμάχες μεταξύ των ανθρώπων. Η προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η οικοδόμηση μίας σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ των ανθρώπων με διαφορετικές πεποιθήσεις».

«Ο ΕΤ εργάζεται για το καλό της ανθρωπότητας, γιατί οι ΕΤ προσπαθούν να εξευγενίσουν τον εαυτό τους και τους άλλους πνευματικά και ηθικά. Στόχος τους είναι να οδηγήσουν σε ένα γενικό σύνδεσμο όλων των ανθρώπων, τον οποίο ήδη αποτελούν οι ίδιοι σε μικρογραφία. Ο απώτερος σκοπός είναι να λυτρωθεί η ανθρωπότητα από φόβους, έγνοιες και έριδες και να επιστρέψει στην παραδείσια κατάσταση προ της πτώσης» (Πηγή: HMiers)

Στην πραγματικότητα βέβαια πολλές οργανώσεις του ΕΤ και μέλη τους δίνουν ένα εντελώς διαφορετικό νόημα στον ΕΤ. Άλλωστε αν καλοσκεφτεί κάποιος τις αρχές του ΕΤ, αναδύεται το ερώτημα αν δεν θα ήταν καλύτερο να επιτύχει κανείς τους προβαλλόμενους ως επιδιωκόμενους στόχους (π.χ. τη φιλανθρωπία) με εντελώς απλά, κοινά μέσα.

Για παράδειγμα ένας εσωτεριστής ηγέτης του ΕΤ, ο Μ. Erler, έγραφε το 1964: «Ασφαλώς πρέπει κάποιος να έχει πολύ παιδικό πνεύμα για να μπορεί να τον γελάσει κανείς ότι χρειάζεται μία καλοοργανωμένη Αδελφότητα και εντυπωσιακά τελετουργικά τυπικά, και μάλιστα με τη σφραγίδα ότι πρόκειται για αυστηρά φυλασσόμενα μυστικά, για να διδαχτεί τις 10 εντολές ή μία εκδοχή τους, τις οποίες έχει μάθει ο καθένας από την α’ τάξη του δημοτικού» (Πηγή: Miers)

Πάντως η Αγία Γραφή παίζει μόνο ένα ρόλο σύμβολου στον ΕΤ και όχι ως διδασκαλία. Σύμφωνα με τον λεξικογράφο HMiers η μεγαλύτερη μερίδα των ΕΤ είναι αθεϊστική, πράγμα που φαίνεται λογικό, από τη στιγμή που δεν δίνεται βαρύτητα στο θείο λόγο. Κατά βάση ο ΕΤ θεωρεί μεν ότι ένας θεός δημιούργησε τον κόσμο, όμως ότι τον έχει αφήσει στη μοίρα του. Οι τέκτονες δεν αντιλαμβάνονται τον θεό ως οντότητα, αλλά ως αρχιτέκτονα του κόσμου και ανώτερη Δύναμη.

Μαρτυρία από τον ΕΤ

Ακολουθούν τα λόγια του Albert Pike (1809-1891), του πιο σημαντικού υψηλόβαθμου ΕΤ και δημιουργό των τυπικών του AASR (Σκωτικού Τύπου) κι «επίτιμο μέλος σχεδόν κάθε Ανώτατου Συμβουλίου ΕΤ στον κόσμο».

Ο Pike, ο οποίος πολύ πριν από την Μπλαβάτσκι συνέλαβε και αξιοποίησε τις συνάφειες μεταξύ των πιο διαφορετικών συστημάτων λατρείας (Miers), μεταξύ άλλων συνέγραψε το Morals and Dogma για το Ανώτατο Συμβούλιο του 33ου Βαθμού. Αυτό το εγχειρίδιο επίσημης παράδοσης του ΕΤ συνδέει την προέλευσή του με τον ινδουισμό, το βουδισμό, το ζωροαστρισμό και άλλες ανατολικές λατρείες.

Γράφει λοιπόν εκεί ο Pike:

Όπως όλα τα μυστηριακά και τα ερμητικά συστήματα και η αλχημεία, έτσι και ο ΕΤ κρύβει τα μυστικά του από όλους, εκτός από τους σπουδαστές και τους σοφούς ή τους εκλεκτούς. Γι’ αυτό χρησιμοποιεί ψευδείς εξηγήσεις και λανθασμένες ερμηνείες των συμβόλων του με σκοπό να παραπλανήσει εκείνους που αξίζουν να παραπλανηθούν…

Ένα μέρος των συμβόλων παρουσιάζεται στο μυημένο, μ’ εσκεμμένα λανθασμένες εντούτοις ερμηνείες ώστε να καθοδηγείται σε λάθος κατεύθυνση. Πρόθεση δεν είναι να τα καταλάβει, αλλά να νομίζει ότι τα καταλαβαίνει».

Έτσι γράφει ο Manley Palmer Hall, άλλη μία κορυφαία προσωπικότητα στον ΕΤ: «Όταν ο τέκτονας μάθει το μυστικό της ικανότητάς του, τότε έχει στο χέρι του τις ζέουσες, τις καυτές ενέργειες του Εωσφόρου».

Παρ’ όλα αυτά οι ΕΤ χαίρουν εκτίμησης σε όλον τον κόσμο και συνιστούν ένα μεγάλο ποσοστό σε ηγετικά πόστα, σε κοσμικά και εκκλησιαστικά αξιώματα. Ωστόσο αυτοί που αρνούνται ότι ο Ιησούς είναι ο μοναδικός Χριστός και ότι έγινε αληθινός άνθρωπος, δεν έχουν το πνεύμα του Θεού, αλλά του αντίχριστου (Α΄Ιωάννη 4, 1-3). Αυτό όμως που διδάσκουν τόσο ο μυστικισμός της Ανατολής όσο και οι ψυχαναγκαστικές οργανώσεις, ότι δηλαδή ο Ιησούς είχε κατακτήσει απλώς τη «χριστική συνείδηση», που είναι εφικτή για τον καθένα, το ίδιο υποστηρίζει κι ο ΕΤ:

«Ο Ιησούς της Ναζαρέτ είχε κατακτήσει ένα συνειδησιακό επίπεδο, το οποίο χαρακτηρίστηκε με διάφορα ονόματα, όπως: κοσμική συνείδηση, μετενσωμάτωση της ψυχής, φιλοσοφική μύηση, φωτισμός, βραχμανική λάμψη, χριστική συνείδηση».

[Lynn Perkins, The Meanings of Masonry]

Άρα από τις διδασκαλίες των τεκτόνων δεν μπορεί να πάρει κάποιος καμία σοβαρά, αφενός λόγω της σχετικοκρατικής αντίληψης απέναντι στην αλήθεια, και αφετέρου γιατί και τους ίδιους τους χαμηλόβαθμους τους παραπλανούν εσκεμμένα με ψεύτικες θεωρίες.

Είναι γνωστό ότι τα τελετουργικά τυπικά του ΕΤ έχουν πολλά στοιχεία δεισιδαιμονίας, μαγείας και από τις εκκλησιαστικές τελετές. Πάντως η βάση της μυστικής διδασκαλίας είναι η αυτολύτρωση.

Επίσης ένα άλλο γνωστό σκοτεινό κεφάλαιο του ΕΤ είναι, όπως έχουν παρατηρήσει πολλοί αναλυτές, η επιδίωξη μίας παγκόσμιας κυριαρχίας. Είναι ανεξάντλητη η σχετική φιλολογία, την οποία ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης μπορεί να εξετάσει και να σχηματίσει δική του άποψη. Ωστόσο μία τέτοια έρευνα θα πρέπει να θεωρηθεί μάλλον χάσιμο χρόνου. Γιατί ακόμη κι αν ισχύουν πολλά απ’ αυτά που θ’ ανακαλύψει κάποιος, είναι σχεδόν ή και τελείως αδύνατο να τα εξακριβώσει, δεδομένου ότι τα πάντα καλύπτονται από ένα πέπλο μυστικότητας.

Υ.Γ. Η παρουσίαση των σύγχρονων Ροδόσταυρων και των Τεκτόνων περιορίστηκε εδώ στα βασικά σημεία του πιστεύω τους, με σκοπό να ξετυλιχτεί το κουβάρι της εωσφορικής ιδέας δηλ. του Εωσφόρου ως λυτρωτή του κόσμου – που σαν εσωτερικός μίτος της Αριάδνης οδηγεί παρακάτω σε νεότερα μορφώματα του εσωτερισμού όπως η Θεοσοφία, που ακολουθεί για μία μεγαλύτερη εμβάθυνση.

Για αναλυτικότερη παρουσίαση βλ. τα αντίστοιχα κεφάλαια στο «Ο Βασιλιάς είναι Γυμνός» στο φάκελο «Ο Λαβύρινθος και η Έξοδος». Επίσης: «Προφητείες και Συνωμοσίες – Είναι Αλήθεια ή Παραμύθια;» σε αυτήν την ιστοσελίδα.

Οι αρχές της Θεοσοφίας

Η ανάγνωση της θεοσοφικής διδασκαλίας δυσχεραίνεται από την πληθώρα σανσκριτικών όρων. Επιπλέον πάρα πολλά παραθέματα στα σανσκριτικά, στα ελληνικά και στα λατινικά είναι λάθος. Ωστόσο ομολογουμένως οι βασικές αρχές με την πρώτη ματιά φαίνονται ελκυστικές και είναι οι εξής:

  1. Η ενότητα των πάντων και η εκδίπλωση των κόσμων από την ενότητα αυτή (πανθεϊσμός).

  2. Η ενότητα αυτή εκδηλώνεται σε επτά βαθμίδες ή επίπεδα, δηλ. η διδασκαλία για την επταδική σύσταση του ανθρώπου και του σύμπαντος.

  3. Η θειότης και η αθανασία του ανθρώπου.

  4. Η εξέλιξη της συνείδησης μέσω των φυσικών βασιλείων ως τον άνθρωπο, και στη συνέχεια «ως τον υπεράνθρωπο και ως το θείο ον».

  5. Η περιοδική επιστροφή των πάντων, ιδίως η μετενσωμάτωση (μετενσάρκωση) ως όχημα ανέλιξης.

  6. Ο νόμος της ανταπόδοσης, του κάρμα, βάσει του οποίου ο άνθρωπος διαμορφώνει αυτοβούλως τη μοίρα του.

  7. Η ύπαρξη μίας Ιεραρχίας Μυστών, των λεγομένων Διδασκάλων ή Μαχάτμας που συναποτελούν τη «Μεγάλη Λευκή Αδελφότητα». Όταν ο άνθρωπος αναπτυχθεί, από ένα ορισμένο στάδιο κι ύστερα, του παρουσιάζονται ως καθοδηγητές του.

 

Ένα ακόμη σημείο που συνήθως δεν αναφέρεται είναι η αρχή ότι οφείλεται θεία λατρεία στον Εωσφόρο(-Σατανά) ως δημιουργό και κύριο του υλικού κόσμου.

(Πηγή: Ρ. Πάσσιαν)

Η ανθρώπινη ματαιοδοξία κι άλλες καμουφλαρισμένες παγίδες

Σε γενικές γραμμές πρέπει να ειπωθεί ότι η Θεοσοφία – και δυστυχώς όχι μόνον αυτή –βρίθει από περίπλοκες περιγραφές «Ηλιακών Λόγων» και «Πλανητικών Ιεραρχιών», από σκοτεινές κοσμογονίες και ανθρωπογονίες κ.ο.κ.

Και όλα αυτά με δυσνόητους όρους που προκαλούν κυκλοφορική συμφόρηση στον εγκέφαλο αντί για φώτιση στην καρδιά. Με άλλα λόγια πρόκειται για εγκεφαλική «γνώση» που δύσκολα θα κάνει τον άνθρωπο καλύτερο. Και αυτό δεν είναι τυχαίο, αφού έτσι ο προχωρημένος «γνώστης» αυτών των απόκρυφων θεωριών αυτοκολακεύεται ότι είναι ένας από τους λίγους που γνωρίζουν τα μυστικά του σύμπαντος…

Στην πραγματικότητα δε, το περίφημο «κατώτερο Εγώ» του μάλλον μεγαλώνει, αφού με όλες αυτές τις φανταστικές γνώσεις μπορεί να κάνει εντύπωση στους άλλους… Και ενώ νομίζει ότι τους προσφέρει, στην ουσία θέλει ν’ ασκήσει εξουσία πάνω τους διανύοντας κατ’ ευφημισμό «την ατραπό είτε της δεξιάς χειρός δηλαδή την ατραπό του υποτιθέμενα «καλού» της λευκής μαγείας ή – ακόμη χειρότερα – της αριστεράς χειρός» δηλαδή της μαύρης μαγείας…

Ο ρόλος του Εωσφόρου –Σατανά

Η Θεοσοφία όμως το βλέπει αλλιώς το πράγμα κι έτσι προωθεί την εσωτεριστική αποκατάσταση του Εωσφόρου. Για παράδειγμα ο Φρ. Χάρτμαν, επικαλούμενος τη «Μυστική Διδασκαλία», γράφει: «…η “πτώση του Εωσφόρου” στην πραγματικότητα σημαίνει κατάβαση στην ύλη για τον Φορέα του Φωτός. Μόνον έτσι μπορεί η ύλη να φωτιστεί και να την διαπεράσει η πνευματική συνείδηση. Χωρίς την “πτώση” ενός αγγέλου δεν θα υπήρχε λύτρωση για τον άνθρωπο…».

Με άλλα λόγια, εδώ σαφώς ο Εωσφόρος αντικαθιστά τον Ι. Χριστό. Χάρη σ’ αυτόν αιχμαλωτιστήκαμε στην ύλη, επειδή υποτίθεται ότι μόνον εδώ μπορούμε ν’ αποκτήσουμε αυτοσυνειδησία και ν’ αναπτυχθούμε προς το Φως. Συνεπώς ο Σατανάς είναι εκείνος «που κάνει το γήινο άνθρωπο θείο… που του δίνει το Νόμο της Ζωής του Πνεύματος και τον ελευθερώνει από την αμαρτία της άγνοιας, δηλαδή από το θάνατο» (Μυστική Διδασκαλία)

Λογικά λοιπόν, αφού στη Μ.Δ. ο Εωσφόρος –Σατανάς είναι ο λυτρωτής θεός, κατ’ ακολουθία, όταν ο άνθρωπος γίνει θεός, γίνεται σατανικός! Η αναστροφή των εννοιών αντίθετα με την κοινά αποδεκτή σημασία τους κρύβεται συχνά πίσω από τις «κρυφές αλήθειες» του εσωτερισμού. Άλλωστε πράγματι η σύγχρονη δημόσια ζωή είναι η πλέον κατάλληλη για να κάνει τους ανθρώπους διαβόλους…

Όντως η παραμονή στην «Κοιλάδα των Δακρύων» που είναι η ύλη και η Γη, οφείλει να μας οδηγήσει στο ξεμάγεμα από την απάτη, τη μαγγανεία της ύλης. Ωστόσο η ύλη δεν προέκυψε από «την πρόθεση του Εωσφόρου να φέρει το Φως», αλλά από τη δική του και δικά μας πτώση… Ο Εωσφόρος, όσο ισχυρή κι ανυποχώρητη θέληση κι αν έχει, είναι κι αυτός ένα δημιούργημα. συνεπώς υπόκειται κι αυτός επίσης στους νόμους του σύμπαντος. Άρα οι νόμοι και η ίδια η ύλη δεν μπορεί να προέρχεται απ’ αυτόν αλλά από το Δημιουργό όλων. (Ρ. Πάσσιαν)

Σύμφωνα με τη Νέα Αποκάλυψη, ο Εωσφόρος και οι ακόλουθοί του επιστρέφουν ατομικά και σταδιακά στην πνευματική δημιουργία σε μία εξελικτική διαδικασία που διαρκεί αιωνιότητες. Ο αντίθεος πόλος όμως προσπαθεί να υπονομεύσει και να καθυστερήσει τη νομοτελειακή αυτή επιστροφή, δηλαδή την πνευματοποίηση της ύλης, παρασύροντάς μας σε απατηλούς στόχους. Σκοπός του είναι να διαιωνιστεί η ύλη, που είναι το βασίλειό του. Ως συνέπεια, εδώ είναι το πεδίο της μάχης μεταξύ φωτός και σκότους, η οποία διεξάγεται για την κάθε ανθρώπινη ψυχή. Επομένως είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι για τη Θεοσοφία και για πολλούς Εσωτεριστές ο Εωσφόρος παριστάνει τον λυτρωτή της ανθρωπότητας.

ΣΤΟ ΑΣΑΝΣΕΡ ΤΩΝ ΑΝΑΛΗΦΘΕΝΤΩΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΥΤΟΛΥΤΡΩΣΗ

Σύμφωνα μ’ ένα μύθο, υπάρχει κάπου στον κόσμο μία ομάδα «τέλειων» ανθρώπων που κατέχουν εξαιρετικές φυσικές δυνάμεις και έχουν φτάσει σε ανώτερο επίπεδο συνείδησης. Η ομάδα αυτή, που εδρεύει κατά καιρούς σε διάφορες μυστικές τοποθεσίες, όπως στο Θιβέτ, είναι γνωστή ως Απόκρυφη Ιεραρχία ή Μεγάλη Λευκή Στοά ή ΜεγάληΛευκή Αδελφότητα [«Μυστικές Εταιρείες», εκδ. Αρχέτυπο]. Με τη Θεοσοφία της Μπλαβάτσκι εξαπλώθηκε η σχεδόν μεσσιανική πίστη στην ύπαρξη μίας ιεραρχίας «αναληφθέντων Διδασκάλων» (Α.Δ.) που μεταδίδουν ενέργεια και γνώση στη Γη. Στην πίστη αυτή στηρίχτηκαν στη συνέχεια πολλά παρακλάδια και ρεύματα για να δικαιολογήσουν την προέλευση των διδασκαλιών τους και την ελπίδα για τη σωτηρία της ανθρωπότητας.

Την εποχή της Μπλαβάτσκι (HPB), ισχυρίζονταν ότι οι Διδάσκαλοι κατοικούσαν στο Shigatse του Θιβέτ, όμως οι επιτόπιες έρευνες δεν βρήκαν καμία απόδειξη. Στη συνέχεια δόθηκε η εξήγηση ότι οι Α.Δ. δεν έχουν κανονικό ανθρώπινο σώμα και εκτός αυτού μόνο με ενόραση μπορεί κάποιος να τους δει. Πάντως ο ύψιστος στόχος ενός θεόσοφου της Εσωτερικής Σχολής είναι να έρθει σ’ επαφή μ’ έναν Α.Δ. νοερά ή και προσωπικά και να γίνει δεκτός ως μαθητής τους.

Στην εσωτερική λογοτεχνία βρίσκουμε τη Σαμπάλα, μια μυστική υπόγεια πόλη στα έγκατα της Γης την οποία πάρα πολλοί αναζήτησαν μα ποτέ δεν βρήκαν. στην έρημο Γκόμπι, στο Θιβέτ, στο Αφγανιστάν και στα βουνά Κουν-Λαν της Κίνας.

Η Σαμπάλα θεωρείται από τους μυστικιστές ως ένα υψηλό στάδιο συνείδησης, που από εκεί τα πλέον εξελιγμένα μέλη της Απόκρυφης Ιεραρχίας (οι Διδάσκαλοι) επικοινωνούν μεταξύ τους και μεταβιβάζουν στους «πράκτορές» τους, σε ολόκληρο τον κόσμο, οδηγίες σχετικά με το Θείο Σκοπό και την εκτέλεσή του στη γη, αυτό που είναι γνωστό στους σπουδαστές του εσωτερισμού ως το «Σχέδιο». [Πηγή: «Μυστικές Εταιρίες» σελ. 117].

Οι πιο γνωστοί «Διδάσκαλοι» στη Θεοσοφία

Djwal Khul (DK):

Έλαβε την 5η Μύηση το 1875 και είναι Θιβετιανός. Ο τομέας του ειδικότερα είναι οι θεραπείες. Υπαγόρευε στην HPB ένα μεγάλο μέρος της «Μυστικής Δοξασίας».

Kut Humi (K.HK.X.) υψηλόβαθμος μύστης, το πεδίο δράσης του είναι η 2η Ακτίς. Προέρχεται από το Κασμίρ της Ινδίας και στα «βαθυγάλανα μάτια του κρύβεται η αγάπη και η σοφία όλων των εποχών».

Morya (M.), κατοικεί στο Shigatse του Θιβέτ

Κυβερνάει την 1η Ακτίνα, της Βούλησης και της Ισχύος, προωθεί την ανθρώπινη εξέλιξη, έχει πολλούς Ευρωπαίους και Αμερικανούς μαθητές και δρα μέσα από πολλές οργανώσεις του εσωτερισμού και του αποκρυφισμού. Αυτός υπαγόρευε στην Μπέιλη σχεδόν όλα τα βιβλία της.

Ιησούς: ζει στη Συρία ως το ενεργειακό κέντρο κάθε δύναμης. Ταξιδεύει συχνά, ιδίως στην Ευρώπη. εργάζεται με τα πλήθη κι έχει πολλούς μαθητές της 6ης Ακτίνας. Όταν ήταν ο εχθρός των χριστιανών, ως Απόλλωνας ο Τυανεύς, έλαβε την 5η Μύηση.

St.Germain ή Rakoczi (R): Το 14ο αι. ενσαρκώθηκε ως Χριστιανός Ροδόσταυρος

(Christian Rosenkreutz), τον 15ο αι. ως Hundyadi Janos, τον 16ο αι. ως μοναχός Robertus, τον 17ο αι. ως Bacon (Francis και Roger) τον 18 αι. ως StGermain. «Πριν το τέλος του 20ού αι. θα βγει από την απομόνωση και θα εμφανιστεί στο προσκήνιο». Κυβερνάει την 7η Ακτίνα των τελετών μαγείας και καθοδηγεί τα εσωτεριστικά τελετουργικά.

HilarionΚυβερνά την 5η Ακτίνα, δηλ. τσόχαν (chohan) των επιστημών. Υπήρξε ο Παύλος από την Ταρσό, ενώ σήμερα ζει ως Κρητικός, όμως κυρίως στην Αίγυπτο. Υποτίθεται ότι υπαγόρεψε το «Φως στην Ατραπό» στη Mabel Collins, πράγμα που αυτή αργότερα διέψευσε.

(όλα τα προηγούμενα από: Bailey, «Initiation», Lorch 1951)

 

Ειρήσθω εν παρόδω, ότι για κάποιους ακόμη και ο Λένιν συγκαταλέγεται στους ΑΔ!

Το πιστεύω των ΑΔ φαίνεται καθαρά στην επιστολή απ’ το 1881 του Κ.Η. προς τον A.PSinnet, το βιογράφο της Μπλαβάτσκι:

«Ούτε η φιλοσοφία μας ούτε εμείς οι ίδιοι πιστεύουμε σ’ έναν θεό και ακόμη λιγότερο σ’ έναν θεό με κεφαλαίο Θ… Η λέξη «θεός» εφευρέθηκε για να περιγράψει την άγνωστη αιτία ενεργειών που ο άνθρωπος θαύμαζε ή φοβόταν χωρίς να τις καταλαβαίνει. Εμείς όμως υποστηρίζουμε και είμαστε σε θέση να το αποδείξουμε ότι γνωρίζουμε αιτίες και αιτιατά. Ως εκ τούτου είμαστε σε θέση να επιμείνουμε ότι δεν υπάρχει κανένας θεός ή θεοί από πίσω τους» (Από: A.TBarkerThe Mahatma LettersLondon 1923).

(Όλα τα προηγούμενα από το Λεξικό Απόκρυφης Γνώσης (Λ.Α.Γ.) του Η.Ε. Miers)

Σε τελευταία ανάλυση ο καθένας πρέπει να διαβεί όλα τα πεδία της πλάνης, ώστε ν’ αναπτύξει την απαραίτητη κριτική ικανότητα για να βρει την αλήθεια, όπως λέει και ο Γ. Λόρμπερ.

Από τα προηγούμενα πρέπει να ‘γινε φανερό ότι οι περισσότερες ασώματες οντότητες που μεταδίδουν σε κανάλια τους στη Γη είναι πνεύματα που σκόπιμα παραπλανούν τους ανθρώπους με ψεύτικες «γνώσεις» είτε για να διασκεδάσουν με την αφέλειά τους (βλ. βλακεία τους) είτε για να αυτοπροβληθούν είτε για να εξουσιάσουν και να παρασύρουν, ως εργαλεία στα χέρια του «πονηρού».

Βέβαια υπάρχουν επίσης πνεύματα με καλές προθέσεις μεν, αλλά όχι τόσο προχωρημένα ώστε να μπορούν να μεταδώσουν την Αλήθεια ως εργαλεία του Θεού. Γιατί αλήθεια υπάρχει μόνο μία και δεν χωράει εξόφθαλμες αντιφάσεις. Ως εκ τούτου είναι σαφές ότι τα περιβόητα Ακασικά Χρονικά με τις διαμετρικά αντίθετες και ποικίλες «ανγνώσεις» τους αποτελούν εφεύρεση κακόβουλων πνευμάτων. Γιατί η ικανότητα να δει κάποιος την μία μοναδική Αλήθεια, είτε στο απόμακρο παρελθόν είτε στο απόμακρο μέλλον, εξαρτάται πάντα από το σχέδιο του Θεού και εξυπηρετεί ένα συγκεκριμένο σκοπό, για το φωτισμό – και όχι τον εντυπωσιασμό – των ανθρώπων.

Βλ. επίσης «Στο Ασανσέρ των Αναληφθέντων Διδασκάλων»

Ο Ιησούς Χριστός και οι Α.Δ.

ΑΚΟΜΗ ΑΛΛΟΣ ΕΝΑΣ ΧΡΙΣΤΟΣ;!

Η Alice Ann Bailey, η Νέα Εποχή και ο Μαϊτρέγια Χριστός

Στους κύκλους του New Age κυκλοφορεί από πολύ καιρό η φήμη ότι ο νέος «Χριστός» (Μαϊτρέγια), ο «Διδάσκαλος της Σοφίας», είναι ήδη ενεργός επί Γης και μάλιστα από το 1977 ήδη κατοικοεδρεύει στο Λονδίνο. (Κατά τον γκουρού της Νέας Εποχής Benjamin Crème: «Η Επιστροφή του Μαϊτρέγια Χριστού και οι Διδάσκαλοι της Σοφίας», Λονδίνο 1980).

Η πνευματική μητέρα αυτού του θρύλου υπήρξε μία διάδοχος της Helena Petrovna Blavatsky (HPB), η Alice Ann Bailey (AAB, 1880 – 1949).

Οι διάδοχοι της Μπλαβάτσκι έσπρωξαν τη Θεοσοφία όλο και περισσότερο προς «ένα είδος ινδουιστικού-βουδιστικού πνευματισμού με ένα-δύο λίγο ως πολύ χριστιανικά στοιχεία» (JAagaard, θρησκειολόγος). Η φανερά πνευματιστικής έμπνευσης κοσμοθεωρία τους στηρίζεται στην ιδέα της Μεγάλης Λευκής Αδελφότητας των «αναληφθέντων Διδασκάλων» (ΑΔ). Αυτοί οι «Διδάσκαλοι» ή «Μαχάτμας» υποτίθεται ότι εκπροσωπούν τη «θεϊκή Ιεραρχία» απέναντι στο ανθρώπινο γένος.

«Η επιστροφή του Χριστού»

Όπως και πολλοί άλλοι «προφήτες», η ΑΑΒ προαγγέλλει επίσης την επιστροφή του Χριστού, η οποία είναι και ο τίτλος βιβλίου της από το 1948. Πάντως ο Ιησούς, ο οποίος συμμετέχει σε μία ιεραρχία διδασκάλων, είναι για την ΑΑΒ κάτω από τον Βούδα, (και πάλι καλά, γιατί στο πνευματικό της απότοκο, το New Age, ο Ιησούς βρίσκεται πιο χαμηλά). πάνω – πάνω βρίσκεται ο «Ήλιος –Λόγος», η εκδίπλωσή του η «Ηλιακή Τριάδα», που την αποτελούν ο Πατέρας ή βούληση, ο Υιός (η αγάπη και η σοφία) και το Άγιο Πνεύμα (η ενεργή διάνοια).

Η «Μυστική Ιεραρχία» και ο «Χριστός»

Ομολογουμένως ο «Χριστός» της ΑΑΒ και της Νέας Εποχής είναι διαμετρικά διαφορετικός απ’ τον βιβλικό Χριστό του χριστιανισμού. «Δεν έρχεται για να λυτρώσει την ανθρωπότητα από τις συνέπειες των αμαρτιών της, παρά έρχεται για να τους δείξει γι’ άλλη μία φορά πώς θα σώσουν οι ίδιοι τον εαυτό τους». Με άλλα λόγια πρόκειται πάλι για την αυτολύτρωση που διδάσκουν οι ασιατικές θρησκείες σε νέα εκδοχή. «Ο άνθρωπος είναι σήμερα ώριμος ν’ αναγνωρίσει το γεγονός ότι ο ίδιος είναι ο Χριστός», λέει ο Spangler για τα Χριστούγεννα. Για ν’ αυτολυτρωθεί δε ο άνθρωπος χρειάζεται απλώς να πάρει την ατραπό της μύησης και του διαλογισμού, άρα δεν χρειάζεται τον Θεό, τουλάχιστον με τη χριστιανική έννοια της θεϊκής συμπαράστασης και του ελέους.

Δίχως αμφιβολία το σχέδιο της ΑΑΒ είναι το πιο καλοσχεδιασμένο σύστημα ή πρόπλασμα για μία ενιαία παγκόσμια θρησκεία, προς την οποία οδηγείται η σύγχρονη ανθρωπότητα, τόσο καλά που έχει εισχωρήσει ακόμη και στον ΟΗΕ. Έτσι ένα σύστημα που ξεκίνησε με απλές ασκήσεις διαλογισμού και πολλή «καλή θέληση», μπορεί να καταλήξει όργανο ενός ακραίου δογματικού πνευματισμού.

Εύλογα ανακύπτουν ερωτηματικά λόγω του αντιχριστικού χαρακτήρα του συστήματος της ΑΑΒ, από τη στιγμή που υποτάσσει τον Χριστό στο πλέγμα της «Πνευματικής Ιεραρχίας» και προπαγανδίζει την αυτολύτρωση στο πλαίσιο μίας ισοπεδωτικής ενιαίας παγκόσμιας θρησκείας.

Ο «Χριστός» αυτός δεν είναι ένας από τους πολλούς Χριστούς που σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη θα παρουσιαστούν την έσχατη εποχή; [Η. RupertNew Age] και ποιο πνεύμα ενσαρκώνει αυτός ο νέος Χριστός;

Πράγματι στις 25-4-1982 άρχισε μία διεθνής προπαγανδιστική εκστρατεία στις εφημερίδες σύμφωνα με την οποία ο «Χριστός» ή «Κύριος Μαϊτρέγια δρα από το 1977 ως κοινός άνθρωπος στη Γη για να βοηθήσει την ανθρωπότητα.

Μάλιστα το «Lucis Trust» καταχώρησε σε κάθε χώρα στην τοπική έκδοση του Readers Digest, τη «Μεγάλη Επίκληση προς τον Κύριο Μαϊτρέγια για την εκδίπλωση του «Σχεδίου» στη Γη».

Το κείμενο στις εφημερίδες έλεγε τα εξής: «Ο κόσμος έχει δει αρκετά πείνα, αδικία και πόλεμο. Η παράκλησή μας για βοήθεια εισακούστηκε! Ο Χριστός βρίσκεται τώρα ανάμεσά μας, ως Δάσκαλος όλης της ανθρωπότητας. Πώς θα τον αναγνωρίσουμε; Αναζητήστε έναν σύγχρονο άνθρωπο, που ασχολείται με τα σύγχρονα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματά μας.

Επομένως, ο δεδηλωμένος στόχος της ΝΕ είναι η επιβολή μίας υποχρεωτικά οικουμενικής θρησκείας και η προετοιμασία της ανθρωπότητας για τον ερχομό ενός «Παγκοσμίου Διδάσκαλου». Όλες οι επιμέρους συνισταμένες της «New Age Spirituality» αποβλέπουν σε αυτόν το στόχο. (RKoenigNew Age Η Κρυφή Πλύση Εγκεφάλου – Πώς μας Προγραμματίζουν Σήμερα για το Αύριο, 1987).

Ένα σχέδιο για τον Κόσμο

Το σχέδιο αυτού του παγκόσμιου κινήματος περιλαμβάνει: την εγκαθίδρυση μίας νέας παγκόσμιας τάξης, μίας νέα παγκόσμιας κυβέρνησης και μίας νέας παγκόσμιας θρησκείας. Ο κύριος πολιτικός σκοπός του κινήματος είναι η επικράτηση σε όλο τον πλανήτη.

Γι’ αυτό προπαγανδίζει ανοιχτά «τη διάλυση ή και την κατάλυση των μεμονωμένων αυτόνομων κρατών προς το συμφέρον της ειρήνης και της επιβίωσης της ανθρωπότητας».

Το δίκτυο αυτό προκειμένου να επικρατήσει παγκόσμια, έχει θέσει ορισμένους στόχους. Αυτοί οι στόχοι μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν: ένα διεθνές χρηματικό σύστημα που θα λειτουργεί με μία μοναδική διεθνή πιστωτική κάρτα, που θα αντικαταστήσει το ρευστό χρήμα, μία παγκόσμια κεντρική υπηρεσία κατανομής των τροφίμων που θα ελέγχει την τροφοδοσία όλης της ανθρωπότητας, ένα ενιαίο φορολογικό σύστημα, υποχρεωτική θητεία σε ένα παγκόσμιο στρατό (παρ’ όλο που το κίνημα πρεσβεύει ειρηνιστικές ιδέες) και τη διαχείριση των πυρηνικών όπλων από τον ΟΗΕ…

Όταν το κίνημα αυτό έκανε τη δημόσια εμφάνισή του το 1975 παρουσίασε τα προκαταρκτικά στάδια για την επίτευξη των σκοπών του που περιλαμβάνουν τα παρακάτω προγραμματικά σημεία. Συγκεκριμένα εξήγγειλε: ότι θα εγκαθιδρυθεί ένα παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, ότι ο τραπεζικός τομέας, ο κλάδος των μεταφορών και της παραγωγής βιομηχανικών προϊόντων θα περάσουν στην ιδιοκτησία και υπό την επιτήρηση ενός παγκόσμιου διευθυντηρίου, ότι όλα τα θέματα υγείας και πληθυσμιακού ελέγχου θα υπόκεινται σε παγκόσμιο προγραμματισμό και επιτήρηση, ότι θα εξασφαλιστεί παγκοσμίως ένα ελάχιστο όριο ελευθερίας και ευημερίας, ότι η προσωπική ζωή του κάθε ατόμου θα υπόκειται υποχρεωτικά στις αποφάσεις και στις επιδιώξεις ενός παγκόσμιου διευθυντηρίου.

ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ εκδ. Πύρινος Κόσμος

Ο δε Σπάνγκλερ προήγγειλε ότι όποιος θα τολμήσει ν’ αντισταθεί, «θα σταλεί σε μία άλλη διάσταση με το σπαθί που κόβει στα δυο», ένας σατανιστικός ευφημισμός για τις δολοφονίες και τις μαζικές εκτελέσεις.

«…και σφράγισε την πύλη να μην περνάει το κακό», προσθέτει η ΑΑΒ στο βιβλίο της “The Externalisation of the Hierarchy”, σελ. 745 κ.εξ. Κατά την Κάμπευ, το «κακό» είναι οι μονοθεϊστικές θρησκείες που πρέπει να εξαφανιστούν και μάλιστα να οδηγηθούν να πολεμήσουν μεταξύ τους. Ιδιαίτερα το Ισλάμ που επιδιώκει την παγκόσμια κυριαρχία έχει να παίξει εδώ ένα σημαντικό ρόλο.

(Ρ. Πάσσιαν)

Οι ιδέες της Νέας Εποχής έχουν διεισδύσει και στην τελευταία λαϊκή γειτονιά χάρη στα ΜΜΕ, τη διαφήμιση, την υγιεινή ζωή, την οικολογία ακόμη και σε συντηρητικά εξ ορισμού κέντρα, όπως είναι οι εκκλησίες, οι μεγάλες εταιρείες της εθνικής και παγκόσμιας αγοράς κλπ.

Στο νεοεποχικό καλούπι που όλα τα χωνεύει, χωράνε τα πιο παράδοξα και τα πιο διαμετρικά αντίθετα. Για παράδειγμα στόχος είναι η αλλαγή της παγκόσμιας οικονομικής τάξης με την κατάργηση της επιδίωξης κέρδους και εξουσίας.

Από την άλλη οι πολυεθνικές που εκπροσωπούν ακριβώς αυτές τις επιδιώξεις θεωρούνται «ένα καλό πεδίο άσκησης για την προσεχή παγκοσμιοποιημένη οικονομία», σύμφωνα με τον David Spangler, διακεκριμένο εκπρόσωπο του New Age, στις 1-2-1982.

Επίσης ο Νίκος Κανακάρης στη «Σκοτεινή Πλευρά της Νέ­ας Παγκόσμιας Τάξης» όπου παρουσιάζει τις διάφορες λέσχες εξουσίας, παρατηρεί: «Υπάρχουν εκατοντάδες ακόμη οργανώ­σεις που προσπαθούν να επιβληθούν, διεκδικώντας το δικό τους μερίδιο επιρροής και συμμετέχοντας ενεργά σε αυτό το πε­ρίπλοκο παιχνίδι εξουσίας. Οι περισσότερες από αυτές είναι νεοεποχήτικες ομάδες, που κάτω από βαρύγδουπες ονομασίες προσπαθούν να συγκαλύψουν ότι δρουν άμεσα ή έμμεσα ως φε­ρέφωνα των μεγάλων παγκόσμιων συμφερόντων. Αρκετές α­πό τις ομάδες αυτές, που τα μέλη τους συνήθως είναι απλοί άν­θρωποι με τις αγνότερες προθέσεις, έχουν εμπλακεί χωρίς να το καταλάβουν σε αυτό το καλοστημένο παιχνίδι. Άλλες πάλι λει­τουργούν έχοντας απόλυτη επίγνωση των στόχων που επιδιώκουν και των συμφερόντων που εξυπηρετούν».

(ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ)

Οι Εσχατολογικές Προφητείες και η Παγκόσμια Μονοκρατορία του Αντίχριστου*

Η ιδέα ότι τα προβλήματα της ανθρωπότητας θα λυθούν με μία παγκόσμια θρησκεία, ένα παγκόσμιο κράτος και μία παγκόσμια διακυβέρνηση είναι μία παλιά ουτοπία που εύλογα απηχεί τον πόθο του ανθρώπου για ειρήνη και γενική ευημερία. Στην ιστορία των ατελών ανθρώπων που αναζητούν την τελείωση, η ιδέα αυτή έχει εμφανιστεί με πολλές μορφές. Μεταξύ άλλων, στα τέλη του 19ου αιώνα υπήρξε το ιδανικό της ηγεσίας της Θεοσοφικής Εταιρείας που με τη σειρά της εμπνεόταν από τον τεκτονισμό. Ιδιαίτερα στις ΗΠΑ η ιδέα μίας Νέας Παγκόσμιας Τάξης έχει μακρά παράδοση και μεγάλη δημοτικότητα τόσο ως πολιτικό όσο και ως πνευματικό ιδεώδες.

Το Παγκόσμιο Λεξικό του Τεκτονισμού γράφει πως η θεμελιακή αρχή των Τεκτόνων είναι «ότι αναγνωρίζουν μόνο τη θρησκεία εκείνη για την οποία μπορούν να συμφωνήσουν όλοι οι άνθρωποι, ενώ αφήνουν τον καθένα ελεύθερο να έχει την προσωπική του γνώμη».

Πολλοί μελετητές υποστηρίζουν ότι αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά, διαπιστώνει ότι οι σκοποί τόσο της Θεοσοφικής Εταιρείας όσο και της θυγατρικής της Νέας Εποχής συμπίπτουν εξόφθαλμα σχεδόν στα περισσότερα σημεία με τα χαρακτηριστικά του μελλοντικού παγκόσμιου αντιχριστικού συστήματος για το οποίο μιλάει η Γραφή και κυρίως η Αποκάλυψη του Ιωάννη. Θα αναφέρουμε τα τρία βασικά σημεία: α. Ένα παγκόσμιο πολιτικό σύστημα και κράτος όπου όλοι θα έχουν αναγκαστικά την ίδια γνώμη (Αποκ. 17,13). β. Ένα ενιαίο οικονομικό σύστημα στο οποίο θα μπορεί να αγοράζει και να πουλά μόνο όποιος θα φέρει ένα ιδιαίτερο γνώρισμα. Στη συμβολική γλώσσα τής κατά Ιωάννη Αποκάλυψης το γνώρισμα αυτό είναι το όνομα του θηρίου ή ο αριθμός που αντιστοιχεί στο όνομά του, δηλαδή το γνωστό 666 (Αποκ. 13,17 κ. εξ.). γ. Μία παγκόσμια θρησκεία στην οποία όλοι θα λατρεύουν το δράκοντα και το θηρίο που βγαίνει από τη θάλασσα, δηλαδή τον Αντίχριστο (Αποκ. 13,8).

Εδώ αρκεί να επισημανθεί ότι οι χαρακτηρισμοί της Αποκάλυψης αποκωδικοποιημένοι και μεταφερμένοι στη σύγχρονη εποχή θα μπορούσαν κάλλιστα να περιγράφουν σημερινές έννοιες όπως Νέα Παγκόσμια Τάξη, Παγκοσμιοποίηση, Νέα Εποχή, Διαδίκτυο, Παγκόσμια Τράπεζα, Οικουμενική Κίνηση κ.λπ.

 

Η Εωσφορική Μύηση

Ο κάθε αντικειμενικά και κριτικά σκεπτόμενος γνωρίζει ότι όλα τα δοκιμασμένα πολιτικά –κοινωνικά συστήματα έχουν λίγο ως πολύ οδηγήσει στην εκμετάλλευση, στην υποδούλωση του ανθρώπου και της φύσης.

Ωστόσο το να καταργηθούν μέσω της «Εωσφορικής Μύησης» που ευαγγελίζεται η Ν.Ε., είναι αυτονόητα το πέρασμα από τη Σκύλα στη Χάρυβδη.

Δεν είναι τυχαίο ότι η ιεραρχία των «αναληφθέντων» δασκάλων της ΗΡΒ ταυτίζει τον Ιεχωβά με τον «κύριο αυτού του κόσμου», το Σατανά, τον οποίον οφείλουμε να λατρεύουμε ως δημιουργό της ύλης. Η πτώση του Εωσφόρου σημαίνει στην πραγματικότητα «την κάθοδο του Φωτοφόρου Πνεύματος στην ύλη γιατί μόνον έτσι η ύλη μπορεί να διαποτιστεί με φως και συνείδηση. Χωρίς αυτήν την πτώση δεν θα υπήρχε λύτρωση για τον άνθρωπο… Ο Σατανάς κάνει τον άνθρωπο θείο… και τον λυτρώνει από την αμαρτία της άγνοιας και συνεπώς από το θάνατο. …Είναι ο θεός του πλανήτη μας και ο μοναδικός θεός, ο δημιουργός της ιεραρχίας των μυστών στον πλανήτη Γη» (Μυστική Διδασκαλία)

Εδώ γίνεται σαφές ότι για την Μπλαβάτσκι και πολλούς εσωτεριστές ο Εωσφόρος αντικαθιστά τον Ιησού Χριστό και θεωρείται ο πραγματικός λυτρωτής της ανθρωπότητας. Ο Ιησούς έχει έναν υποδεέστερο ρόλο, κατώτερο και από του Βούδα. Όντως πρόκειται για απροκάλυπτη λατρεία του Εωσφόρου.

Είδαμε σε γενικές γραμμές στις καταβολές του αποκρυφισμού και ιδίως της Θεοσοφίας ότι πάρα πολλά στοιχεία τους προέρχονται από τα θρησκευτικά συστήματα της Ασίας. Γι’ αυτό είναι χρήσιμο σ’ αυτό το σημείο να δούμε περιληπτικά τα βασικά πιστεύω των τελευταίων και πώς επηρέασαν και επηρεάζουν* την αναζήτηση στη Δύση.

*Για αναλυτικότερη παρουσίαση βλ. «Οι Παγκόσμιες Θρησκείες και τα Μεγάλα Ρεύματά τους».

Ο ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

Σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου δεν συγκεντρώνονται τόσες πολλές θρησκείες όσο στην Ινδία. Ανάμεσα στα 1,3 δισ. κατοίκων της υπάρχουν ινδουιστές, ισλαμιστές, σιχ, τζαϊνιστές, βουδιστές, χριστιανοί, παρσιστές και οπαδοί τοπικών θρησκειών οι οποίες περιορίζονται στα όρια μίας μόνο φυλής.

Εκτός αυτού, ο ίδιος ο ινδουισμός συντίθεται από τόσες πολλές διαφορετικές και εν μέρει αντιφατικές διδασκαλίες που μόνο καταχρηστικά μπορεί να τον χαρακτηρίσει κάποιος ενιαία, ομοιογενή θρησκεία. Οι ίδιοι οι ινδουιστές μάλιστα πολλές φορές περιγράφουν τον ινδουισμό περισσότερο σαν έναν τρόπο ζωής, παρά σαν ένα αποκρυσταλλωμένο και ολοκληρωμένο θρησκευτικό σύστημα.

Οι ίδιοι οι Ινδοί ονομάζουν την πίστη τους «Sanatana Dharma» που σημαίνει αιώνιος νόμος ή αιώνια διδασκαλία ή θρησκεία. Στη συνέχεια θα διαπιστώσουμε ότι οι νόμοι της στην ουσία έχουν πολύ λίγο να κάνουν με θρησκεία.

Στην πραγματικότητα ο ινδουισμός είναι ένα πολύχρωμο μωσαϊκό το οποίο συναποτελείται από πολλές διαφορετικές έως και συγκρουόμενες πίστεις. Αυτό που πιστεύει ο ένας ινδουιστής δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το πιστεύει και ο άλλος. Αυτό που είναι ιερό για τον έναν, είναι αδιάφορο για τον άλλον.

Ο ινδουισμός συγκεντρώνει ένα τόσο ευρύ φάσμα πίστεων και εθίμων που είναι δύσκολο να διακρίνει κάποιος τον κοινό παρανομαστή τους. Άλλωστε για αυτόν το λόγο πολλοί υποστηρίζουν ότι ο ινδουισμός είναι πιο πολύ μία μορφή πολιτισμού παρά θρησκευτική πίστη.

Τα βασικά πιστεύω του Ινδουισμού

Είναι τελείως αδύνατο να γίνει μία συστηματική κατάταξη όλων των ιδεών που συνθέτουν το πολύχρωμο μωσαϊκό του ινδουισμού. Ο Γκλάζεναπ, ο μεγαλύτερος ερευνητής της θρησκείας αυτής, έγραφε το 1922: «Εάν εξετάσει κανείς τις διδασκαλίες που πιστεύει ο ινδουισμός, αυτός μοιάζει πιο πολύ με σύμφυρμα συγκρουόμενων ιδεών και δεισιδαιμονιών. Από αυτήν την άποψη δεν μπορούμε να τον θεωρήσουμε ομοιογενή, ενιαία θρησκεία, παρά πρέπει να τον δούμε σαν μία εγκυκλοπαίδεια όλων των θρησκειών».

Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν ορισμένα σημεία πάνω στα οποία συμφωνούν όλοι οι ινδουιστές.

  • Η συμφωνία ότι οι Βέδες αποτελούν το θεμέλιο της πίστης τους.

  • Η συμφωνία ότι ο αιώνιος νόμος Dharma κυβερνά το σύμπαν και ότι τη μοίρα του ανθρώπου την καθορίζει το κάρμα, ο νόμος της ανταπόδοσης.

  • Η συμφωνία ότι εξαιτίας του κάρμα ο άνθρωπος είναι αιχμάλωτος του αέναου κύκλου των μετενσαρκώσεων, του Samsara.

  • Η συμφωνία ότι ο διαχωρισμός σε κάστες είναι επιβεβλημένος από τη θρησκεία και ότι ο καθένας έχει υποχρεωτικά τη θέση που του προσδιορίζει αυτό το αμετάβλητο σύστημα.

  • Η συμφωνία ότι το θρησκευτικό καθήκον του ανθρώπου είναι να επιτύχει την ένωση του Άτμαν με το Βράχμαν.

Η έννοια που δίνει σήμερα ο ορθόδοξος ινδουισμός στην Πραγματικότητα προέρχεται από τις Ουπανισάδες. Σύμφωνα με αυτήν την έννοια, οι άπειρες υποστάσεις προέρχονται από το πρωταρχικό Κοσμικό Είναι ή την Κοσμική Αρχή, την αρχέγονη Πραγματικότητα, δηλαδή το Βράχμαν και εκεί επιστρέφουν. Το Βράχμαν δεν είναι θεός και μάλιστα για πολλούς ινδουιστές δεν έχει καν μία προσωπικότητα.

Όλες οι θεότητες θεωρούνται απορροές ή ακτινοβολίες του Βράχμαν, όπως οι ακτίνες απορρέουν από το φως. Ορισμένοι ωστόσο πιστεύουν στην ύπαρξη ενός θεού ή περισσότερων θεών που δημιούργησαν τον κόσμο.

Πάντως σε ένα συμφωνούν όλες οι ινδουιστικές διδασκαλίες : ότι ο κόσμος που βλέπουμε και βιώνουμε είναι μία ψευδαίσθηση που οφείλεται στη μάγια, η οποία εμποδίζει τον άνθρωπο να αναγνωρίσει την αληθινή πραγματικότητα πίσω από τα ορατά πράγματα. Αυτή η πραγματικότητα είναι το Άτμαν, η ελάχιστη μονάδα της ουσίας του Βράχμαν. Ο άνθρωπος, όντας αιχμάλωτος αυτής της ψευδαίσθησης, δεν γνωρίζει την αληθινή φύση του και γι’ αυτό παραμένει αποκομμένος από το Βράχμαν. Έτσι επανέρχεται συνεχώς σε διάφορες υλοποιήσεις ή μετενσωματώσεις σε αυτήν την ψεύτικη ζωή, που επειδή είναι ψευδαίσθηση την χαρακτηρίζει ο πόνος. Ως εκ τούτου η επανένωση με το Βράχμαν σημαίνει την οριστική λύτρωση ή moksha.

Η αντίληψη ότι τα πάντα προέρχονται από την μία και μοναδική Πρωταρχική Πραγματικότητα, το Βράχμαν, οδηγεί τον ινδουισμό στην ιδέα ότι δεν υπάρχουν αντιθέσεις και διπολικότητες στον κόσμο. Το ότι ο άνθρωπος βιώνει αντιθέσεις όπως τα δίπολα θηλυκό-αρσενικό, καλό-κακό, ζεστό κρύο κ.ο.κ. οφείλεται απλώς σε ψευδαίσθηση επειδή τον τυφλώνει η μάγια. Στην ουσία οι αντιθέσεις δεν είναι αντιθέσεις, αλλά εκφάνσεις της μίας μοναδικής Πραγματικότητας που δεν γνωρίζει πλέον ο άνθρωπος γιατί έχει αποκοπεί από το Βράχμαν. Ως επακόλουθο αυτής της θεωρίας, ο ινδουιστής αδυνατεί να δει το κακό προσωποποιημένο, ούτε όταν πρόκειται για μία μεταφυσική δύναμη, όπως είναι ο Σατανάς για τις μονοθεϊστικές θρησκείες, ούτε καν όταν το βιώνει λ.χ. μέσα από έναν κακό άνθρωπο. Φυσικά δεν αρνείται ότι υπάρχουν κακές πράξεις. Όμως ενώ στο χριστιανισμό π.χ. υπεύθυνος για το κακό είναι ο ίδιος ο αμαρτωλός άνθρωπος που παραβαίνει τη θεία τάξη, στον ινδουισμό υπαίτια είναι μόνο η μάγια. Ανηθικότητα, διαφθορά, βάναυσες, κακές πράξεις, κάθε αμαρτία, οφείλονται μόνο στην πλάνη και στην ψευδαίσθηση που γεννά η μάγια. Ο μόνος τρόπος για να γλυτώσει ο άνθρωπος από το κακό είναι να συνειδητοποιήσει αφενός την ψευδαίσθηση αυτήν και αφετέρου την αληθινή δική του φύση.

Το άλλο κοινό θεμέλιο της πίστης είναι το dharmaο αιώνιος νόμος που κυβερνά το σύμπαν. Για τους περισσότερους είναι μία απρόσωπη Πραγματικότητα ενώ για άλλους είναι η δύναμη των θεών. Πάντως το dharma καθορίζει τι είναι το κάθε ον και τους όρους της ύπαρξής του. Όλα τα όντα, είτε είναι θεοί είτε φυτά, είναι υποχρεωμένα να υποτάσσονται αδιαμαρτύρητα στις επιταγές του dharma και στις συνθήκες που τους επιβάλλει. Εδώ βρίσκεται επίσης η ρίζα της πίστης στη μετενσάρκωση και του καστικού συστήματος. Σύμφωνα με το νόμο του dharma η τωρινή ζωή ενός ανθρώπου εξαρτάται από την πορεία του στην προηγούμενη. Ο συμπαντικός νόμος καταγράφει την παραμικρή ενέργειά του με ακρίβεια σεισμογράφου και βάσει αυτής της καταγραφής καθορίζεται το κάρμα για την επόμενη μετενσάρκωση. Στη συνεχή προσπάθεια του Άτμαν να επανενωθεί με το Βράχμαν, το κάρμα καθορίζει πόσο κοντά ή μακριά βρίσκεται κάποιος από αυτόν το στόχο. Με ένα κακό κάρμα κατεβαίνει, ενώ με ένα καλό κάρμα ανεβαίνει στην κλίμακα της εξέλιξής του. Κατά κανόνα η αλλαγή από τη μία βαθμίδα στην άλλη έρχεται αμέσως μετά το θάνατο. Εάν το άτομο δεν έχει ενωθεί ήδη με το Βράχμαν, μετά το θάνατό του μετενσαρκώνεται πάλι σε μία κατώτερη μορφή ζωής ή γεννιέται πάλι ως άνθρωπος, σε έναν αέναο κύκλο διαδοχικών μετενσωματώσεων, το γνωστό ως samsara. Η απελευθέρωση από αυτόν το φαύλο κύκλο ονομάζεται moksha και αποτελεί τον υπέρτατο στόχο των ινδουιστών.

Ο moksha, η ένωση του ανθρώπου με την Πρώτη Ουσία του Κόσμου, το Βράχμαν, είναι ταυτόσημος με τη νιρβάνα, την κατάσταση ανυπαρξίας της συναίσθησης του εγώ.

Ως εκ τούτου η νιρβάνα δεν είναι ένα είδος παραδείσου, αλλά μία κατάσταση. Σε αυτήν την κατάσταση η ψυχή διαλύεται και η ατομική υπόσταση παύει να υπάρχει, καθώς ο άνθρωπος έχει φτάσει πια στον προορισμό του και έχει γίνει πάλι ένα με την κοσμική Αρχή.

Ο δρόμος για τη νιρβάνα

Για τον ορθόδοξο ινδουισμό υπάρχουν τρεις δυνατοί τρόποι να φθάσει κάποιος στη λύτρωση και στη νιρβάνα. Ο πρώτος είναι μέσω των έργων, ο δεύτερος μέσω της γνώσης και ο τρίτος μέσω της αφοσίωσης σε μία θεότητα.

Ο πρώτος, που ονομάζεται karma marga, αποτελεί τον αρχαιότερο δρόμο για τη σωτηρία στον ινδουισμό. Με απλά λόγια, ο πιστός που τηρεί πιστά τα καθήκοντα που του επιβάλλουν οι Βέδες απέναντι στους θεούς (βλ. θυσίες), απέναντι στους συνανθρώπους (φροντίδα, φιλοξενία), και απέναντι στη φύση, εισπράττει θετικό κάρμα και ανεβαίνει υψηλότερα στην επόμενη ενσάρκωση.

Αυτό όμως δεν γίνεται τόσο απλά. Τόμοι ολόκληροι με κανόνες συμπεριφοράς και ευσέβειας (οι Dharmasastras), προδιαγράφουν στην κάθε μία κάστα τι υποχρεούται να κάνει ή να μην κάνει. Επίσης διαφορετικοί κανόνες ισχύουν για τα δύο φύλα, και βέβαια στη γυναίκα επιβάλλεται πλήρης υποταγή στον άνδρα. Τη μεγαλύτερη βαρύτητα έχουν οι θρησκευτικοί κανόνες που επιτάσσουν συνεχείς θυσίες στους θεούς και στα πνεύματα των προγόνων.

Οι μορφωμένοι Ινδοί θεωρούν το δρόμο των έργων κατώτερο και αντ’ αυτού προτιμούν το δρόμο της γνώσης, το jnana marga. Το δρόμο αυτό διδάσκουν οι yogins και οι swamis οι φωτισμένοι δάσκαλοι, στη βάση του φιλοσοφικού συστήματος των Ουπανισάδων.

Η βασική ιδέα αυτού του δρόμου είναι ότι καθετί κακό στην ανθρώπινη ιστορία οφείλεται στην άγνοια, την avidya. Ο άνθρωπος γνωρίζει τόσο λίγα πράγματα για την οντότητά του που διαρκώς κάνει λάθη που τον οδηγούν σε λανθασμένο τρόπο ζωής. Σε αυτό το σημείο συμφωνούν όλες οι φιλοσοφικές σχολές στον ινδουισμό, όμως τα προτεινόμενα συστήματα για τη λύτρωση διαφέρουν.

Έτσι λόγου χάριν οι Ουπανισάδες διδάσκουν ότι η άγνοια οφείλεται στη λανθασμένη αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι μία αυτοτελής οντότητα. Όμως στην πραγματικότητα το κοσμικό είναι, το Βράχμαν και το προσωπικό είναι, το Άτμαν, είναι ένα. Σκοπός είναι να πιστέψει ο άνθρωπος σε αυτήν την ενότητα και να την βιώσει εν είδει εσωτερικού φωτισμού.

Το Bhakti Marga, ο δρόμος της αφοσίωσης σε έναν θεό, είναι πιο απλός από τους άλλους δύο, αφού δεν χρειάζεται να τηρήσει κάποιος αυστηρά τα θρησκευτικά έθιμα ούτε να καλλιεργήσει το πνεύμα του με κόπους και θυσίες. Στο Bhakti απαιτείται απλώς η αφοσίωση σε έναν οποιονδήποτε θεό.

Το ινδουιστικό πάνθεον

Είναι δύσκολο να απαντηθεί το ερώτημα αν ο ινδουισμός είναι μονοθεϊστικός ή πολυθεϊστικός, όσο δύσκολο είναι επίσης να προσδιοριστεί το ποιος είναι ο καθαυτό πυρήνας αυτής της πληθωρικής, πολυσυλλεκτικής θρησκείας. Ασφαλώς ο επισκέπτης εντυπωσιάζεται από τους χιλιάδες ναούς που είναι αφιερωμένοι σε αμέτρητους θεούς, θεές και πνεύματα. Έχει ειπωθεί ότι έχουν καταμετρηθεί 3,3 εκατομμύρια θεότητες. Ανάμεσά τους δεν υπάρχει ένας απόλυτος, παντοδύναμος θεός. Η κοσμική Αρχή, η Πηγή της ζωής, είναι το Βράχμαν το οποίο όμως δεν έχει αντικειμενική ούτε προσωπική υπόσταση και γι’ αυτό δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο λατρείας. Ως συνέπεια, ο ινδουιστής λατρεύει τις εκδηλώσεις ή αντανακλάσεις του Βράχμαν, τις θεότητες, οι οποίες όμως επίσης ανήκουν υποχρεωτικά στον κόσμο της ψευδαίσθησης.

Οι βραχμάνες για να βάλουν κάπως μία τάξη σε αυτό το αμέτρητο πλήθος θεών, συνέλαβαν την ιδέα μιας τριάδας (trimurti) με το Βράχμα, τον Βίσνου και τον Σίβα. Αυτή η απλοποίηση είχε πάντως περισσότερο φιλοσοφικό χαρακτήρα και δεν επηρέασε ιδιαίτερα την πίστη του λαού. Μετά το 10ο αι. μ.Χ. επικρατούν δύο παράλληλα ρεύματα, ο βισνουϊσμός και ο σιβαϊσμός.

Ο Βράχμα θεωρείται ότι είναι ο δημιουργός θεός. Ωστόσο πολύ λίγοι ναοί είναι αφιερωμένοι σε αυτόν, γιατί πιστεύεται ότι έχει ολοκληρώσει το έργο του και δεν ενεργεί πια στη Γη.

Ο Βίσνου είναι ο φύλακας του αιώνιου Νόμου. Όποτε η ανθρωπότητα κινδυνεύει να ξεχάσει το Νόμο, ο Βίσνου έρχεται στον κόσμο ενσαρκωμένος ως avatar. Οι ινδουιστές λατρεύουν δέκα ως δώδεκα avatars (ενσαρκώσεις) του Βίσνου σήμερα, εκ των οποίων οι πιο σημαντικοί είναι οι δύο ενσαρκώσεις του ως Ράμα και Κρίσνα.

Οι πιστοί του Βίσνου περιμένουν άλλη μία ενσάρκωσή του στο τέλος της τρέχουσας κοσμικής εποχής, της Kali Yuga. Η επόμενη εμφάνιση του Βίσνου θα φέρει την ειρήνη στη Γη και μία νέα Παγκόσμια εποχή αρμονίας, τη Satya Yuga. Στο λαϊκό ινδουισμό ο Βούδας και ο Ιησούς θεωρούνται επίσης avatars του Βίσνου, αλλά η πίστη αυτή δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη.

Ο Σίβα είναι αυτός που ελεεί και συνάμα καταστρέφει τον κόσμο της ψευδαίσθησης. Και αυτός επίσης έχει εμφανιστεί με πολλά πρόσωπα στη Γη. Οι θεοί της trimurti συχνά λατρεύονται μαζί με τις συντρόφους τους, τις shaktis SarsvatiLakshmi και Κali. Όλες οι άλλες θεότητες εξαρτώνται από την trimurti.

Κάρμα και Μετενσάρκωση στην Ινδική Φιλοσοφία –Στις Βέδες δεν υπήρχε ακόμη η αντίληψη της μετενσάρκωσης, απλώς δίδασκαν ότι κανονικά μετά το θάνατο η ψυχή συνέχιζε σε έναν άλλο κόσμο. Η μοίρα που την περίμενε εκεί εξαρτιόταν πιο πολύ από την επιτυχία των τελετών των βραχμάνων παρά από την προσωπική της διαγωγή.

Υπό την επίδραση της νέας διδασκαλίας για την ταύτιση Άτμαν και Βράχμαν οι αντιλήψεις για τη μεταθανάτια ζωή άλλαξαν. Το Άτμαν που είναι ο πυρήνας του ανθρώπου, επιστρέφει επανειλημμένα στον υλικό κόσμο μέχρι να συνειδητοποιήσει ότι είναι ένα με το Βράχμαν. Έτσι ο κύκλος των μετενσαρκώσεων διαιωνίζεται και η εκάστοτε μετενσωμάτωση εξαρτάται από το κάρμα του ανθρώπου.

Το κάρμα δεν είναι πνευματικής φύσης, παρά έχει μία υλική υπόσταση της οποίας η σύσταση ποικίλει ανάλογα με τις πράξεις. Το κάρμα λειτουργεί αυτοματικά στη ‘βάση μίας ιδιαίτερης νομοτέλειας την οποία ούτε οι θεοί δεν μπορούν να αλλάξουν.

Μετά το θάνατο το κάρμα συνοδεύει το Άτμαν και είναι υπεύθυνο για την επόμενη ενσωμάτωση. Ακόμη και οι θεοί είναι υπεξούσιοι στο κάρμα. Το θεϊκό κάρμα διαφέρει από το ανθρώπινο μόνο ποιοτικά και ποσοτικά. Οι ουράνιες οντότητες απολαμβάνουν τους καρπούς αμέτρητων προηγούμενων καλών πράξεων, όμως κάποτε υποχρεώνονται και αυτές να πάρουν πάλι ανθρώπινη μορφή στη Γη.

Ο άνθρωπος αποτελείται από πολλά ξεχωριστά σώματα. Μετά το θάνατο το χονδροειδές εξωτερικό σώμα παύει να υπάρχει, ενώ το λεπτό-ουσιακό περίβλημά του το οποίο διαιρείται πάλι σε πολλά στρώματα – επιβιώνει. Αυτό είναι που διατηρεί τις ψυχικές και πνευματικές ιδιότητες του ανθρώπου, τις σκέψεις και τις αναμνήσεις του Περιβάλλοντας το Άτμαν το συνοδεύει μαζί με το κάρμα από τη μία ζωή στην άλλη. Όλα αυτά μαζί συναποτελούν την «ψυχή» του ανθρώπου, αν και εδώ η ψυχή δεν έχει μία ατομική προσωπικότητα, όπως το καταλαβαίνει η Δυτική, κυρίως η χριστιανική, σκέψη.

Στη βάση του νόμου του κάρμα και της μετενσάρκωσης δημιουργήθηκε η κοινωνική ιεραρχία της Ινδίας και το περίπλοκο σύστημα με τις κάστες έγινε ακόμη πιο δαιδαλώδες με το πέρασμα των αιώνων.

Κοινά σημεία και διαφορές Ινδουισμού και Χριστιανισμού

Τα κοινά σημεία ανάμεσα στο χριστιανισμό και στις περισσότερες σχολές του ινδουισμού είναι πολλά. Ίσως αυτός είναι ένας παραπάνω λόγος που ο ινδουισμός σήμερα περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη θρησκεία τείνει να ενσωματώσει βασικές αρχές του χριστιανισμού στο σύστημά του. Οι δύο θρησκείες μοιράζονται κοινές ηθικές αξίες, όπως η ειρηνική συνύπαρξη, η καταδίκη της βίας, η ειλικρίνεια, η τιμιότητα, η συμπόνια, ο σεβασμός στη φύση, η εγκράτεια στη σεξουαλική ζωή και η ολιγάρκεια.

Οι αντιλήψεις ταυτίζονται επίσης όσον αφορά την εθελοντική φτώχεια και το μοναστικό τρόπο ζωής που ακολουθούν οι εκζητητές της θέωσης και στις δύο πλευρές. Και οι δύο θρησκείες συμφωνούν – αν και με διαφορετική έννοια – στο ότι ο άνθρωπος πρέπει να αποδεσμευτεί από τη μαγγανεία της ύλης και να αναζητήσει πάνω από όλα τη λύτρωσή του.

Η προσευχή και η υπακοή στο θείο θέλημα αποτελούν κεντρικά θέματα τόσο στο χριστιανισμό όσο και σε πολλές παραφυάδες της παράδοσης Bhakti. Εκτός όμως από κοινά σημεία, υπάρχουν επίσης ουσιαστικότατες διαφορές.

Ο ινδουισμός πιστεύει στην ύπαρξη πολλών θεών που όμως, αν και θεοί, υπόκεινται επίσης στο νόμο της μετενσάρκωσης και άρα χρειάζονται οι ίδιοι λύτρωση. Από την άλλη πλευρά ο χριστιανισμός περιστρέφεται γύρω από τον έναν, παντοδύναμο δημιουργό και συντηρητή του σύμπαντος.

Για τη μία πλευρά η λύτρωση είναι καρπός διαλογισμού, ασκητισμού και προσωπικού μόχθου ώσπου το εγώ να διαλυθεί θεληματικά και η ροπή προς τη ζωή να σβήσει, ώστε να επέλθει η απρόσωπη, απαθής κατάσταση της νιρβάνα, μετά από πολλές ενσαρκώσεις και ανόδους και καθόδους σε ουράνιους κόσμους. Για την άλλη πλευρά, η λύτρωση είναι δώρο που εξασφαλίζει ο Ιησούς Χριστός σε όσους τον πιστεύουν και τον αγαπούν τόσο δυνατά που κοινωνούν μαζί του. Η χριστιανική λύτρωση είναι λύτρωση από την αμαρτία, ο moksha είναι η αποχώρηση από τον κόσμο της ψευδαίσθησης (F.Melzer).

Αλλά τελείως διαφορετική είναι και η προσέγγιση στα θεμελιακά ερωτήματα για το ποια είναι η αλήθεια; Πώς βρίσκεται; Πώς ξεχωρίζει από το ψέμα;

Συνοπτικά, τα κύρια σημεία όπου διαφέρουν ριζικά τα δύο θρησκεύματα αφορούν τα παρακάτω ερωτήματα:

  • Τι είναι αλήθεια;

  • Τι και ποιος είναι (ο) θεός;

  • Τι είναι ο άνθρωπος και ποιος ο προορισμός του;

  • Τι είναι ο κόσμος και ποια η εξέλιξή του στο χρόνο;

  • Τι είναι η λύτρωση, πώς βρίσκεται, ποιες είναι οι συνέπειές της;

Είδαμε ότι για τον ινδουισμό τα πάντα είναι μάγια, ψευδαίσθηση, η οποία διαταράσσει την αρμονική σχέση μεταξύ του Βράχμαν και του Ατμαν. Όταν το άτομο συνειδητοποιήσει τη μάγια και αποκαταστήσει την αρχική ενότητα του Βράχμαν με το Άτμαν, αναγνωρίζει την αλήθεια. Οι δρόμοι για εκεί μπορεί να είναι πολλοί, όμως στο τέλος ο καθένας την βρίσκει και μάλιστα με τις δικές του δυνάμεις. Εφόσον η ένωση με το απρόσωπο, άχρονο Βράχμαν σημαίνει εξ ορισμού την κατάλυση της μάγια, ως εκ τούτου η αποκάλυψη της αλήθειας είναι αφηρημένη, απρόσωπη, έξω-κοσμική και υπεριστορική και συνεπώς δεν είναι ελέγξιμη. Έτσι ακόμη και στις περιπτώσεις που βιώνεται αισθητά, όπως λ.χ. σαν υπερφυσικό βίωμα ή σαν ένσαρκη εμφάνιση μιας θεότητας, ο άνθρωπος πρέπει να την πιστέψει τυφλά χωρίς να έχει δυνατότητα να την ελέγξει.

Αντίθετα στον χριστιανισμό ο Θεός αποκαλύπτεται σε αυτόν τον κόσμο και εντός της ιστορίας με συγκεκριμένες, λογικές και κατανοητές διδασκαλίες που απευθύνονται σε όλους.

Η δε αποκορύφωση της αποκάλυψής του ήταν η ενσάρκωσή του ως Ιησούς Χριστός, η οποία είναι δεδομένη και ως ιστορικό γεγονός. Επιπλέον, το Άγιο Πνεύμα του έρχεται διαρκώς στον κόσμο για να οδηγεί την ανθρωπότητα στην αλήθεια (Κατά Ιωάννη 14, 17-26) και αυτό αποτελεί επίσης βιωμένη πραγματικότητα που την μοιράζονται πολλοί άνθρωποι. Οι δε αποκαλύψεις του χριστιανικού Θεού είναι απτές και κατανοητές και δεν χρειάζονται ερμηνείες από ένα ιερατείο ή δάσκαλο. Ως επί το πλείστον διαγράφουν το θεϊκό σχέδιο για τη σωτηρία και την επιστροφή της ανθρωπότητας, μέσα στην ιστορική διαδρομή της, στο θεϊκό κόλπο. Με άλλα λόγια, το άτομο δεν χρειάζεται να αναζητήσει την αλήθεια μέσα από έναν λαβύρινθο μυθολογικών, εν μέρει αντιφατικών διδασκαλιών, όπως στον ινδουισμό, αλλά μπορεί να βιώσει την αλήθεια προσωπικά και άμεσα ακολουθώντας τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού και καλλιεργώντας μία ζωντανή σχέση μαζί του.

Η απόδειξη για το χριστιανό ότι έχει κατακτήσει όντως την απόλυτη, αντικειμενική αλήθεια είναι η ειρήνη και η χαρά που αισθάνεται και επιπρόσθετα έχει τη βεβαιότητα μέσω της ζωντανής αυτής σχέσης ότι είναι απαλλαγμένος από τις αμαρτίες του.

Εκτός αυτού, όπως προαναφέρθηκε, διαφέρουν διαμετρικά οι αντιλήψεις στις δύο θρησκείες για τη φύση της Αρχής της Ζωής. Στον ινδουισμό είναι μία ουδέτερη, απρόσωπη Πηγή, το Βράχμαν, ενώ οι θεοί αποτελούν απλώς απορροές αυτής της άχρονης Πραγματικότητας. Ακόμη και στην κίνηση της αγαπητικής αφοσίωσης Bhaktimarga, που συνηθίζεται να παρομοιάζεται με το χριστιανικό μυστικισμό, η θεότητα που λατρεύεται δεν έχει καμία σημασία αυτή καθαυτήν. Γιατί μπορεί να είναι μία οποιαδήποτε θεότητα την οποία ο πιστός έχει τη δυνατότητα να την φανταστεί κατά το δοκούν όπως θέλει ο ίδιος ή ο γκουρού του.

Αντίθετα στο χριστιανισμό ο Θεός είναι ένα πρόσωπο με το οποίο μπορεί ο καθένας να έχει άμεση προσωπική επαφή, καθώς έχει γίνει ορατός ως Ιησούς Χριστός. Οι κόσμοι, είτε υλικοί είτε άυλοι, είναι έργο του, όχι απορροή του, και άρα δεν ταυτίζονται με αυτόν. Επίσης ο άνθρωπος είναι μεν δημιούργημά του και μάλιστα κατ’ εικόνα και ομοίωση, όμως με αυτοτελή, αυτόνομη προσωπικότητα. Στο χριστιανικό μυστικισμό ο λάτρης του Θεού παραμένει πάντα ξεχωριστό πρόσωπο από αυτόν. Εδώ το ζητούμενο είναι η communio mysticaενώ στο μη χριστιανικό μυστικισμό είναι η unio mystica (FMelzer). Αυτή είναι επίσης η διαφορά μεταξύ χριστιανικού και μη χριστιανικού διαλογισμού.

Ο Σάντου Σούνταρ Σινγκ (Sadhu Sundar Singh, 1889-1929) ένας Ινδός σοφός ο οποίος ανατράφηκε στον ινδουισμό και στο σιχισμό για να γίνει αργότερα χριστιανός, εξηγούσε συχνά τη διαφορά του χριστιανικού μονοθεϊσμού με τον πανθεϊσμό:

«Όταν νομίζουμε ότι είμαστε οι ίδιοι θεοί, παύει η εσώτερη ανάγκη μας να απευθυνθούμε με λατρεία στο Υπέρτατο Ον. Λύτρωση δεν σημαίνει ότι θα χαθούμε ή ότι θα εξαφανιστούμε μέσα στο Θείο. Σκοπός δεν είναι να χάσουμε την προσωπικότητά μας μέσα στον Θεό, αλλά να την βρούμε μέσα του».

Ο ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ

Πολύς κόσμος νομίζει ότι “Βούδας” είναι το όνομα του θεού, όπως ο Αλλάχ στο Ισλάμ. Όμως “Βούδας” στα Σανσκριτικά σημαίνει “φωτισμένος”, αυτός που από το σκοτάδι της πλάνης πέρασε στο φως της αυτοσυνειδησίας. Ο Glasenapp γράφει σχετικά : «Η ιδιαιτερότητα ενός βούδα είναι ότι έχει αποκτήσει τη γνώση με δικές του δυνάμεις , δηλαδή ούτε μέσω θείας αποκάλυψης ούτε μέσω της μελέτης ιερών κειμένων ούτε μέσω της διδασκαλίας ενός διδασκάλου». Ο ίδιος ο Βούδας είπε για τον εαυτό του: «Εγώ έχω κατακτήσει κάθε νίκη. Δική μου είναι η σοφία. Σαν εμένα δεν υπάρχει άλλος κανένας σε όλους τους κόσμους των θεών και των ανθρώπων. Δεν υπάρχει κανένας ισότιμος με μένα, εγώ έφθασα στη νιρβάνα. … Από μόνος μου έφθασα στη γνώση. Για ποιον να πω ότι είμαι μαθητής του, επομένως; Εγώ δεν έχω κανένα διδάσκαλο, είμαι ο ασύγκριτος διδάσκαλος». Αυτό είναι εξάλλου το στίγμα του βουδισμού, το ότι η γνώση θεωρείται ως ο δρόμος για τη σωτηρία.

Θα πρέπει να σημειωθεί καταρχάς ότι η ιστορία των πρώτων χρόνων του βουδισμού καταγράφτηκε πολλούς αιώνες μετά από τη γέννησή του. Γι’ αυτό σήμερα είναι σχεδόν αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς τι είναι ιστορική πραγματικότητα και τι μύθος, πράγμα που όμως είναι αδιάφορο για τον πιστό βουδιστή. Επίσης ο βουδισμός διαφέρει ανάλογα με τις τοπικές παραδόσεις των χωρών όπου εξαπλώθηκε, με τις οποίες συγχωνεύτηκε.

Μετά το θάνατο του Βούδα, οι μαθητές του συγκεντρώθηκαν και από κοινού κατέληξαν στις βασικές αρχές της διδασκαλίας.

Βασικά οι διδασκαλίες αυτές υιοθετούν τις ινδουιστικές δοξασίες περί μετεμψύχωσης και κάρμα, αφού για το Βούδα εκεί βρίσκεται η πηγή κάθε κακού. Από την άλλη πλευρά ο Βούδας δεν αμφισβήτησε την ύπαρξη πολλών θεών και κακών πνευμάτων και την εξάρτηση των ανθρώπων από αυτά.

Ο πυρήνας της βουδιστικής διδασκαλίας συγκροτείται από τις Τέσσερις Αλήθειες που περιλαμβάνουν τη γνώση για την ανθρώπινη ύπαρξη, για την εξάλειψη της επιθυμίας, για την εξάλειψη του πόνου, και για τον Οκταπλό Δρόμο. Ή ακόμη πιο επιγραμματικά: (1) η ζωή είναι πόνος, (2) η επιθυμία είναι η αιτία του πόνου, (3) η εξάλειψη της επιθυμίας φέρνει το τέλος του πόνου και (4) ο τρόπος υπερνίκησης των επιθυμιών είναι ο Οκταπλός Δρόμος. Ο Βούδας ερμηνεύει την ανθρώπινη ύπαρξη στη βάση της πίστης στη μετεμψύχωση της πατρίδας του της Ινδίας, έστω κι αν η δική του άποψη διαφέρει ουσιαστικά από των Βραχμάνων. Σε αντίθεση με τον ινδουισμό, ο Βούδας δεν πιστεύει ότι υπάρχει η ψυχή ή ο εαυτός του ανθρώπου. Η ατομική ενότητα της προσωπικότητας είναι πλάνη και ψευδαίσθηση. Στην πραγματικότητα κάθε ον αποτελεί ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο κράμα από υπαρξιακούς παράγοντες (dharmas), ένα μη-εαυτό. Το άτομο μοιάζει στην ουσία με ένα ποταμό από dharmas που κατά τη συνεχή ροή του μεταβάλλεται αδιάκοπα και μετά το θάνατο συντίθεται σε ένα εντελώς νέο πρόσωπο.

Συνεπώς ο Βούδας δεν συμφωνεί με την ινδουιστική διδασκαλία ότι υπάρχει ένας πυρήνας του εαυτού (atman), που παραμένει σταθερός μέσα στη δίνη των μετενσαρκώσεων. Εύλογα αναρωτιέται κανείς αν ο Α που στην επόμενη ζωή ξαναγεννιέται ως Β παραμένει το ίδιο άτομο. Από μία άποψη όχι, γιατί δεν υπάρχει μία αθάνατη ατομική ψυχή που να μεταφέρεται από τον Α στον Β.

Αλλά όχι μόνο ο άνθρωπος είναι παροδικός μα και ολόκληρο το σύμπαν , αφού οτιδήποτε γεννιέται οδεύει προς τη διάλυσή του.

Τόσο ο άνθρωπος όσο και ο κόσμος συντίθενται από αμέτρητους μεμονωμένους παράγοντες, οι οποίοι σμίγουν και χωρίζουν ακατάπαυστα, όντας διαρκώς εν κινήσει. Αυτοί οι μεμονωμένοι παράγοντες δεν εμφανίζονται ούτε εξαφανίζονται αυθαίρετα, αλλά υπόκεινται στους αδήριτους νόμους του κάρμα.

Για το Βούδα ο άνθρωπος είναι αιχμάλωτος στον αέναο τροχό των μετενσαρκώσεων επειδή τον διακατέχει ακόρεστη δίψα για τη ζωή. Αυτή η επιθυμία να ζήσει είναι τα δεσμά που τον κρατούν δεμένο πάνω στον τροχό από τη μία γέννηση στην άλλη. Και επειδή αυτή η επιθυμία είναι ακόρεστη και ανικανοποίητη, τη ζωή την χαρακτηρίζει ο πόνος. Για το Βούδα η ζωή είναι συνώνυμη με τη δυστυχία. Όταν το συνειδητοποιήσει αυτό κάποιος, κάνει το πρώτο βήμα προς το φωτισμό. Μόνο από τη στιγμή που αναγνωρίζει τη ματαιότητα της ύπαρξής του, μπορεί να σπάσει τα δεσμά του και να λυτρωθεί. Η συνειδητοποίηση ότι η ζωή είναι πόνος οδηγεί στη δεύτερη αλήθεια, ότι δηλαδή με τη συνειδητοποίηση αυτήν παύει η δίψα για ζωή. Η δίψα για τη ζωή εκδηλώνεται στα τέσσερα κύρια κακά στον κόσμο: τις αισθησιακές απολαύσεις, την προσκόλληση στη ζωή, την πλάνη και την άγνοια. Αυτά τα κακά παρασύρουν το άτομο να πιστεύει ότι η ζωή είναι ωραία και αξίζει να την ζει. Εάν συνειδητοποιήσει ότι η γέννηση συνεπάγεται γερατειά, κατάρρευση και θάνατο και ξεπεράσει τα αισθήματα που τον συνδέουν με όλα αυτά, τότε έχει βρει το δρόμο για τη λύτρωση από τη samsara.

Από τη στιγμή που σβήσει η δίψα για ζωή, παύει ο κάθε πόνος, οπότε ο άνθρωπος φθάνει στο τέλος των μετενσαρκώσεων και παράλληλα στη νιρβάνα, μία κατάσταση τέλειας ψυχικής γαλήνης υπεράνω κάθε αίσθησης πόνου ή οτιδήποτε άλλου, κατακτώντας έτσι την ανεξαρτησία του από τον κόσμο της ύλης. Αυτή η κατάσταση, που είναι η τρίτη αλήθεια, περιγράφεται ως απερίγραπτη ευδαιμονία και μακαριότητα. Ο arhat, ο άνθρωπος που έχει φθάσει εκεί, δεν έχει πια επιθυμίες ούτε πάθη, δεν έχει καμία ιδιοκτησία ούτε εξάρτηση από πουθενά και το καλό ή το κακό, η ζωή ή ο θάνατος του είναι εξίσου αδιάφορα. Αυτή η αταραξία σημαίνει λύτρωση.

Αυτή είναι η θεωρία. Όσον αφορά στην πράξη τώρα, του πώς φθάνει κάποιος στη νιρβάνα, ο Βούδας ορίζει μία σειρά από ασκήσεις αυτοσυγκέντρωσης και διαλογισμού που τον βοηθούν να αποκτήσει αυτοέλεγχο και – σε ένα μεταγενέστερο στάδιο – να νεκρώσει την επιθυμία του για ζωή. Αποκλείοντας τις υπερβολές προς κάθε πλευρά, ο Βούδας προτείνει τη μέση οδό του Οκταπλού Δρόμου που συνίσταται σε μία σειρά από βήματα, τα οποία απαιτούν συνειδητή προσπάθεια, πειθαρχία και άσκηση.

Η διδασκαλία του Βούδα ήταν συνυφασμένη με το προσωπικό του παράδειγμα. Οι μαθητές του πορεύτηκαν στον ίδιο ακριβώς δρόμο και ακολούθησαν μία ζωή όλο στερήσεις ως επαίτες μοναχοί. Η μοναχική κοινότητα που ίδρυσε ο ίδιος ο Βούδας ,ή sangha, αποτελεί ακόμη και σήμερα έναν βασικό παράγοντα σε όλες τις σύγχρονες τάσεις του βουδισμού. Όποιος γίνεται μοναχός δίνει τον όρκο: “Το καταφύγιό μου είναι ο Βούδας, το dharma και η sangha”.

Η έλξη του βουδισμού στη Δύση και η αντιπαράθεση με τον Χριστιανισμό

Λίγοι είναι οι Δυτικοί που ασπάζονται το βουδισμό στις παραδοσιακές, αυθεντικές μορφές του. Ως επί το πλείστον οι Δυτικοί βουδιστές ακολουθούν ένα προσωπικό κράμα πεποιθήσεων με βουδιστική χροιά, που «στην πραγματικότητα έχει ελάχιστη σχέση με το βουδισμό» (The Worlds Religions).

Βουδιστικές ιδέες και πρακτικές έχουν περάσει περισσότερο μεταλλαγμένες παρά αυτούσιες σε πολλές εκφάνσεις της σύγχρονης Δυτικής κοινωνίας όπως είναι η ψυχοσωματική θεραπεία, το New Age κ.α.

Πολυάριθμες δημόσιες προσωπικότητες ισχυρίζονται ότι στο βουδισμό βρίσκουν απαντήσεις σε θεμελιώδη υπαρξιακά προβλήματα. Ήδη η Έλενα Μπλαβάτσκυ και ο Χένρυ Στηλ Όλκοτ της Θεοσοφικής Εταιρείας πρέσβευαν ένα βουδισμό που αποτελούσε ένα συγκρητιστικό αυθαίρετο οικοδόμημα. Υποστήριζαν δε ότι ο βουδισμός υπήρξε η «αρχέγονη θρησκεία» που περιείχε τη μυστική γνώση στην οποία μόνο μυημένοι είχαν πρόσβαση. Γενικά ο βουδισμός έχει – αρκετά δικαιολογημένα – τη φήμη ότι είναι μία «λογική θρησκεία» και ως τέτοια την αντιπαραθέτουν συχνά στο χριστιανισμό. Σε αδρές γραμμές, η έλξη που ασκούν οι βουδιστικές διδασκαλίες στη Δυτική σκέψη οφείλεται στις παρακάτω αιτίες, αν και συχνά πρόκειται περισσότερο για παρανοήσεις. Παραδείγματος χάριν, στους απηυδησμένους από τη δογματική εκκλησία Δυτικούς πολίτες φαίνεται ότι η βουδιστική sangha έχει μία πιο χαλαρή, ανεκτική σχέση με τους πιστούς από ό,τι ο κλήρος στη Δύση. Έτσι ενώ αντιμετωπίζουν το χριστιανικό ιερατείο με δυσπιστία, δέχονται πολύ πιο άκριτα την αυθεντία π.χ. ενός λάμα.

Επιπλέον, ο βουδισμός υπόσχεται με συγκεκριμένα βήματα την πολυπόθητη αυτοπραγμάτωση, αν και η αυτοπραγμάτωση στις ανατολικές φιλοσοφίες έχει μία πολύ διαφορετική σημασία από εκείνη που της δίνει η Δύση – ιδίως η Δυτική ψυχολογία – και απαιτεί πολύ μεγαλύτερες θυσίες.

Εκτός αυτού, στην Ασία από την αρχαιότητα στις περισσότερες φιλοσοφίες το ζητούμενο δεν ήταν Η Αλήθεια, αλλά περισσότερο η προσπάθεια αρμονικής σύνθεσης διαφορετικών πίστεων. Για τούτον το λόγο κάθε σύστημα υιοθετούσε ή σφετεριζόταν ιδέες από ένα άλλο, χωρίς να ενδιαφέρεται κανένας αν ήταν αλήθεια ή όχι, ή αν προέκυπταν αγεφύρωτες αντιφάσεις (The Worlds Religions).

Μία τέτοια ελαστικότητα απέναντι στις ξένες αντιλήψεις είναι ιδιαίτερα ελκυστική σήμερα, την εποχή της παγκοσμιοποίησης και των πολυπολιτισμικών κοινωνιών. Όπως είναι ευνόητο όμως, η ελαστικότητα και αφομοιωτικότητα μίας θρησκείας δείχνει ότι κατά βάθος δεν την ενδιαφέρει η αλήθεια. Αλλά η ζωή του ατόμου στην αιωνιότητα εξαρτάται από τη θεϊκή αλήθεια και όχι από τις πεπερασμένες ανθρώπινες συγκρητιστικές ιδέες.

Ένα άλλο σημείο στο βουδισμό που είναι ελκυστικό για το Δυτικό άνθρωπο είναι το απλό, κατανοητό σχήμα της αμοιβής ή της τιμωρίας των καλών ή κακών έργων. Ο άνθρωπος θερίζει ό,τι σπέρνει, ενώ στον χριστιανισμό κύριο ρόλο παίζει η θεία χάρη, η οποία για πολλούς είναι μία αφηρημένη ή αφερέγγυα έννοια. Αυτό σημαίνει όμως ότι στο βουδισμό ο άνθρωπος παλεύει μόνος του με τις αδυναμίες του, χωρίς συνδρομή στην προσπάθειά του να λυτρωθεί. Ο χριστιανός γνωρίζει ότι η δικαιοσύνη του θεού είναι μεν ιερή, αλλά ότι μπορεί να υπολογίζει στην αγάπη και στο έλεός του για να γεφυρώσει το τεράστιο χάσμα που τον χωρίζει από εκείνον. Στο βουδισμό η (αυτο)λύτρωση είναι ένας μοναχικός, πολύ απαιτητικός δρόμος, στο χριστιανισμό αρκεί η αγάπη και η ζωντανή σχέση με τον Ιησού Χριστό. «Ο Χριστιανισμός θέλει να υπερβεί το φόβο του θανάτου με την αγάπη. Αντίθετα ο Βούδας ήθελε να κατακτήσει το φόβο εξαφανίζοντας της αιτία του όχι με τη βοήθεια κάποιου θείου σωτήρα, αλλά με τη δύναμη του νου να διορθώνει τα λάθη του. Αυτό πετυχαίνεται μέσω μιας νοητικής απόσπασης από όλες τις ανθρώπινες επιθυμίες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών ακόμα για μια οικογένεια και ένα σπίτι». (Ward McAfee)

Είναι ενδιαφέρον να ακουστεί από την άλλη πλευρά η άποψη ενός Ασιάτη θρησκευόμενου, του Sundar Singh, για το βουδισμό:

«Στην πραγματικότητα το βουδισμό δεν μπορούμε να τον ονομάσουμε θρησκεία, δεδομένου ότι δεν αναφέρει τίποτα περί θεού, ο οποίος είναι το θεμέλιο και η ζωή κάθε θρησκείας. Ο βουδισμός αποτελεί ένα μείγμα ηθικής και αγνωστικισμού και επιπλέον έχει επηρεαστεί ως έναν βαθμό από τον ινδουισμό.

Μολονότι ο Βούδας είχε [αγαθή φύση και] ανεπτυγμένη διάνοια, δεν μπόρεσε να συλλάβει την οντότητα του Θεού μόνο με τη σκέψη του. Ωστόσο ο θεόδοτος νόμος της εσωτερικής του φύσης και της συνείδησής του τον ώθησε να μεταδώσει ηθικές διδασκαλίες.

… Όπως πολλοί άλλοι ασκητές και ερημίτες που θέλησαν να λύσουν με το νου τους όλα τα προβλήματα της ζωής και ενώ επινόησαν διάφορες μεθόδους για να το επιτύχουν τελικά απέτυχαν, έτσι και ο Βούδας με την αυστηρή άσκηση και το διαλογισμό δεν βρήκε το φωτισμό. Απλώς βρήκε ορισμένες φιλοσοφικές και ηθικές ιδέες. Γι’ αυτόν το λόγο οι αναζητητές της αλήθειας οφείλουν να ανοίγουν ταπεινά την καρδιά τους στον Θεό, χωρίς να ακολουθούν κανόνες που έχουν φτιαχτεί από ανθρώπους. Γιατί μόνο με την προσευχή μπορούν να βρουν τον Θεό και να ικανοποιήσουν την πιο βαθιά επιθυμία της πνευματικής τους φύσης.

Νιρβάνα είναι ο όρος που χρησιμοποιούν οι βουδιστές για τη λύτρωση και σημαίνει την εξάλειψη κάθε επιθυμίας. Η επιθυμία είναι η αιτία κάθε κακού και κάθε πόνου, λένε, ενώ εάν μπορούμε να διώξουμε κάθε πόθο από την καρδιά μας, πόνος και δυστυχία θα εξαφανιστούν.

Εάν οι βουδιστές απέβλεπαν στην εξάλειψη μόνο των κακών επιθυμιών, όλοι οι εραστές της αλήθειας θα συμφωνούσαν τότε μαζί τους. Όμως η δική τους θεωρία είναι ότι πρέπει να διαλυθεί κάθε επιθυμία, είτε καλή είτε κακή. Κάποτε συνάντησα στην Κεϋλάνη έναν βουδιστή ηγέτη, ο οποίος είπε στη διάρκεια της συζήτησης: “Oι καλές επιθυμίες πηγάζουν επίσης από την εγωπάθεια, γιατί όταν θέλουμε να κάνουμε κάτι καλό στους άλλους έχουμε κατά νου – συνειδητά ή ασυνείδητα – την αμοιβή που μας αξίζει. Ο μόνος λόγος που ένας άνθρωπος λατρεύει έναν θεό είναι επειδή ελπίζει να ευεργετηθεί. Όσο περισσότερες εμπειρίες αποκτούμε τόσο περισσότερες επιθυμίες έχουμε και παράλληλα αυξάνονται οι φόβοι και η αίσθηση του ανικανοποίητου. Ως εκ τούτου οφείλουμε να καταπνίγουμε όχι μόνο τις κακές επιθυμίες μας αλλά και τις καλές. Και αυτή η κατάπνιξη, ο αφανισμός των επιθυμιών είναι η νιρβάνα”.

Εγώ του απάντησα τότε : “Κανένα ζωντανό ον δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αισθήματα ούτε είναι δυνατό να ζήσει χωρίς επιθυμίες, γιατί τότε δεν θα είχε ζωή. Διότι από τη στιγμή που υπάρχουν αισθήματα, αναγκαστικά αυτά γεννούν επιθυμίες. Η ικανοποίηση κάθε φυσικής και πνευματικής επιθυμίας κατά έννομο τρόπο αποτελεί νόμο της ζωής. Όταν σκοτώνουμε τις επιθυμίες, καταστρέφουμε συνάμα τη ζωή που παράγει αυτές τις επιθυμίες. Από αυτήν τη σκοπιά ο αφανισμός της επιθυμίας θα σήμαινε αφανισμό της ζωής και όχι λύτρωση”.

Κανένας άνθρωπος δεν θέλει να πονάει, τουναντίον προσπαθεί να αποφύγει τη δυστυχία και ακόμη κι αν είναι πρόθυμος να υποφέρει, είναι επειδή επιθυμεί να έχει ένα καλό αποτέλεσμα. Επιπλέον κανένας δεν θέλει να έχει κακή υγεία ή πνευματικά βάσανα. Διότι η επιθυμία του ανθρώπου να έχει υγεία είναι ένας νόμος της ύπαρξης, απαραίτητος για το αίσθημα ασφάλειας και ζωτικής δύναμης στον καθένα.

Άμα ο αφανισμός κάθε επιθυμίας είναι η τέλεια λύτρωση, τότε η επιθυμία να σκοτώσουμε κάθε επιθυμία αποτελεί επίσης μία επιθυμία. Είναι σαν να ήθελε κάποιος να σβήσει τη φωτιά με φωτιά ή να στραγγίσει το νερό με νερό, πράγμα εντελώς αδύνατο και αντίθετο σε κάθε νόμο της φύσης.

… “Η επιθυμία της ψυχής”, λέει ο Έμερσον, “είναι ταυτόχρονα η προφητεία ότι θα εκπληρωθεί”. Και μία τελευταία λέξη : όταν οι επιθυμίες μας ικανοποιούνται καθώς προοδεύουμε στη ζωή, δεν μεγαλώνει το ανικανοποίητο ούτε έχουμε περισσότερη ανησυχία, αφού ανησυχία μας πιάνει όταν δεν ικανοποιείται η επιθυμία μας. Απεναντίας, όταν προχωρούμε κατά πως θέλει η πρόνοια του Παντοδύναμου, αυτός θα ικανοποιεί τις αυξανόμενες επιθυμίες μας σύμφωνα με το σχέδιό του. Όσο μακριά κι αν προχωρήσουμε, όσο απέραντες κι αν γίνουν οι επιθυμίες μας, αυτό το απέραντο Ον, που είναι αγάπη, είναι ικανό να ικανοποιήσει απόλυτα όλες τις επιθυμίες μας».

Ο Κινεζικός Οικουμενισμός

Ο κινεζικός Οικουμενισμός είναι ένα ιδιάζον μόρφωμα που αποκρυσταλλώθηκε μέσα από τη σύνθεση σαμανισμού, κομφουκιανισμού, ταοϊσμού και βουδισμού στη διάρκεια 4000 χρόνων κινέζικης ιστορίας. Όπως και ο ινδουισμός, προέκυψε από τη μείξη πολυάριθμων φιλοσοφικών συστημάτων και λαϊκών θρησκευτικών παραδόσεων της αρχαιότητας, οι οποίες έβλεπαν τον ορατό κόσμο να είναι σε διαρκή εξάρτηση από τον αόρατο.

Καλά και κακά πνεύματα, θεότητες, πνεύματα της φύσης, πνεύματα των προγόνων, διηύθυναν τυραννικά τη ζωή των ανθρώπων και απαιτούσαν θυσίες για να εξευμενιστούν. Κάθε πρόβλημα, ατύχημα, ασθένεια κ.λπ. είχε εξωκόσμια προέλευση και γι’ αυτό χρειαζόταν ο μεσολαβητικός ρόλος των μάγων ή σαμάνων. Με μαγικές τελετές, ξόρκια, θυσίες και φυλακτά, οι σαμάνοι εξαγόραζαν την εύνοια των πνευμάτων και την ουδετερότητα των δαιμόνων.

Καθοριστικό ρόλο έπαιζαν επίσης οι ψυχές των νεκρών. Ο καθένας έπρεπε να τα έχει καλά μαζί τους και να μην προκαλεί τη μήνι τους. Έτσι αναπτύχθηκε μία τελετουργική λατρεία των προγόνων, που είναι ακόμη διαδεδομένη στην Κίνα, όπως και σε όλη σχεδόν την Άπω Ανατολή.

Οι Κινέζοι θεωρούσαν ανέκαθεν την αχανή και απομονωμένη χώρα τους ως τον ομφαλό του κόσμου. Κατά την κρατούσα τότε αντίληψη η Γη ήταν μία τετράεδρη πλάκα που περιβαλλόταν παντιόθεν από νερό. Πάνω από αυτήν περιστρεφόταν ο σφαιρικός ουράνιος θόλος γύρω από τον άξονά του, ο οποίος περνώντας από τον Πολικό Αστέρα συναντούσε τη Γη στη θέση της Κίνας, εξ ου και η ονομασία της «Αυτοκρατορία του Κέντρου».

Σήμερα επικρατεί ακόμη στην Κίνα η πίστη ότι ο άνθρωπος είναι μία μονάδα του σύμπαντος και ότι κάθε πλευρά της ζωής του εξαρτάται άμεσα από τη σχέση του με τη Γη, τον Ουρανό και τις κοσμικές δυνάμεις. Οτιδήποτε συμβαίνει στο μακρόκοσμο αντικαθρεφτίζεται πιστά στο μικρόκοσμο. Ένα πολύπλοκο σύστημα αντιστοιχιών συνδέει τα συμπαντικά με τα γήινα γεγονότα. Έτσι π.χ. οι κινήσεις των πλανητών και τα ατμοσφαιρικά φαινόμενα αντιστοιχούν στις εποχές του χρόνου, στα στοιχεία της φύσης, στις αισθήσεις και στα όργανα του σώματός μας, αλλά και στις ανθρώπινες ιδιότητες. Ή όπως γράφει το Θρησκειολογικό Λεξικό: «Μία πολιτική αναταραχή ή μία ερωτική δυσαρμονία είναι κάτι που μπορούσε να διαταράξει την αρμονική πορεία της φύσης».

Επιπλέον, τόσο ο μακρόκοσμος όσο και ο μικρόκοσμος κυβερνιόνται από το δίπολο γιν-γιανγκ. Το ανθρώπινο σώμα λ.χ. κατά την κινέζικη αντίληψη είναι ένας μικρόκοσμος στον οποίον αποτυπώνονται κοσμικές αντιστοιχίες. Οι Κινέζοι πιστεύουν ότι οι ίδιες απρόσωπες δυνάμεις που κυβερνούν το σύμπαν κυβερνούν επίσης τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος, όπως καθετί άλλο, είναι ένα μέρος της κοσμικής αρμονίας που προσδιορίζεται από «την αμοιβαία δυναμική εξισορρόπηση δύο ακατάπαυστα κινούμενων πολικών αρχών: φως και σκοτάδι, ουρανός και γη, … αρσενικό και θηλυκό – ατέρμονες πολιτικότητες, οι οποίες συνοψίζονται στις περιεκτικές έννοιες του γιν και γιανγκ» (Θρησκειολογικό Λεξικό).

Ο ταοϊσμός

Ένα κλασικό δείγμα της ιδιαίτερης έννοιας των αντιθέτων που χαρακτηρίζουν την κινεζική σκέψη είναι η αντίθεση κομφουκιανισμού και ταοϊσμού. Τα δύο φιλοσοφικά αυτά συστήματα δεν είναι μόνο αντίθετα αλλά και συμπληρωματικά. Μάλιστα μία αντίληψη λέει ότι ο πρώτος αφορά τις παραγωγικές ηλικίες, ενώ ο δεύτερος τους απόστρατους της ενεργής ζωής και εκείνους που δεν θέλουν ή δεν χρειάζονται πλέον να ακολουθούν τις συμβάσεις της κοινωνίας.

Στον κομφουκιανισμό ο άνθρωπος πρέπει να φθάσει στην τελείωση εντός του κόσμου, στον ταοϊσμό εκτός. Στον πρώτο το άτομο καλείται να τελειοποιηθεί ηθικά και να συμμετάσχει υπεύθυνα στον κοινωνικό βίο, ενώ στον δεύτερο καλείται να πορευτεί σε έναν προσωπικό δρόμο μυστικιστικού ησυχασμού. Το ιδεώδες του πρώτου είναι ο σοφός άνδρας που υπηρετεί το σύνολο, του δεύτερου ο αναχωρητής που αναζητεί το Τάο και την αθανασία. Το Τάο, απρόσωπο Απόλυτο και Πηγή όλων των πραγμάτων, ως σύλληψη πιθανότατα προέκυψε από τον εκφυλισμό της έννοιας του προσωπικού θεού που λατρευόταν στα βάθη της προϊστορίας. Γι’ αυτό ορίζεται ως αιώνιο, αμετάβλητο, πανταχού παρόν, άπειρο, άρρητο, αόρατο, χωρίς μορφή, χωρίς όνομα, δημιουργός του κόσμου, γνώση περί της ενότητας των πάντων.

O Glasenapp αναφέρει για την εξέλιξη του ταοϊσμού τα παρακάτω: «Μία σειρά άλλων φιλοσόφων τελειοποίησε, με διαφορετικούς τρόπους την ταοϊστική φιλοσοφία της φύσεως, όπως και την ηθική της και την περί Κράτους θεωρία της. Ο μυστικισμός φθάνει στο αποκορύφωμά του στο Κουάν-γιν-Τσε, έργο που φέρνει το όνομα ενός συγχρόνου του Λάο-Τσε, αλλά που γράφτηκε, πιθανότερα, τον Χ ή ΧΙ αιώνα μόλις. Σ’ αυτό διδάσκεται ένας καθαρός ιδεαλισμός: Ο κόσμος δεν είναι παρά μία αναπαράσταση, η ζωή και ο θάνατος είναι φαινομενικά. Το ίδιο το εγώ δεν έχει ιδιαίτερη πραγματική υπόσταση στην αλήθεια, το μόνο που υπάρχει είναι το παγκόσμια παρόν Τάο. Όποιος κατάλαβε την ουσία του υψώθηκε πάνω από κάθε περιορισμό σχετικό με τον χώρο και τον χρόνο και μπορεί να κυριαρχήσει τη φύση, είναι κύριος των πνευμάτων, εξημερώνει τα ζώα και είναι ικανός για όλων των ειδών τις προφητείες και τα θαύματα.

Η μαγεία που μέσα στο πολύ μικρό σύγγραμμα του Λάο Τσε δεν παίζει κανένα ρόλο, φαίνεται όμως επηρέασε πολύ μερικά κείμενα της σχολής του και εξήσκησε πάνω στις μάζες μια τόσο μεγάλη δύναμη έλξεως ώστε πλάι στον φιλοσοφικό και ηθικό Ταοϊσμό, εμφανίστηκε ένας λαϊκός και θρησκευτικός Ταοϊσμός. Αυτός λάτρευε επίσης τον Λάο-Τσε και άλλους διανοητές σαν διδασκάλους. Ωστόσο καλλιεργούσε προ παντός τη μαγική και μυστικιστική πλευρά της αρχαίας παραδόσεως και την ένωνε με τις πιο διαφορετικές μορφές πίστεων και λαϊκών δεισιδαιμονιών.

Στον αγώνα και στη συνθηκολόγησή του με τον Βουδισμό, υιοθέτησε πολλές αντιλήψεις, πολλές τελετές και διδάγματα εκείνου και, έτσι δημιούργησε ένα ιδιάζον συγκριτικό σύστημα που μέχρι τη σημερινή εποχή, εξάσκησε μία σημαντική επίδραση στην κινεζική πνευματικότητα…

Στην ιστορία του ο Ταοϊσμός έφτασε να γίνει μία ιδιαίτερη θρησκεία. Έχει δικό του πάνθεον, δικά του ιερά κείμενα, δικά του δόγματα και τελετουργικά. Στο σχηματισμό τους είχαν σαν πρότυπο τον Βουδισμό.

Με πρότυπο τον Βουδισμό ο Ταοϊσμός, έκανε να γεννηθεί μία έντονη πίστη στο υπερπέραν Ο Λάο-Τσε και άλλοι άγιοι μένουν ακόμα στον Δυτικό Παράδεισο, στα βουνά των Κουν-Λουν. Άλλοι ασκητές, που έγιναν πνεύματα, κατοικούνε στην Ανατολή, στο Νησί των Μακαρίων. Οι κακοί πηγαίνουν στην κόλαση στα βάθη της γης. Αυτή χωρίζεται σε δέκα περιοχές, καθεμιά διοικείται από ιδιαίτερο βασιλιά. Από εκεί μπορούν να επιστρέψουν στον κόσμο όπου συνεχίζουν να ζουν ως ζώα ή άνθρωποι, μία ιδέα που υιοθέτησαν από τον ινδουισμό.

Η λατρεία είναι πολύ πομπώδης. Γίνονται προσφορές τροφών στους θεούς και στα πνεύματα, τελετουργικές «ακολουθίες» για τους νεκρούς και τους ζωντανούς, θεατρικές παραστάσεις και λιτανείες».

Θεοί και δαίμονες

Η κινέζικη κοσμοθεωρία, όπως και η ινδουιστική, γνωρίζει ένα τεράστιο πάνθεον θεοτήτων, οι οποίες, αν είναι καλές, αντιστοιχούν στην πολικότητα γιανγκ και αν κακές στην γιν. Η ιδιαιτερότητα του κινέζικου πάνθεου συνίσταται στον οιωνεί ταξικό διαχωρισμό του: Οι θεοί κατατάσσονται σε μία πυραμιδωτή ιεραρχία και μόνο εκείνοι που έχουν μία αντίστοιχη θέση στην κοινωνία μπορούν να τους λατρέψουν.

Η πίστη των μεγάλων μαζών προσδιορίζεται κυρίως από την ιδέα ότι υπάρχει μια απειρία πνευμάτων, καλών και κακών, που περιπλανώνται εδώ κι εκεί και μπορούν να προκαλέσουν ευτυχίες και δυστυχίες. Κυρίως, βέβαια, τα κακά πνεύματα απασχολούν την φαντασία. Προσπαθούν να προστατευτούν απ’ αυτά με την βοήθεια φυλακτών, τειχών που υψώνονται εναντίον τους, με θορυβώδεις λιτανείες και με τους πιο παράξενους εξορκισμούς. Από τα πολύ παλιά χρόνια η λατρεία των προγόνων αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της κινεζικής θρησκείας.

Η συνήθεια να ευχαριστούν τους νεκρούς με το να τους αφιερώνουν προσφορές, προϋποθέτει ότι αφού απογυμνώθηκαν από το γήινο σώμα τους, εξακολουθούν να υπάρχουν με μία μορφή ανάλογη, αν και πιο εξαϋλωμένη προς τη μορφή που είχαν κατά την ανθρώπινη ύπαρξή τους. Πιστεύεται κοινώς ότι κατοικούσαν κοντά στο σπίτι τους ή στο κοιμητήριό τους, ότι εξακολουθούσαν να συμμετέχουν στα πεπρωμένα της οικογενείας τους, και ότι τους ήταν δυνατό και να τα επηρεάσουν ακόμη, κατά κάποιο τρόπο, σαν ευνοϊκά πνεύματα που ήταν. Η πεποίθηση κατά την οποία οι νεκροί ανταμείβονται ή τιμωρούνται, ανάλογα με τις πράξεις τους, με έναν παράδεισο ή με μία κόλαση, ήταν στην αρχή άγνωστη στους Κινέζους.

Όπως φαίνεται δεν εγνώριζαν ούτε έναν τόπο διαρκούς διαμονής για τους νεκρούς ούτε ήξεραν αν υπάρχει καμμία ανταμοιβή στο υπερπέραν. Παραδέχονταν ότι μόνο τα πνεύματα των νεκρών αυτοκρατόρων ή άλλων σημαντικών προσωπικοτήτων υψώνονταν ως τους θεούς και τους βοηθούσαν να κυβερνούν τον κόσμο.

Για μία καλύτερη κατανόηση, ας δώσουμε πάλι το λόγο στον Glasenapp«Ο Κομφουκιανισμός, ο Ταοϊσμός και ο Βουδισμός από δύο χιλιετίες είναι οι τρεις φόρμες που διαμόρφωσαν τη θρησκευτική σκέψη στην Κίνα. Διαφέρουν ουσιωδώς μεταξύ τους σε πολλά σημεία και συχνά στη διάρκεια της ιστορίας αλληλοπολεμήθηκαν ενώ προσπάθησαν να κερδίσουν και οι μεν και οι δε την εύνοια των ισχυρών και της μάζας. Αλλά ως τα τώρα, καμμία από αυτές τις τρεις θεωρίες δεν πέτυχε να κυριαρχήσει και να παραγκωνίσει τις δύο άλλες. Στη σκέψη μιας πολυάριθμης μερίδας μορφωμένων ανθρώπων, καθώς και στην πλειονότητα του λαού δεν αποτελούν αντινομίες, αλλά μεθόδους σωτηρίας όμοιες σε δικαιώματα και που μπορούν να χρησιμοποιούνται η μία παράλληλα με την άλλη. Αυτή η άποψη επέτρεπε να αφαιρέσει ο καθένας από ένα σύστημα σκέψεων αυτό ή εκείνο το στοιχείο και να το ενσωματώσει σε ένα άλλο σύστημα ή από μία γενική άποψη να ενώσει συγκρητιστικά τις τρεις θεωρίες».

Χαρακτηριστικό των κινεζικών φιλοσοφιών είναι ότι υπόσχονται την ολοκλήρωση, την υγεία και τη λύτρωση, εφόσον τηρείται ευλαβικά ένας απόλυτος Νόμος (Τάο, γιν-γιανγκ, τα 5 στοιχεία κ.λπ.). Αρκεί κάποιος να γνωρίζει την Τάξη του σύμπαντος και να την ακολουθεί πιστά για να βρει την τελείωση και την αθανασία, λέει η κινεζική εκδοχή του γνωστικισμού: «Ο άνθρωπος είναι μέσα στο Τσι, και το Τσι είναι μέσα στον άνθρωπο. Ουρανός και Γη και τα Δέκα Χιλιάδες Όντα, όλοι χρειάζονται το Τσι για να ζήσουν. Ο άνθρωπος που γνωρίζει πώς να κυκλοφορεί το Τσι στο σώμα του, συντηρεί τον εαυτό του και αποτρέπει καθετί κακό που μπορεί να τον βλάψει».

Με άλλα λόγια οι διδασκαλίες αυτές υπόσχονται την αυτολύτρωση, εφόσον κάποιος τηρεί συγκεκριμένους κανόνες διατροφής και ακολουθεί πρακτικές διαλογισμού και ελέγχου των ζωτικών του δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων των σεξουαλικών. Όπως παρατηρεί το Θρησκειολογικό Λεξικό : «Στον Ταοϊσμό μορφές σεξουαλικής πρακτικής συναντώνται αναμεμειγμένες με λαϊκές μορφές ερωτικής μαγείας ακόμη και με κάποιες δυσοίωνες πρακτικές σεξουαλικού βαμπιρισμού για την ανανέωση των δυνάμεων του (ανδρικού) σώματος και την απόκτηση της αθανασίας».

Η θεωρία της αυτολύτρωσης είναι όμως διαμετρικά αντίθετη με τη διδασκαλία της θεϊκής αποκάλυψης που τονίζει την εξάρτηση του ανθρώπου από τον Θεό.

Επιπλέον στην κινεζική φιλοσοφία η φύση υποκαθιστά τον Θεό, γι’ αυτό αμαρτία είναι η σύγκρουση με τους νόμους της και όχι με τη θεϊκή βούληση. Ο άνθρωπος μπορεί να ξεπεράσει τη σύγκρουσή του με τη φύση, απλώς με το να εφαρμόζει συγκεκριμένες μεθόδους που του εξασφαλίζουν υγεία, ευτυχία και την αθανασία επί γης.

Σε πρώτη όψη το κινεζικό ιδεώδες της συμφωνίας με το Τάο αντιστοιχεί στη χριστιανική πίστη ότι η εναρμόνιση με τους θείους νόμους είναι η βασική προϋπόθεση για μία ολοκληρωμένη ευτυχισμένη ζωή. Η παράβαση των θεϊκών νόμων είναι ένας άλλος ορισμός για την αμαρτία, η οποία οδηγεί σε εσωτερικές και εξωτερικές συγκρούσεις, ασθένειες κ.ο.κ. Ασφαλώς η εναρμόνιση και ο σεβασμός προς τη φύση, που είναι δημιούργημα του Θεού, αποτελεί αυτονόητο καθήκον κάθε ανθρώπου. Όμως η λύτρωση δεν είναι υπόθεση μόνο λίγων εκλεκτών που έχουν τη δυνατότητα να εναρμονιστούν με τους νόμους του σύμπαντος, μία εναρμόνιση που έτσι κι αλλιώς είναι καθαρά υποκειμενική.

Στην κριτική μας στο κοσμοείδωλο του ινδουισμού, είδαμε ότι η πρωταρχική πτώση του κάθε ανθρώπου από τον κόλπο του Θεού έγινε λόγω της αλαζονείας του και προηγήθηκε της πτώσης από τον παράδεισο. Ο πόνος, οι ασθένειες κ.λπ. αποτελούν συνέπειες της πρωταρχικής μας πτώσης από την αγγελική φύση και γι’ αυτόν το λόγο δεν αρκεί μόνο η φυσική ζωή για να εξαλειφθούν (Προς Ρωμ. 8,19-21. Αποκαλ. Ιωάν. 21,4).

Οι κινεζικές φιλοσοφίες έχουν μία τελείως διαφορετική ιδέα για το Απόλυτο από αυτή που διδάσκει η θεϊκή αποκάλυψη. Στους Κινέζους η κοσμική ενέργεια Τσι θεωρείται η υπέρτατη υπερφυσική Δύναμη, η οποία δημιούργησε τα πάντα, από το άτομο ως και το σύμπαν, διαποτίζει τα πάντα και τα διατηρεί στη ζωή. Όμως σύμφωνα με τις νέες αποκαλύψεις (βλ. εκτενέστερα στο βιβλίο Οι Πνευματικοί Κόσμοι), η κοσμική ενέργεια είναι η ενέργεια του αιθέρα (το ηλεκτρικό πυρ των αρχαίων Ελλήνων) και άρα δεν είναι αμιγώς πνευματική. Επομένως το Τσι δεν είναι το Άγιο Πνεύμα, το οποίο δημιούργησε τον κόσμο, αλλά μία πολύ κατώτερη μορφή ενέργειας που αναπτύσσεται στο χώρο.

Διαλογισμός, Μετενσάρκωση, Γιόγκα

Στα επόμενα κεφάλαια θα δούμε πιο διεξοδικά πρακτικές εφαρμογές των ασιατικών βιοσοφιών που έχουν διαδοθεί και στη Δύση.

Ο Διαλογισμός

Πολλές μορφές ασιατικού διαλογισμού έχουν εξαπλωθεί και στη Δύση, είτε αυτούσιες όπως ο Υπερβατικός Διαλογισμός, είτε προσαρμοσμένες στις ανάγκες του πολίτη του δυτικού ημισφαιρίου. Τέτοια παραδείγματα είναι λ.χ. η μέθοδος Jacolson, το Autogenes Training, η μέθοδος Silva, η ύπνωση κ.ά.

Και στις δύο μορφές εφαρμόζεται υποβολή και αυθυποβολή. Συνήθως ο διαλογιζόμενος αρχίζει με μία διαδικασία σταδιακής μυϊκής χαλάρωσης (όπως : το δεξί μου πόδι χαλαρώνει και γίνεται βαρύ, το αριστερό μου πόδι χαλαρώνει και γίνεται βαρύ κ.ο.κ.), με οραματισμό ή με αναπνευστικές ασκήσεις κατά τις οποίες μπορεί επίσης να επαναλαμβάνει κάποιο μάντρα στο ρυθμό της εισπνοής-εκπνοής. Με αυτές τις τεχνικές επιδιώκει να φθάσει στα βάθη του ασυνείδητου.

Όπως είδαμε τις ίδιες τεχνικές χρησιμοποιούν οι σαμάνοι για να συνδεθούν με τα πνεύματα που θα τους καταλάβουν, αλλά και πιστοί των ανατολικών θρησκειών προκειμένου να συνδεθούν με την Κοσμική Ψυχή.

Ένας κριτικός παρατηρητής θέτει εύλογα το ερώτημα του αν είναι καν δυνατό να εφαρμόζονται τέτοιες μέθοδοι αποκομμένες από το θρησκευτικό τους υπόβαθρο, σαν ένα ουδέτερο εργαλείο. Τόσο στην ύπνωση ή στο διαλογισμό όσο και στο σαμανισμό ή στις ανατολικές θρησκείες ο στόχος είναι ο ίδιος: να διανοιχτούν τα όρια της ανθρώπινης συνείδησης. Αλλά δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς ποιες επιπτώσεις έχει για την ψυχή ούτε είναι γνωστό σε ποιους κόσμους βυθίζεται ένας τέτοιος ταξιδιώτης. Δεν είναι τυχαίο ότι ειδικοί επιστήμονες επισημαίνουν τους κινδύνους του διαλογισμού. Παραδείγματος χάριν ο ψυχολόγος Μίχαελ Ουτς γράφει : «Ακόμη και ο Ιγνάτιος Λογιόλα, ο ιδρυτής του τάγματος των Ιησουιτών και συγγραφέας των “Πνευματικών Ασκήσεων”, γνώριζε πως η αληθινή έκσταση απαιτεί μία αυστηρή και έμπειρη καθοδήγηση για να μην ξεφύγει από τον έλεγχο και καταλήξει σε μία άβυσσο. Ο συνεχής διαλογισμός οδηγεί την ψυχή σε επικίνδυνες καταστάσεις. Υπάρχουν περιπτώσεις επίσης όπου η μεγάλη εξάντληση που μοιάζει με ύπνο διακόπτεται από φάσεις εγρήγορσης, για τις οποίες συχνά ο διαλογιζόμενος θεωρεί πως είναι ο «πνευματικός φωτισμός»…

Σε βιώματα τέτοιων διαστάσεων είναι αναγκαίο να μπορεί ο μαθητής ή η μαθήτρια να βασιστεί στο δάσκαλο ή στη δασκάλισσά του. Αυτή η σχέση απαιτεί από το δάσκαλο ή τη δασκάλα εξαιρετικές ικανότητες και υψηλότατο αίσθημα ευθύνης για να μην βλαφτεί ψυχικά ο διαλογιζόμενος. Για τα κινήματα της νέας θρησκευτικότητας εγείρεται συχνά το ερώτημα αν έχουν να προσφέρουν τέτοιες εγγυήσεις και αν έχουν συναίσθηση των ευθυνών τους».

Πράγματι, πολλοί άνθρωποι που έχουν αποχωρήσει από διάφορες σχολές του εσωτερισμού ή ανατολικές σέκτες μιλούν ανοικτά για τέτοιες «ανεξέλεγκτες καταστάσεις που είναι επικίνδυνες για την ψυχή», όπου ως φαίνεται είχαν να κάνουν με δαιμονικές οντότητες. Γιατί άραγε είναι «ανεξέλεγκτες» αυτές οι καταστάσεις; Μήπως η ψυχή του ανθρώπου – στο σημερινό της επίπεδο – δεν είναι αρκετά δυνατή από μόνη της για να βαδίσει σε τέτοια επικίνδυνα μονοπάτια και μήπως γι’ αυτόν το λόγο ο Δημιουργός του έχει θέσει κάποια προστατευτικά όρια που δεν πρέπει να παραβεί;

Ασφαλώς τα άτομα εκείνα που ζητούν να διευρύνουν τη συνείδησή τους έχουν θέσει σαν στόχο τους να παραβιάσουν αυτά τα όρια. Αλλά τι γίνεται με όλους τους άλλους που θέλουν απλώς να χαλαρώσουν ή να βρουν απάντηση σε κάποιο πρόβλημά τους; Αυτοί βέβαια δεν γνωρίζουν ότι διατρέχουν τον κίνδυνο να ξεπεράσουν κάποια όρια χωρίς να το θέλουν. Ποιος διαλογιζόμενος είναι σε θέση να αναγνωρίσει έγκαιρα ότι πλησιάζει μία οριακή περιοχή; Κανένας δεν μπορεί να την προσδιορίσει εκ των προτέρων.

Πώς είναι δυνατόν στη σύγχρονη κοινωνία, όπου η ελευθερία και ο αυτοπροσδιορισμός αποτελούν ύψιστα, απαραβίαστα δικαιώματα του ατόμου, άνθρωποι να δέχονται χωρίς περίσκεψη και χωρίς επιφύλαξη να γίνουν ετεροκατευθυνόμενοι;

Ποιος μπορεί να ελέγξει από πριν σε ποια χέρια εμπιστεύεται την ψυχή του; Ή αντίστροφα, ποιος υπνοθεραπευτής ή δάσκαλος του διαλογισμού μπορεί να είναι απολύτως βέβαιος ότι ο μαθητής του θα επιστρέψει και μάλιστα χωρίς ψυχικές βλάβες από το ταξίδι στο οποίο τον οδηγεί;

Οι νοητικές λειτουργίες του ανθρώπου μπορούν να καταρρεύσουν με διάφορους τρόπους όπως π.χ. με την ψυχολογική πίεση, την υπερβολική νηστεία, την επανάληψη ενός μάντρα ή ενός ήχου, με ορισμένες στάσεις του σώματος ή παρατεταμένες περιόδους σιωπής. Γι’ αυτόν το λόγο άλλωστε τέτοιες μέθοδοι αποτελούν συνηθισμένο εργαλείο των μυστικών και άλλων συναφών υπηρεσιών. Σε τέτοιες καταστάσεις είναι δυνατόν να προκληθούν στο σώμα ορισμένες φυσιολογικές αντιδράσεις οι οποίες μοιάζουν με εκείνες που ακολουθούν τη λήψη ναρκωτικών. Είναι γνωστό λ.χ. ότι στις βαθύτερες φάσεις του διαλογισμού συχνά βιώνονται απαράμιλλα αισθήματα χαράς, ειρήνης και ευτυχίας. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι μία εξάρτηση από αυτά τα αισθήματα, όπως προειδοποιεί ο προϊστάμενος σε μία βουδιστική μονή: «Αυτό που μπορεί να βλάψει περισσότερο από όλα τον διαλογιζόμενο είναι να βυθιστεί στο σαμάντι*, το σαμάντι με τη βαθιά, διαρκή γαλήνη. Αυτό το σαμάντι φέρνει μεγάλη ειρήνη και όταν κάποιος αισθάνεται ειρήνη, αισθάνεται επίσης ευτυχία. Και όταν αισθάνεται ευτυχία προσκολλάται πάνω της και εξαρτάται από αυτήν. Ο διαλογιζόμενος χάνει το ενδιαφέρον του για οτιδήποτε άλλο και θέλει να αφοσιωθεί μόνο σε αυτό το ευχάριστο αίσθημα. Όταν κάνουμε πολύ καιρό ζεν, μπορεί να μας κυριεύσει η επιθυμία να φθάσουμε όσο το δυνατόν νωρίτερα στο σαμάντι.

Μόλις συγκεντρωθούμε στο αντικείμενο του διαλογισμού μας το πνεύμα μας βρίσκει γαλήνη και δεν θέλουμε πια να την αφήσουμε προκειμένου να βιώσουμε κάτι άλλο. Απλώς κρεμόμαστε από αυτήν την ευτυχία. Αυτός είναι ένας κίνδυνος για όποιον κάνει διαλογισμό».

Ένας άλλος κίνδυνος που επισημαίνει με βάση τα δεδομένα της πείρας ο δρ. Ουτς είναι η εξάρτηση από το δάσκαλο ή τη δασκάλα του διαλογισμού. Επιπλέον, ακόμη και αν θεωρήσει κανείς ότι οι περισσότεροι δάσκαλοι του διαλογισμού έχουν καλές προθέσεις απέναντι στους μαθητές τους, παραμένει το ερώτημα αναφορικά με το ποιο είδος διαλογισμού είναι αρεστό στον Θεό. Οι περισσότερες σχολές διαλογισμού πρεσβεύουν «άλλους, ξένους θεούς» ή σαφείς τάσεις συγκρητισμού τον οποίον δεν εγκρίνει ο Θεός (Προς Κορινθ. Β΄ 6, 15-16), καθώς δεν είναι ο ευθύς δρόμος προς αυτόν.

Εκτός αυτού, όταν ο μαθητής βρίσκεται σε βαθύ trance, ο νους και η συνείδησή του είναι άδεια και χωρίς άμυνες και έτσι είναι εύκολο να εισβάλουν κακά πνεύματα και να καταλάβουν το «αφύλακτο σπίτι» (Κατά Λουκά 11, 24-26).

Ο διαλογισμός στον εσωτερισμό και στις ανατολικές θρησκείες δεν αποβλέπει σε μία απλή χαλάρωση παρά στην ένωση με το σύμπαν, με την «Κοσμική Ψυχή». Γι’ αυτόν το σκοπό απαιτείται από το μαθητή πρώτα από όλα να «αδειάσει» το νου του. Το σύνηθες επιχείρημα, που υποστηρίζει ότι αυτό το άδειασμα είναι αναγκαίο, λέει ότι η αντίληψή του έχει ευνουχιστεί επειδή στηρίζεται αποκλειστικά στη νόηση. Γι’ αυτόν το λόγο το πρώτο που πρέπει να μάθει είναι να αγνοεί τα μηνύματα της νόησης, καθότι αυτή τον εμποδίζει να βρει την πρόσβαση προς την υπέρτατη παγκόσμια συνείδηση, που θα τον βοηθήσει να αναγνωρίσει τον «αληθινό εαυτό του». Ως εκ τούτου πρέπει να εξουδετερωθεί το Εγώ του, επειδή προβάλλει συνεχώς νέες ιδέες, απαιτήσεις και επιθυμίες. Όμως τι είναι ο άνθρωπος χωρίς Εγώ, χωρίς δική του προσωπικότητα;

Ο Timothy Ward, ένας Καναδός που έζησε για ένα διάστημα σε μία βουδιστική μονή για να μάθει διαλογισμό, γράφει γι’ αυτά που συνειδητοποίησε εκεί: «Οι βουδιστές λένε πως το πνεύμα μοιάζει με έναν πίθηκο που πηδά από το ένα κλαδί στο άλλο ανήσυχος και απείθαρχος. Δεν μπορούμε να το ελέγξουμε. Διάφορα συναισθήματα, αντιλήψεις, αναμνήσεις, επιθυμίες και σκέψεις φλυαρούν συνεχώς ανάκατα μέσα στο μυαλό μας. Ποτέ δεν επικρατεί ειρήνη. Ο στόχος του διαλογισμού είναι να μάθεις πρώτα να κυριαρχείς στο πνεύμα-πίθηκο για να μπορείς έπειτα να απαλλαγείς από αυτό… Για να σωπάσει το πνεύμα-πίθηκος πρέπει να εξουδετερωθεί το Εγώ, όχι απλώς να βελτιωθεί ή να εξελιχθεί. Πρέπει να το απορρίψεις εντελώς και να το καταπνίξεις με την πειθαρχία στους κανόνες της μονής και επιπλέον να μην θέλεις να κάνεις κάτι που να έχει νόημα…».

Όμως όσο περισσότερο περνά ο καιρός και ο Ward σκέφτεται για τους μοναστικούς κανόνες και παρατηρεί τους άλλους μοναχούς, τόσο μεγαλώνουν οι αμφιβολίες του για την ορθότητα της διδασκαλίας : «Εάν δεν βρίσκω πια κανένα νόημα στη ζωή, το Εγώ μου θα σβήσει και θα πεθάνει. Τότε όμως δεν θα υπάρχει πια κανένας που να μπορεί να δει πόσο καλά το έχω καταφέρει ή τουλάχιστον να χαρεί που δεν νιώθει πια πόνο. Όταν κάποιος ενεργεί χωρίς Εγώ δεν έχει ούτε όφελος από αυτό… Δεν υπάρχει καμία ευτυχία, γιατί είναι το Εγώ που αισθάνεται ευτυχία…».

Είναι αυτονόητο ότι όλοι μας χρειαζόμαστε μία γαλήνια σφαίρα όπου μπορούμε να αποσυρθούμε για να αντλήσουμε νέα ενέργεια και απαντήσεις στα ερωτηματικά μας.

Ακόμη και ο Ιησούς Χριστός, καίτοι τέλειος άνθρωπος και Θεός, προσευχόταν και αναζητούσε τη μοναξιά στο βουνό για να νιώσει πιο κοντά στον Πατέρα του και να μιλήσει μαζί του. Πολύ περισσότερο λοιπόν εμείς χρειαζόμαστε έναν τέτοιο τόπο εξωτερικής και εσωτερικής γαλήνης. Έναν τόπο όπου μπορούμε να βρούμε ανάπαυση, ενέργεια και ειρήνη με όλες τις αισθήσεις μας σε εγρήγορση και χωρίς κίνδυνο για την ψυχή μας. Οπωσδήποτε για ενδοσκόπηση και προσευχή δεν απαιτείται περισσότερος χρόνος από όσο για έναν βαθύ διαλογισμό. Ήδη στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρονται μορφές σωστού διαλογισμού όπως στον Ψαλμό 119,27 του Δαβίδ και στο στίχο 1,8 του Ωσηέ. Κυρίως δείχνουν πώς μπορεί κάποιος να εμβαθύνει στο Λόγο του Θεού. Επίσης ο Ιωάννης παροτρύνει να προσευχόμαστε πνευματικά και αληθινά.*

Στις νέες αποκαλύψεις δεν εμφανίζεται ο όρος διαλογισμός, αλλά μία σειρά άλλων παρεμφερών, όπως «εσωτερικός διάλογος»«εσωτερικός στοχασμός»«εσωτερική αυτοπαρατήρηση»«ενδοστροφή»«απομόνωση και σιγή»«βύθισμα»«εσωτερική συγκέντρωση»«αποκλεισμός από τον κόσμο»«κατάνυξη ή εσωτερικότητα της καρδιάς».

«Το μόνο που χρειάζεται είναι να στρέψει κανείς τα νώτα του στον κόσμο, δηλαδή μέσα σε όσο δυνατόν μεγαλύτερη ησυχία, να βυθιστεί σε πνευματικές σκέψεις, γιατί μονάχα έτσι μπορεί κανείς να βρει πρόσβαση προς την περιοχή του πνεύματος…», λέγεται στην Ντούντε.

Επίσης ο Λόρμπερ γράφει για το διαλογισμό:«Όποιος αγαπάει τον Θεό αληθινά, είναι διαρκώς μαζί Του και μέσα Του. Εάν θέλει να ακούσει ή να μάθει κάτι από Αυτόν, τότε αρκεί να Του απευθύνει μία ερώτηση μέσα στην καρδιά του και από τις σκέψεις που θα αναδυθούν εκεί μέσα θα πάρει την απάντησή του. Κάθε άνθρωπος μπορεί ανά πάσα στιγμή και σε όλα τα θέματα να διδαχτεί από τον Θεό ή να διορθωθεί στα λάθη του. Όταν το ζητήσει μέσα από την καρδιά του, θα του έρθουν σε απάντηση ορισμένες σκέψεις, πολύ σιγανές μεν αλλά τελείως ευκρινείς. Θα αναγνωρίσει ασφαλώς ότι δεν είναι δικοί του καρποί και τότε οφείλει να τις μεταφέρει στην πράξη. Συνεπώς, ακόμη και όταν δεν βλέπεις τον Κύριο, μπορείς ωστόσο να Τον ακούς κάθε στιγμή και να συνομιλείς μαζί Του, γιατί εάν Τον ρωτήσεις μέσα στην καρδιά σου, Αυτός θα σου απαντήσει».

Η Μετενσάρκωση

Ο όρος μετενσάρκωση σημαίνει την πίστη ότι η «ψυχή» – ή πιο σωστά το άυλο μέρος του ανθρώπου – μετά το θάνατό του περνά σε ένα άλλο σώμα όπου ζει μία άλλη ζωή. Υποτίθεται πως κατά κανόνα κάθε «ψυχή» περνά από πολλές χιλιάδες ενσαρκώσεις ως άνθρωπος.

Εναλλακτικά συνηθίζεται επίσης ο όρος «μετεμψύχωση», δηλ. η επανειλημμένη ενσάρκωση είτε ως άνθρωπος είτε επίσης ως ζώο. Η «μετεμψύχωση» στα καθ’ ημάς στηρίζεται στην κυρίως Δυτική αντίληψη ότι υπάρχει μία ατομική ψυχή με αποκλειστικά δική της προσωπικότητα. Αντίθετα σύμφωνα με τις ανατολικές αντιλήψεις για τη μετενσάρκωση, το ζητούμενο είναι η εξάλειψη της ατομικής ψυχής. Στη Δύση, ίσως για λόγους ευκολίας ή άγνοιας, είθισται ο «εαυτός» να ταυτίζεται με τον ινδουιστικό όρο «άτμαν», ενώ το «θείο» ταυτίζεται με το «βράχμαν». Όμως το άτμαν δεν είναι το ατομικό Εγώ που συνεχίζει να υπάρχει μετά το θάνατο. Για την ακρίβεια το άτμαν είναι η ίδια υπόσταση με το βράχμαν, το υπερ-ατομικό, απρόσωπο, υπερβατικό Απόλυτο θείο. Το άτμαν είναι πιο πολύ μία κατάσταση καθαρής συνειδητότητας όπου ο άνθρωπος ενώνεται με την Ύψιστη Αλήθεια, δηλαδή είναι ένα μέρος του βράχμαν που περνά από τη μία υπόσταση στην άλλη και στο τέλος των ενσαρκώσεων επιστρέφει στο βράχμαν για να χαθεί μέσα του όπως η σταγόνα στον ωκεανό, όπου παύει να υπάρχει ως ατομική ύπαρξη.

Η διδασκαλία της μετενσάρκωσης προέρχεται από τον ινδουισμό – όπου γεννήθηκε περίπου στην αρχή της πρώτης χιλιετίας π.Χ. – και από το βουδισμό. Σε αυτές τις θρησκείες συνιστά ένα βασικό πιστεύω ότι ο άνθρωπος οφείλει να βρει τη «λύτρωση», δηλαδή τη συγχώνευση του άτμαν με το βράχμαν, περνώντας μέσα από αμέτρητες γήινες ζωές και έτσι να σπάσει την αλυσίδα των μετενσωματώσεων. Εδώ βρίσκεται ήδη μία βασική διαφορά με τη σύγχρονη Δυτική αντίληψη για τη μετενσάρκωση, αφού για τους Ασιάτες η επανειλημμένη επιστροφή στη Γη θεωρείται κατάρα και σκλαβιά και όχι δυνατότητα εξέλιξης.

Στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία συναντώνται επίσης κάποιες ιδέες περί μετενσάρκωσης όμως δεν επικράτησαν. Ο Πυθαγόρας, ο Εμπεδοκλής και ο Πλάτωνας έδωσαν μία πολύ πιο αισιόδοξη εκδοχή των ανατολικών δοξασιών, διδάσκοντας ότι ο άνθρωπος οφείλει να βελτιωθεί περνώντας από διάφορες ενσαρκώσεις.

Ο Γιάκομπ Λόρμπερ εξηγεί την ύπαρξη και αργότερα τη σταδιακή αλλοίωση αυτής της διδασκαλίας στην αρχαιότητα και ειδικά στους Ινδούς και στους Έλληνες λέγοντας ότι αρχικά οι αρχαίοι λαοί πίστευαν στη μετενσάρκωση.

«Όμως», μετά από ένα σημείο, «αυτή η αλήθεια, η οποία ήταν πασίγνωστη σε όλους τους προπάτορες της ανθρωπότητας, αργότερα διαστρεβλώθηκε και έγινε διάτρητη από λάθη. Αυτό οφείλεται στους πρώτους φιλάργυρους δασκάλους που ξεπρόβαλαν από το λαό με την πάροδο του χρόνου και άρχισαν να του δίνουν τις διδασκαλίες τους, και στους διαδόχους τους, τους φιλόδοξους και αρχομανείς ιερείς.

Γιατί η αληθινή μετενσάρκωση δεν τους απέφερε ούτε θυσίες ούτε χρήματα. Γι’ αυτό δίδαξαν ότι η ανθρώπινη ψυχή μετενσαρκώνεται ως ζώο και πάσχει ως ζώο και ότι μόνο οι ιερείς μπορούν να γλιτώσουν από τέτοια πάθη τον άνθρωπο, εφόσον βέβαια θα πρόσφερε μεγάλες θυσίες στους ναούς.

… Κατά αυτόν τον τρόπο προέκυψε η πολυθεΐα, κάθε μορφή ειδωλολατρίας, η εντελώς λαθεμένη πίστη στη μετενσάρκωση και σε χιλιάδες άλλες τερατώδεις βλακείες. Φυσικά ο Θεός έστελνε πάντοτε αληθινούς δασκάλους στους τυφλωμένους λαούς. Αλλά αυτοί κατάφεραν πολύ λίγα πράγματα, καθότι η ελεύθερη βούληση της ανθρώπινης ψυχής πρέπει να μένει απαραβίαστη». (Μεγ. Ευαγγ. του Ιωάννη, τόμος Χ).

Τα σύγχρονα νεοθρησκευτικά συστήματα, όπως π.χ. η Θεοσοφία, η Οικουμενική Ζωή ή άλλα παρακλάδια της Νέας Εποχής, που ενστερνίζονται τη διδασκαλία της μετενσάρκωσης, συχνά δίνουν την εντύπωση ότι έχουν ενιαίες αντιλήψεις γι’ αυτό το θέμα.

Ωστόσο τα πιστεύω τους είναι διάφορα και αντιφατικά. Φερ’ ειπείν διαφωνούν μεταξύ τους πάνω σε βασικά ερωτήματα όπως το πόσος χρόνος μεσολαβεί ανάμεσα στις επάλληλες μετενσαρκώσεις, τι στόχο έχει η καθεμία από αυτές και πώς λειτουργεί ο νόμος του κάρμα. Όμως επειδή στη μεταμοντέρνα εποχή τα πάντα θεωρούνται σχετικά, η αντιφατικότητα και η ασάφεια ως φαίνεται δεν ενοχλούν ιδιαίτερα. Ο καθένας διαλέγει το πιστεύω που του ταιριάζει ή που έτυχε να γνωρίσει πρώτο και δεν τον απασχολεί αν είναι αλήθεια ή όχι.

Τα βασικότερα επιχειρήματα των δυτικών οπαδών της επίγειας μετενσάρκωσης είναι τα εξής:

Καταρχάς η μετενσάρκωση ανταποκρίνεται στην ανθρώπινη ελπίδα ότι η ψυχή ως αυτοτελής προσωπικότητα επιβιώνει μεταθανάτια και μάλιστα περισσότερο χρόνο στη Γη παρά στον άλλον κόσμο. Ακόμη και εάν βρίσκεται για ένα διάστημα στο υπερπέραν, αυτό είναι προσωρινό καθώς η αληθινή ζωή είναι στη Γη.

Η βασική ιδέα σε όλες τις σχετικές φιλοσοφίες είναι ότι υπάρχει συνεχής πρόοδος και εξέλιξη. Ο λόγος της κάθε ύπαρξης είναι η μάθηση. Κάθε ζωή αποτελεί μία βαθμίδα εξέλιξης, κάτι ανάλογο με τις τάξεις του σχολείου και αυτή η εξέλιξη, υποστηρίζουν οι θιασώτες της μετενσάρκωσης, μπορεί να γίνει μόνο ή κυρίως σε αυτήν τη Γη.

Με τη διδασκαλία της μετενσάρκωσης σε συνδυασμό με το κάρμα μπορούν να εξηγηθούν σε πρώτη όψη οι διαφορές χαρακτήρα, ικανοτήτων και ηθικής μεταξύ των ανθρώπων. Κυρίως όμως μπορούν να εξηγηθούν τα διαφορετικά πεπρωμένα. Εξάλλου είναι πολύ πιο εύκολο να φανταστεί κάποιος μία προηγούμενη ή μελλοντική ζωή στη Γη παρά στον άλλον κόσμο για τον οποίον δεν έχει συγκεκριμένη αντίληψη.

Γι’ αυτούς τους λόγους υπάρχει μία τάση και σε πολλούς χριστιανούς να συνδέουν τη χριστιανική διδασκαλία με το δόγμα του κάρμα και της μετενσάρκωσης. Κατά την άποψή τους μόνο σε αυτήν τη βάση μπορούν να εξηγηθούν οι αδικίες και οι ανισότητες στον κόσμο που φαίνεται να αντιφάσκουν με τη δικαιοσύνη του Θεού.

Ένα παραπάνω κίνητρο για τους υποστηρικτές της μετενσάρκωσης είναι συχνά μία ορισμένη χλιαρότητα και οκνηρία. Γιατί με αυτό το σκεπτικό μπορούν άνετα να πουν: «ό,τι δεν κάνω σε τούτην τη ζωή θα το κάνω σε μίαν άλλη». Ταυτόχρονα όμως απορρίπτουν ή απωθούν την πιθανότητα να περάσουν μετά θάνατο σε σφαίρες εξαγνισμού όπου θα βρεθούν σε χειρότερες συνθήκες από τις τωρινές. Γιατί μία τέτοια πιθανότητα δεν ταιριάζει με τις αντιλήψεις και τις προσδοκίες τους. Σε γενικές γραμμές μπορεί να πει κάποιος ότι στη Δύση οι οπαδοί της μετενσάρκωσης είναι άτομα ευνοημένα από τη ζωή και όχι εκείνα που αντιμετωπίζουν κακουχίες, αρρώστιες, φτώχεια, καταπίεση ή άλλα σοβαρά προβλήματα.

Βασικά στη Δύση οι θεωρίες για τη μετενσάρκωση στηρίζονται ως επί το πλείστον σε προσωπικές γνώμες και επιθυμίες ή σε πνευματιστικές μεταδόσεις και ως εκ τούτου έχουν πολύ μικρή σχέση με την πραγματικότητα.

Αντίθετα οι αντιλήψεις των ανθρώπων στην Ανατολή διαφέρουν και η πίστη τους στη μετενσάρκωση συνιστά ένα θεμελιακό στοιχείο της θρησκείας τους, στενά συνδεδεμένο με το δόγμα για το κάρμα.

Δεδομένου μάλιστα ότι στις ασιατικές χώρες μία πολύ μεγάλη μερίδα του πληθυσμού διαβιεί υπό άθλιες συνθήκες, εύλογα από μία τέτοια πίστη μπορεί να αντλεί την παρηγοριά πως στη βάση των δύο αυτών νόμων η επόμενη ζωή στη Γη θα είναι καλύτερη. Πάντως σε κάθε περίπτωση στην Ανατολή η αναγέννηση θεωρείται κατάρα και όχι ευλογία, πράγμα που ξεχνούν όσοι Δυτικοί θιασώτες της επικαλούνται τον ινδουισμό και το βουδισμό για να την υποστηρίξουν. Για τους ινδουιστές και τους βουδιστές οι ενσαρκώσεις επαναλαμβάνονται κυκλικά, δεν πιστεύουν δηλαδή στην πρόοδο της ψυχής και στην οριστική λύτρωσή της όπως στη Δύση. Έτσι ενώ ο Στάινερ π.χ. θεωρεί ότι με κάθε ενσάρκωση το άτομο μαθαίνει κάτι περισσότερο, αντίθετα οι Ασιάτες ελπίζουν απλώς ότι επιτέλους σε κάποια αναγέννηση θα πάψουν να παράγουν κάρμα, οπότε δεν θα χρειάζεται πια να ξαναγεννηθούν. Αλλά η λύτρωση ακόμη και τότε δεν είναι οριστική. Τόσο στον ινδουισμό όσο και στο βουδισμό, η αγνή ζωή ή το πλεόνασμα καλού κάρμα μπορεί να οδηγήσει σε μία αναγέννηση στο βασίλειο των θεών, αλλά ούτε οι θεοί είναι αθάνατοι. Όταν το πλεόνασμα καλού κάρμα εξαντληθεί, ακολουθεί μία ενσάρκωση. Παράδεισος και κόλαση, με άλλα λόγια, είναι απλώς προσωρινοί σταθμοί. Μάλιστα για τους βουδιστές οι θεοί υστερούν απέναντι στους ανθρώπους, γιατί δεν έχουν τη δυνατότητα να ακούσουν τη διδασκαλία του Βούδα, που προσφέρει τη μοναδική διέξοδο από τις επώδυνες υποστάσεις. ‘Αρα όποιος ζει ανεύθυνα και συσσωρεύει αρνητικό κάρμα, θα πρέπει να περιμένει ότι θα αναγεννηθεί σε μία κατώτερη μορφή ζωής και οι πιθανότητες να επιστρέψει στον κόσμο των ανθρώπων είναι ελάχιστες (Θρησκείες του Κόσμου).

Όπως είδαμε για τον μεν ινδουιστή λύτρωση σημαίνει ότι η προσωπικότητά του συγχωνεύεται με την απρόσωπη «θεία» συνείδηση (το βράχμαν), για το δε βουδιστή ότι η προσωπικότητά του εξαφανίζεται όπως σβήνει η φλόγα του κεριού (η νιρβάνα).

Οι αλλεπάλληλες γήινες ζωές επομένως δεν θεωρούνται σαν μία εξελικτική κλίμακα, αλλά σαν ένας τροχός ενσαρκώσεων με βάσανα και κόπους που περιστρέφεται αέναα.

Υποτίθεται ότι ο νόμος του κάρμα διδάσκει τον άνθρωπο να μην επαναλαμβάνει τα λάθη του. Ωστόσο κανένας σχεδόν δεν θυμάται τις προηγούμενες υπάρξεις του, ενώ είναι αμφισβητήσιμες οι λίγες εξαιρέσεις ατόμων που πιστεύουν το αντίθετο. Συνεπώς κανένας δεν ξέρει για ποιο λόγο πάσχει, έτσι ώστε να μάθει από τα λάθη του. Στο Βουδισμό π.χ. η ψυχή διαλύεται μετά το θάνατο και σε κάθε νέα ενσωμάτωση ενσαρκώνεται μία νέα ψυχή ή σωστότερα συνείδηση. Συνεπώς είναι παράλογο να φέρει ευθύνη για την προηγούμενη ενσάρκωση.

Ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα των συνεπειών της πίστης στο κάρμα και στη μετενσάρκωση είναι η ινδική κοινωνία. Για τον ινδουιστή είναι άσκοπο να βοηθάει τους πάσχοντες, αφού έτσι το κάρμα τους δεν εξαλείφεται παρά απλώς μεταφέρεται σε μία μελλοντική ζωή. Όποιος πρέπει να υποφέρει, θα υποφέρει είτε τώρα είτε στο μέλλον και κανένας δεν μπορεί να τον απαλλάξει από αυτήν τη μοίρα. Γι’ αυτόν το λόγο ο ινδουιστής δεν ενδιαφέρεται να βελτιώσει τη ζωή των συνανθρώπων του αλλά ούτε καν τη δική του, αφού έτσι κ’ αλλιώς λόγω της θρησκείας του πιστεύει πως δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα.

Από τις νέες αποκαλύψεις από την άλλη πλευρά, είναι γνωστό ότι η ψυχή εξελίσσεται συνεχώς σε άλλους υλικούς ή πνευματικούς κόσμους, όμως δεν επιστρέφει στη γη όπου έχει ήδη ολοκληρώσει τον κύκλο της, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις.

Υπάρχει, ωστόσο λένε, επίσης μία μετενσωμάτωση προς τα κάτω, μία υποστροφή προς τις αρχές της υλικής ζωής. Πρόκειται για την εκ νέου φυλάκιση μέσα στην ύλη που λαμβάνει χώρα στο τέλος μίας μακραίωνης εποχής λύτρωσης. Εποχή λύτρωσης ονομάζεται το κάθε ένα από τα ανυπολόγιστα μεγάλα χρονικά διαστήματα στα οποία χωρίζεται και εξελίσσεται το λυτρωτικό σχέδιο του Θεού για την ανθρωπότητα. Στο τέλος της εκάστοτε λυτρωτικής εποχής, οι άνθρωποι που δεν βρήκαν το δρόμο της επανόδου προς την πνευματική τους κοιτίδα κοντά στον Θεό, παρά επέλεξαν την αθεΐα και την ύλη, επιστρέφουν στην τελευταία. Γι’ αυτούς αρχίζει τότε πάλι μία μακριά, βασανιστική πορεία μετάστασης από τη μία υλική μορφή ζωής στην άλλη μέχρι να αναρριχηθούν πάλι στο επίπεδο του ανθρώπου, όπου θα τεθούν πάλι προ του διλήμματος να διαλέξουν το πνεύμα ή την ύλη.

Γι’ αυτό το θέμα γράφει η Μπέρτα Ντούντε: «Ικανοποιείται πάντοτε η επιθυμία του πνευματικού όντος και έτσι εάν το ον θέλει την ύλη, ενδύεται την ύλη. Επομένως εάν η ψυχή στον άλλο κόσμο έχει αρνητική εξέλιξη, επιστρέφει στη “μετενσάρκωση” (στο τέλος μίας εποχής λύτρωσης σ.τ.μ). Πρέπει να διανύσει για άλλη μία φορά τον ατέλειωτο δρόμο της εξέλιξης πάνω στη Γη για να μπορεί μετά από χιλιάδες χρόνια να δοκιμαστεί πάλι στο τέλος ως άνθρωπος σε μία γήινη ζωή…

Συνεπώς μία τέτοια μετενσωμάτωση μπορεί πράγματι να συμβεί, όμως είναι μία διαδικασία με τέτοιες φοβερές συνέπειες που θα πρέπει να παρουσιάζεται στους ανθρώπους σαν ό,τι πιο τρομερό. Συνάμα, ωστόσο, αποτελεί μία πράξη ευσπλαχνίας του Θεού, γιατί δίνει τη δυνατότητα στα πνεύματα να ελευθερωθούν έπειτα από αμέτρητους αιώνες φυλακής».

Και αλλού καταγράφει η ίδια: «Η έλλειψη πίστης είναι το χειρότερο κακό που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος. Γιατί τότε είναι ακόμη υπόδουλος του (εωσφορικού) όντος που τον παρασέρνει προς τα κάτω. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν έχει δυνατότητα να σωθεί μέσα σε μία μόνο λυτρωτική περίοδο σε αυτήν τη Γη. Αλλά δεν επιστρέφει στη Γη ως άνθρωπος παρά στη συνέχεια φυλακίζεται μέσα στην ύλη. Το ίδιο συμβαίνει με εκείνους τους ευρισκόμενους στον άλλον κόσμο που έχουν πέσει πάρα πολύ χαμηλά και για τους οποίους το λυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα.

Σε αυτές τις περιπτώσεις μία μόνο γήινη εποχή λύτρωσης δεν αρκεί για να απολυτρωθούν τέτοιες ψυχές… Η δε φυλάκισή τους στην ύλη δεν είναι μετενσωμάτωση όπως την φαντάζεστε εσείς οι άνθρωποι, που νομίζετε ότι η επιθυμία σας να ενσαρκωθείτε πάλι ικανοποιείται με τον τρόπο που θέλετε εσείς.

Αμέτρητοι βοηθοί συμπαρίστανται στον άλλον κόσμο στην κάθε ψυχή και την οδηγούν ασφαλώς στα ύψη. Εάν όμως η ίδια δεν θέλει, η συνέπεια είναι να βυθιστεί στην άβυσσο, αν και εκεί ακόμη μπορεί να βρει τη λύτρωση. Μα εάν όλες οι προσπάθειες που καταβάλλουν μαζί της οι φωτεινές οντότητες αποβούν μάταιες, τότε στο τέλος θα εγκλειστεί πάλι στην ύλη…

Σας είναι γνωστό ότι ο βαθμός της συνειδητότητας της ψυχής όταν φεύγει από αυτόν τον κόσμο εξαρτάται από το βαθμό της αγάπης της. Άρα καταλαβαίνετε επίσης ότι όλα (ανεξαίρετα) τα πνευματικά συστήματα που έχουν στόχο τους την ανάπτυξη της αγάπης οδηγούν στην αναγνώριση του Ιησού Χριστού είτε πριν είτε μετά το σωματικό θάνατο των ανθρώπων που τα ακολουθούν. Έτσι βρίσκουν και αυτοί επίσης τη λύτρωση μόλις Τον αναγνωρίσουν…».

Επομένως αυτή η «παλιγγενεσία» ανθρώπων που φυλακίζονται πάλι στη γήινη ύλη επειδή απέτυχαν να πνευματοποιηθούν σε αυτόν τον κόσμο ή στον άλλο δεν έχει την έννοια της μετενσάρκωσης. Αφενός γιατί συμβαίνει μόνο στο τέλος μίας μακραίωνης εποχής λύτρωσης. Αφετέρου γιατί είναι δυνατό να περάσουν χιλιάδες ή και εκατομμύρια χρόνια μέχρι να μπορέσει μία τέτοια ψυχή να ενανθρωπιστεί πάλι στη Γη, αφού περάσει πρώτα κατακερματισμένη από ενσωματώσεις σε όλα τα φυσικά βασίλεια.

Η ενανθρώπιση μετά από μία μακρά φυλάκιση στην ύλη δεν έχει την έννοια ότι έτσι εξαλείφονται αμαρτίες περασμένων ζωών. Αλλά το ζητούμενο σε μία νέα ενανθρώπιση της ψυχής είναι να μην αποτύχει πάλι στη δοκιμασία της βούλησής της ως άνθρωπος, παρόλο που κάθε φορά έχει να αντιμετωπίσει όλο και πιο δύσκολες συνθήκες. Γι’ αυτό μπορεί και πρέπει να αντεπεξέλθει στις εξετάσεις της βούλησής της επικαλούμενη συνειδητά τον Ιησού Χριστό να την βοηθήσει να τα βγάλει πέρα σε αυτήν τη ζωή. Μόνο έτσι έχει τη δυνατότητα, να πετύχει την πλήρη υιοθεσία από τον Θεό, σύμφωνα με τις νέες αποκαλύψεις.

Η εκ νέου φυλάκιση στην ύλη στην Αγία Γραφή υποδηλώνεται με τον όρο «δεύτερος θάνατος» (Αποκάλυψη Ιωάννη 20, 1-3). Οι οπαδοί της μετενσάρκωσης ωστόσο απορρίπτουν τη δεύτερη φυλάκιση στην ύλη, επειδή αντίκειται στην ιδέα των διαδοχικών ενσαρκώσεων.

Σ.τ.μ. Το θέμα τής εκ νέου φυλάκισης στην ύλη παρουσιάζεται εκτενέστερα στα βιβλία: Το Μεγάλο Μυστήριο. Το Μέλλον είναι ΤώραΤο Πέρασμα στη Νέα Πνευματική ΕποχήΗ Γέννηση της Νέας Γης (βλ. βιβλιογραφία).

Η ιδιαίτερη αντίληψη του Βουδισμού για τη μετενσάρκωση

Η αντίληψη για το κάρμα και τη μετενσάρκωση στα διάφορα παρακλάδια του Βουδισμού είναι ομολογουμένως πιο δυσνόητη απ’ ό,τι είναι στον Ινδουισμό. Και αυτό γιατί ο Βουδισμός δεν πιστεύει πως υπάρχει στον άνθρωπο ένα αθάνατο μέρος (όπως το άτμαν) που μπορεί να περιπλανάται από τη μία ύπαρξη στην άλλη.

Σύμφωνα με τη βουδιστική δοξασία, ο εμπειρικός άνθρωπος απαρτίζεται από πέντε υπαρξιακούς παράγοντες (skandhas): το φυσικό σώμα, τα συναισθήματα (χαρά, λύπη κ.ο.κ.), τις αισθήσεις (ακοή, όραση κλπ.), τις διαμορφώσεις (θέληση, συμπόνια, φιλαργυρία κλπ.) και την ατομική συνείδηση. Μία αιώνια ψυχή ή προσωπικός πυρήνας ανεξάρτητα απ’ αυτούς τους παράγοντες δεν υπάρχει.

Ωστόσο οι πέντε αυτοί παράγοντες είναι ο λόγος που το εκάστοτε άτομο παράγει κάρμα, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται ο τροχός των μετενσαρκώσεων. Δύο στοιχεία είναι κυρίως υπεύθυνα γι’ αυτό, το πρώτο είναι η απληστία ή «δίψα για ζωή». η άγνοια είναι το δεύτερο και πιο συγκεκριμένα με την ευρεία έννοια η άγνοια της βουδιστικής διδασκαλίας και με την πιο στενή έννοια η άγνοια σχετικά με τις αιτίες της δίψας για ζωή και του πόνου.

Εκτός αυτού, ρόλο παίζει επίσης η πρόθεση που βρίσκεται πίσω από μία ενέργεια και μάλιστα είναι πιο βαρύνουσα από την ίδια την ενέργεια. Ως επακόλουθο, η ανθρώπινη συνείδηση μπορεί να σημαδεύεται με την καρμική έννοια είτε θετικά είτε αρνητικά είτε ουδέτερα.

Αλλά ποιος ή τι ενσαρκώνεται σε μία νέα ενσάρκωση; Ποιος κληρονομεί τις πράξεις μίας προηγούμενης ύπαρξης; Αυτός που τις διέπραξε ή ένας άλλος, που σε τελευταία ανάλυση κληρονομεί ένα ξένο κάρμα;

Προφανώς η ερώτηση αυτή δεν μπορεί να απαντηθεί ικανοποιητικά. Παρ’ όλα αυτά οι βουδιστές πιστεύουν ότι γνωρίζουν τις έξι δυνατότητες επανεσωμάτωσης: μεταξύ των θεών, των ανθρώπων, των πεινασμένων πνευμάτων, των ζώων, των δαιμόνων και τέλος, στην κόλαση. Ειδικά ο θιβετιανός Βουδισμός περιγράφει τις ιδιαίτερες συνθήκες της εκάστοτε ενσάρκωσης με πολύ ζωηρή φαντασία.

Ο στόχος, η απολύτρωση, για τους Βουδιστές είναι η νιρβάνα (το σβήσιμο), μία κατάσταση που δεν περιγράφεται με λόγια. Η απελευθέρωση από τη samsara, την αλυσίδα των ενσαρκώσεων, σημαίνει μία μακάρια ανυπαρξία. Ο λυτρωμένος περνάει στη μεγάλη Κενότητα, όπως σβήνει μία φλόγα και είναι άγνωστο πού βρίσκεται. Τα θετικά χαρακτηριστικά της νιρβάνα είναι η χαρά, η αγαλλίαση, η μακαριότητα, το ότι έχει πάψει κάθε αίσθηση. Με αποφατική διατύπωση είναι η παύση του πόνου, του μίσους, της τυφλότητας, της δίψας για ζωή.

Η Γιόγκα

Η γιόγκα είναι μία ινδουιστική παράδοση ηλικίας 5000 χρόνων που στηρίζεται σε μυστικές διδασκαλίες. Στην ουσία πρόκειται για μία θρησκευτική μορφή διαλογισμού κατά τον οποίο ο ασκούμενος διαλογίζεται παίρνοντας μια συγκεκριμένη στάση. Σκοπός είναι η τελείωση και η ένωση με το βράχμαν, την υπέρτατη Πραγματικότητα. Η γιόγκα αποτελεί ένα από τα τέσσερα θεμέλια της ινδικής πνευματικής παράδοσης. Τα άλλα τρία είναι ο νόμος του κάρμα, το οποίο κρατά τον άνθρωπο δεμένο με τον κόσμο, η μάγια, η ψευδαίσθηση ότι ο εκδηλωμένος κόσμος είναι πραγματικός και η νιρβάνα, που είναι η απόλυτη πραγματικότητα πέρα από τις ψευδαισθήσεις του κόσμου των φαινομένων. Η γιόγκα συνιστά το μέσον και την ατραπό απεξάρτησης από τις αισθήσεις. Ο άνθρωπος έχει τη ροπή να επηρεάζεται από τα αισθήματα και τις σκέψεις του και να τα συγχέει με το «πνεύμα». Σύμφωνα με τη φιλοσοφία της γιόγκα, ο ρόλος της είναι να τον βοηθήσει να ανεξαρτητοποιηθεί από τις αισθήσεις του, καθώς τον διδάσκει να βλέπει τα πράγματα όπως είναι πραγματικά και όχι όπως φαίνονται.

Γι’ αυτόν το λόγο το κέντρο βάρους στη γιόγκα είναι ο διαλογισμός. Με το διαλογισμό η συνείδηση του ασκούμενου κατευθύνεται στην εσωτερική πραγματικότητα μέχρι να φθάσει στο καθαρά υπερβατικό επίπεδο του σαμάντι, την απόλυτη φώτιση.

Αλλά για να μπορέσει να ηρεμήσει το πνεύμα, πρέπει πρώτα ο ασκούμενος να ξεπεράσει πολλά εμπόδια που του βάζει ο εαυτός του: την άγνοια, τον εγωκεντρισμό, την ταύτιση με το σώμα, την αναζήτηση χαράς και απόλαυσης, την απέχθεια προς τον πόνο και τη δυστυχία και τέλος, τη δίψα για ζωή. Όλα αυτά γιατί σύμφωνα με τη φιλοσοφία της γιόγκα οι άνθρωποι είναι αιχμάλωτοι σε έναν κόσμο όπου επικρατούν οι θολές, ακάθαρτες αντιλήψεις των αισθήσεων και οι προκαταλήψεις. Γι’ αυτό πρέπει με συγκεκριμένες ασκήσεις σώμα και πνεύμα του ασκούμενου να συνδεθούν με το «θείο» για να βρει τη φώτιση, το σαμάντι, και ταυτόχρονα την ένωση με το Παν. Σε μερικές φιλοσοφικές σχολές το Παν είναι είτε ένας από τους ανώτερους θεούς, ο Βράχμα, ο Βίσνου ή ο Σίβα, ενώ σε άλλες είναι η απρόσωπη Παγκόσμια Ψυχή ή ουσία του κόσμου, το βράχμαν. Μόνο όποιος φθάνει σε αυτήν την ένωση λυτρώνεται από τον τροχό των μετενσαρκώσεων.

Η γιόγκα αποτελείται από οκτώ βαθμίδες, οι οποίες είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους σαν συγκοινωνούντα δοχεία και είναι οι εξής πέντε καταρχάς:

  • Γιάμα: εξωτερική πειθαρχία υπό την οποία εννοείται ηθικός βίος, εντιμότητα, άρνηση της βίας, άρνηση της ιδιοκτησίας, άρνηση της κλοπής.

  • Νιγιάμα: εσωτερική πειθαρχία (τήρηση των κανόνων καθαρμού, ασκητισμός, μελέτη των ιερών κειμένων, απαγγελία μάντραμ, ιδίως της ιερής συλλαβής «ωμ», άνευ όρων υποταγή στο δάσκαλο ή γκουρού).

  • Άσανα: η σωστή στάση του σώματος που εισάγει στο διαλογισμό.

  • Πραναγιάμα: έλεγχος και επιβράδυνση της αναπνοής προκειμένου ο ασκούμενος να συγκρατήσει στο σώμα του την κοσμική ζωτική ενέργεια (το πράνα).

  • Πρατιαχάρα: τα αισθητήρια όργανα παύουν να έχουν επαφή με τον εξωτερικό κόσμο.

Στη Δύση οι δύο πρώτες βαθμίδες είναι πολύ λίγο γνωστές, κυρίως δε σε δασκάλους της γιόγκα και σε πολύ προχωρημένους μαθητές. Η πιο διαδεδομένη μορφή γιόγκα στη Δύση είναι η χάθα γιόγκα με τις ως επί το πλείστον σωματικές ασκήσεις (άσανα).

«Χα» είναι ο ήλιος στα σανσκριτικά και «θα» η σελήνη. Παρόμοια με τις πολικότητες γιν-γιανγκ του ταοϊσμού, τα δύο ουράνια σώματα συμβολίζουν δύο αντίθετες ενέργειες που όμως συνεργάζονται. Συνήθως στη Δύση η χάθα γιόγκα είναι γνωστή σαν ένα είδος θεραπευτικής γυμναστικής που βελτιώνει την κινητικότητα του σώματος και συνάμα εκπαιδεύει και ηρεμεί την ψυχή. Έτσι οι περισσότεροι θεωρούν ότι αποτελεί μία ουδέτερη, ακίνδυνη μέθοδο, καθώς ως επί το πλείστον οι δάσκαλοι δεν αναφέρουν το θρησκευτικό της υπόβαθρο παρά μόνο περιστασιακά.

Η ΓΙΟΓΚΑ, Ο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ!;

Η πιο διαδεδομένη μορφή της γιόγκα στη Δύση αναμφισβήτητα είναι η Χάθα – γιόγκα, η οποία διαφέρει από τις άλλες μεθόδους ως προς τις επιδιώξεις της. Εδώ τον κεντρικό ρόλο παίζει το σώμα τόσο με τις φυσικές όσο και με τις εσωτερικές
(ταντρικές) λειτουργίες του. Έτσι όταν γίνεται λόγος για τάντρα-γιόγκα ή κουνταλίνι
– γιόγκα, πρόκειται πάλι για χάθα-γιόγκα. μόνο που σ’ αυτές κυριαρχούν τα ταντρικά
στοιχεία. Παράλληλα η χάθα-γιόγκα χαρακτηρίζεται συχνά ως «βίαιη γιόγκα»,
επειδή επιδιώκει το στόχο της με σκληρά σωματικά μέσα.

Στην κλασική γιόγκα κυριαρχεί η αντίληψη ότι καθετί υλικό, άρα το σώμα και
η επίγεια ζωή επίσης, παράγει πόνο και δυστυχία, «τα πάντα είναι στάχτη». Ως
συνέπεια πρέπει ο άνθρωπος να το βλέπει αρνητικά και να προσπαθεί να το
ξεπεράσει όσο γίνεται πιο γρήγορα.

Αντίθετα η χάθα-γιόγκα θεωρεί το σώμα θετικά. Γιατί η βασική αρχή στον ταντρισμό λέει: «να πολεμάς το δηλητήριο με το δηλητήριο», εξού και οι σεξουαλικές διαστροφές, η κοπροφαγία, η ανθρωποφαγία κλπ. ως ακραία συνέπεια
της τάντρα. όπως θα δούμε και παρακάτω στο κεφάλαιο για τη μαγεία.* Επομένως το
σώμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί με την ταντρική έννοια σαν εργαλείο για να
ξεπεραστεί ο φόβος για τη ζωή και για το θάνατο. Όντως η γιόγκα θεωρείται ένα
είδος θανάτου, γι’ αυτό και γιόγκις μπορούν π.χ. να μείνουν ακίνητοι και χωρίς
οξυγόνο επί μακρόν, απελευθερωμένοι από την «ψευδαίσθηση» αυτής της ζωής.
Αυτό επιτυγχάνει ο γιόγκι με την προσπάθεια να επιβραδύνει ή και να σταματήσει τις
σωματικές διαδικασίες που είναι η αιτία του πόνου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο πιστεύει
ότι θα φτάσει στην αθανασία ή στη θέωση.

Με άλλα λόγια με τον πλήρη έλεγχο του σώματος πιστεύει ότι μπορεί να
φτάσει στη συγχώνευση με το απρόσωπο Βράχμαν. Ένας περιώνυμος Ινδός γιόγκι, ο
Γκόπι Κρίσνα το διατυπώνει έτσι: «Ο Φωτισμός είναι μία φυσιολογική διαδικασία,
που καθορίζεται από βιολογικούς νόμους».

Σημειωτέον ότι και διάφορες σύγχρονες σχολές θεραπείας (π.χ. Β. Ράιχ. Rolfing, Pilates, Αυτογενές Training, Feldenkrais κ.ά.) στηρίζονται στην αντίληψη ότι μέσω του σώματος μπορούν να επιδράσουν στην ψυχή.

Η χάθα-γιόγκα επομένως επικεντρώνεται στο σώμα και στον έλεγχο των λειτουργιών του με ειδικές στάσεις (asanas) και αναπνοές (pranayama). Επιπλέον η prana, η ζωτική ενέργεια, εκτός της αναπνοής, περιέχεται επίσης στο αντρικό σπέρμα (bindu). Ως εκ τούτου όποιας εκσπερματώνει χάνει από τη ζωτική ενέργεια του και υπόκειται στην αρρώστια, στα γηρατειά και στο θάνατο. Επομένως εάν θέλει να παραμείνει νέος και να γίνει αθάνατος, δεν πρέπει να εκσπερματώνει. Για το σκοπό αυτόν υπάρχουν τεχνικές που ωθούν το σπέρμα μέσα από τη sushunma (το κεντρικό ενεργειακό κανάλι) να ανέβει ως την κορυφή του κεφαλιού κι από εκεί να κατέβει πάλι σαν ελιξήριο ζωής (νέκταρ), έτσι ώστε ο γιόγκι μπορεί να γευτεί στη γλώσσα του το «νέκταρ της αθανασίας».

(Παρόμοιες τεχνικές υπάρχουν και στον ταντρικό Βουδισμό και στον Ταοϊσμό)

Το θρησκευτικό πιστεύω της χάθα-γιόγκα

Συνεπώς, όπως βλέπουμε, η χάθα-γιόγκα έχει ένα θρησκευτικό στόχο, όπως κάθε άλλη ινδική «οδός προς τη θέωση». Ο Άρθουρ Κέσλερ (Arthur Koesder) γράφει ότι στη Δύση καλλιεργείται διαφορετική πεποίθηση, με την εντύπωση ότι «η χάθα- γιόγκα είναι απλώς μία ανώτερη μορφή γυμναστικών ασκήσεων, οι οποίες σκοπεύουν στη σωματική και πνευματική χαλάρωση, καθώς ο ασκούμενος, καθισμένος σωστά κι αναπνέοντας φυσικά, μπορεί να διαλογιστεί μ’ ευκολία. Όμως ταυτόχρονα αποσιωπούν το μυστηριακό ή αποκρυφιστικό χαρακτήρα αυτών των διδασκαλιών. Κάθε Ινδός που ασκείται στη γιόγκα – είτε είναι ένας ερημίτης στα Ιμαλάια είτε ένας υπάλληλος ασφαλιστικής εταιρείας στη Βομβάη που περνάει μία ώρα κάθε μέρα σε μία σχολή γιόγκα – ξέρει ότι η χάθα-γιόγκα υπόσχεται την απόκτηση υπερφυσικών ικανοτήτων. Επίσης ξέρει ότι κάθε στάση ή κάθε άσκηση έχει μία συμβολική και μία φυσιολογική έννοια που συναρτάται με τις ιατρικές δοξασίες της Αγιουρβέντα και επιπλέον δεν πρέπει να μιλάει γι’ αυτά τα πράγματα με αλλοεθνείς».

Με άλλα λόγια: η χάθα – γιόγκα δεν είναι μία μέθοδος για την εκγύμναση και τη χαλάρωση των μυών, όπως πιστεύεται γενικά στη Δύση. Ο σκοπός της είναι η διεύρυνση της συνείδησης μέχρι να επιτευχθεί η ενότητα της ψυχής με την Κοσμική Ψυχή. Μ’ αυτήν την έννοια οι σωματικές ασκήσεις είναι τα πρώτα βήματα για τη θέωση στο πνεύμα του απωανατολικού μυστικισμού.

Η άγνοια των κινδύνων της χάθα-γιόγκα

Πράγματι, ενώ οι Δυτικοί οπαδοί της γιόγκα νομίζουν ότι διδάσκονται ουδέτερες, επιστημονικές ασκήσεις, στην πραγματικότητα ασυνείδητα εισάγονται σε δοξασίες και ιεροτελεστίες που έχουν επινοηθεί με σκοπό το άνοιγμα, ενεργειακά και νοητικά, στον κόσμο του Απόκρυφου. Το αυτό ισχύει και για τη χάθα-γιόγκα, ούτε αυτή είναι ελεύθερη από ασιατικές μυστικιστικές δοξασίες και όχι τυχαία ο πρώτος διδάξας ήταν ο «θεός» Σίβα. ο «Καταστροφέας» στο ινδουιστικό πάνθεον.

Άλλωστε ακόμη και παλιά ινδικά κείμενα κρούουν τον κώδωνα για τους κινδύνους της χάθα-γιόγκα. Σε μια ασυνήθιστα απερίφραστη συνέντευξη στη Yoga Journal, ο Ken Wilber, ο ίδιος οπαδός της γιόγκα, επισημαίνει το γεγονός ότι κάθε μορφή ασιατικού διαλογισμού – ακόμη κι αν ασκείται σωστά περιλαμβάνει «μία ολόκληρη σειρά από θανάτους και επανενσαρκώσεις, ασυνήθιστες κρίσεις και δοκιμασίες… εξαιρετικά σκληρές και τρομακτικές περιόδους».

Ο David Pursglove, θεραπευτής και υπερπροσωπικός σύμβουλος με 25 χρόνια πείρα, απαριθμεί τις «υπερπροσωπικές κρίσεις» που παρουσιάζουν συχνά άτομα που ασκούνται στον ασιατικό διαλογισμό:

Φρικιαστικές εμπειρίες PSI κι άλλα παραψυχικά φαινόμενα… αιφνίδιες έξοδοι από το σώμα… συνταρακτικά ψυχικά βιώματα του θανάτου και της επόμενης μετενσάρκωσης… αφύπνιση της κουνταλίνι… τρεμούλιασμα, σπασμοί, δυνατά ρίγη…

Και στο Brain/Mind Bulletin της 12/7/1982, το κατεξοχήν έντυπο της Νέας Εποχής, λέγεται ότι «τέτοιες εμπειρίες είναι συνηθισμένες για εκείνους που ασκούνται στη γιόγκα, στο διαλογισμό και σε άλλες πνευματικές τεχνικές».

Αυτά τα κρίσιμα συμπτώματα έχουν προσλάβει τέτοιες διαστάσεις επιδημίας, που ο γνωστός ψυχίατρος Στ. Γκροφ. ειδικός στο LSD, και η γυναίκα του Χριστίνα, δασκάλα της χάθα-γιόγκα, είχαν οργανώσει ήδη από το 1980 το Spiritual Emergency Network. To SEN συντονίζει παρόμοια τοπικά κέντρα αντιμετώπισης κρίσεων που συνοδεύουν «εμπειρίες φώτισης» σε όλον τον κόσμο.

Τα σίντις ή παραφυσικές ικανότητες

Ένα «υποπροϊόν» της χάθα-γιόγκα είναι οι παραφυσικές ικανότητες που αναπτύσσονται μερικές φορές, τα γνωστά σίντις. Ωστόσο οι σοβαροί γιόγκις Θεωρούν ότι η χάθα-γιόγκα δεν πρέπει ν’ αποσκοπεί στην απόκτηση των σίντις. Η Shiva- Samhita. ένα κλασικό έργο για τη χάθα-γιόγκα, αναφέρει τις εξής ικανότητες που μπορεί ν’ αποκτήσει ο γιόγκι:

Μαντική, διόραση, διακοή, αορατότητα, πέρασμα μέσα από τοίχους, μετεώριση, και τη δύναμη να μετατρέπει μη ευγενή μέταλλα σε χρυσό τρίβοντας τα με ούρα και κόπρανα.

Βέβαια το κατά πόσον οι ικανότητες αυτές είναι αλήθεια ή μύθοι και το ποια είναι τα όρια των δυνατοτήτων τους θα το εξετάσουμε αργότερα αναλυτικότερα.

Πάντως, όπως γράφει ο προαναφερθείς εσωτεριστής συγγραφέας Ρ. Πάσσιαν:

«Κατά πρώτον υπάρχει ο κίνδυνος ο γιόγκι να παρασυρθεί στην άσκηση της μαγείας αφενός και στην αυταρέσκεια ότι είναι «φτασμένος δάσκαλος» αφετέρου. Κατά δεύτερον ο κίνδυνος είναι κυρίως ότι τέτοιες υπολανθάνουσες ικανότητες αφυπνίζονται πρόωρα. Και οι επιπτώσεις είναι επικίνδυνες είτε προέρχονται από την άσκηση της γιόγκα είτε από την άσκηση για την απόκτηση ικανοτήτων διάμεσου (μέντιουμ).

[…] Ειδικά για τη χάθα-γιόγκα, που οι τεχνικές της αποβλέπουν στην πρόωρη ανάπτυξη των φυσικών και ψυχικών κέντρων, όλοι οι ειδήμονες προειδοποιούν: “Οι δυνάμεις που αποκτούνται απ’ αυτόν τον δρόμο μπορούν να προκαλέσουν βλάβες, εάν δεν δώσει ο ασκούμενος αρκετή προσοχή στους νοητικούς. συναισθηματικούς και ηθικούς τομείς”, γράφει η Άννα Κέννεντυ Γουίνερ στον «Οδηγό Απόκρυφης Σοφίας».

[…] Η Beatrice Flemming, περιώνυμη θεοσοφίστρια, έγραφε για τη χάθα – γιόγκα ότι «είναι η κατώτατη και πιο διαδεδομένη μορφή της γιόγκα. Εμπερικλείει σοβαρούς κινδύνους για το λόγο ότι εξυπηρετεί κυρίως την ανάπτυξη αστρικών δυνάμεων. Ως αποτέλεσμα πολλοί έχουν ήδη οδηγηθεί σε μαρασμό, δαιμονισμό, παραφροσύνη, ή ακόμη χειρότερα παραδόθηκαν στη μαύρη μαγεία». Επίσης έγραψε ο Will Durant στην Παγκόσμια Ιστορία των Πολιτισμών»:

Εις την εποχήν των Ουπανισάδ, το Γιόγκα ήτο καθαρός μυστικισμός, μία προσπάθεια, δια να επιτευχθή η ταύτισις της ψυχής με τον θεόν. Ένας ινδικός μύθος διηγείται ότι άλλοτε επτά Σοφοί ή Ρίσι έφθασαν διά της μετάνοιας και του στοχασμού εις την πλήρη γνώσιν όλων των πραγμάτων. Αλλά από τότε το Γιόγκα παρεφθάρη με την προσ­θήκην της μαγείας και στηρίζεται σήμερον περισσότερον εις την ικανό­τητα να πραγματοποιή θαύματα παρά εις το να επιφέρη την γαλήνην της πλήρους γνώσεως. Ο ασκητής Γιόγκι ελπίζει ότι με την συγκέντρωσιν όλης» της πνευματικής του, δυνάμεως εις ένα ωρισμένον σημείον του σώματός του, θα κατορθώση να το καταστήση αναίσθητον ή να υποβάλη εις έλεγχον την κίνησίν του. Ελπίζει επίσης ότι θα μπορέση να γίνη αθέατος, όταν το θελήση ή να εμποδίζη- το σώμα του να μετακινήται ή να το εξαφανίζη αιφνιδίως ή ακόμη ότι θα μπορέση να παρατείνη την ζωήν του επί όσον διάστημα επιθυμεί, ή ότι θα μπορέση να γνωρίση το παρελθόν και το μέλλον, ακόμη και τα μακρυνά άστρα.

Ο σκεπτικιστής είναι υποχρεωμένος να παραδεχθή ότι εις όλα αυτά δεν υπάρχει τίποτε το αδύνατον. Οι ανόητοι εφευρίσκουν πολλάς υποθέσεις, τας οποίας οι φιλόσοφοι δεν θα κατορθώσουν ποτέ να ανασκευάσουν. Η έκστασις, όπως και αι παραισθήσεις, μπορούν ομοίως να προκληθούν διά της νηστείας και της σκληραγωγίας. Με την συγκέντρωσιν της σκέψεως μπορούμε να καταστήσωμεν ένα μέρος ή ολόκληρον το σώμα, αναίσθητον εις τον πόνον. Εν τούτοις πολλοί Γιόγκι είναι απλοί ζητιάνοι, οι οποίοι επιβάλλουν, εις τον εαυτόν των την μετάνοιαν με την μόνην, ελπίδα – που, αδίκως πιστεύομεν ότι είναι χαρακτηριστικόν γνώρισμα μόνον της Δύσεως – να συγκεντρώσουν χρυσόν ή δια να αποσπάσουν χειροκροτήματα. Ο ασκητισμός είναι το αντίθετον του αισθησιασμού ή τουλάχιστον αντιπροσωπεύει την προσπάθειαν να κυριαρχήση επ’ αυτού, άλλ’ η προσπάθεια αυτή, μετατρέπεται ευκόλως εις ένα είδος μαζοχιστικής ευχαριστήσεως, κατά την οποίαν ο ασκητής ευρίσκει ερωτικήν σχεδόν απόλαυσιν εις τον ίδιον τον πόνον. Οι βραχμάνες απέχουν από τας ασκητικός, αυτάς εκδηλώσεις και συμβουλεύουν τους οπαδούς των να επιδιώκουν την αγιότητα με την συνειδητήν εκπλήρωσιν των ομαλών καθη­κόντων της ζωής.

Ο ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

Από την αρχαία Ελλάδα κι ύστερα, το κύριο χαρακτηριστικό του Δυτικού πολιτισμού ήταν ο ορθός λόγος, η λογική, τόσο στη ζωή του ατόμου όσο και στις οργανωμένες δομές της πολιτείας. Συνυπήρχαν βέβαια κι εκδηλώσεις όπου κυριαρχούσε το άλογο, όπως οι οργιαστικές τελετές των μυστηρίων με τους αυτό-ακρωτηριασμούς κλπ. Ωστόσο, παρά το κάποιο «όπιο του λαού», το κύριο αίτημα ήταν η φιλοσοφική αναζήτηση της αλήθειας και του νοήματος της ζωής, όπως επαινούσε τους Αθηναίους και ο Περικλής στον περίφημο Επιτάφιό του. Είναι άλλωστε γνωστό ότι οι διανοούμενοι της αρχαίας Ελλάδας είχαν κυρίως απαξιωτικά και σκωπτικά σχόλια για τη λαϊκή πίστη στο δωδεκάθεο.

Αυτό το πνευματικό οικοδόμημα που στηρίχτηκε πάνω στον πυλώνα του ορθού λόγου, της λογικής σκέψης, μετά τον Ιησού Χριστό εξευγενίστηκε και συμπληρώθηκε από τη χριστιανική ηθική. Πάνω σ’ αυτούς τους δύο πυλώνες – με πολλά σκαμπανεβάσματα και πισωγυρίσματα βέβαια – η χριστιανική κοινωνία προόδεψε για πολλούς αιώνες.

Με την Αναγέννηση και το Διαφωτισμό σταδιακά η θεοκεντρική αντίληψη του νοήματος της ζωής έδωσε τη θέση της στην ανθρωποκεντρική άποψη, ώσπου τελικά επικράτησε ο «ανθρωπισμός» με την έννοια του ουμανισμού, δηλ. της προτεραιότητας του ατόμου.

Αυτή η κοσμοθεωρία φυσικά είχε και τα καλά της όπως η απελευθέρωση απ’ τα οποιαδήποτε δόγματα, τουλάχιστον ως ιδανικό. Ταυτόχρονα όμως, όπως καθετί ανθρώπινο, είχε/έχει και τα κακά της. Και τ’ αποτελέσματα αυτών των λαθών τα βλέπουμε σήμερα και στην έλλειψη νοήματος που χαρακτηρίζει το σύγχρονο άνθρωπο.

Η κατάρρευση των στηριγμάτων

Η επέλαση των επιστημών και της τεχνολογίας παραγκώνισε το ρόλο της θρησκείας ή τουλάχιστον της εκκλησίας ως ρυθμιστικού παράγοντα στη νοηματοδότηση της ζωής. Τον 20ό αι. μετά τον Β’ Π.Π. άρχισε παράλληλα η αποδόμηση του ορθολογισμού, μεταξύ άλλων από μηδενιστές υπαρξιστές όπως ο Αλ. Καμύ και ο Ζ.Π. Σαρτρ. Η θεωρία τους ήταν ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να βρει με βάση τη λογική την υπέρτατη αλήθεια ή το νόημα της ζωής, γιατί αμφότερα δεν υφίστανται σ’ ένα παράλογο σύμπαν. Η μόνη λύση είναι ο καθένας να δημιουργήσει το δικό του νόημα και να ζήσει μ’ αυτό στη μοναξιά του. Την επίθεση κατά του ορθολογισμού συνέχισαν με το θέατρο του παραλόγου δραματουργοί όπως ο Μπέκετ και ο Ιονέσκο. Κατ’ αυτούς ο άνθρωπος δεν έχει καμία ελπίδα να βρει ένα νόημα, ούτε καν το προσωπικό του.

Ωστόσο η μεγαλύτερη επίθεση κατά του ορθού λόγου εξαπολύθηκε τις τελευταίες δεκαετίες με την προέλαση του ασιατικής προέλευσης μυστικισμού. Στο βουδισμό Ζεν η προϋπόθεση για το satori, το φωτισμό, είναι η υπέρβαση της ενσυνείδητης σκέψης. Για τους ινδουιστές ο νους είναι «ένας μεθυσμένος πίθηκος», για τους Χάρε-Κρίσνα «ένας σκουπιδοντενεκές».

Με άλλα λόγια κατ’ αυτήν την κοσμοαντίληψη η νόηση δεν είναι μόνον άχρηστη, αλλά επιπλέον συνιστά εμπόδιο και κατά συνέπεια η απουσία σκέψης, η άγνοια αποτελεί αρετή. Σε όλες τις σχολές του απωανατολικού μυστικισμού τη θέση του νου καταλαμβάνει μία «νέα αντιληπτική ικανότητα ή γνώση. Στις παραδόσεις της γιόγκα είναι το «τρίτο μάτι» ή η επίφυση που «ανοίγει» για τη φώτιση. Άλλοι πάλι μιλούν για τη «διαίσθηση», ή για το «υποσυνείδητο» ή το «ψυχικό Εγώ» που οδηγούν στην επίγνωση.

Το πρώτο βήμα στον πνευματικό δρόμο είναι να μάθει ο σπουδαστής ν’ αγνοεί όλα τα μηνύματα του νου του. Στη συνέχεια οφείλει να στραφεί με την διαισθητική αντίληψή του προς την «κοσμική συνείδηση». Όταν το καταφέρει, το «ψυχικό Εγώ» του παρακάμπτει τη νοητική λειτουργία και αναγνωρίζει «άμεσα» και «διαισθητικά» την πραγματικότητα.

Φωτισμένος ή όχι φωτισμένος;

Αλλά ποια κριτήρια εγγυώνται ότι αυτή είναι πραγματικά η πραγματικότητα κι όχι μία ψευδαίσθηση; Πώς μπορεί κάποιος να ‘ναι βέβαιος ότι η ψυχή του έχει όντως συνδεθεί με τον θεό; μπορεί η υπέρτατη πραγματικότητα να είναι «ο φλαουτίστας Κρίσνα με το γαλανό δέρμα και τις 16.108 γυναίκες του», όπως υποστηρίζουν οι οπαδοί της Χάρε-Κρίσνα; Μπορεί ο Θεός ν’ αποκαλύπτεται με όλη του την πληρότητα σ’ ένα νεαρό Ινδό που έχει αδυναμία στα νεροπίστολα, στις ταινίες τρόμου, στις γυναίκες και στις RollsRoyce, όπως ο Guru Maharaj Ji με τα 8 εκ. οπαδούς στον κόσμο;

Άραγε το ότι κάποιος κάνοντας διαλογισμό έχει την αίσθηση ότι έχει φτάσει στο φωτισμό, είναι και η απόδειξη ότι το έχει πετύχει; Ή απλώς αισθάνεται «φωτισμένος» κάνοντας διαλογισμό;

Ακόμη κι ο συμπαθών τις μυστικιστικές θρησκείες C.G.Jung έγραφε στον πρόλογο του βιβλίου για το βουδισμό Ζεν του D.TSuzuki: «Φυσικά δεν μπορούμε σε τελευταία ανάλυση να κρίνουμε αν κάποιος είναι πράγματι «φωτισμένος» ή εάν απλώς το φαντάζεται. Μας λείπουν τα κριτήρια για να τ’ αποφασίσουμε». Με άλλα λόγια στον απωανατολικό μυστικισμό δεν έχει σημασία αν κάποιος είναι αληθινά φωτισμένος ή αν έχει αυταπάτες. Το μόνο σημαντικό είναι να νιώθει ότι είναι φωτισμένος.

Οι εναλλακτικές λύσεις

Ας δούμε τι λέει γι’ αυτά ο Eckart Floether, σύγχρονός μας, «παιδί της Νέας Εποχής», που έζησε χρόνια σε άσραμ του Μπάγκβαν.*

«Ο άνθρωπος σήμερα έχει δύο επιλογές. Η πρώτη λέει, μπορεί να είναι κακή, αλλ’ αυτή είναι η πραγματικότητα. Ας την δούμε σαν πρόκληση ν’ ανασκουμπωθούμε και να φροντίσουμε για τον κόσμο μας, όπως μας το έχει αναθέσει ο Θεός, ατομικά και συλλογικά. Οπωσδήποτε αυτό προϋποθέτει να παραδεχτούμε ταπεινά τις ατέλειές μας κι ότι δεν είμαστε παντοδύναμοι ούτε παντογνώστες.

Η δεύτερη επιλογή είναι να καταφύγει ο καθένας για τον εαυτό του στον κόσμο των ονείρων του, στην ουτοπία του, στον προσωπικό ή συλλογικό παραμύθι του για ένα νέο άνθρωπο με νέα συνειδητότητα.

Γι’ αυτήν τη δεύτερη επιλογή θέλουν να μας πείσουν οι κάθε είδους γκουρού σήμερα. Υποστηρίζουν ότι βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα νέο κβαντικό άλμα, παρόμοιο με αυτό που έκανε τον πίθηκο άνθρωπο, σύμφωνα με τη θεωρία της εξέλιξης. Αυτό που χρειάζεται τώρα, γι’ αυτό το άλμα, λέει για παράδειγμα ένας εκπρόσωπος της Νέας Εποχής (New Age), ο Ινδός γκουρού Μπάγκβαν ή Όσσο, είναι ν’ αναγνωρίσουμε την αληθινή φύση του ανθρώπου, ότι δηλαδή είναι θεός.

Μονάχα ένας θεός – και σ’ αυτό έχουν δίκιο – μπορεί να το βγάλει πέρα με τα άλυτα προβλήματα της εποχής μας, λένε οι υποστηρικτές της Νέας Εποχής και του νέου, θεϊκού ανθρώπου.

Με άλλα λόγια, αυτό σημαίνει ότι κατ’ αυτήν την κοσμοθεωρία ο άνθρωπος είναι τέλειος και άρα θεϊκός. Πρέπει απλώς να το συνειδητοποιήσει κάνοντας το «εσωτερικό ταξίδι» του. Όταν βρει στο εσωτερικό του το θεϊκό πυρήνα του, θ’ ανακαλύψει συντωχρόνω και την παντοδυναμία του. Το ίδιο εξάλλου υποστηρίζει σήμερα μία πληθώρα από μοντέρνες ψυχολογικές θεωρίες και ψυχοτεχνικές μεθόδους.

Με απλά λόγια: είτε αποφεύγουμε την παγίδα της ύβρεως – με την αρχαιοελληνική σημασία, ότι είμαστε δήθεν θεοί – και αναγνωρίζουμε ότι μόνο σ’ εξάρτηση από τον Θεό μπορούμε να επιβιώσουμε. Είτε αποχαιρετούμε τη σχέση Πλάστη και πλάσματος, τη χάρη και τη λύτρωση, και ξεκινάμε την περιπέτεια της μαγικής αυτό-λύτρωσης με τις προδιαγραφές της ανατολίτικης κοσμοθεωρίας.

Στο μυστικισμό της μακρινής Ανατολής ο θεός είναι μία απρόσωπη δύναμη ή ενέργειαο άνθρωπος είναι μία εκδήλωση αυτής της ενέργειας. Πρόκειται δηλαδή για ένα μονισμό, όπου ο δημιουργός και η δημιουργία ταυτίζονται και είναι ένα. Και γι’ αυτό το καλό έχει την ίδια αξία με το κακό.

Πέραν τούτου ο κόσμος και η ύλη είναι «μάγια», μία ψευδαίσθηση, που δημιουργεί το πνεύμα για να εκδηλωθεί. Επομένως ο στόχος του ανθρώπου είναι να ξεφύγει απ’ αυτήν την ψευδαίσθηση, να αναγνωρίσει τη ξεχασμένη θεϊκότητά του και να ενωθεί με την Κοσμική Ενέργεια.

Έτσι η νέα θρησκευτικότητα από την Ανατολή, βοηθούσης και της τεχνολογίας, εισέβαλε σε όλους τους τομείς της ζωής στη Δύση. Περιοδικά ευρείας κατανάλωσης, διαφημίσεις στα φαρμακεία και στα σούπερ μάρκετ κ.ο.κ. υπόσχονται χαλάρωση, αγάπη, συγκέντρωση, ενέργεια, αυτοεκτίμηση, αυτοπραγμάτωση, ακόμη και θεραπεία από τον καρκίνο… Κατά βάση υπόσχονται μία νέα συνείδηση κι έναν νέο, τέλειο άνθρωπο, που όπως ο βαρώνος Μυνχάουζεν στο παραμύθι θα βγάλει τον εαυτό του απ’ το βάλτο τραβώντας ο ίδιος τα μαλλιά του.

Αυτή η σχετικά νέα για τη Δύση κοσμοθεωρία που έχει τα γνωρίσματα του ανατολίτικου μυστικισμού, κατακτά όλο και περισσότερο έδαφος με όχημα το NewAgeτη Νέα Εποχή του Υδροχόου. Στην πραγματικότητα όμως η κοσμοαντίληψη αυτή δεν είναι τόσο νέα. Πρόκειται για ένα ξαναζεσταμένο συμπίλημα εσωτεριστικών- αποκρυφιστικών παραδόσεων από το γνωστικισμό, το σαμανισμό, τον ανιμισμό, τους ινδιάνους και μοντέρνες σχολές ψυχολογίας.

Ασφαλώς πρέπει να έχουμε κατανόηση γι’ αυτήν την αναθεώρηση / αναβίωση ξεπερασμένων αντιλήψεων. Ήταν ανέκαθεν φυσιολογικό σε περιόδους κρίσης και ραγδαίων αλλαγών οι άνθρωποι ν’ αναζητούν ταυτότητα στο εξωρραϊσμένο παρελθόν. Με άλλα λόγια, όσο περισσότερο αυξάνει η ψυχοκοινωνική πίεση των απαιτήσεων που συνεπάγονται οι ανεξέλεκγτες μεταβολές, τόσο περισσότερο ο άνθρωπος καταφεύγει στο παρελθόν για στήριγμα, κι ας είναι και το μυθικό δωδεκάθεο του Ολύμπου…

Η πραμάτεια των γκουρού

Από τη δεκαετία του ’70 άρχισαν να ξεφυτρώνουν μαζικά σαν τα μανιτάρια μετά τη βροχή, οι κήρυκες της νέας πνευματικότητας. Ο Ινδός Μαχαρίσι Μαχές Γιόγκι συνέστησε στους Beatles να κάνουν υπερβατικό διαλογισμό αντί να παίρνουν ναρκωτικά. Ο αμερικανός ψυχολόγος Τζον Λίλυ εφηύρε μία δεξαμενή με αλμυρό νερό. Σε συνεργεία με το σκοτάδι που επικρατούσε εκεί μέσα, οι πελάτες του που επέπλεαν στη δεξαμενή για μία ολόκληρη ώρα, περνούσαν σε άλλες συνειδησιακές καταστάσεις. (“altered states”).

Έτσι υποτίθεται ότι ξαναζούσαν τη γέννησή τους ή σκηνές από προηγούμενες ενσαρκώσεις. Ο πρώην καθηγητής της ψυχολογίας στο Χάρβαρντ Ρίτσαρντ Άλμπερτ, έγραψε μαζί με το συνάδελφό του, τον γνωστό Timothy Leary έναν ψυχεδελικό «ταξιδιωτικό οδηγό» για τη χρήση του LSD, βασισμένο στο Θιβετανικό Βιβλίο των Νεκρών. Αργότερα πέρασε στον ινδουισμό, ονομάστηκε Baba Ram Dass και ανέπτυξε μία μορφή διαλογισμού για γρήγορα αστρικά ταξίδια.

Ταυτόχρονα νέοι άνθρωποι από τη Δύση πήγαν στην Ανατολή για να κάνουν διαλογισμό σε ινδικά άσραμ, σε γιαπωνέζικα μοναστήρια ζεν και σε νεπαλέζικους ιερούς τόπους.

Για άλλους ο δρόμος προς την υπεραισθητή «πραγματικότητα» ήταν η Ανθρωποσοφία του Ρ. Στάινερ. Άλλοι πάλι έψαχναν τη λύτρωση «εδώ και τώρα» ικανοποιώντας κάθε ανάγκη των αισθήσεων και με σεξουαλικά όργια. Με αυτό το μήνυμα ο Bhagwan Shree Rajneesh δελέαζε κυρίως ευαίσθητους διανοούμενους από τη Δύση προς μία κοσμοαντίληψη που επιχειρούσε να συνδυάσει το δυτικό πολιτισμό με την ανατολίτικη φυγή απ’ τον κόσμο. Δεκάδες άλλες γκουρού, σάντου, «άγιοι» κ.ο.κ. ήρθαν στη Δύση για να προπαγανδίσουν μία παγκόσμια κυβέρνηση ειρήνης, όπως ο Μαχαρίσι, ή για να προαγγείλουν την ένωση όλων των λαών, κρατών και θρησκειών, όπως ο αυτόκλητος μεσσίας Μουν από την Κορέα.

Από τις εναλλακτικές θεραπείες, τις ταινίες όπως ο «Ε.Τ.» ή ο «Πόλεμος των Άστρων», ως τα σεμινάρια για υψηλόβαθμους, καλά αμοιβόμενους μάνατζερ, το μήνυμα ήταν ένα: η υπέρβαση του χρόνου και του χώρου, η ταύτιση/ενότητα με την Κοσμική Ενέργεια είναι η απάντηση σε όλα και ο σκοπός της ζωής.

Ο ΓΚΟΥΡΟΥΙΣΜΟΣ

Ο ρόλος των γκουρού: Όπως προαναφέρθηκε, η κεντρική ιδέα του ινδουισμού λέει ότι ο άνθρωπος είναι δέσμιος του κάρμα του και των διαδοχικών ενσαρκώσεων. Επειδή λοιπόν για να ξεφύγει κάποιος από αυτόν τον αέναο κύκλο των επανειλημμένων ενσαρκώσεων χρειάζεται ειδικές γνώσεις, για τούτον το λόγο χρειάζεται επίσης έναν πνευματικό δάσκαλο.

Κάθε γκουρού επιλέγει έναν από τους μαθητές του για να τον διαδεχθεί μετά το θάνατό του και έτσι διαιωνίζεται η συγκεκριμένη παράδοση. Ο διάδοχος πρέπει να είναι ικανός για δύο πράγματα: πρώτον διαλογιζόμενος να φθάνει στο σαμάντι και δεύτερον να μπορεί να δείξει και σε άλλους τον ίδιο δρόμο. Εξυπακούεται ότι πρέπει να γνωρίζει σε βάθος τα ιερά ινδουιστικά κείμενα και να είναι σε θέση να μυήσει άλλους μαθητές στα μυστήρια.

Ο γκουρού ζει μαζί με τους μαθητές του σε ένα άσραμ, μία κοινοβιακή κοινότητα που μοιάζει με μοναστήρι. Ένας αρχάριος πρέπει να γίνει πρώτα δεκτός από τον γκουρού προκειμένου να γίνει έπειτα επίσημα μαθητής του. Μετά από μία δοκιμαστική περίοδο ακολουθεί η τελετουργική μύηση όπου ο γκουρού παραδίδει μυστικά στο μαθητή το προσωπικό του μάντρα το οποίο σχετίζεται με μία ινδουιστική θεότητα. Υπό την καθοδήγηση του γκουρού ο μαθητής οφείλει να μάθει να απαγγέλλει με έναν καθορισμένο τρόπο το μάντρα του. Το μάντρα έχει μία ιδιαίτερη σημασία, γι’ αυτόν το λόγο μάλιστα ορισμένοι γκουρού λένε πως τελείται ένας «πνευματικός γάμος».

Μέσω του μάντρα ο μαθητής συνδέεται για πάντα με τον γκουρού του και με την ινδική θεότητα στην οποία είναι αφιερωμένο. Η σύνδεση αυτή παραμένει ακόμη και όταν ο μαθητής απομακρυνθεί από τον γκουρού του. Πολλά άτομα που εγκατέλειψαν τη σέκτα στην οποία ανήκαν αναφέρουν πως ο γκουρού εξακολουθεί να ασκεί μία μυστική επιρροή πάνω τους. Επιπλέον δηλώνουν ότι είναι αδύνατο να ξεφύγουν με δικές τους δυνάμεις από αυτήν την αόρατη σφαίρα επιρροής.

Ο μαθητής πρέπει να απαγγέλλει αδιάκοπα σε διάφορες περιστάσεις το μάντρα του, πράγμα που εξυπηρετεί πολλαπλούς σκοπούς. Για παράδειγμα βοηθά την ώρα του διαλογισμού στην αυτοσυγκέντρωση και συνάμα στη μυστική σύνδεση του μαθητή με τον γκουρού και τις θεϊκές δυνάμεις του. Πέραν τούτου, εκτός του ότι αποτελεί ένα τυπικό λατρείας της θεότητας, επιπλέον η μονότονη απαγγελία μπορεί να εμποδίσει ενοχλητικές σκέψεις.

Από τη στιγμή που ο γκουρού είναι η ενσάρκωση της «Ύψιστης Ύπαρξης», χαρίζει τη «ζωή», τη «λύτρωση», συγχωρεί «αμαρτίες» και εξουδετερώνει το «κάρμα», εύλογα δικαιούται να απαιτεί από το μαθητή (chela) τα πάντα. Γι’ αυτό στις λεπτομερείς οδηγίες για τους μαθητές (π.χ. οι «guidelines» του Σάι Μπάμπα) τονίζεται ότι οφείλουν να υπηρετούν και κάθε στιγμή ν’ αφιερώνονται στον γκουρού. Μάλιστα ορισμένοι συμπληρώνουν καθημερινά έτοιμα έντυπα σαν «spiritual diaries» αυτοελέγχου, τα οποία υποβάλλουν στον γκουρού για να τους κρίνει.

Σχεδόν κάθε ομάδα γιορτάζει κάποιες γιορτές, είτε γενικά ινδουιστικές είτε που έχουν να κάνουν με τον γκουρού, όπως π.χ. τα γενέθλιά του. Τότε η λατρεία για τον γκουρού ακολουθεί συγκεκριμένο τελετουργικό τυπικό. Οι οπαδοί τόν αγγίζουν τελετουργικά, τον προσκυνούν, πίνουν το νερό με το οποίο έχει πλύνει τα πόδια του, δέχονται την ευλογία του και το shaktipat με το οποίο ανοίγει το «τρίτο μάτι» τους. Επίσης μία άλλη μορφή λατρείας είναι ο διαλογισμός πάνω στο πρόσωπο του γκουρού, ζωντανό ή σε φωτογραφία, κατά τον οποίο στήνεται μία ενεργειακή γέφυρα μαζί του.

Η προϊστορία των γκουρού

Είναι βέβαιο ότι η λέξη γκουρού δεν υπήρχε στις Βέδες. Σύμφωνα με τον Ινδό φιλόσοφο Vishal Mangalwadi στο βιβλίο του THE WORLD OF GURUS, «οι Άρειοι, (η πιο εξελιγμένη φυλή στην αρχαία Ινδία), αναζητούσαν την αλήθεια με βάση τον ορθό λόγο και το φιλοσοφικό στοχασμό.

Ωστόσο αυτή η ορθολογική αναζήτηση δεν απέδωσε καρπούς και κατέληξε σε αμφιβολίες ή σε απόγνωση. Οι Άρειοι στοχαστές διαπίστωσαν ότι έτσι δεν πλησίασαν την αλήθεια.

[..] Ως αποτέλεσμα οδηγήθηκαν στο άλλο άκρο, στη μυστικιστική σιωπή. Είναι γνωστή η σιωπή του Βούδα σχετικά με τα μεταφυσικά θέματα. Στη συνέχεια επιδίωξαν να βρουν την αλήθεια βιωματικά, χωρίς την παρέμβαση της λογικής.

Έτσι για παράδειγμα ο σοφός Vasishtha κατέφυγε στους ταντριστές λάμα που διατείνονταν ότι με τη έκλυτη ζωή και τα σεξουαλικά όργια θα έβρισκαν τη λύτρωση. Άλλοι προσπάθησαν να έχουν μυστικιστικές εμπειρίες με παραισθησιογόνα φυτά (π.χ. soma) ή με σωματικές ή με πνευματικές ασκήσεις, άλλοτε πρωτόγονες κι άλλοτε πιο αναπτυγμένες.

Αυτά που βίωναν έτσι, τα εξέλαβαν ως την υπέρτατη Αλήθεια […] Ειδικά εκείνοι οι μυστικοί που προσέδωσαν συστηματική μορφή στις μεταφυσικές θεωρίες τους για να μπορούν να τις διαδώσουν στους άλλους, έγιναν γκουρού. Η ερώτηση αν είναι σωστές οι θεωρίες τους δεν επιτρέπεται όμως και ο άνθρωπος πρέπει να τις πιστεύει και να τις ασπάζεται τυφλά. «Αλλά τι να πιστεύει»; Θα αναρωτηθείτε ίσως. Μα απλά στον γκουρού, αφού είναι ολοκληρωμένη ψυχή, «realized soul».

Ο γκουρού βρίσκεται σ’ ένα ανώτερο πεδίο, αγγίζει το άπειρο. Μπορεί να βοηθάει τους λεπρούς, να ταΐζει τους ελέφαντές του σοκολάτα, να έχει σεξουαλικές επαφές με οπαδούς και των δύο φύλων. Αλλά δεν μπορεί κανένας να τον κρίνει, γιατί είναι θεός! Αλάθητος! Οι βουλές του είναι άγνωστες! Το μόνο που μπορεί κανείς – επιβάλλεται μάλιστα – είναι να προσκυνάει τη μυστικιστική του αύρα! «Δεν πρέπει να σκέφτεσαι, μόνο να πιστεύεις ό,τι λέει ο γκουρού!»

Κριτήρια αξιολόγησης των γκουρού

Πώς μπορεί να εξακριβωθεί αν οι ισχυρισμοί και οι διδασκαλίες ενός γκουρού είναι αλήθεια; Έχουν οι γκουρού απαντήσεις στα ερωτήματα που είναι ο πόθος της ζωής μας;

[…] Γενικά διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχουν λογικά κριτήρια για να κρίνει κανείς την τάξη των γκουρού. Αυτό το συνειδητοποίησα όταν επισκεπτόμουν πολλά διαφορετικά άσραμ, μιλούσα με πολλούς γκουρού και τους οπαδούς τους και διάβαζα τη σχετική γραμματεία. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι πολλοί γκουρού και οπαδοί ισχυρίζονται ότι η ίδια η εμπειρία τους αρκεί και έχει ισχύ. Υποστηρίζουν ότι η αλήθεια δεν βρίσκεται διά της λογικής. Ως εκ τούτου όποιος θέλει να διαπιστώσει αν οι διδασκαλίες τους είναι αληθινές, πρέπει ν’ αφήσει κατά μέρος κάθε αμφιβολία και απλώς ν’ ακολουθήσει την προτεινόμενη μέθοδο διαλογισμού. Τότε θα διαπιστώσει άμεσα την αλήθεια.

Λόγου χάριν οι οπαδοί της «Divine Light Mission» δηλώνουν ότι βλέπουν εσωτερικά το φως και γι’ αυτό δεν χρειάζονται άλλη απόδειξη. Οι RadhaSoamis βλέπουν τα οράματα που τους περιγράφει ο γκουρού τους και μάλιστα στο διαλογισμό τον βλέπουν «ν’ ακτινοβολεί», άρα οι διδασκαλίες του είναι αλήθεια. Ο Mahesh Yogi και ο Rajneesh υπόσχονται ότι ο καθένας μπορεί να βιώσει αμέσως την «υπερβατική συνείδηση» και να συλλάβει την αλήθεια των λεγομένων τους.

Ασφαλώς δεν μπορεί ν’ αμφισβητηθεί ότι τα μυστικιστικά βιώματα είναι γενικά τόσο ζωντανά που υποβάλλουν με τη δύναμή τους. Όποιος έχει βιώσει κάτι τέτοιο δεν αμφιβάλλει ότι ήταν αυθεντικό. Όπως εμείς θεωρούμε αληθινό ό,τι αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας, αντίστοιχα ο μυστικιστής θεωρεί αληθινό κάθε προϊόν της «διαίσθησης» ή της «εσωτερικής όρασης».

Αν και βέβαια ισχύει ότι τα μυστικιστικά βιώματα είναι συχνά αποκαλυπτικά και υποβλητικά, αυτό δεν συνεπάγεται ότι είναι αληθινές και οι ερμηνείες που δίνει όποιος τα ζει, έστω κι αν δεν αμφιβάλει ο ίδιος για την πραγματική τους αξία. Μπορεί απλώς να έχει βιώσει την ενότητα με τη φύση ή με την ψυχή του και να πιστεύει ότι βίωσε τον θεό. Μπορεί επίσης να έχει αλλοιωθεί η συνείδησή του από ναρκωτικά ή κάποια ψυχική πάθηση και να φαντάζεται ότι βιώνει την ένωσή του με τον θεό. Δεν είναι λίγοι αυτοί που όταν «ξύπνησαν» από ένα «μυστικιστικό βίωμα ενότητας με τον θεό», με τη διαυγή συνείδηση διαπίστωσαν ότι επρόκειτο για αυταπάτη ή ψέμα.

Οι παρακάτω πολύ γνωστές περιπτώσεις αρκούν για να το αποδείξουν.

Ο Εβραίος φιλόσοφος Martin Buber (1878-1965) εξομολογήθηκε στα γραπτά του πώς ενώ βίωσε την ενότητα με την ψυχή του, την εξέλαβε λανθασμένα ως ενότητα με τον θεό. Το ίδιο είχε συμβεί και με το Γάλλο ποιητή και μυστικό Arthur Rimbaud (1854-1891) ο οποίος όντας σε έκταση υμνούσε τον Θεό με λατρεία αλλά αργότερα παραδέχτηκε ότι είχε βιώσει την ενότητα με τη φύση και ζήτησε να του συγχωρεθεί ότι είχε τραφεί με ψέματα.

Ακόμη πιο ενδιαφέρουσα είναι η περίπτωση του John Custance, ενός διαπιστωμένα φρενοβλαβούς. Στις κρίσεις παραφροσύνης έβλεπε πολλά που του φαίνονταν «πολύ πιο πραγματικά από την κανονική ζωή», πράγμα που συμβαίνει συνήθως με τους εκ φύσεως μυστικιστές.

Στο βιβλίο του “Wisdom, Madness and Folly: The Philosophy of a Lunatic” γράφει ο Custance:

Νιώθω τόσο κοντά στον θεό, τόσο διαποτισμένος με το πνεύμα Του που υπό μία έννοια είμαι θεός. Βλέπω το μέλλον, σχεδιάζω το σύμπαν, σώζω την ανθρωπότητα. Είμαι αθάνατος, είμαι αρσενικός και θηλυκός μαζί. Όλο το παρελθόν, παρόν και μελλοντικό σύμπαν, έμβιο κι άψυχο, είναι εντός μου. Όλη η φύση και η ζωή και όλα τα πνεύματα εργάζονται ενωμένα μαζί μου κι όλα είναι δυνατά. Υπό μία έννοια ταυτίζομαι με όλα τα πνεύματα, από τον Θεό ως το Σατανά. Καταργώ την αντίθεση καλό – κακό και δημιουργώ φως, κόσμους, σύμπαντα”.

Αυτή η δήλωση θα μπορούσε να προέρχεται σήμερα από κάποιον Ινδό γκουρού. Και εάν ο Custance τα ισχυριζόταν αυτά στην Ινδία, σίγουρα θα τον λάτρευαν σαν θεό. Και όμως, παρόλο που τα βιώματά του φαίνονταν πραγματικά, ο ίδιος το ήξερε ότι δεν ήταν και μάλιστα έγραψε: «Φυσικά όλα είναι μία ονειροφαντασία, ένα όραμα. Το ξέρω ότι δεν έχω καμία δύναμη. είμαι ένας κοινός άνθρωπος και φτωχός αμαρτωλός…»

Αυτά τα παραδείγματα αρκούν για να στηρίξουν τη θέση ότι ένα βίωμα μπορεί μεν να είναι συγκλονιστικό, όμως αυτό δεν αποδεικνύει ότι και η φιλοσοφία από πίσω είναι εγγυημένη κι αληθινή. Ένας μεγάλος μυστικός του Ισλάμ, ο Abu Hamid al – Ghajili, περιέγραφε τη μυστικιστική έκσταση συγκρίνοντάς την με μία κατάσταση μέθης: “Αλλά όταν περάσει η μέθη και επικρατήσει πάλι η ορθοφροσύνη που είναι ένα κριτήριο που έχει δώσει ο Θεός στη Γη – τότε οι “μεθυσμένοι” ξέρουν ότι δεν επρόκειτο για την πραγματική “ταύτιση”, όπως ανάλογα συμβαίνει με τους ερωτευμένους που πάνω στην κορύφωση του πάθους λένε: είμαστε δύο ψυχές σ’ ένα σώμα!”

Αυτά τα λόγια ενός μυστικού ότι «η λογική, η ορθοφροσύνη, είναι ένα κριτήριο που έχει δώσει ο Θεός στους γήινους ανθρώπους» μας παρέχουν τη βάση για να κρίνουμε αξιόπιστα. Έτσι αν θέλουμε να κρίνουμε λογικά τις θρησκευτικές διδασκαλίες ενός γκουρού, οφείλουμε να θέσουμε τρία θεμελιώδη ερωτήματα:

  1. Τι είναι θρησκεία;

  2. Χρειάζεται ο άνθρωπος θρησκεία και – αν ναι – γιατί;

  3. Πότε είναι μία θρησκεία αληθινή;

Ο ΓΚΟΥΡΟΥ*

«Ο γκουρού είναι ταυτόχρονα θεός και άνθρωπος. Παρ’ όλο που παίρνει το σώμα ενός ανθρώπου, είναι τέλειος ως προς την επίγνωση και τη συνειδητότητα και γι’ αυτό είναι ο ίδιος ο θεός».

Guru According to Radha Soami Teachings

Η ινδουιστική κοσμογονία

Καταρχάς θέλουμε να δώσουμε συνοπτικά την ερμηνεία ορισμένων όρων που θα συναντήσουμε στην ινδουιστική κοσμογονία.

Ο Ντεϊσμός (από το λατινικό dues=θεός): αναγνωρίζει την έννοια ενός δημιουργού θεού, όμως αρνείται ότι αυτή η προσωπική (ήμη) Οντότητα εξακολουθεί να επιδρά στη φύση και στην ιστορία και να επεμβαίνει στ’ ανθρώπινα. Ως εκ τούτου απορρίπτει τα θαύματα και μία υπερφυσική αποκάλυψη. Αντί για την θεία αποκάλυψη πρεσβεύει ότι υπάρχει μία λογική ή φυσική θρησκεία η οποία υπαγορεύει την ηθική πράξη. Οι ντεϊστές – μεταξύ αυτών και οι τέκτονες – υποστηρίζουν ότι πίσω απ’ όλες τις θρησκείες κρύβεται η μοναδική αληθινή «φυσική» θρησκεία, που περιέχεται στα θετικά των άλλων, τα οποία όμως έχουν αλλοιωθεί από ανθρώπινες προσθήκες.

Ο θεϊσμός πιστεύει στην ύπαρξη ενός θεού (αντίθετα με τον αθεϊσμό), ο οποίος είναι το απόλυτο, υπερβατικό, υπερκόσμιο, (αντίθετα με τον πανθεϊσμό), προσωπικό, ζωντνανό Ον, το οποίο δρα (μέσω της πρόνοιας) στον κόσμο και μετά τη δημιουργία του τελευταίου εκ του μηδενός, και τον συντηρεί (αντίθετα με την πίστη του ντεϊσμού).

Ο Μονισμός πρεσβεύει ότι όλα είναι ένα, ότι όλη η δημιουργία προέρχεται από μία μοναδική Αρχή. Μονιστές ήταν για παράδειγμα ο Θαλής, που θεωρούσε το νερό ως μοναδική Αρχή του σύμπαντος ή ο Αναξιμένης τον αέρα. Στον Ινδουισμό η αντίληψη αυτή ονομάζεται Advaita. Ορυκτά, φυτά, ζώα, άνθρωποι είναι απλώς εκδηλώσεις της «Μίας Συνείδησης». Η Συνείδηση αυτή είναι απρόσωπη και χωρίς χαρακτηριστικά. Ονομάζεται «Θεός», «Εαυτός», «Βράχμαν», «Κενότητα».

Ο Δυισμός αντίθετα αντιπροσωπεύει την ύπαρξη δύο ανεξάρτητων μεταξύ τους, συνήθως αντίθετων Αρχών, όπως καλό – κακό, Ουρανός και Γη, φως και σκότος κ.ο.κ.

Ο Πανθεϊσμός, βασίζεται στην κοσμοαντίληψη του μονισμού. πρεσβεύει ότι ο θεός είναι η αιώνια, άπειρη, απόλυτη κι απρόσωπη ουσία μέσα σ’ όλα τα πράγματα. Είναι δηλαδή ομοούσιος με την πλάση και την εμψυχώνει. Πρόκειται για μία πολύ παλιά αντίληψη που συναντάται στη φιλοσοφία της Vedanta και της Bhagavadgita στην Ινδία, στο Βουδισμό, στον Λάο-τσε, κι αργότερα στους Ροδόσταυρους, στους Αλχημιστές, στη Θεοσοφία και στον Στάινερ. Καθώς ο θεός εδώ ταυτίζεται με το υλικό σύμπαν και όλα συνιστούν μία εκδήλωσή του, έτσι και ο άνθρωπος δεν είναι ένα ανεξάρτητο, αυθύπαρκτο εγώ απέναντι στο Υπερκόσμιο Εσύ.

Σύμφωνα με το σκεπτικό του μονισμού, δηλαδή της θεωρίας ότι ανθρώπινη ψυχή και θεός είναι το ίδιο, η παραπάνω πεποίθηση είναι σωστή. Μάλιστα αυτή η τάση ώθησε μερικούς σύγχρονους γκουρού, όπως το Rajneesh και το Sai Baba να αυτοαποκαλεστούν Μπάγκβαν, δηλ. θεός. Αλλά και άλλοι, εκτός από τους οπαδούς, τους ονομάζουν «θεάνθρωπους», επειδή οι ίδιοι οι γκουρού ταυτίζονται με τον θεό.

Προφανώς αφού ο ινδουιστικός μονισμός δίδασκε ανέκαθεν ότι ο άνθρωπος είναι ίδιος με τον θεό, κατά λογική συνέπεια τη σύγχρονη εποχή αναπτύχθηκε περαιτέρω αυτή η πεποίθηση και πρεσβεύει ότι ο γκουρού είναι θεός.

Εύλογα το μεγαλύτερο πρόβλημα με αυτήν τη διδασκαλία είναι ότι δεν έχουμε καμία δυνατότητα να ελέγξουμε αν κάποιος έχει όντως φτάσει στην «απόλυτη συνείδηση» ώστε να μπορεί να θεωρηθεί θεάνθρωπος ή απλώς το ισχυρίζεται.

Βέβαια κάθε γκουρού παρέχει το (δικό του) κριτήριο, με το οποίο είναι δυνατό να ελεγθεί ο ισχυρισμός του, όμως το ίδιο το κριτήριο δεν μπορεί να επαληθευτεί αντικειμενικά. είμαστε αναγκασμένοι απλώς να το πιστέψουμε. Εξάλλου, συχνά ένας γκουρού με την αξίωσή του να γίνει πιστευτός επιδιώκει να στερεώσει τη θέση του και να εξουδετερώσει έναν αντίπαλο γκουρού.

Φυσικά με βάση τη λογική του μονισμού είναι δυνατό να υπάρχουν εκατομμύρια θεάνθρωποι, από τη στιγμή που έχουν φτάσει στη «συνείδηση της ενότητας των πάντων» (unity consciousness). Άρα κανένας δεν μπορεί να έχει την αξίωση ότι είναι ο μοναδικός ή αλάθητος (perfect master).

Εντούτοις πολλές σέκτες ισχυρίζονται ότι ο δικός τους ο γκουρού είναι ο μοναδικός αληθινός θεάνθρωπος της εποχής μας. Αλλά τότε θα πρέπει να δεχτούμε ότι όλοι είναι οι «μοναδικοί αληθινοί», πράγμα αδύνατο ούτε έχουμε τη δυνατότητα να εξακριβώσουμε αν κάποιος είναι απατεώνας.

Ακόμη πιο θεμελιώδες είναι ασφαλώς το ερώτημα για το πώς θα μάθουμε αν η «αμιγής συνείδηση»**** (pure consciousness) είναι η Έσχατη Πραγματικότητα, δηλ. ο θεός. Ακόμη κι αν ο γκουρού έχει πράγματι κατακτήσει τη «unity consciousness», πώς ξέρουμε ότι αυτή είναι ο θεός; Γιατί εάν δεν είναι, ούτε ο γκουρού είναι θεάνθρωπος.

Πάντως δεν αντιμετωπίζουν όλες οι σέκτες τον γκουρού τους σαν θεάνθρωπο. Υπάρχουν τρεις βασικές τοποθετήσεις:

Η πρώτη λέει ότι ο γκουρού είναι θεός. Ο Swami Sunderdass λέει π.χ.: «Ο γκουρού είναι θεός, είναι ο Άρχων, είναι ο Ύψιστος».

Η δεύτερη, επίσης παραδοσιακή, μονιστική λέει ότι ο γκουρού δεν έχει κατακτήσει ακόμη την έσχατη τελείωση, είναι απλώς πιο προχωρημένος από τους άλλους. Ο Subramanya λέει π.χ.: «Ο μαθητής κατά τη μαθητεία του θεωρεί τον γκουρού του θεό. Ο αληθινός γκουρού είναι όπως ο θεός, όχι όμως ο ίδιος ο θεός».

Η τρίτη είναι η η δυιστική άποψη, με διαφορετικές εκδοχές. Κατ’ αυτές, ο γκουρού δεν είναι θεός, αν και τον λατρεύουν σαν όμοιο ή ανώτερο του θεού, επειδή τον αποκαλύπτει. Έτσι ο Swami Prabhupada των Χάρε-Κρίσνα λέει ότι οι μαθητές του οφείλουν «να τιμούν τον δάσκαλο με την τιμή που αρμόζει σε θεό, γιατί είναι ένας εκπρόσωπος του θεού που δίνει παρακάτω τη θεϊκή αγάπη». Αλλά, προσθέτει, όποιος ισχυρίζεται ότι είναι «θεός» αυτόν να τον αντιμετωπίζουν σαν «δολοφόνο».

Το πνεύμα των νεύρων ή αιθερικό σώμα*

Σε αυτό το σημείο θέλουμε να εξετάσουμε το θέμα του αιθερικού σώματος το οποίο παίζει βασικό ρόλο την Ανθρωποσοφία και στη Θεοσοφία, γιατί χρειάζεται μεγαλύτερη εμβάθυνση. Θα προηγηθεί ως βοήθημα μία ερμηνεία των πιο διαδεδομένων όρων, για το λόγο ότι επικρατεί πραγματικά λαβύρινθος μέσα και ανάμεσα στις διάφορες σχολές του εσωτερισμού.

1.Το αιθερικό σώμα ή πνεύμα των νεύρων είναι ο σύνδεσμος μεταξύ της ψυχής και σώματος. Είναι το σώμα με το οποίο εργάζεται για παράδειγμα ο βελονισμός.

2. Το ψυχικό ή αστρικό σώμα αποτελεί τη μορφή που συνοδεύει την ψυχή και μετά το θάνατο του υλικού σώματος. Ονομάζεται επίσης ψυχικός αιθέρας, αύρα ή βιοπλάσμα.

3.Πνευματικό σώμα είναι ο θεϊκός πνευματικός σπινθήρας μέσα στην καρδιά της ψυχής, ο οποίος κυριαρχεί σε όλη την ψυχή, όταν ο άνθρωπος φτάσει στην ολοκληρωμένη πνευματική αναγέννηση.

Η δυνατότητα για να υπάρξει η σύνδεση με τον κόσμο των πνευμάτων παρέχεται από το «πνεύμα των νεύρων» (επίσης γνωστό ως «οδυλικη δύναμη», «αιθέρας ή ρευστό των νεύρων», «βιομαγνητισμός», «μαγνητικό ρευστό» κ.ά.) ενός ανθρώπου και εξαρτάται από το πόσο γερό ή χαλαρό είναι αυτό γιατί για να μπορεί ένα μέντιουμ να προσλάβει υπεραισθητά μηνύματα πρέπει να έχει ένα χαλαρό νευρικό πνεύμα, πράγμα που πολλές φορές μπορεί να είναι συνέπεια μιας βαριάς αρρώστιας, ενός δυστυχήματος, ενός σοκ ή ασκήσεων ανάπτυξης ψυχικών δυνάμεων και αποτελεί ουσιαστικά μία νοσηρή κατάσταση υπερευαισθησίας.

Ως εκ τούτου η ιδιότητα του διάμεσου δεν είναι ιδιαίτερα αξιοζήλευτη, γιατί οι δοκιμασίες και τα δεινά που πρέπει να υπομένει είναι πολύ μεγαλύτερα από των άλλων ανθρώπων.

Όπως αναφέρθηκε ακροθιγώς προηγουμένως σε αυτό το κεφάλαιο, οι επαφές με πνεύματα του άλλου κόσμου δεν είναι δυνατόν να γίνουν χωρίς τη μεσολάβηση του «πνεύματος των νεύρων». Το πνεύμα αυτό, που ο Λόρμπερ το ονομάζει επίσης «αιθέρα του αίματος», συνδέει το σώμα με την ψυχή και επιπλέον σχηματίζει ένα πεδίο γύρω από τον άνθρωπο, μία πνευματική ατμόσφαιρα ή ακτινοβολία, την «εξωτερική ζωτική σφαίρα» και την «εξωτερική ζωτική δύναμη της».

Αυτή η σφαίρα είναι μία ακτινοβολία της ψυχής που αυξάνεται κατ’ αναλογία προς το βαθμό ωριμότητας ενός ανθρώπου, ώστε σε έναν που έχει αναγεννηθεί πνευματικά είναι σχεδόν απέραντη.

Προκειμένου να γίνουν αντιληπτά από τους ανθρώπους τα υπερκόσμια πνεύματα κάνουν χρήση της «εξωτερικής ζωτικής σφαίρας». μέσω αυτής της δύναμης το περιβάλλον και τα αντικείμενα, όπως μαγνητόφωνα, τηλεοράσεις, ραδιόφωνα κ.λπ. «φορτίζονται» έτσι που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από αυτά τα πνεύματα.

Καθοριστικό ρόλο εδώ παίζει η «χαλαρότητα» του «πνεύματος των νεύρων», καθώς είναι αυτή που προσδίδει σε έναν άνθρωπο την ιδιότητα του διάμεσου. Παρ’ όλο που σε εσωτερικούς κύκλους επιδιώκεται η απόκτηση της ιδιότητας αυτής, δεν είναι αξιοζήλευτη στην πραγματικότητα, γιατί συνήθως συνεπάγεται αρκετά άλλα μειονεκτήματα στην καθημερινή ζωή. Άλλωστε το άνοιγμα αυτό που σηματοδοτεί μία αντίστοιχη κατεύθυνση (ή αστάθεια) της βούλησης, επιτρέπει σε ανώριμα και κατώτεραπνεύματα να ταλαιπωρήσουν ευεπηρέαστα άτομα.

Όπως ειπώθηκε ήδη. η μεσολαβητική δύναμη μεταξύ ανθρώπων και πνευμάτων είναι το πνεύμα των νεύρων. Ταυτόχρονα αυτό συνιστά το συνδετήριο κρίκο μεταξύ ψυχής και σώματος, δεδομένου ότι αυτά τα δύο μέρη, αν και στη Γη εμφανίζουν μία ενότητα, δεν μπορούν να έχουν άμεση επαφή, επειδή πρόκειται για δύο αντίθετες πολικότητες πνεύματος και ύλης’ γι’ αυτό χρειάζεται η κατά το ήμισυ πνευματική και κατά το ήμισυ υλική δύναμη του πνεύματος των νεύρων, μέσω του οποίου το σώμα με τις πέντε αισθήσεις του μπορεί να αντιληφθεί το περιβάλλον. Η ψυχή είναι που δίνει τη ζωή στο σώμα που από μόνο του είναι άψυχο. Η πηγή πάλι της δύναμης του πνεύματος των νεύρων όπως και της ψυχής είναι το ανθρώπινο πνεύμα, το οποίο επιδρώντας στα πνεύματα της ύλης που είναι φυλακισμένα ακόμη μέσα στο σώμα, προκαλεί συνεχώς τη διάλυση και την πνευματοποίησή τους.

Ως εκ τούτου το πνεύμα των νεύρων ζωογονεί επίσης το σώμα, το οποίο διατηρείται, στη ζωή όσο συνδέεται με την ψυχή μέσω του «αιθερικού ζωτικού συνδέσμου» (τον οδυλικό ή αστρικό σύνδεσμο, το «αργυρούν σχοινίον» στον Εκκλησιαστή 12,6 του Σολομώντα). Έτσι, παρ’ όλο που η ψυχή στο βαθύ ύπνο π.χ. απομακρύνεται από το σώμα, δεν επέρχεται ο θάνατος του σώματος, επειδή το πνεύμα των νεύρων παραμένει πλήρως συνδεδεμένο με την ψυχή μέσω του πνευματικού συνδέσμου εν είδει λώρου. Επίσης στην τοπική ή ολική νάρκωση η αναισθησία του σώματος οφείλεται στο ότι ένα μέρος του ή ολόκληρο το πνεύμα των νεύρων ναρκώνεται με τον αιθέρα, με αποτέλεσμα να διακόπτεται λίγο ως πολύ η σύνδεση του με το σώμα.* Οι αναισθησιολόγοι προσέχουν ώστε η δόση να μην υπερβεί κάποια όρια, διότι τότε θα γινόταν ανεξέλεγκτη η «τάση φυγής» της ψυχής, οπότε θα επερχόταν ο θάνατος του ασθενή. Ένα παρόμοιο φαινόμενο είναι επίσης ο εθισμός στο αλκοόλ, καθώς τόσο το νευρικό πνεύμα όσο και η ψυχή ως αιθερικές
ουσίες στην περίπτωση της εξάρτησης από μία ουσία ζητούν να κορεστούν με αιθέρα
με τον οποίο συγγενεύουν. Αυτό ο άνθρωπος το αισθάνεται σαν μία κατάσταση μέθης
ή διεύρυνσης της συνείδησης, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει επίσης σε «τάση
φυγής» της ψυχής με πιθανό επακόλουθο τη νευρική κατάρρευση και το θάνατο.

Το νευρικό πνεύμα ως «νευρικός αιθέρας» διαποτίζει όλο το σώμα και μπορεί
να μετρηθεί ραδιαισθητικά, είναι ορατό μέσω της αύρας και μπορεί να φωτογραφηθεί
με τη μέθοδο Κίρλιαν προκειμένου π.χ. να διαγνωστεί μια πάθηση. Η φωτογραφία
και η διαγνωστική μέθοδος Κίρλιαν είναι, όπως άλλωστε ο βελονισμός και η
ομοιοπαθητική, αμφισβητούμενες, για το λόγο ότι. υπερβαίνοντας τα όρια του υλικού
κόσμου και της παραδοσιακής επιστήμης, εκτείνονται σε ένα εν μέρει τουλάχιστον
πνευματικό κόσμο.

Ωστόσο όποιος αμφισβητεί αυτές τις ημιπνευματικές επιστήμες επειδή τις
συγχέει με τον αποκρυφισμό, θα πρέπει να διαλογιστεί πάνω στο γεγονός ότι η
ζωτική δύναμη του ανθρώπου και της ψυχής του δεν εξασφαλίζεται μόνο μέσω τιης
τροφής, γιατί είναι γνωστό ότι «ο άνθρωπος δεν ζει μόνο με το ψωμί» (Κατά
Ματθαίο 4,4 – Κατά Λουκά 4.4).

Ο λόγος που για να λάβουν χώρα πνευματιστικές επαφές χρειάζεται η
μεσολάβηση του νευρικού πνεύματος οφείλεται στο ότι στο υπερπέραν τα πνεύματα
δεν διαθέτουν πια τη δύναμη αυτή γιατί απλά η ψυχή δεν συνδέεται πια με το σώμα.

Στον άλλο κόσμο την εξωτερική μορφή και το ένδυμα της ψυχής αποτελεί
κατά το λορμπερικό όρο το
«αιθερικό πνεύμα του σώματος» που αντικαθιστά το
νευρικό πνεύμα και είναι η μεταθανάτια εξέλιξη του. Για το λόγο αυτά για να
επικοινωνήσουν οι ψυχές από τον άλλο κόσμο με τους ανθρώπους στο υλικό επίπεδο
χρειάζονται το νευρικό πνεύμα. Επειδή λοιπόν αυτό είναι κατά το ήμισυ μία υλικής
φύσης δύναμη, ως εκ τούτου οι πνευματιστικές διασυνδέσεις προφέρουν ένα πεδίο
όπου μπορεί να δράσει επίσης ο παράγοντας του κακού, δεδομένου ότι ο υλικός
κόσμος είναι ο χώρος της εξουσίας του, την οποία ούτε ο Θεός με την παντοδυναμία
του δεν του την περιορίζει. Εκεί αντίθετα όπου δρα η ενέργεια του Θεού, όπου
δηλαδή συντελείται μία καθαρή πνευματική σύνδεση του θεϊκού σπινθήρα του
ανθρώπου με το Άγιο Πνεύμα, ο παραπάνω κίνδυνος αποκλείεται. (ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ
ΚΟΣΜΟΙ)

Ο αιθέρας

Κάθε αιθέρας, που είναι σαν ένα υγρό πνευματικό, ειδικό, ποιοτικά καθαρό,
(χημικώς είναι ανυδρίτης της αλκοόλης, προϊόν απόσταξης) αναισθητοποιεί το
πνεύμα των νεύρων. Με τον ίδιο τρόπο επιδρούν το κρασί, η μπύρα, ο μούστος και
παρόμοια υγρά, γιατί εδώ τα ψυχικά στοιχεία κάτω από μια τέτοια επίδραση
γίνονται πιο ελεύθερα και αδέσμευτα από ό,τι είναι στο νερό ή σε άλλα υγρά που δεν
έχουν υποστεί ζύμωση. Στον καθαρό αιθέρα είναι σχεδόν απόλυτα ελεύθερα και
μπορούν μόνο σε κάποιο στεγανό δοχείο να φυλαχθούν.

Αν με την εισπνοή αυτός ο αιθέρας έρθει σε επαφή με τον οργανισμό, στον
οποίο κυριαρχεί το πνεύμα των νεύρων, τότε σαν συγγενικός του απορροφάται με
βουλιμία από τον οργανισμό και χρησιμοποιείται για τον κορεσμό των εσωτερικών
νευρικών
κυττάρων. Όταν τα κύτταρα εμπλουτιστούν απότομα διογκώνονται από τον
κορεσμό. Σε αυτή την κατάσταση δεν μπορούν να αντιδράσουν, ούτε σ’ ένα
εξωτερικό ερέθισμα, αλλά ούτε αντιλαμβάνονται αυτά που τους μεταδίδει το πνεύμα
των νεύρων εσωτερικά. Αυτή είναι η βάση της αναισθησίας κατά τη νάρκωση!

Το ότι παραλύει ακόμα και το πνεύμα των νεύρων είναι κατανοητό, αφού με τον ξαφνικό υπερκορεσμό των νευρικών κυττάρων ο δεσμός μεταξύ τους κόβεται. Κατ αυτόν τον τρόπο απελευθερώνεται η ψυχή, γιατί αυτή δεν θέλει να δένεται με το πνεύμα των νεύρων σε μια τέτοια κορεσμένη κατάσταση των νευρικών κυττάρων. Όταν όμως η ψυχή είναι προσωρινά απελευθερωμένη από το σώμα, τότε στο σύντομο διάστημα που τα νεύρα είναι αναισθητοποιημένα, η συνείδηση του σώματος βρίσκεται σε εκείνη τη σφαίρα του πνευματικού κόσμου που αντιστοιχεί στην καρδιά ή στα συναισθήματα του ανθρώπου. Στην αναισθητοποιημένη κατάσταση της νάρκωσης, η ψυχή παραμένει λοιπόν σε μια τέτοια εσωτερική ενόραση, ανάλογα με το αν είναι καλή ή κακή.

Επειδή όμως εδώ η ψυχή και το πνεύμα των νεύρων βρίσκονται, σε πλήρη σύνδεση, όπως στο φυσιολογικό ύπνο (μόνο η ψυχή και τα νευρικά κύτταρα είναι χωρισμένα) θέλει η ψυχή να μεταφέρει αυτά που αντιλαμβάνεται στο πνεύμα των νεύρων με το οποίο είναι ακόμα συνδεδεμένη. Έτσι λοιπόν θυμάται με ακρίβεια το τι είδε στον πνευματικό κόσμο της ψυχής, ενώ δεν αντιλαμβάνεται τί συνέβη στο μεταξύ με το σώμα. Από μία κατάσταση καθαρά υπνοβατική (σήμερα ονομάζεται στην παραψυχολογία trance), καθώς και όταν ονειρεύεται βαθιά, η ψυχή δεν διατηρεί καμία ανάμνηση, όταν πάλι βρεθεί στη φυσιολογική κατάσταση δηλαδή όταν ξυπνήσει, εφόσον συνήθως σε μια τέτοια κατάσταση δεν συνδέεται με το πνεύμα των νεύρων. Γιατί αυτό παραμένει στενά συνδεδεμένο με τα νεύρα ειδάλλως δεν θα έφταναν σε κορεσμό και θα εξασθενούσαν. χωρίς αυτό το πνεύμα σύντομα θα πέθαιναν και θα διαλύονταν, πράγμα που θα είχε σαν συνέπεια το σωματικό θάνατο.

Στη νάρκωση με αιθέρα, ο αιθέρας αντικαθιστά το πνεύμα των νεύρων, όπως στον φυσιολογικό ύπνο ο αιθέρας του στομάχου που προέρχεται από τις τροφές αναλαμβάνει αυτή τη λειτουργία. Εδώ το πνεύμα των νεύρων μπορεί να απε­λευθερωθεί χωρίς το φόβο να μείνουν ακόρεστα τα νευρικά κύτταρα. Επειδή το πνεύμα βρίσκεται εντελώς μόνο στην υπηρεσία της ψυχής, αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να επανέλθει η μνήμη της ψυχής και να θυμηθεί ό,τι έβλεπε στις σφαίρες του πνευματικού κόσμου. (Παρατήρηση: αυτή η επαναφορά της μνήμης αναφέρεται σε αυτά που προσλαμβάνει ο ψυχικός εγκέφαλος. Σπάνια όμως αυτές οι εντυπώσεις μεταφέρονται στον φυσικό εγκέφαλο για να θυμηθούμε συνειδητά τι είδαμε στον ύπνο μας).

Εδώ βρίσκεται η μεγάλη διαφορά μεταξύ της κατάστασης που υπάρχει κατά τη νάρκωση με αιθέρα και στο λεγόμενο μαγνητικό ύπνο (trance δηλαδή ύπνωση), όπου η ψυχή μπορεί να βλέπει το σώμα, γιατί το πνεύμα των νεύρων είναι συνδεδεμένο με το σώμα. Τουναντίον κατά τη νάρκωση και τα δύο είναι αποσυνδεδεμένα από αυτό.

Μερικές φορές παρουσιάζονται και κάποιες παρενέργειες της νάρκωσης, σαν σπασμωδικές καταστάσεις. Αυτές παριστάνουν μια «δίψα της ψυχής» να διαφύγει από τα υλικά δεσμά της. που της εμφυτεύτηκαν στη διάρκεια της αναισθησίας. (Γ. Λόρμπερ, Τα Μυστικά της Φύσης, Πύρινος Κόσμος)

Τι ρόλο παίζουν τα chakras;

Εδώ θ’ ασχοληθούμε συνοπτικά με τα chacras και Οα δούμε τη σχέση τους με το «πνεύμα των νεύρων» ή «αιθερικό σώμα». Καταρχάς να διευκρινιστεί ότι δεν πρόκειται για ένα φανταστικό προϊόν των ασιατικών ή των αποκρυφιστικών συστημάτων. Υπάρχουν πραγματικά, και όπως οι 14 μεσημβρινοί και τα ενεργειακά σημεία στο βελονισμό, πρόκειται για λεπτοφυή ενεργειακά κέντρα του αιθερικού σώματος που συνδέει την ψυχή με το σώμα. Επομένως δεν είναι σωστό ότι φυσιολογικά ο άνθρωπος δεν έχει τσάκρας και ότι μόνο με πνευματικές ασκήσεις μπορεί να τ’ αναπτύξει. Η αλήθεια είναι ότι στους περισσότερους βρίσκονται σε υπολανθάνουσα κατάσταση.

Πέραν τούτου τα τσάκρας είναι περιστρεφόμενα λεπτοφυή ενεργειακά κέντρα – μεταδότες της ζωτικής ενέργειας για το σώμα και ειδικότερα για το νευρικό και το ενδοκρινικό σύστημα. Τα κύρια τσάκρας είναι επτά και συνδέονται πνευματικά με πολλά άλλα μικρότερα.

Επομένως η πρώτη γενική λειτουργία τους είναι να μεταδίδουν ζωτική ενέργεια, απαραίτητη για την υγεία του σώματος. Συνάμα όμως, με την εργασία πάνω στα τσάκρας μπορούν ν’ αναπτυχθούν και ν’ ανοίξουν οι ικανότητες για την αντίληψη του υπεραισθητού κόσμου και για την επικοινωνία μαζί του.

Προφανώς αυτός είναι ο λόγος, λόγω των κινδύνων που ελλοχεύουν για τους ανώριμους ανθρώπους, που ούτε η Αγία Γραφή ούτε η .Νέα Αποκάλυψη (Λόρμπερ και Ντούντε) αναφέρουν κάτι σχετικά. Και επίσης προφανώς για τον ίδιο λόγο, αντίθετα, σε πνευματιστικούς και εσωτερικούς κύκλους παίζουν έναν κεντρικό ρόλο. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την οργάνωση «Οικουμενική Ζωή» της Γκαμπριέλε Βίτεκ, στην οποία Οα γίνει αναφορά αργότερα στο κεφάλαιο για το χριστιανικό πνευματισμό. Εδώ ας αναφερθεί απλώς ότι στην οργάνωση αυτή διδάσκεται ότι τα 7 τσάκρας με τις ιδιαίτερες ιδιότητες έκαστου, αποτελούν τις «συνειδησιακές βαθμίδες» που οδηγούν πίσω στον θεό.

Η διδασκαλία αυτή είναι οφθαλμοφανώς λανθασμένη και παραπλανητική, γιατί πώς μπορεί να εξαρτάται η λύτρωση και η τελείωση του κάθε ανθρώπου από την ανάπτυξη των τσάκρας, που μόνο λίγοι «εκλεκτοί» μπορούν να κατορθώσουν; Και τι σχέση έχει με τη διδασκαλία τού Ιησού Χριστού, που ζητάει μόνο την αγάττη, την οποία μπορούν ν’ ασκήσουν όλοι ανεξαίρετα, χωρίς να μαθητεύσουν σε κάποια σχολή: Εάν ήταν έτσι τα πράγματα, ο Χριστός θα το είχε διδάξει στους μαθητές του ή τουλάχιστον θα το δίδασκε στη Νέα .Αποκάλυψη…

Πράγματι κάποιος που ασκείται συστηματικά μπορεί μετά από καιρό ν’ αποκτήσει ιδιότητες διάμεσου, ούτως ώστε να βλέπει, ν’ ακούει και να αισθάνεται διαισθητικά. Πρόκειται δηλαδή για μεντιουμιστικές ικανότητες που αποκτώνται με το άνοιγμα των τσάκρας μέσω ασκήσεων διαλογισμού και γιόγκα. Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για ενεργήματα του Αγίου Πνεύματος, όπως υποστηρίζει λανθασμένα η Βίτεκ. Εξάλλου ορισμένα άτομα που είναι ευαίσθητα ή έχουν κλίση προς την εξωαισθητηριακή αντίληψη το επιβεβαιώνουν, καθώς αντιλαμβάνονται φυσιολογικά την περιστροφή των τσάκρας, με αποτέλεσμα την εμφάνιση ιδιαίτερων ικανοτήτων διαμέσου, χωρίς να έχουν τα άτομα αυτά κάποια πίστη.

Συνεπώς γι’ αυτό ο Λόγος του Θεού δεν αποκαλύπτει κάτι για τη λειτουργία των τσάκρας, επειδή δεν μας χρειάζεται αυτή η γνώση για τη λύτρωση και την υιοθεσία από τον Πατέρα. Το μόνο που διδάσκει ο θείος Λόγος είναι η αφύπνιση του θεϊκού πνεύματος μέσα στην καρδιά. Και αυτός αφυπνίζεται μόνο με την αγάπη και τη ζωντανή πίστη, που οδηγούν στην αληθινή Γνώση. Μόνο απ’ αυτόν το δρόμο κατακτάμε την τελείωση και την επιστροφή στον οίκο του Πατέρα μας. Εξάλλου όσο ασχολείται κάποιος με την εργασία στα τσάκρας και κατά συνέπεια αποκλειστικά με τον εαυτό του, δεν περισσεύει αρκετός χρόνος κι ενέργεια για ν’ ασκήσει την έμπρακτη αγάπη…

Επομένως το όλο μυστήριο με τα τσάκρας αφορά τη σχέση τους με τους ενδοκρινείς αδένες αφενός και αφετέρου τη δυνατότητα που παρέχουν ν’ ανοιχτεί ο δρόμος της επικοινωνίας προς τον υπεραισθητό κόσμο πράγμα που ο Θεός – ακόμη – κρατάει κρυφό. Τη δυνατότητα αυτή προσπαθούν να ανακαλύψουν και να εκμεταλλευτούν οι αποκρυφιστές και οι σοφοί της Ανατολής.

Πάντως η ενασχόληση με τα κρυμμένα ακόμη μυστικά έχει αποδεδειγμένα οδηγήσει σε τραγική κατάληξη ορισμένους επιπόλαιους και φιλοπερίεργους. Όταν για παράδειγμα η «δύναμη της κουνταλίνι» ενεργοποιείται σε ανώριμη ακόμη κατάσταση, τότε το «πνευματικό ασανσέρ» δεν οδηγεί προς τα πάνω. Έχει συμβεί πολλές φορές να οδηγήσει προς τα κάτω, στο βασίλειο των δαιμόνων, με αποτέλεσμα διαταραχές/ αλλοιώσεις της προσωπικότητας και κατοχή από πνεύματα, γεγονός για το οποίο έχουν προειδοποιήσει και ειδικοί σ’ αυτόν τον τομέα, όπως ο Λεντμπήτερ.

***

ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ

Στις παρακάτω σελίδες θα ερευνήσουμε κάπως πιο διεξοδικά άλλες πηγές του σύγχρονου αποκρυφισμού και συγκεκριμένα την αστρολογία, την Καμπάλα, την Αλχημεία και το Γνωστικισμό, γιατί λίγο ως πολύ φανερά τις συναντάμε σε όλα τα νεότερα συστήματα «πνευματικής αναζήτησης». Πρόκειται για το δρόμο που ξεκινάει από το γνωστό βιβλικό «Δένδρο της Γνώσης» με την πτώση των πρωτόπλαστων και διατρέχει όλη την ανθρώπινη ιστορία μέχρι και σήμερα.

Η ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑ

Τα Άστρα και Εμείς

Δεν είναι ν’ απορεί κανείς που ανέκαθεν τα ρεύματα ζωής που διασχίζουν το κοσμικό άπειρο, προκαλούσαν την ανθρώπινη διαίσθηση να ερευνήσει τις επιδράσεις των άστρων πάνω στο είναι και το πεπρωμένο των ανθρώπων. Η «βασιλική τέχνη» της αστρομαντείας ή αστρολογίας έπαιζε ένα σημαντικό ρόλο σε όλους τους λαούς ήδη από τους αρχαιότατους χρόνους. Σήμερα έχει κερδίσει και πάλι έδαφος σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού. Μορφωμένοι και μη, αμέτρητοι άνθρωποι ασχολούνται μαζί της, ώστε προβάλ­λει το ερώτημα: είναι αλήθεια αυτή η επιστήμη; Τι λένε σχετικά τα κείμενα του Λόρμπερ;

Στο «M.E.I.» ο Ιησούς καταδικάζει επανειλημμένα την αστρομαντεία που ήταν διαδεδομένη στους αρχαίους χρό­νους κυρίως στους ιερείς της Βαβυλώνας, οι οποίοι με ανε­παρκείς φυσικές γνώσεις εξαπατούσαν και κερδοσκοπούσαν σε βάρος του κόσμου. Για να προστατεύσει τους μαθητές του από τέτοιες απάτες, τους διδάσκει για τη φυσική σύσταση και τη σημασία των αστερισμών: «Αν δεν θέλετε να γίνετε δεισιδαίμονες σαν εκείνους τους ψευτομάντεις, θα πρέπει να μά­θετε όλη την αλήθεια για το πώς είναι φτιαγμένη η γη, ο ήλιος, το φεγγάρι κι όλα τ’ άλλα άστρα!… Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι τα ήξεραν ως επί το πλείστον αυτά τα πράγματα. Και έτσι τα γνώ­ριζε κι ο Μωυσής, ο οποίος έγραψε ένα μεγάλο βιβλίο1 σχε­τικά, που χρησιμοποιόταν ως τα χρόνια των Βασιλέων.

Αλλ’ αυτές οι γνώσεις δεν απέφεραν σπουδαία κέρδη στο ιερατείο που κυνηγούσε τα πλούτη. Γι’ αυτό επιδίδονταν (ε­ξαπατώντας) σε μία ψευτοαστρολογία, προφήτευαν ό,τι ήθε­λαν στους τυφλούς ανθρώπους και ακριβοπληρώνονταν από πάνω. Αυτός που έπαιρνε έναν καλό χρησμό, έδινε ευχαρί­στως πιο πολλά απ’ ό,τι του ζητούσαν. Αυτός δε που του προ­φήτευαν κάτι κακό, αναγκαστικά ζητούσε τη συνδρομή τους για να μεσολαβήσουν στο Θεό για χάρη του. Εννοείται πως και γι’ αυτό έπρεπε να προσφέρει τις απαιτούμενες θυσίες· έτσι οι ιερείς δεν ήταν ποτέ χαμένοι».

Η αλήθεια για την επίδραση των ουράνιων σωμάτων

Στο «Γη και Σελήνη» πληροφορούμαστε εκτενέστερα για την αληθινή επίδραση των άστρων, τόσο από φυσική, όσο και από πνευματική σκοπιά.

Θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα τις σχετικές πληροφορίες, αν θυμηθούμε πως οποιαδήποτε ύλη, ακόμη κι εκείνη των ήλιων, είναι κατά βάση ζωντανό πνεύμα. Επίσης πως όλοι οι αστερισμοί, οι ήλιοι, οι κομήτες, οι πλανήτες και οι σελήνες, είναι ζωντανοί οργανισμοί. Ή, όπως λέγεται εκεί, αντιπροσωπεύουν μία «κλιμακωτή συγκέντρωση και εκ παίδευση πνευμάτων».

Στο «M.E.I.» μαθαίνουμε πως επειδή τα πάντα είναι ζωντανό πνεύμα, το κάθε δημιούργημα, από την πέτρα ως τον άνθρωπο και ως τον άγγελο, διαθέτει μία ζωτική ακτινοβολία ή μία περιβάλλουσα ενεργειακή σφαίρα, (την αύρα):

«0 κάθε άνθρωπος, σαν ζωντανό ον με πνευματική, ψυχική ή φυσικοσωματική υπόσταση, διαθέτει μια δική του ζωτική σφαίρα που τον περιβάλλει. Το ίδιο συμβαίνει με το κάθε ουράνιο σώμα, την κάθε πέτρα, το κάθε δέντρο, φυτό και ζώο, ανάλογα με το είδος τους. Δίχως μια τέτοια εξωτερική ζωτική σφαίρα, δεν θα μπορούσε να υπάρξει ούτε η γη, ούτε ορυκτό ούτε φυτό ή ζώο.

Με το κάθε διαφορετικό ζώο κα­νείς έχει ένα αλλιώτικο συναίσθημα, κι αυτό ισχύει ακόμη πιο πολύ με τους διαφορετικούς ανθρώπους. Ένας ιδιαίτερα ευαίσθητος άνθρωπος αντιλαμβάνεται συχνά από πολύ μα­κριά το ποιόν του ανθρώπου που τον πλησιάζει».

Αν λοιπόν οι πιο μικροί οργανισμοί στο γήινο περιβάλλον διαθέτουν μια τέτοια έντονη ζωτική ακτινοβολία, πόσο ασύ­γκριτα μεγαλύτερη πρέπει να είναι εκείνη των τεράστιων ζω­ντανών οργανισμών όπως οι ήλιοι, οι πλανήτες και οι υπόλοι­ποι αστερισμοί!

Η κοσμική ακτινοβολία και ο άνθρωπος

Συνεπώς, τα ρεύματα ζωής που διασχίζουν το διάστημα και με τις ακτίνες τους θρέφουν όλα τα όντα του πλανήτη μας, είναι πραγματικά μυριάδες! Δίχως φώτιση, δίχως μια πνευμα­τική ενατένιση, κανένας αστρολόγος δεν είναι σε θέση μόνο με τη σκέτη νοημοσύνη του να βρει την αλήθεια. Από τα προ­λεγόμενα πρέπει να έχει καταστεί φανερό πως πραγματικά τα άστρα ασκούν μία πολυσήμαντη επιρροή πάνω στη Γη, αφού αποτελούν πελώριες κοιτίδες ζωής και πηγές ακτι­νοβολίας.

Βέβαια ξέρουμε επίσης από την εμπειρία μας, πως η αν­θρώπινη ψυχή, που απαρτίζεται από μυριάδες σπινθήρες ζω­ής, παίρνει πολλά καθοριστικά συστατικά από την ψυχή των φυσικών γονέων («Γη και Σελήνη», κεφ. 53). Επιπλέον από τον Λόρμπερ μαθαίνουμε πως κάθε ψυχή περιλαμβάνει ψυχικά στοιχεία από ζώα, που προέρχονται από την πορεία μας μέσα από τα φυσικά βασίλεια («Μ.Ε.Ι.», τόμος 10). Σε γε­νικές γραμμές δηλαδή, η ανθρώπινη ψυχή προκύπτει από μία τριπλή συρροή στοιχείων: από τα φυσικά βασίλεια, τους φυ­σικούς γονείς και τα άστρα. Και η αστρολογία, η οποία συνή­θως επιχειρεί να ερμηνεύσει τις διάφορες κλίσεις του αν­θρώπου αποκλειστικά σαν επήρεια των άστρων, δεν αντιπρο­σωπεύει παρά ένα πολλοστημόριο της αλήθειας.

Το ωροσκόπιο και η ερμηνεία του

Ωστόσο δεν μπορεί κανείς ν’ απορρίψει άκριτα την τέχνη της λεγόμενης ωροσκοπίας χωρίς περαιτέρω εμβάθυνση. Όσοι είναι πραγματικά ενορατικοί αστρολόγοι, και παίρνουν τη φώτιση τους από ψηλά, μπορούν, χάρη στη διαίσθηση τους και χάρη σε κάποιους κανόνες που είναι προϊόν πείρας, να φέρουν στο φως αρκετές αλήθειες σχετικά με τις τάσεις που δείχνει ο χαρακτήρας και το πεπρωμένο των συνανθρώ­πων τους. Αν αυτοί εδώ μπορέσουν ν’ αναγνωρίσουν μέσα απ’ το ωροσκόπιο τις αδυναμίες τους και θελήσουν με τη βοήθεια από ψηλά να κυριαρχήσουν πάνω τους, το ωροσκό­πιο τότε μπορεί ν’ αποδειχθεί μεγάλο βοήθημα στο δύσκολο φροντιστήριο της ζωής. Βέβαια, δεδομένου ότι πολλοί ασχο­λούνται εντελώς επιπόλαια κι ανεύθυνα με τα ωροσκόπια, καλό είναι η ερμηνεία τους να αξιολογείται με περισσή προ­σοχή και επιφύλαξη.

Η αστρολογία σήμερα ερμηνεύει μονόπλευρα ολόκληρη την ανθρώπινη μοίρα, βασιζόμενη αποκλειστικά, ή τουλάχι­στον σε πρώτη γραμμή, στη θέση των άστρων. Ωστόσο το ε­ξωτερικό γήινο περιβάλλον (φύσης και ανθρώπου), εξασκεί κι αυτό μία σαφή επίδραση στην εξέλιξη και στη μοίρα μας. Και πολύ σημαντικότερες, αν και πιο κρυφές, είναι oι αδιάκο­πες επιρροές του πνευματικού κόσμου στην καρδιά και στο θυμικό μας, είτε πρόκειται για επιρροές από τον κόσμο των δαιμόνων είτε από τον κόσμο των φωτεινών πνευμάτων.

Ξέρουμε επίσης πως μέσα σ’ αυτό τον κυκεώνα από αντι­μαχόμενες επιδράσεις, ο άνθρωπος διαθέτει την ελεύθερη θέληση, με την οποία μπορεί ν’ αποφασίσει ποια κατεύθυνση θέλει ν’ ακολουθήσει. Ο καθένας μπορεί να διαλέξει όποια επιρροή θέλει και να δρέψει τους αντίστοιχους καρπούς στη ζωή του.

Ένας στενοκέφαλος αστρολόγος που πιστεύει πως τα ά­στρα αποκλειστικά καθορίζουν το μέλλον, θα γίνει υποχεί­ριο των άστρων, ένας υλιστής, της ύλης. Ένας πνευματικός άνθρωπος, από την άλλη, θ’ αφεθεί στα ζωογόνα ρεύματα της ουράνιας Αγάπης. Έτσι ο καθένας θα βρει αυτό που γυρεύει, ώσπου η πείρα να διδάξει ποιος είναι ο μόνος βατός και σω­στός δρόμος.

ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Αρ. 4590  27.9.1949 

Αστρολογία και πεπρωμένο

Η μόνη γνώση που σας δίνεται από το Πνεύμα Μου αφορά λίγο ως πολύ οτιδήποτε αναφέρεται στην απελευθέρωση των πνευμάτων, ό,τι δηλαδή σας πληροφορεί εμπεριστατωμένα για το λυτρωτικό Μου σχέδιο και επομένως δίνει μαρτυρία για Μένα και την Οντότητά Μου. Άρα μία γνώση η οποία δεν καθορίζεται από αυτά τα πλαίσια, που επομένως δεν αφυπνίζει την πίστη στην αγάπη, τη σοφία και την παντοδυναμία Μου, αλλά ούτε προωθεί την ψυχική ολοκλήρωση του ατόμου, δεν είναι καρπός του Πνεύματος. Όταν μάλιστα έρχεται σε αντίθεση με τη διδασκαλία του Χριστού από την άποψη ότι αρνείται την ελευθερία της βούλησης, παρουσιάζοντας τον άνθρωπο σαν εντελώς άβουλο, έρμαιο της μοίρας και πιστεύει ότι μπορεί ν’ αποκαλύψει το μέλλον το οποίο κρατάει κρυφό η σοφία Μου, αυτή η γνώση δεν είναι σύμφωνη με τη θέλησή Μου.

Αντίθετα, είναι περισσότερο ένα μέσο του αντιπάλου Μου, προκειμένου να αποσπάσει τους ανθρώπους από την αληθινή γνώση και να φέρει σύγχυση στις σκέψεις τους.

Το γεγονός ότι συνολικά η ζωή στη γη παρουσιάζει μια συγκεκριμένη νομοτέλεια, οδηγεί τους ανθρώπους σε λάθος συμπεράσματα. Γιατί ερμήνευσαν τη νομοτέλεια αυτή με το δικό τους σκεπτικό και έτσι κατέληξαν σε συμπεράσματα τα οποία συνδύασαν με το ανθρώπινο πεπρωμένο. Όμως, αυτές οι έρευνες δεν ανταποκρίνονται επουδενί στην αλήθεια και δεν έχουν την έγκρισή Μου, διότι Εγώ αφήνω πάντα ελεύθερη τη θέληση του ανθρώπου, παρ’ όλο που έχω προσδιορίσει τη μοίρα του από αιωνιότητες… Αμήν

ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ»

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΑΠΌ ΤΗ ΖΩΗ,

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗ ΝΕΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ

ηαποκαλυψησήμερα.gr

Η τυραννία της αστρολογίας

Χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς η αστρολογία μπορεί να κετεξουσιάζει την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, αποτελεί η Ινδία. Στις ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΡΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥΣ διαβάζουμε: «Ο βαθμός στον οποίον καθορίζει η αστρολογία τη ζωή των Ινδών είναι αδιανόητος, θα μπορούσε να πει κανείς τυραννικός. Έτσι, όπως διαβάζουμε στο θεολόγο Γιόζεφ Νόινερ (Josef Neuner) που έζησε στην Ινδία, η αστρολογία επιβάλλει στον Ινδό από την ώρα της γέννησής του κιόλας τι χρώματα πρέπει να φορά και τι να σπουδάσει, έστω κι αν δεν έχει καμία κλίση για το συγκεκριμένο κλάδο. Επίσης την Τρίτη για παράδειγμα είναι κακό να ξυρίζεται ο άνδρας ή να μπαίνει σε ένα νέο σπίτι ή να ταξιδεύει προς Βορρά. Αντίθετα η Τετάρτη είναι καλή μέρα για να αγοράσει κανείς ρούχα, να αρχίσει μία δίκη ή να αποκτήσει γιο, αν και κακή για να αποκτήσει κόρη… Ο αστρολόγος φτιάχνει το ωροσκόπιο του νεογέννητου μ’ ευλαβική ακρίβεια. Αυτό γίνεται το πιο σημαντικό ντοκουμέντο στη μελλοντική ζωή του, καθώς θα το συμβουλευτεί για κάθε μεγάλη απόφαση, π.χ. για το πότε και ποιον θα παντρευτεί, τι δουλειά θα κάνει κ.τ.ό. Άλλωστε το ωροσκόπιο περιγράφει επίσης το μελλοντικό χαρακτήρας του νεογέννητου…

ΟΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΑ ΡΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥΣ – ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

Άλλο ένα παράδειγμα για το πού οδηγεί η πίστη στην αστρολογία και στη συναφή μαγεία, διαβάζουμε από το Will Durant στην «Παγκόσμια Ιστορία του Πολιτισμού»:

Ο απλοϊκός Ινδός, όπως άλλωστε και πολλοί καλλιεργημένοι Αμερικανοί, πιστεύει εις την αστρολογίαν και θεωρεί βέβαιον ότι κάθε άστρον ασκεί μίαν πραγματικήν επίδρασιν επί εκείνου, που εγεννήθη υπό του αστερισμού του. Αί γυναίκες κατά τας περιόδους τω εμμήνων δεν πρέπει να εκτίθενται εις τον ήλιον, διότι αι ακτίνες του άστρου αυτού μπορούν να τας κάμουν να συλλάβουν. Το μυστικόν της μητρικής ευδαιμονίας, λέγει η Ουπανισάδ Καουσιτάκι, ευρίσκεται εις την τοκτικήν λατρείαν της νέας σελήνης. Μάγοι, χειρομάντεις και παντός είδους μάντεις, έναντι ενός πινακίου ρυζιού διηγούντο το παρελθόν και προέλεγον το μέλλον, εξετάζοντες την παλάμην, τα περιττώματα, τας τρύπας, που έκαμον οι ποντικοί εις τα ενδύματα και ερμηνεύοντες τα όνειρα και τα ουράνια σημεία. Έψαλλον μερικούς «τύπους», τους μόνους που είχον αποστηθίσει, διά να προκαλούν την εμφάνισιν των φαντασμάτων, διά να κοιμίζουν τας κόμπρας, διά να γοητεύουν τα πουλιά και να υποχρεώνουν και αυτούς ακόμη τους θεούς να έρχωνται εις βοήθειαν των πελατών των. Οι μάγοι μπορούν έναντι μιας καλής αμοιβής να πείσουν ένα δαίμονα να είσέλθη εις το σώμα τού εχθρού σας ή να διώξουν τον δαίμονα πού κα­τοικεί εις το ιδικόν σας, μπορούν να προκαλέσουν τον αιφνίδιον θάνατον ή να στείλουν μίαν σοβαράν ασθένειαν. Ακόμη και ένας Βραχμάν, όταν εχασμάτο, έθετε την χείρα του εμπρός εις το ανοικτόν στόμα του, διά να μη εισέλθουν εις αυτό τα κακά πνεύματα. Ανά πάσαν στιγμήν ο Ινδός, όπως και μερικοί χωρικοί της Ευρώπης, έπρεπε να φυλάγεται από το κακό μάτι, επερίμενε, εις κάθε στιγμήν, να τον επισκεφθή η δυστυχία ή να τον προσβάλη ο θάνατος, που μπορούσαν να στείλουν οι εχθροί του. Ο Μάγος είχε κυρίως την δύναμιν να αναζωογονή την σεξουαλικήν ζωτικό­τητα ή να εμπνέη τον έρωτα εις ένα άτομον δι’ ένα άλλο, ή να δίδη παιδιά εις τήν στείραν γυναίκα.

Ο Γνωστικισμός

Για να καταλάβουμε καλύτερα τα σύγχρονα, πνευματικά κινή­ματα θα πρέπει να κάνουμε πρώτα μία αναδρομή σε μία από τις κύριες πηγές τους που, παρά τη χρονική απόσταση, γεννήθηκε σε ένα κλίμα παρόμοιο με το σημερινό. Ο Γνωστικισμός γεννήθηκε από τη διασταύρωση πολλών αρχαίων πολιτισμών σε μία εποχή που χαρακτηριζόταν από το τέλος των προχριστιανικών θρησκειών.

Η συγχώνευση του παλιού με το καινούργιο από διαφορετικές θρη­σκευτικές και πολιτισμικές κοσμοθεωρήσεις γέννησαν το συγκρη­τισμό, όπου οι μύστες του κλασικού κόσμου συνάντησαν τις λα­τρευτικές παραδόσεις της ανατολής. Στη γέννηση αυτή αντιπροσω­πευόταν η αιγυπτιακή μυθολογία, τα αρχαιοελληνικά μυστήρια, ο ζωροαστρικός δυϊσμός και η ιουδαϊκή εσχατολογία. Επίσης από τους Βαβυλώνιους και χαλδαϊκούς πολιτισμούς της Μεσοποταμί­ας προήλθε η αστρολογία και η αριθμοσοφία που παίζουν ένα με­γάλο ρόλο στο Γνωστικισμό.

Ο καθαυτό Γνωστικισμός όμως είναι καθαρά ένα μεταχριστιανικό φαινόμενο. Η αντίθεση γνώσης και πίστης είναι το κεντρικό πρόβλημα αυτού του φιλοσοφικού συστήματος. Η γνώση όμως δια­χωρίζεται από την απλή πολυμάθεια που φορτώνει τον άνθρωπο με γνώσεις άχρηστες για την εσωτερική του ανάπτυξη. Τους Γνω­στικούς τους ενδιαφέρει η εσωτερική αλήθεια που διαπλάθει την ψυχή και την οδηγεί στην ολοκλήρωση της με τη θρησκευτική έν­νοια. Η μόνη γνώση που αξίζει να αποκτήσει κανείς είναι η ιερή γνώση που έχει φωτιστεί από τον Λόγο. Η ιερή γνώση κατ’ αυτούς στηρίζεται στη μυστική αποκάλυψη που παρέδωσε ο Ιησούς στους μαθητές του και η οποία παραδίδεται πάλι στους εσωτερικούς κύκλους των Γνωστικών.

Κύριοι εκπρόσωποι του Γνωστικισμού είναι ο Σίμων Μάγος (1ος αι. μ.Χ.) και οι Βασιλείδης, Μαρκίων, Βαλεντίνος και Τατιανός του 2ου αιώνα. Οι εκπροσωπούμενες τάσεις και θεωρίες είναι ό­μως πάρα πολλές και συχνά τελείως αποκλίνουσες μεταξύ τους.

Η κοσμοθεώρηση των Γνωστικών είναι εξαιρετικά τραυματική και σκοτεινή. Αρνούνται τον κόσμο το ίδιο απόλυτα όσο και οι γυμνοσοφιστές γιόγκι της Ινδίας. έτσι, δεν βρίσκουν χαρά ούτε καν στη θέα της φύσης, αφού στο βάθος διακρίνουν τη δράση ενός α­νελέητου νόμου και κατά βάση αισθάνονται φυλακισμένοι μέσα σε αυτό τον κόσμο χωρίς ελπίδα διαφυγής.

Οι βασικές αρχές της κοσμογονικής τους φιλοσοφίας είναι οι ε­ξής: Ο κόσμος δεν είναι και δεν μπορεί να είναι δημιούργημα του Υπέρτατου Όντος, του άγνωστου αγαθού Θεού, γιατί ο κόσμος εί­ναι κακός. Ο Θεός αυτός που είναι άρρητος, ακατονόμαστος, α­σύλληπτος, άμορφος, απέραντος και απόμακρος από τον άνθρω­πο, έχει δημιουργήσει μόνο τον άυλο κόσμο. Η θεώρηση αυτή συ­γκρούεται με εκείνη που είχε διαμορφωθεί στον αρχαίο κόσμο έως τότε.

Σύμφωνα με την Π. Διαθήκη ο Θεός αφού έφτιαξε τον κόσμο, ευχαριστημένος από το μεγαλειώδες έργο του, διαπίστωσε ότι η πλάση είναι καλή. Γι’ αυτό ο γνωστός διδάσκαλος και συγγραφέας Ειρηναίος παρατηρεί στους Γνωστικούς ότι το να χαρακτηρίζουν τη δημιουργία ως λάθος και προϊόν άγνοιας, όπως θα δούμε παρα­κάτω, αποτελεί μεγάλη βλασφημία.

Αλλά και οι αρχαίοι Έλληνες εξυμνούσαν την αιώνια αρμονία και τάξη του κόσμου. Επίσης ο νεοπλατωνιστής Πλωτίνος δεν μπο­ρούσε να καταλάβει πώς οι Γνωστικοί περιφρονούσαν τη φύση α­ντί να την λατρεύουν με θρησκευτικό δέος, όπως της αξίζει: «Ό­ποιος μέμφεται με αυτό τον τρόπο τη φύση του κόσμου, δεν ξέρει τι κάνει και πού τον παρασύρει η αυθάδειά του. Αυτό οφείλεται στο ότι πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν την αλληλουχία των βαθ­μίδων από την πρώτη ως την τελευταία, επίσης στο ότι δεν ξέρουν πως δεν επιτρέπεται να κατηγορεί κανείς τα πράγματα επειδή εί­ναι χειρότερα από το Πρώτο. Δεν γνωρίζουν ότι ο άνθρωπος πρέ­πει να υποτάσσεται καρτερικά στους νόμους του σύμπαντος, και να σπεύδει με σθένος να ολοκληρώσει την άνοδο ως το Πρώτο. Γι’ αυτό χρειάζεται να αφήνει κατά μέρος το θεατρικό υπερτονισμό φανταστικών τρόμων που υποτίθεται ότι προκαλούν οι σφαίρες του κόσμου, οι οποίες αντίθετα προωθούν τη σωτηρία του».

Ο άγνωστος Θεός των Γνωστικών περιβάλλεται από τους Αιώ­νες, τα όντα που έχει τοποθετήσει εκτός του εαυτού του στον άυλο κόσμο και που μαζί του συνιστούν το «Πλήρωμα» ή τη «Βασιλεία των Ουρανών». Ένα από αυτά τα όντα, η Σοφία, περιπίπτει σε κρί­ση επειδή αποτυχαίνει να γνωρίσει τον Θεό ή να μιμηθεί τη δημιουργική του ικανότητα.

Στο σημείο αυτό διακρίνουμε πώς η αληθινή διαδικασία της πνευ­ματικής δημιουργίας των όντων και της πτώσης τους εξαιτίας της υποκίνησης του Εωσφόρου (βλ. σχετικά το «Μεγάλο Μυστήριο») διαστρεβλώνεται στα βασικά σημεία της ώστε τελικά διαμορφώ­νεται μία παραπλήσια, αλλά ουσιαστικά πολύ διαφορετική αιτιο­λόγηση και ιστορία της δημιουργίας.

Ως αποτέλεσμα της αποτυχημένης προσπάθειας της Σοφίας προ­κύπτουν κατά σειρά μία άλλη θεότητα, ο «Δημιουργός», οι βοηθοί του οι «Άρχοντες», η ύλη, ο κόσμος και ο πρωτόπλαστος Αδάμ στον οποίο τοποθετείται ένας σπινθήρας από το Πλήρωμα.

Εκτός από τις ψυχοφυσιολογικές πλευρές του ο άνθρωπος, λένε οι Γνωστικοί, διαθέτει έναν πυρήνα που δεν υπόκειται στην εξου­σία του θανάτου. Αυτός ο «Εαυτός» λειτουργεί ως όργανο αναγνώρισης και βρίσκεται σε μία κατάσταση αυτολησμοσύνης (λήθης) εξαιτίας της πτώσης.

Οι κοσμικές δυνάμεις καταδυναστεύουν τους ανθρώπους χρησι­μοποιώντας διάφορα εξουσιαστικά μέσα όπως είναι οι νόμοι της αστρολογίας ή η σεξουαλικότητα. Άρα, ο υλικός κόσμος κυβερνά­ται από το «Δημιουργό», τον γεννήτορα του κακού και αντίποδα του υπερκόσμιου απόλυτα καλού Θεού, που δεν ενδιαφέρεται για την τύχη του κόσμου αυτού. Ο άνθρωπος είναι αιχμάλωτος αυτού του τέλειου δυϊσμού, του αγεφύρωτου χωρισμού, δηλαδή, μεταξύ του απόμακρου καλού και του κακού που βιώνει.

Οι Γνωστικοί συνέθεσαν μία περίπλοκη θεωρία περί «Αιώνων», έναν όρο με τον οποίο εννοούσαν ακτινοβολίες του Θεού. Οι ακτι­νοβολίες είναι υπαρκτές δυνάμεις και ουράνια πρόσωπα μέσω των οποίων εκδιπλώνεται η Θεότητα. Η μεγαλύτερη από αυτές τις α­κτινοβολίες είναι η μορφή του Χριστού, η οποία απαυγάζει έντο­νο φως και χαρά. Ο Χριστός έχει το σημαντικότερο και πιο κατα­λυτικό ρόλο στην ιστορία του κόσμου και η εμφάνισή του σημαίνει τη μεγάλη στροφή.

Οι Γνωστικοί όμως διαχωρίζουν τον ουράνιο Χριστό από την ε­πίγεια εμφάνιση του Ναζωραίου Ιησού. Ο Ιησούς ήταν γι’ αυτούς «σοφότερος, αγνότερος και δικαιότερος από όλους τους άλλους ανθρώπους». Ο αληθινός Χριστός δεν έχει σωματική μορφή και το σώμα του Ιησού ήταν φαινομενικό. Σύμφωνα με τη δική τους αντί­ληψη συνεπώς δεν ήταν ο Χριστός που πέθανε στο σταυρό, αλλά ο Σίμων ο Κυρηναίος, «ενώ ο Χριστός γελώντας το είχε βάλει στα πόδια». Άρα, το μεγαλύτερο λάθος των μαθητών του ήταν ότι νό­μιζαν πως αναστήθηκε το γήινο σώμα Του».

Η λύτρωση ως εκ τούτου είναι αποκλειστικά και μόνο έργο του ουράνιου Χριστού. Η παραπάνω δοκητιστική αντίληψη είναι βέ­βαια διαμετρικά αντίθετη από τη χριστιανική διδασκαλία. Την α­ντίληψη αυτή πολεμά ο Ιωάννης στην πρώτη επιστολή του, όπως και ο Παύλος απευθυνόμενος προς τους Κορινθίους (Α’ 15, 12 κ.ε.). Παρ’ όλα αυτά μέχρι σήμερα διατηρούνται γνωστικά κείμενα που αμφισβητούν το σταυρικό θάνατο του Ιησού ή ισχυρίζονται επιπλέον ότι ο Ιησούς δεν πέθανε στο σταυρό αλλά κατέφυγε στην Ινδία.

Η διδασκαλία αυτή είναι λανθασμένη σύμφωνα με την Κ. Δια­θήκη αλλά και με τις νέες αποκαλύψεις. Σε ένα κείμενο του Γιά­κομπ Λόρμπερ εξηγείται μάλιστα ότι ήταν ο απόστολος Ματθαίος που πήγε στην Ινδία και γι’ αυτό βρέθηκαν εκεί παλιά αυθεντικά χειρόγραφα της εποχής του Ιησού.

Ανάμεσα στις ιδιαιτερότητες του Γνωστικισμού που τονίζουν τον ελιτιστικό χαρακτήρα του είναι το ότι δεν δέχεται την Π. Διαθήκη και πολλά από τα κείμενα της Καινής. Χαρακτηριστικό επίσης της ανατρεπτικής διάθεσης που διέκρινε ορισμένα ρεύματα Γνωστι­κών είναι ότι τιμούσαν τον Κάιν, τον Ιούδα αλλά και τον όφι του προπατορικού αμαρτήματος.

Στην ουσία του πάντως ο Γνωστικισμός είναι μία φιλοσοφία της λύτρωσης, την οποία όμως οι Γνωστικοί την αντιλαμβάνονται δια­φορετικά από ό,τι το κύριο ρεύμα του χριστιανισμού. Γι’ αυτούς η λύτρωση σημαίνει κατά κύριο λόγο απελευθέρωση από την ύλη, α­ποτελεί δηλαδή ένα «κοσμικό γίγνεσθαι». Ο άνθρωπος είναι ένα διττό ον, εν μέρει υπόδουλο στην ύλη και εν μέρει αποτελούμενο από φωτεινές ουσίες που εκπορεύονται από τον επάνω κόσμο. 0 ουράνιος Χριστός, ένας αφηρημένος θεϊκός Λόγος, λυτρώνει τον άνθρωπο από αυτό το βασανιστικό μείγμα. Πιο συγκεκριμένα, ο Γνωστικός εμπνέεται από την πεποίθηση ότι μέσω της γνώσης απο­κτά δυνάμεις χάρη στις οποίες μπορεί να αποκτήσει επίγνωση των ανώτερων κόσμων και να υπερβεί τον ψυχικό διχασμό του. Με τη συνειδητοποίηση αυτή αρχίζει η ανέλιξη για το Γνωστικό, η οποία καταλήγει στη θέωση του ανθρώπου.

Η επίγνωση αυτής της αλήθειας είναι απλά το πρώτο βήμα που πρέπει να το ακολουθήσει η συμμετοχή σε θρησκευτικά δρώμενα. Οι Γνωστικοί είχαν ένα πλήθος από μυήσεις και τελετουργικά μυ­στήρια μέσω των οποίων πίστευαν ότι μπορούσαν να ενωθούν με τον Θεό. Παράλληλα όμως είχαν διαμορφώσει διάφορες θεωρίες αυτολύτρωσης και υποστήριζαν επίσης τη λύτρωση μέσα από μία σειρά από μετενσαρκώσεις.

Χαρακτηριστικό της αυτοεκτίμησης των Γνωστικών είναι ότι πί­στευαν πως είχαν ήδη κατακτήσει την πατρότητα του Θεού, πράγμα που τους γέμιζε με ένα αίσθημα ανωτερότητας και μεγαλείου. Ε­πειδή λοιπόν κατά την υποκειμενική, ελιτιστική άποψή τους είχαν ήδη φτάσει στη λαμπρότητα και την ελευθερία των παιδιών του Θεού, θεώρησαν εαυτούς ικανούς να δώσουν νέες λύσεις σε προ­βλήματα ηθικής. Βέβαια οι λύσεις αυτές, όπως έλεγαν οι ίδιοι με υπερηφάνια, ήταν εφικτές μόνο για «ένα μόνο άνθρωπο στους χί­λιους και δύο στους δέκα χιλιάδες».

Έτσι, πρέσβευαν έναν αυστηρότατο ασκητισμό, με στόχο την πλή­ρη εξάλειψη του αισθησιασμού. Η ερωτική επαφή ήταν το πρώτο που καταδίκαζαν, σε βαθμό μάλιστα που δεν επιτρεπόταν ούτε καν για την απόκτηση παιδιών, αφού η αναπαραγωγή του είδους σημαί­νει απλά τη διαιώνιση της ανθρώπινης δυστυχίας. Η ακραία αυτή στάση οφειλόταν βέβαια στο ότι το κακό το θεωρούσαν ως μία φυ­σική ιδιότητα που είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένη με την ύλη.

Ας σημειωθεί ότι ο Γνωστικισμός θεωρήθηκε η πρώτη και πιο ε­πικίνδυνη αίρεση στο χριστιανικό κόσμο. Είναι ωστόσο φανερό ότι περισσότερο από τις δογματικές διαφορές, εκείνο που έκανε την εκκλησία σφοδρό πολέμιο του Γνωστικισμού ήταν οι εξουσιαστι­κές αξιώσεις της να θεωρείται η ίδια ως η μόνη οδός προς τη λύ­τρωση και όχι η γνώση – ή οτιδήποτε άλλο.

Έτσι όταν το 367 μ.Χ. ο αρχιεπίσκοπος Αλεξάνδρειας Αθανάσιος έδωσε την εντολή να καταστραφούν όλα τα αιρετικά συγγράματα, στο στόχαστρο ήταν κυρίως τα γνωστικά. Κατά πάσα πιθανότητα, τα γνωστικά ευαγγέλια και κείμενα που ανακαλύφθηκαν το 1945 στο Nag Hammadi της Αιγύπτου κρυμμένα σε μία σπηλιά προέρχο­νται από αυτά τα απαγορευμένα ως αιρετικά κείμενα. Είναι γνωστό ότι από το χώρο του Γνωστικισμού είχαν προκύψει αμέτρητα ευαγ­γέλια και ιστορίες αποστόλων, σημειωτέον ότι χρειάστηκαν δε πε­ρίπου 200 χρόνια μέχρι να αποκρυσταλλωθεί η Καινή Διαθήκη στη σημερινή της μορφή και να αποβληθούν τα απόκρυφα.

Γεγονός είναι πάντως ότι τα περισσότερα γνωστικά κείμενα εί­ναι πράγματι απόκρυφα, καθώς πολλά τμήματά τους είναι σε μεγά­λο βαθμό τελείως αντιφατικά, αυθαίρετα ή παράξενα, γι’ αυτό δεν πρέπει να αξιολογούνται το ίδιο με τη Βίβλο ή τις νέες αποκαλύ­ψεις. Όντως δεν είναι περίεργο που υπήρχαν τόσο πολλά απόκρυ­φα, αφού την εποχή εκείνη, εκτός από τις προφορικές παραδόσεις, υπήρχαν αμέτρητα πονήματα εμπνευσμένων από την ιστορία του Ιησού Χριστού και ως φαίνεται οι Γνωστικοί τα συνέλεγαν όλα χω­ρίς διάκριση.

Τα ευρήματα του Nag Hammadi δεν είναι όλα γνωστικής προέ­λευσης, ενώ μερικά από αυτά ήταν ήδη γνωστά από πολύ παλιότε­ρα, όπως το «Πίστις Σοφία», η Αποκάλυψη του Πέτρου, το Ευαγ­γέλιο του Πέτρου, το Ευαγγέλιο του Θωμά, το βιβλίο Ενώχ κ.ά.

Δεν είναι όμως όλα τα απόκρυφα κείμενα αυτόματα γνωστικού περιεχομένου καθώς μερικά είναι πραγματικά θεϊκής έμπνευσης. Ένα παράδειγμα είναι το πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου το οποίο εί­χε διατηρηθεί μόνο αποσπασματικά. Το 1843 υπαγορεύτηκε εκ νέ­ου ολοκληρωμένο στον Γιάκομπ Λόρμπερ και εκεί διαπιστώνεται οφθαλμοφανώς η συμφωνία της λορμπερικής καταγραφής με τα α­ποσπάσματα που έχουν διασωθεί.

Θα πρέπει κανείς να λάβει υπόψη γενικά ότι στους πρώτους χρι­στιανικούς αιώνες μετά τον Χριστό δεν υπήρχε μία καταγραμμένη διδασκαλία κοινά αποδεχτή. Έτσι κάθε κοινότητα είχε ως ένα βαθ­μό και τις δικές της αντιλήψεις, η δε χριστική διδασκαλία διατηρή­θηκε καθαρή εκεί όπου μπορούσε να ενεργεί το Άγιο Πνεύμα. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε πάντως στους παλιούς Γνωστικούς ότι τόνιζαν την αξία της γνώσης σε αντιδιαστολή με την εκκλησία που την ενδιέφερε κυρίως να περιφρουρήσει το ποίμνιο της, αν σκε­φτούμε μάλιστα ότι στην καθολική εκκλησία για παράδειγμα, η α­νάγνωση της Βίβλου ήταν απαγορευμένη στους λαϊκούς μέχρι το 1920 περίπου, για να μην μπορούν να σκεφτούν οι πιστοί αυτόνο­μα…. Στην Ισπανία ιδιαίτερα η ανάγνωση χωρίς την άδεια ενός κληρικού επέφερε μέχρι το 18ο αι. την ποινή του θανάτου.

Στα υπέρ των Γνωστικών πρέπει να καταλογιστεί επίσης το γε­γονός ότι είχαν εισάγει την ισοτιμία των γυναικών, όταν στις άλ­λες χριστιανικές κοινότητες τη γυναίκα την θεωρούσαν υποδεέστε­ρη του άντρα, παρ’ όλο που ο Χριστός είχε λυτρώσει όλους από το νόμο που ίσχυε στην παλιά Διαθήκη και είχε δώσει την υπόσχεση να εκχύσει το πνεύμα του πάνω από κάθε σάρκα (Πράξεις 2, 17).

Τον 3ο αιώνα ο Γνωστικισμός με τη μορφή του Μανιχαϊσμού α­πειλούσε να γίνει πλέον παγκόσμια θρησκεία. Σε απάντηση οι «ορ­θόδοξοι χριστιανοί» τον καταδίωξαν ανελέητα, με αποτέλεσμα να περάσει στην παρανομία. Με την καταπίεση ανάγκασαν τους Γνω­στικούς να συγκροτηθούν σε μυστικές εταιρείες μέσα από τις οποί­ες σφράγισαν το δυτικό εσωτερισμό ως Αλχημιστές, Ροδόσταυροι, Τέκτονες κ.ά.

Συνοψίζοντας, θα παρατηρήσουμε ότι παρ’ όλο που δεν είναι ό­λη η σκέψη στο Γνωστικισμό λανθασμένη και σε πολλά συμφωνεί με το θεϊκό Λόγο, ωστόσο εμπεριέχει επίσης πολλές διδασκαλίες που αποκλίνουν σαφώς από αυτόν. Και πρώτα-πρώτα για το λόγο ότι ο Γνωστικισμός υπερτονίζει τη σημασία της γνώσης και παρα­βλέπει ότι το κλειδί για τη γνώση είναι η αγάπη.

Για τους Γνωστικούς η λύτρωση από το διχασμό μεταξύ απρόσι­του καλού Θεού και απόλυτα κακής ύλης δεν έχει σχέση με την η­θική στάση, τα καλά έργα ή την πίστη, παρά εξαρτάται αποκλει­στικά από την υπερβατική γνώση.

Ίσως για το λόγο αυτό υπάρχει σήμερα μία έντονη αναβίωση του Γνωστικισμού με πολλές μορφές. Για να χαρακτηριστεί ένας Γνω­στικός «μυημένος» ή «φωτισμένος» αρκεί μόνο να κατέχει τη γνώ­ση. «Όποιος παίρνει τη γνώση και την καταλαβαίνει δεν θέτει πια ερωτήσεις» είναι το απόφθεγμα των Γνωστικών. Και εκεί καιρο­φυλακτεί ένας σημαντικός κίνδυνος: οι φαινομενικά μόνο γνώστες, μυημένοι και φωτισμένοι αυταπατώνται ότι είναι ήδη πολύ προχω­ρημένοι στην ατραπό της γνώσης και δεν είναι πια ανοικτοί σε κα­μία κριτική είτε από τρίτους ή και από τον ίδιο τους τον εαυτό. Για­τί απλά η αυταρέσκειά τους είναι πια πολύ μεγάλη.

Για το θέμα του New Age και των σύγχρονων πνευματικών κινη­μάτων σημασία έχει να τονιστούν οι συγγένειες της γνωστικής διδασκαλίας περί Αιώνων και της ει­κόνας του Χριστού που πρεσβεύει ο Γνωστικισμός αφενός, με τις αντιλήψεις της ινδικής θεοσοφίας (π.χ. Μπέιλυ) και της ανθρωποσοφίας του Στάινερ αφετέρου.

Από αυτήν την εκλεκτική συγγένεια καθίσταται σαφής η προέ­λευση αυτών των διδασκαλιών.

Η ΚΑΜΠΑΛΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΑΡΩ

Η Κάμπαλα και το Ταρώ, αμφότερα πασίγνωστα στον εσωτερισμό, θεωρούνται δύο πυλώνες του, αν και έχουν τόσο στενή συγγένεια που στην ουσία αποτελούν μία ενότητα. Το όνομα Κάμπαλα σημαίνει «προφορική παράδοση». Δεν είναι εξακριβωμένο εάν πρόκειται για μία ινδική, αιγυπτιακή ή χαλδαϊκή παράδοση. Πάντως φαίνεται ότι ήταν οι Εβραίοι τους καιρούς της Παλ. Διαθήκης που συγκέντρωσαν τις καμπαλιστικές δοξασίες υπό τη μορφή μυστικής διδασκαλίας, η οποία παρέμεινε άγνωστη στο λαό. Κατά το Ν. Κανακάρη, συγγραφέα του αντίστοιχου κεφαλαίου στο βιβλίο ΜΑΓΕΙΑ, των εκδόσεων Αρχέτυπου, οι Εβραίοι εξασκούσαν φανατικά τη μαγεία την εποχή προ Χριστού, και μάλιστα μολονότι απαγορευόταν υπό την απειλή του θανάτου δια λιθοβολισμού. Αυτή η παραδοσιακή εβραϊκή μαγεία απετέλεσε ένα βασικό πυλώνα της Καμπάλα. Το βέβαιο είναι ότι δεν πρόκειται για την πρωτότυπη εκδοχή της. Εκτός αυτού ό,τι διασώζεται συνήθως είναι σκοτεινό και σε μία δυσνόητη γλώσσα, ξένη προς τη σημερινή νοοτροπία.

Ανάμεσα στον 7ο και στο 15ο αιώνα η Καμπάλα γνώρισε μία καινούργια αναγέννηση. Πάντως από το 12ο αι. κι ύστερα εξελισσόταν όλο και πιο πολύ σε μία μυστική δοξασία, μακριά από την εβραϊκή Κ… Έτσι ήρθε πιο κοντά στο Γνωστικισμό, στην αρχαία φιλοσοφία και στον αποκρυφισμό. Όλες αυτές οι πηγές συναποτελούν το υπόβαθρο για την αλληγορική-απόκρυφη ερμηνεία των γραμμάτων της αλφαβήτου, των ονομάτων, αριθμών, ήχων, χρωμάτων, πλανητών, μετάλλων κλπ.

Με την παρακμή της επιστημονικής αναζήτησης μεταξύ των Εβραίων της διασποράς, ιδίως μετά το διωγμό τους από την Ισπανία το 1492, οι καμπαλιστικές μελέτες άνθισαν πάλι. Ωστόσο σύντομα εκφυλίστηκαν σ’ ένα είδος μαγείας και μαγικής ερμηνείας των γραμμάτων της αλφαβήτου, σε βαθμό δεισιδαιμονίας.

Στη σύγχρονη εποχή η Καμπάλα εμπλουτίστηκε με ανατολικές σοφίες. Έτσι σε τελευταία ανάλυση έχει μεγάλη συνάφεια με το Γνωστικισμό, τη μεταφυσική, τη μαγεία (συμπεριλαμβανομένης και της μαύρης) και ιδίως την αριθμολογία. Σήμερα η ενασχόληση με την Καμπάλα έχει εν μέρει και την έννοια ενός άνευ νοήματος παιχνιδιού με αριθμούς.

Η αραμαϊκή ή αρχαία εβραϊκή Κ. βασίζεται σ’ ένα σύστημα που το αποτελούν τα 22 γράμματα της εβραϊκής ΑΒ, τα οποία θεωρούνται αρχέτυπες ιδέες και συνάμα δονητές ενέργειας. Για τούτο το λόγο τα μαγικά ρητά και τα μαγικά διαγράμματα περιέχουν κυρίως εβραϊκές λέξεις. Το κάθε γράμμα αντιστοιχεί σ’ ένα ιερογλυφικό σημείο, σε μία ιδέα, σ’ έναν αριθμό και σ’ έναν ήχο. Όταν κάποιος γνωρίζει να το ερμηνεύσει και να το χειριστεί όπως πρέπει, μπορεί να εκμαιεύσει γνώση και δημιουργική ενέργεια. Θεωρείται ότι συγκεκριμένες ομάδες γραμμάτων ενεργοποιούν συγκεκριμένες ακολουθίες ενέργειας προς τα έξω και επιδράσεις στα τσάκρας προς τα μέσα. Λέγεται ότι η αποτελεσματικότητα της μυστικής εφαρμογής της Κ. και του Ταρώ για μαγικούς σκοπούς έχει αδιάσειστα αποδειχτεί στην πράξη.

Είναι γνωστό ότι η απόκρυφη γνώση σχετικά με την εφαρμογή μυστηριακών δυνάμεων εύκολα παρασύρει σε κατάχρησή τους. Έτσι και γνώστες της Κάμπαλας και του Ταρώ στην πράξη έχουν εξοκείλει στη μαύρη μαγεία επανειλημμένα. Παρ’ όλο που θα ‘πρεπε να το γνωρίζουν, (προτιμούν να) αγνοούν ότι τέτοιες πρακτικές λειτουργούν πάντα σαν μπούμερανγκ. (Ρ. Πάσσιαν)

Στην εβραϊκή γλώσσα κάθε γράμμα, αριθμός ή λέξη έχει πολλές δυνατότητες ερμηνείας. Όταν αντικατασταθούν τα γράμματα μιας λέξης ή ενός ονόματος από συγκεκριμένους αριθμούς, ο απόλυτος αριθμός που προκύπτει οδηγεί στην αποκάλυψη της φύσης ή της μοίρας του φορέα τους. Ως αποτέλεσμα έχουν προκύψει έτσι κάθε λογής ανούσια παιχνιδάκια με αριθμούς και δεισιδαίμονες πρακτικές.

Επιπλέον η όλη υπόθεση κρύβει και ένα ανυπέρβλητο πρόβλημα. Και αυτό είναι ότι δεν υπάρχει μία ενιαία ταξινόμηση ή συμφωνία για το πώς αντιστοιχούν οι αριθμοί στα γράμματα. Στην πράξη, ο καθένας ακολουθεί φανατικά τη δική του θεωρία, όπως γίνεται και στην αστρολογία. Σε τελευταία ανάλυση η ενασχόληση με την Κ. ή την αριθμολογία κάθε μορφής είναι χάσιμο χρόνου. Γιατί τα αλφάβητα διαφέρουν σημαντικά από τη μία γλώσσα στην άλλην και ως εκ τούτου είναι αδύνατο να συσχετιστούν με γράμματα κι αριθμούς της αρχαίας εβραϊκής ή της ελληνικής ΑΒ.

Μπορεί να είναι διασκεδαστικό να προσπαθεί κάποιος να ερμηνεύσει με βάση την Κ. το όνομα ενός ανθρώπου κι έτσι να συνάγει συμπεράσματα για την προσωπικότητά του. Ωστόσο το αληθινό, εσωτερικό, προαιώνιο όνομά του, «είναι γραμμένο στο Βιβλίο της Ζωής», όπως λέγεται στην Αγία Γραφή. Και αυτό δεν το ξέρουμε παρατηρεί σωστά ο Ρ. Πάσσιαν.

Από τα πανάρχαια χρόνια οι άνθρωποι πίστευαν ότι μπορούσαν να επηρεάσουν θεούς, πνεύματα και δαίμονες εφόσον γνώριζαν τ’ όνομά τους. Στη μαγική θεώρηση εκείνος που γνωρίζει το όνομα ή έχει την εικόνα ενός όντος, έχει εξουσία πάνω του. Αυτή η αντίληψη ήταν διαδεδομένη στην αρχαιότητα στην Ανατολή, κι αυτή εξηγεί επίσης την επιφυλακτικότητα των Ισραηλιτών να προφέρουν ολόκληρο το όνομα Ιεχωβά. Πολλές αρχαίες φυλές εξάλλου κρατούσαν μυστικό το όνομα του Θεού τους από φόβο μήπως επικαλεστούν τη βοήθειά του και οι εχθροί τους. Έτσι και οι καμπαλιστές μάγοι μόνο με τη γνώση των μυστικών ονομάτων και με τη σωστή προφορά τους μπορούσαν να επικαλεστούν άγγελους ή και δαίμονες και να εξασφαλίσουν τη βοήθειά τους με την προσφορά θυσιών. Οι Καμπαλιστές πιστεύουν ότι οι λέξεις δύναμης που χρησιμοποιούν, είναι τόσο ισχυρές που μπορούν να δονήσουν το σύμπαν ώστε να υποταχθεί στις επιθυμίες τους. Μαγικά φυλαχτά και σφραγίδες συμπληρώνουν το σκηνικό της «θεουργίας». (Ν. Κανακάρης)

Ο μάγος κι εκείνος που επικαλείται πνεύματα γι’ ανάλογους σκοπούς πρέπει βέβαια να γνωρίζει καταρχάς τις πρακτικές της μαγείας. Συνάμα όμως πρέπει να γνωρίζει τα πραγματικά ονόματα «θεών» και δαιμόνων για να μπορεί να τους αναγκάσει να τον βοηθήσουν.* Γι’ αυτόν το λόγο γνώστες όπως ο Ρ. Πάσσιαν προειδοποιούν για τους κινδύνους των μαγικών πρακτικών θεουργίας με τα 72 «θεία ονόματα» της Κ., που καμία σχέση δεν έχουν με τον θεό σύμφωνα με τη χριστιανική αντίληψη. Αντίθετα, όπως παραδέχτηκε ένας «θεουργός», υπάρχει μεγάλη δυνατότητα να ενεργοποιηθούν καταστροφικές φυσικές δυνάμεις, «εάν ο μάγος δεν έχει εξουσία πάνω τους».

Το Ταρώ

Το ταρώ τώρα είναι μία μορφή χαρτοπαίγνιου με συμβολική σημασία. Υποτίθεται ότι τα σύμβολα και οι αριθμοί του ταρώ βρίσκονται ήδη στις προφητείες του Ιεζεκιήλ. Στον εσωτερισμό θεωρείται αστείρευτη πηγή σοφίας, σύστημα μύησης και πεπτουσία της Κ. που εκφράζεται με ευκολονόητα σύμβολα. Εκτός αυτού το ταρώ αποτελεί μία από τις βάσεις για την προφορική σπουδή της μαγείας.

Το ταρώ αποτελείται από 78 φύλλα, εκ των οποίων τα 22 είναι τα σημαντικά, τα μεγάλα arcana, από τo λατινικό arcanum=μυστήριο, μυστικό. Η σημασία των μεγάλων arcane δεν έχει εξακριβωθεί ακόμη με βεβαιότητα.

Κατά πάσα πιθανότητα προέρχονται από τη βίβλο Θωθ της αρχαίας Αιγύπτου. Ο Θωθ ήταν ένας αιγύπτιος θεός που είναι πιο πολύ γνωστός ως Ερμής ο Τρισμέγιστος.

Αργότερα οι Ισραηλίτες προφανώς υιοθέτησαν τα σύμβολα του Θωθ (τα ιερογλυφικά) και τα συνέδεσαν με τη μυστική σημασία των γραμμάτων της εβραϊκής ΑΒ. Πάντως η εσωτερική έννοια των συμβόλων αυτών χάθηκε οριστικά μέσα στο πέρασμα του χρόνου.

Η Κάμπαλα υπό το χριστιανικό πρίσμα

Ασφαλώς τα πάντα στην Πλάση έχουν πνευματικό νόημα. Γι’ αυτό ήδη τον 6ο αι. π.Χ. ο Πυθαγόρας διαπίστωνε ότι «όλα τα πράγματα είναι αριθμοί». Επομένως, γράμματα, αριθμοί και ονόματα έχουν θεόθεν την ιδιαίτερη σημασία τους. Ωστόσο αναμφισβήτητα υπάρχει ένας περιορισμός που αποκαλύπτεται θεόθεν στην Μπέρτα Ντούντε:

«Είναι σωστή η σκέψη σας ότι κάθε όνομα έχει την έννοιά του, αλλά εσείς δεν είσαστε ικανοί να την ανακαλύψετε».

Κατά συνέπεια μόνο το αφυπνισμένο από την αγάπη πνεύμα είναι ικανό να ερευνήσει τα Βάθη της θείας σοφίας (Προς Κορ. Α΄ 2,10) και να κρίνει σωστά. Όπως λέγεται στην Ντούντε:

«Το πνεύμα πρέπει να δραστηριοποιηθεί μέσα σας, εάν θέλετε να έχετε καθαρή γνώση για όλα τα πράγματα, εάν θέλετε να σκέφτεστε σωστά και να κινείστε μέσα στη θεϊκή Αλήθεια.

Δεν ωφελεί σε τίποτα απολύτως το να θέλετε να εισδύσετε σε θεία μυστικά της Δημιουργίας, χωρίς τη βοήθεια του πνεύματος, το οποίο γνωρίζει τα πάντα, καθώς είναι μερίδιο του Θεού και γι’ αυτό μπορεί επίσης να μεταδώσει τη γνώση σε σας τους ανθρώπους.

Την επιθυμία του ανθρώπου να ανακαλύψει ό,τι είναι απόκρυφο δεν μπορούν να την ικανοποιήσουν άλλοι άνθρωποι. γιατί αυτά που ο Θεός κρατάει κρυφά, δεν θα μπορέσουν να τα ξεσκεπάσουν οι άνθρωποι, εκτός εάν ο ίδιος ο Θεός τούς τα δείξει για να τους βοηθήσει ν’ ανέλθουν ψηλότερα…»

Επομένως για ν’ αποκαλύψει ο Θεός μυστικά της Δημιουργίας του, θέτει ορισμένους όρους και ο Κύριος εξ αυτών είναι η αγάπη και ως απόρροια αυτής η ζωντανή πίστη. Επιπλέον προϋπόθεση είναι επίσης μια ορισμένη ωριμότητα του ανθρώπου, ώστε να μπορεί να παραλάβει και να καταλάβει σωστά τέτοια μυστήρια.

Όσον αφορά δε σε άγνωστες πτυχές τής προσωπικής μας ζωής, αυτές αποκαλύπτονται ακόμη πιο δύσκολα για να μην περιοριστεί η ελευθερία της βούλησής μας. Άλλωστε γι’ αυτό δεν έχουμε ανάμνηση της προηγούμενης ζωής μας.

Άρα μόνο μέσω της αγάπης μπορεί να μάθει κανείς τα μυστικά της ύπαρξής του κι αυτό μόνον όταν έχει κατακτήσει ένα σημαντικό βαθμό ωριμότητας. Γι’ αυτό τέτοιες προσωπικού χαρακτήρα αποκαλύψεις όταν δίνονται, δίνονται συνήθως λίγο πριν την αποσωμάτωση ή στην περίπτωση που κάποιος έχει να επιτελέσει μία ιδιαίτερη αποστολή στην ανθρωπότητα όπως π.χ. θα συμβαίνει με τον πρόδρομο του Χριστού πριν την έσχατη Κρίση.

Εξάλλου στο Μεγάλο Ευαγγέλιο του Ιωάννη του Γ. Λόρμπερ τόμος VI 223, 6, ο Ιησούς προσάπτει στους γραμματείς του Ναού ότι για ιδιοτελείς, σκοταδιστικούς λόγους είχαν χαρακτηρίσει απορριπτέα το έκτο και το έβδομο βιβλίο και το προφητικό επίμετρο του Μωυσή, τα οποία θα είχαν αποτελέσει ένα φωτεινό οδηγό για κάθε ανθρώπινο πρόβλημα, εάν είχαν παραμείνει γνωστά. Αντ’ αυτού δε είχαν εισαγάγει την Κάμπαλα που προερχόταν από τις αρχαίες αιγυπτιακές θεότητες.

Και σ’ ένα άλλο σημείο του ίδιου έργου (τόμος X 203, 11) ο Ιησούς εξηγεί στους μαθητές του:

«Όσον αφορά στις φυσικές επιστήμες δεν έχετε καμία ιδέα. Αντίθετα οι Ρωμαίοι κατέχουν πολλές σημαντικές γνώσεις σ’ αυτούς τους τομείς και ξέρουν να διακρίνουν τις συνθήκες που υπάρχουν στη φύση. Αυτά εσείς οι Εβραίοι τ’ αγνοείτε και μάλιστα ήδη από τον καιρό των πρώτων Κριτών (σ.τ.μ. μεταξύ 1400 – 1100 π.Χ.). Αυτοί γνώριζαν τους νόμους της φύσης από τα δύο βιβλία του Μωυσή που εσείς οι Ιουδαίοι τα αποκηρύξατε. Στη θέση τους δημιουργήσατε μία Κάμπαλα της οποίας το περιεχόμενο είναι χειρότερο από οποιονδήποτε εθνικό φιλόσοφο».

Αποκρυφισμός και Αλχημεία

Δεν μπορούμε να ασχοληθούμε με τη μαγεία χωρίς ν’ αναφερθούμε ταυτόχρονα και στην αλχημεία και ιδιαίτερα στις καταβολές και στις συνέπειές της στην πνευματική ζωή της ανθρωπότητας μέχρι και σήμερα. Καταρχάς θα δούμε τι θεωρούν οι ίδιοι οι αλχημιστές για την τέχνη τους και στη συνέχεια θα επικεντρωθούμε σε μερικά από τα κέντρα βάρους της αλχημείας.

Εννοείται ότι σ’ αυτήν την εξέταση θ’ αναφερθούμε επίσης σε ορισμένες, σπάνιες λαμπρές φυσιογνωμίες της ακμής της αλχημείας, όπως ο Παράκελσος.

Παράλληλα όμως θα δείξουμε και τις αρνητικές συνέπειες που είχε το μείγμα μαγικής –νεοπλατωνικής –μεσαιωνικής σκέψης τόσο σε κύκλους των διανοούμενων όσο και στον απλό λαό. Γιατί τα παραπροϊόντα της αλχημείας ήταν μ.ά. οι ψευτοεπιστήμονες αστρολόγοι, οι μαγγανευτές και οι μαύροι μάγοι, και τα αναρίθμητα βιβλία με οδηγίες μαγείας. Όλο αυτό το σκηνικό οδήγησε σε παράπλευρες απώλειες με τρομερές συνέπειες: την ασύμμετρη πίστη στη δαιμονική –διαβολική κυριαρχία και το κυνήγι των μαγισσών που προέκυψε απ’ αυτήν την πίστη.

Οι καρποί των ρευμάτων αυτών επιβίωσαν και πολύ αργότερα, ακόμη και στους μεταγενέστερους Ροδόσταυρους και Τέκτονες. Τα πνευματικά παράγωγα της μεσαιωνικής σκέψης τα συναντάμε μέχρι και σήμερα, με λίγο ως πολύ εύηχα ονόματα στο ευρύ πεδίο του εσωτερισμού. Έτσι θα

ανατρέξουμε στις πηγές πολλών παραδόσεων και φαινομένων του εσωτερισμού, που μας απασχόλησαν ως τώρα.

Ο παλαιότερος Αποκρυφισμός

Αποκρυφισμός είναι ένας συλλογικός όρος που περιλαμβάνει τις μυστικές δυνάμεις που δρουν στη σφαίρα της ψυχής, της φύσης και στις σχέσεις μεταξύ των δύο.

Αποκρυφιστές είναι εν μέρει μεγάλοι φιλόσοφοι και ερευνητές που πειραματίζονται, ανοίγουν δρόμους, γράφουν βιβλία, δημιουργούν σχολές σκέψης και μυστικές εταιρείες. Είναι ευνόητο βέβαια ότι εκτός από σοβαρούς διανοητές, υπάρχουν και μεγάλοι τσαρλατάνοι οι οποίοι αναζητούν προσωπική δόξα, επιρροή και χρήμα.

Η πιο αντιπροσωπευτική φιγούρα στην πρώτη κατηγορία στα τέλη του Μεσαίωνα ήταν ο Κορνήλιος Αγρίππας φον Νέττεσχαϊμ (1487-1553).

Το 1511 συνέγραψε το πρωτόλειο έργο του “De occulta philosophia”, για την απόρυφη φιλοσοφίαωστόσο το έδωσε για έκδοση πολύ αργότερα, το 1530, αναγκασμένος εκ των πραγμάτων να παρέμβει, προκειμένου να βάλει τέλος σε μία πληθώρα από ψευδεπίγραφα συγγράμματα που χρησιμοποιούσαν το όνομά του. Τον ίδιο καιρό δημοσίευσε το δεύτερο κύριο έργο του με τον τίτλο “De incertitudine et vanitate scientiarum et artium et excellentia verbi divini”, για την αβεβαιότητα και τη ματαιότητα των επιστημών, σε αντιδιαστολή με την υπεροχή του θείου Λόγου. Σ’ αυτό το έργο αποκήρυξε το πρώτο του βιβλίο και δήλωσε ότι δεν υπάρχει βεβαιότητα στη γνώση, επειδή είμαστε πεπερασμένα και εφήμερα όντα. “Deus veraxhomo mendax” ήταν μία μόνιμη ρήση του. καθώς μόνον ο θεός είναι αληθινός και ο άνθρωπος ψεύδεται, μονάχα η Αγία Γραφή είναι φερέγγυα. Στη βάση τού ότι μόνο ο θεός είναι η αλήθεια, αποκήρυξε επίσης τη μαγεία και την αστρολογία, τις οποίες εξεθείαζε στο νεανικό του έργο.

Ωστόσο ο τίτλος του νεανικού του πονήματος πέρασε στην ιστορία, καθότι καθιέρωσε τον όρο «αποκρυφισμός» εννοώντας σκοτεινές, μυστηριώδεις διδασκαλίες συμπεριλαμβανομένης και της μαγείας. Εκείνη την εποχή τα όρια μεταξύ επιστήμης και μαγείας ήταν ρευστά για τους περισσότερους. Στοχαστές όπως ο Αγρίππας βασίστηκαν στη νεοπλατωνική φιλοσοφία, προκειμένου ν’ αποδείξουν την ενότητα επιστήμης και μαγείας. Ο Αγρίππας, όπως και ο νεοπλατωνιστής μάγος, ήθελε να επιτύχει την ανάβαση στον ουρανό για ν’ αποσπάσει τη θεία συνδρομή.

Οι νεοππλατωνιστές θεουργοί υποστήριξαν ότι ο άνθρωπος πρέπει να βοηθηθεί από ένας θεό για να πετύχει τη θέωσή του. Με τη θεουργία μπορεί να ενεργοποιήσει τον θεό, ώστε να του δώσει αυτά που θέλει, γνώσεις, ικανότητες κλπ. «Γι’ αυτό και τα όρια μεταξύ θεουργίας και μαγείας παρέμεναν συνήθως ασαφἠ. Η θεωρία της θεουργίας, όπως και της μαγείας, βασίζεται στην αρχή της παγκόσμιας συμπάθειας, δηλ. της πίστης σε μία κρυφή ενότητα μεταξύ εικόνας και πρωτοτύπου. Επενεργώντας με το σωστό τρόπο πάνω στη θεϊκή εικόνα, ο θεουργός (ή ο μάγος) μπορούσε να κινήσει τον ίδιο το θεό (ή το δαίμονα) (Θρησκειολογικό Λεξικό, εκδ. Ελληνικά Γράμματα)

Ωστόσο παρ’ όλο που αναθεώρησε τη στάση του απέναντι στο νεανικό του πιστεύω, η ζημιά είχε ήδη γίνει και του έμεινε ανεπανόρθωτα το στίγμα του μάγου (βλ. π.χ. στην Εγκυκλοπαίδεια Δομή τη λανθασμένη παρουσίαση του έργου του ως «κατά της επιστήμης»).

Εντούτοις η φήμη του Αγρίππα παρέμεινε αμφιλεγόμενη. Μία τέτοια υστεροφημία δεν είναι ασυνήθιστη στο χώρο του αποκρυφισμού. Στη λαϊκή δεισιδαιμονία υπάρχει η πλάνη, η παράλογη πίστη σε υπερφυσικές και μυστηριώδεις δυνάμεις, η οποία πίστη κληρονομιέται αμετάβλητη άκριτα και παραδοσιακά.

Αντίθετα στον λόγιο αποκρυφισμό η πίστη του πρώτου διδάξαντα δημιουργεί μία σχολή σκέψης. Βέβαια εάν δεν έχει μείνει πίσω του πλήρως καταγεγραμμένη η διδασκαλία του, συμβαίνει συχνά να εμφανίζονται ξαφνικά πάπυροι, βιβλία κ.τ.ό. που «πέφτουν από τον ουρανό» ή ξεθάβονται από κάποια κρυψώνα, όπως π.χ. έγινε με τους Ροδόσταυρους. Τότε δεν είναι σπάνιο μέσα από τέτοιες «ανακαλύψεις», που βρίθουν από προσθήκες και διαστρεβλώσεις, ο φιλόσοφος να μεταμορφωθεί σε μάγο. Έτσι π.χ. τον Αλβέρτο τον Μέγα ο θρύλος τον μετέτρεψε σ’ ένα μάγο που κατασκεύασε το γκόλεμ, ένα ανθρώπινο ομοίωμα που ζωντανεύει με μία καμπαλιστική τεχνική, με σκοπό να υπηρετεί το δημιουργό του.

Στη χειρότερη περίπτωση, οι οπαδοί του φιλόσοφου που έχει μετατραπεί σε μάγο αναζητούν το μυστήριο και το παράλογο που θα γαργαλίσουν την περιέργειά τους, όπως έγινε π.χ. με τον Παράκελσο. Στην καλύτερη περίπτωση, οι οπαδοί είναι εσωτεριστές, οι οποίοι συνεχίζουν την επιστημονική σχολή του δάσκαλου με υπεύθυνη στάση απέναντι στην παράδοση αλλά και απέναντι σε νέα ρεύματα σκέψης. Συνήθως όμως με τον καιρό η διδασκαλία αναμειγνύεται με αποκρυφιστικά στοιχεία, όπως έγινε και στην περίπτωση του Αντρεάε, πατέρα της ροδοσταυρικής ιδεολογίας, όπως διαπιστώθηκε στο κεφάλαιο για το Ροδοσταυρισμό. (βλ. Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΓΥΜΝΟΣ!) Η ιστορία, ιδίως του 20ού αιώνα, δείχνει παραστατικά ότι όταν απαξιώνονται θεσμοί και παλιές αυθεντίες όπως λ.χ. η χριστιανική πίστη, τη θέση τους καταλαμβάνουν νέες κοσμοθεωρίες που βασίζονται στον αποκρυφισμό.

Ας δούμε τι λέει η εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ για την αλχημεία:

αλχημεία: (αραβ.alkimiyo). Ψευδοεπιστήμη που ασκήθηκε κατά την τελευταία περίοδο της αρχαιότητας και στη διάρκεια του Μεσαίωνα. Σκοπός της ήταν η μετατροπή οποιουδήποτε μετάλλου σε χρυσό, ενώ ορισμένοι κλάδοι της οδήγησαν σταδιακά στη σύγχρονη χημεία.

Οι έρευνες των αλχημιστών εντοπίστηκαν στην προσπάθεια εύρεσης μιας στερεός ουσίας, της επονομαζόμενης φιλοσοφικής λίθου, ικανής να πραγματοποιήσει αυτή τη μετα­τροπή. Από αυτή την ουσία ή από άλλα συνθετικά θα ήταν δυνατή στη συνέχεια, όπως νόμιζαν οι αλχημιστές, η σύνθεση ενός ελιξιρίου μακροζωίας, το οποίο θα μπορούσε να παρατείνει απεριόριστα την ανθρώπινη ύπαρξη (πανάκεια). Σύμφωνα με ορι­σμένα αλχημιστικά κείμενα (μυστικιστική ή  εσωτε­ρική α.), η φιλοσοφική λίθος δεν μπορεί να βρεθεί εμπειρικά, με ένα σύνολο εννοιών και μεθόδων, αλλά μόνο με τη θεία εύνοια· δεν πρόκειται, επο­μένως, για υλική αναζήτηση, αλλά για σύμβολο μιας εσωτερικής εμπειρίας, την οποία βιώνει ο άνθρωπος για να φτάσει σε μια ανώτερη πνευματική ανάπτυξη. Αναμφίβολα τόσο η μυστικιστική όσο και η εμπειρική α. εμφανίζονται συνδεδεμένες, ενώ η γλώσσα των αλχημιστών -οι οποίοι έκρυβαν κάτω από συμβατικά ονόματα τις διάφορες ουσίες που χρησιμοποιούσε η επιστήμη τους- εμφανίζεται αινιγματική και μαγική. Ωστόσο, αν και η α. στηριζόταν σε μαγικές ή μετα­φυσικές βάσεις και όχι στην κυριολεξία πειραματι­κές, οι μέθοδοί τους, τις οποίες πολλοί πρόσεξαν και μιμήθηκαν, προσέφεραν πολύτιμη συμβολή στην εμφάνιση της χημείας, έτσι ώστε δικαιολογημένα να θεωρείται η α. ως το πρώτο και απαραίτητο σκαλο­πάτι της νεότερης επιστημονικής έρευνας.

Οι αρκετά συγκεχυμένες πρώτες αρχές της ανά­γονται στον ελληνικό, βαβυλωνιακό και ινδικό πολιτισμό.

Οι Άραβες πήραν τις έννοιες και τις μεθόδους και τις ανέπτυ­ξαν, με Βάση όσα είχαν μάθει σχετικά με το συγκε­κριμένο θέμα από τις συχνές τους επαφές με τους Κινέζους.

Αφού δέχτηκε την αραβική επί­δραση, η α. έφτασε γύρω στο 1000 στην Ευρώπη, όπου έγινε ευνοϊκά δεκτή από ανθρώπους της επι­στήμης αλλά και απατεώνες, συνάντησε όμως την εχθρότητα της Εκκλησίας, που υποψιαζόταν πηγές αιρέσεων. Με την πάροδο του χρόνου, μολονότι οι αλχημιστές δεν εγκατέλειπαν την ελπίδα ανεύ­ρεσης της φιλοσοφικής λίθου ή του ελιξιρίου της μακροζωίας, αναδύθηκαν τα πρώτα προβλήματα που αποτέλεσαν τις Βάσεις της σύγχρονης χημείας. Τον 13ο αι. προσωπικότητες όπως ο Βάκων, ο Αρνόλντους Βιλανοβάνους και ο Ραμόν Λούλιο, αφιερώθηκαν στη μελέτη των κραμάτων και των χρωστικών ουσιών. Τον 16ο αι., που μαζί με τον προηγούμενο αντιπροσωπεύουν την περίοδο ακμής των αλχημιστικών μελετών, έζησε και ο περίφημος Παράκελσος.

Ο Παράκελσος επηρέασε σημαντικά την αλχημεία της εποχής του. Δίπλα στα τέσσερα βασικά στοιχεία του Αριστοτέλη (γη, νερό, αέρας, φωτιά), πρόσθεσε τον υδράργυρο, (που γι’ αυτόν αντιστοιχεί στο πνεύμα), το θείο (στην ψυχή) και το άλας (στο σώμα).

Μετά τον Παράκελσο η αλχημεία ακολούθησε δύο διαφορετικούς δρόμους. Ο ένας περισσότερο φιλοσοφικός, δρόμος της πίστης, πρέσβευε κάθαρση και ανάβαση από τα κάτω προς τα πάνω. Γι’ αυτό ο ευγενής αγώνας αφορούσε τον καθαρισμό καθετί ακάθαρτου, όπως στα ευτελή μέταλλα έτσι και στον άνθρωπο.

Παράλληλα όμως αναπτύχθηκε και η άλλη αλχημεία των υλιστών, ακόρεστων φιλάργυρων, που στους φούρνους τους προσπαθούσαν να μετατρέψουν το μόλυβδο ή τον ψευδάργυρο σε χρυσάφι.

Σ’ ένα από τα κορυφαία έργα (και) για την αλχημεία, το «Πανσοφία, Μία Απόπειρα Ανάλυσης της Ιστορίας της Λευκής και της Μαύρης Μαγείας», ο ερευνητής W.EPeuckert γράφει στην κατακλείδα του:

«Ανθρώπινη λαχτάρα κι ανθρώπινη ελπίδα είδαμε να διατρέχουν διακόσια χρόνια αλχημείας. Δύο δρόμοι έχουν δοθεί στον άνθρωπο για να βρει και να γνωρίσει τον Θεό. Ο αριστερός δρόμος άνοιξε το Βιβλίο της Φύσης, το Liber naturae, και μέσα από την Πλάση δίδαξε τον Πλάστη. Και δίδαξε τις δυνάμεις που βρίσκονται στην εξωτερική Πλάση. Και οδήγησε στη φυσική μαγεία, τη Magia naturalis. Και όπου αυτή δεν ήθελε να βοηθήσει, οδήγησε υποχθόνια, στις μέγκενες της κόλασης.

Ο δεξιός δρόμος – της γνώσης του Θεού – θέλγει τον αναζητητή προς τη λευκή μαγεία. Αλλά τι είναι η λευκή μαγεία; Εάν την επιθυμεί κάποιος αυθαίρετα, είναι ο λάθος δρόμος. Εάν δίνεται χάρισμα, από τον Ύψιστο, δίνεται στον ένθεο, στον θεόληπτο. Στον άνθρωπο που αφήνει τα πάντα πίσω του και ποθεί την Ένωση, τη Μέθεξη. Αλλά γι’ αυτόν η μαγεία είναι τότε πια μόνο βούρκος…»

Οι Αλχημιστές*

«Εκείνοι οι άνθρωποι που ήδη από πανάρχαιους χρόνους ασχολούνταν με τη σκοτεινή πλευρά της επιστήμης και ονομάζονταν μάγοι, αστρολόγοι, αλχημιστές, όλοι τους είχαν μία αμυδρή αίσθηση ότι κάτι πολύ μεγαλύτερο κι ανώτερο κρύβεται πίσω απ’ όσα δείχνει ορατά η φύση στον άνθρωπο. Μέσα στη σιγαλιά της νύχτας κρυφάκουγαν την πορεία των άστρων, αφού μελετούσαν κυρίως κατά τη διάρκεια της νύχτας, ακριβώς επειδή το πνεύμα τους ήταν πιο συγκεντρωμένο τη νύχτα παρά την ημέρα. Μέσα στο σκοτάδι της νύχτας τούς περιτριγύριζε το μεγάλο Πνεύμα της σιγηλής, αδιόρατης δράσης, το οποίο διαπερνά ολόκληρο το σύμπαν Μου. Αισθάνονταν την επενέργειά του, αλλά το ίδιο το Πνεύμα δεν το γνώριζαν και γιατί άραγε; Γιατί οι ίδιοι εμφορούνταν από μία υπέρμετρα κοσμική νοοτροπία, επιδίωκαν αποκλειστικά το ατομικό τους όφελος και ήθελαν να χρησιμοποιήσουν κάθε πιθανή ανακάλυψη τους αποκλειστικά για ν’ αυξήσουν την επιρροή και την εξουσία τους.

Αυτός ήταν ο λόγος που κανένας τους δεν βρήκε κάτι σωστό ούτε τη «Φιλοσοφική Λίθο» ούτε το «Arcanum longae vitae», το ελιξίριο της μακροζωίας, ούτε έγιναν πιο σοφοί και τελικά έπρεπε να πεθάνουν όπως όλοι όσοι γεννιούνται.

Εκείνο που αυτά τα πλανημένα παιδιά χαρακτήριζαν πότε με λατινικά και πότε με ελληνικά ονόματα, Συμπαντικό Νου, είναι, ήταν και θα μείνει η Βούλησή Μου. ή με άλλα λόγια η αέναα ενεργή Δύναμη, που συντηρεί, καταστρέφει και δημιουργεί εκ νέου τα πάντα, προκειμένου να τα οδηγήσει όλα πάλι πίσω σ’ Εμένα δια της πνευματικής οδού μέσα από μία σειρά συνθέσεων και μεταμορφώσεων.

Πότε – πότε αναδυόταν μία φωτεινή σκέψη στο μυαλό ενός τέτοιου νυκτερινού μελετητή, όμως ήθελε να συλλάβει εγκεφαλικά κάτι που δεν ήταν για τον εγκέφαλο, το τιτλοφορούσε με ξένα ονόματα με μία μυστηριακή πατίνα, έτσι ώστε η βλακεία γινόταν ακόμη πιο βλακώδης. Ήθελε να κάνει τους άλλους να πιστέψουν αυτό που ο ίδιος δεν πίστευε, δηλαδή ότι δήθεν γνώριζε περισσότερα από τους υπόλοιπους και γι’ αυτό φορούσε για το θεαθήναι ένα μανδύα ευρείας πολυμάθειας. Έτσι κανένας δεν έβλεπε ότι κάτω από το μυστηριακό κοστούμι του μάγου, αλχημιστή ή αστρολόγου ξεπρόβαλαν δύο απίστευτα μεγάλα αυτιά γαϊδάρου.

Όταν δε οι παλιοί αλχημιστές είχαν κάποια αίσθηση μίας αιώνιας, παντοτινής άφθαρτης ζωής, αυτή δεν ήταν η σωματική – επίγεια ζωή τους, αλλά ήταν η ζωή του πνεύματος. Όμως αυτό το πνεύμα που ήταν εμφυτευμένο μέσα τους δεν το καταλάβαιναν και το εξηγούσαν λάθος, παρά τους νυχτερινούς ψιθυρισμούς που άκουγαν από έναν ανώτερο πνευματικό κόσμο.

Ο πατέρας ή η μητέρα της Γης δεν είναι ούτε ο ήλιος ούτε η σελήνηο Πατέρας κάθε δημιουργήματος είμαι Εγώ και η Μητέρα, η οποία γεννάει συνεχώς, η οποία ακατάπαυστα δημιουργεί, προωθεί, συντηρεί και πλάθει εκ νέου είναι η Βούλησή Μου. Αυτή εκδηλώνεται μέσα απ’ όλα τα στοιχεία στον αιθέρα, που όλα τους φέρουν την έμφυτη ώθηση να διεγείρουν όπως τα άλατα, να επιβάλλουν νέες μεταμορφώσεις και ενσωματώσεις, και να διαλύουν πάλι, όπως κάνουν τα άλατα. Γιατί ο σκοπός τους είναι μέσα στις νέες συνθέσεις να έρθουν πιο κοντά στο πνευματικό οικοδόμημα, από το οποίο προήλθαν και στο οποίο οφείλουν να επιστρέψουν πάλι, ωθούμενα από τη Βούλησή Μου ολοκληρώνοντας τον κύκλο τους. Η Βούλησή Μου είναι η «ενεργητική δύναμη», που ως μαγνητισμός έλκει, ως ηλεκτρισμός απωθεί, ως φως διεγείρει, ως θερμότητα αναπτύσσει, ως πυρ καταστρέφει. και τελικά το μεταλλαγμένο από τα άλατα και οξέα, η Βούλησή Μου, που αφυπνίζει τα πάντα, το αναγκάζει μέσα σε νέες, περισσότερο πνευματοποιημένες μορφές να διατρέξει πάλι έναν άλλον κύκλο δημιουργιών…»

(του Γκ. Μαγερχόφερ)

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ

Τάσεις της σύγχρονης ψυχολογίας και ο μπερδεμένος κόσμος του Καρλ Γιουνγκ

Σε έναν μεγάλο βαθμό σήμερα η ψυχολογία προκειμένου να βοηθήσει τους πάσχοντες υποκαθιστά τη θρησκεία και έχει καταλάβει χώρους που παλιά μονοπωλούσε η εκκλησία, ο δε ψυχοθεραπευτής υποκαθιστά τον ιερέα, το μάγο-θεραπευτή, τον εξομολογητή κ.λπ., έτσι ώστε η ψυχολογία, παίρνει θέση μεταξύ άλλων και σε θέματα μεταφυσικής, ηθικής κ.ο.κ.

Για παράδειγμα η ανθρωπιστική ψυχολογία στηρίζεται στην υπόθεση ότι ο άνθρωπος μπορεί να ολοκληρωθεί μόνος του και μάλιστα με τις δικές του δυνάμεις. Οδηγός και κριτήριο στην πορεία της αυτοπραγμάτωσής του είναι το δικό του εγώ, σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη. Είναι αξιοσημείωτο δείγμα της εποχής ότι ενώ δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ο εγωκεντρισμός εθεωρείτο ελάττωμα, σήμερα το εγώ είναι ο θεός πολλών ψυχοθεραπειών, στο βωμό του οποίου πρέπει να θυσιάζονται άλλες αξίες, όπως η διαλλακτικότητα και ο σεβασμός για τις ανάγκες του άλλου. Η κεντρική ιδέα τους λέει : «Εάν είμαι εγώ καλά, αυτόματα θα είναι και οι άλλοι καλά». Και όταν κάνει κάποιος το καλό, λ.χ. ασχολείται με τον εθελοντισμό κ.λπ., πολλές φορές το κάνει επειδή έτσι, συνειδητά ή όχι, παίρνει μία ένεση για το Εγώ του.

Η αγάπη για τον εαυτό, η αποδοχή του εαυτού (ή «εσωτερικού παιδιού» ή «εσωτερικής θεότητας» ή όπως αλλιώς κατά περίπτωση ονομάζεται), η αυτοεπιβεβαίωση, η αυτοεκτίμηση, ο αυτοσεβασμός, στην ουσία συνιστούν μία υγιή, αναγκαία επιδίωξη για τον καθένα υπό την προϋπόθεση ότι επιδιώκονται με το σωστό τρόπο, στο σωστό μέτρο και για το σωστό στόχο.

Στη σύγχρονη εποχή όμως αποτελούν τα συνθήματα μίας νέας μορφής αποκρυφισμού, όπως θα φανεί στη συνέχεια. Το εγώ και το ανθρώπινο δυναμικό είναι οι νέες ιερές έννοιες. Το Εγώ και η ανθρώπινη οίηση διψούν να αποκτήσουν δύναμη, και δη υπερφυσική, με οποιοδήποτε τρόπο και με οποιοδήποτε τίμημα. Έτσι δεν είναι παράδοξο ότι συχνά η «επιστημονική» ψυχοθεραπεία μετέρχεται ουσιαστικά και αποκρυφιστικές μεθόδους, καθώς ένα χαρακτηριστικό του αποκρυφισμού είναι «η ενίσχυση του ατομικισμού» (Μ. Μπέγζος).

Επιφανείς εκπρόσωποι σύγχρονων ψυχολογικών ρευμάτων έχουν θέσει στο κέντρο του επιστημονικού τους έργου την επικοινωνία με υπεραισθητούς κόσμους. Για παράδειγμα θα αναφερθούν οι εγκέφαλοι της αναλυτικής ψυχολογίας με προεξάρχοντα τον Κ. Γ. Γιουνγκ (CGJung), της ανθρωπιστικής ψυχολογίας (MaslowRogers), και της υπερπροσωπικής ψυχολογίας (GrofTart). Ιδίως ο CGJung θεμελίωσε το έργο του πάνω στις επαφές του με οντότητες από τον άλλον κόσμο. Απλώς αυτές οι οντότητες και οι αποκρυφιστικές-πνευματιστικές πρακτικές βαπτίστηκαν με μία κατ’ επίφασιν επιστημονική ορολογία, την οποία δεν μπορεί να ελέγξει όποιος δεν είναι ειδήμων. Λόγου χάριν ασώματες οντότητες και σφαίρες του υπερπέραν βαπτίζονται από τους Jung και Grof «συλλογικό ασυνείδητο» και «αρχέτυπα», ενώ υπερβατικές εμπειρίες ονομάζονται από το Maslow «peak» ή «border experiences».

Έτσι δεν είναι παράξενο ότι δεν αντιδρά κανείς στον αντιεπιστημονικό χαρακτήρα που παρουσιάζουν συχνά αυτές οι ψυχολογικές θεωρίες. Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Δομή, «ο Γιουνγκ υιοθέτησε μία στάση λιγότερο ορθολογική και -από ορισμένες πλευρές- καθαρά αρνητική σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των επιστημονικών μεθόδων στην ψυχολογία. Αυτό προκάλεσε ζωηρές επικρίσεις κ’ συνέβαλε στην απομόνωση της σχολής του Γ. από τα άλλα ευρωπαϊκά ρεύματα σκέψης. Στην πραγματικότητα, η θεωρία του Γ. ξεφεύγει σε πολλά σημεία από τα όρια των ψυχολογικών επιστημών και πλησιάζει, κατά τρόπο παράδοξο, τον μεσαιωνικό γνωστικισμό».

Για τον Γιουνγκ θα πρέπει ίσως να ειπωθεί ό,τι και για τον Δαρβίνο, ότι δηλαδή είδε μόνον ένα μέρος της πραγματικότητας. Αυτό δεν μπόρεσε να το αξιοποιήσει σωστά, λόγω της ατέλειας της ανθρώπινης αντίληψης, και επειδή επιπλέον βασίστηκε μόνο στις δικές του δυνάμεις. Ως αποτέλεσμα οδηγήθηκε σε λάθος συπμεράσματα και έγινε στην ουσία ένα «διάμεσο» στην υπηρεσία επίσης ατελών πνευμάτων που ήθελαν να περάσουν τα ανακριβή μηνύματά τους.

Ιδίως ο Γιουνγκ θεωρείται ο κήρυκας της Νέας Εποχής και πρόδρομος του μελλοντικού κόσμου. Σχεδόν όλες οι δημοσιεύσεις που προαγγέλουν την προσεχή μεταμόρφωση της ανθρωπότητας παραθέτουν τις θεωρίες του σε περίοπτη θέση. Οι θεωρίες του Καρλ Γιουνγκ και της Νέας Εποχής είναι ομογάλακτες. Σε αμφότερες είναι κοινή η αναζήτηση για την «αυτοπραγμάτωση», την «ολοκλήρωση του εαυτού» και την «ολιστικότητα». Επίσης έχουν κοινό προσανατολισμό προς τις ανατολικές θρησκείες, τον πανθεϊσμό, τον ανορθολογισμό, τις αποκρυφιστικές-πνευματιστικές πρακτικές, το ολιστικό κοσμοείδωλο, και την προσδοκία μίας επικείμενης νέας εποχής που θα ανατείλει για την ανθρωπότητα και το σύμπαν.

Αποσπάσματα από τον Γιουνγκ παραθέτουν συχνά στα γραπτά τους διανοούμενοι της Νέας Εποχής με πρώτους τον Κάπρα και τη Φέργκιουσον. Στη φιλοσοφία του βασίζονται πολλοί συγγραφείς όπως ο Κεν Γουίλμπερ (Ken Wilber) που θεωρείται «ένας από τους εγκεφάλους και πρωτοπόρους της μεταβολής αξιών στην επιστήμη και στην κοινωνία».

Η υιοθέτηση των ιδεών του Γιουνγκ δεν προκαλεί εντύπωση σε όποιον γνωρίζει πώς κατέληξε στο θεωρητικό του σύστημα. Ο Γιοχάννες Λάνγκε γράφει σχετικά : «Ο CGJung ασχολήθηκε σε όλη του τη ζωή με την παραψυχολογία και τον αποκρυφισμό. Ο ίδιος ο Jung σημείωνε : “Οι παρατηρήσεις των πνευματιστών, όσο παράξενες κι αμφίβολες και αν μου φαίνονταν, υπήρξαν για μένα οι πρώτες αναφορές για αντικειμενικά ψυχικά φαινόμενα… Διάβαζα το καθετί για τον πνευματισμό που μπορούσα να βρω τότε…”. Αργότερα έγραψε τις πραγματείες του με θέμα τα πνευματιστικά πειράματα που διεξήγαγε μαζί με την εξαδέλφη του. Επίσης ο ίδιος είχε δηλώσει : «Όλα τα κείμενά μου προέκυψαν από μία έσωθεν εντολή, ήταν στο πεπρωμένο μου να γράψω υπό πίεση. Ό,τι έγραφα έβγαινε με βία από μέσα μου. Άφηνα το πνεύμα που με έσπρωχνε με βία να μιλήσει… Μέσα μου υπήρχε ένα δαιμόνιο και εκείνο υπερίσχυε σε τελευταία ανάλυση… Το 1916 αισθάνθηκα την παρόρμηση να τους δώσω μορφή, σαν να λέμε πιεζόμουν από το εσωτερικό μου να γράψω… Έτσι γεννήθηκαν οι ‘Septem Sermones ad Mortuos’ (Επτά Ομιλίες προς Νεκρούς). Στην αρχή ένιωθα μία αναταραχή. Η ατμόσφαιρα γύρω μου ήταν φορτισμένη παράξενα και είχα την αίσθηση ότι ο αέρας ήταν γεμάτος φαντάσματα. Το σπίτι ήταν στοιχειωμένο. Πιστέψτε με, η ατμόσφαιρα ήταν αφόρητα φορτισμένη. Καταλάβαινα ότι κάτι θα γινόταν. Ολόκληρο το σπίτι ήταν ασφυκτικά γεμάτο με πνεύματα, σαν να το είχαν καταλάβει πλήθη ανθρώπων. …Τότε το κείμενο άρχισε να κυλάει από μέσα μου και σε τρία βράδια το γράψιμο είχε ολοκληρωθεί. … Έτσι οι Επτά Ομιλίες σχημάτισαν ένα είδος πρελούδιου σε αυτό που είχα να μεταδώσω στον κόσμο σχετικά με το Ασυνείδητο: ένα είδος μοντέλου ταξινόμησης και ερμηνείας του γενικού περιεχομένου του Ασυνείδητου». Επομένως τη θεωρία του για το συλλογικό Ασυνείδητο και τα αρχέτυπα ο Jung την εμπνεύστηκε από πνευματιστικές πηγές».

Επειδή ο Γιουνγκ έχει αναμφίβολα επηρεάσει σημαντικά τη σκέψη της μεταπολεμικής Δύσης, αξίζει να ασχοληθούμε διεξοδικότερα με το έργο του. Όπως πάντα θα παραθέσουμε την κριτική ματιά που δεν συμπλέει με το κύριο ρεύμα.

Οι παρακάτω σελίδες προέρχονται από το βιβλίο CGJung (Ο Δαιμονόληπτος Οπτασιαστής) του Ελς Νάννεν. (Τα παραθέματα εντός εισαγωγικών ανήκουν στον Γιουνγκ, εκτός αν αναφέρεται άλλη πηγή).

«Ο Jung εμπνεύστηκε την ψυχολογία του κυρίως από πνευματιστική πηγή, το αποκαλούμενο «δημιουργικό δαιμόνιο» ή το «πνεύμα από το βάθος» όπως έλεγε. Όντως τα έργα του, του τα ενέπνευσαν πνεύματα του άλλου κόσμου, ενώ αυτός τα θεωρούσε εσφαλμένα «έσωθεν» γεννήματα.

Δεν ήταν όμως μόνο η έμπνευση των ιδεών του πνευματιστική. Εκτός αυτού η ερμηνεία που τους έδωσε ήταν εν μέρει επίσης πνευματιστικής προέλευσης. Γιατί ο Jung τις ερμήνευσε συμβουλευόμενος τον «Ηλία», τον «Φιλήμονα» και την «Anima» (τους ασώματους πνευματικούς καθοδηγητές του σ.τ.μ.) ή πνευματιστικά κείμενα.

Από το Δεκέμβριο του 1913 χρησιμοποίησε τη μέθοδο της «ενεργής φαντασίας» για να έλθει σε επαφή με το «ασυνείδητο», στην πραγματικότητα με τον κόσμο των πνευμάτων. Οι παραισθήσεις δεν έρχονταν μόνο από μόνες τους, αλλά τώρα τις επιδίωκε εμπρόθετα και συνειδητά προκαλώντας τες ενεργά με συγκεκριμένες μεθόδους και τεχνικές. Κατά την ενεργή φαντασία το άτομο επιλέγει συνειδητά να αφήσει τον έλεγχο της νηφάλιας, καθαρής σκέψης και να «βυθιστεί» σε «φαντασίες» και σε εικόνες. Για να το επιτύχει φαντάζεται ενεργά «μία κάθοδο στα κοσμικά βάθη», καθώς βυθίζεται στον «εσωτερικό του κόσμο» και συγκεντρώνεται με τις σκέψεις και τη θέλησή του πάνω σε αυτά που βλέπει και ακούει.

Για τα πνεύματα του άλλου κόσμου φυσικά ήταν λίαν ευπρόσδεκτη μία τέτοια ενσυνείδητη πρόσκληση από πλευράς του να τον χειραγωγήσουν. Τον αντάμειψαν για το άνοιγμά του αυτό με διαφόρων ειδών όνειρα, με εικόνες, υπερφυσικές φωνές, ιδέες και με εμφανίσεις οντοτήτων τις οποίες ο Jung συγκαλύπτοντας ονόμαζε «φαντασιακές μορφές».

Μία μορφή ήταν ο «Κα, που ήρθε από τα βάθη της Γης. Η έκφραση του Κα έχει κάτι το δαιμονικό, θα έλεγε κάποιος μεφιστοφελικό», περιγράφει ο Jung. Στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι κατόρθωσε να αφομοιώσει στο εσωτερικό του τον «Φιλήμονα» και τον «Κα» με τη βοήθεια αλχημιστικών γνώσεων.

Αρχικά στον Jung ήταν άγνωστο ότι υφίσταται η δυνατότητα μίας τέτοιας άμεσης επικοινωνίας και φώτισης από ασώματες μορφές. Αργότερα όμως έμαθε από έναν Ινδό, ένα φίλο του Γκάντι, πως υπάρχουν άνθρωποι που διδάσκονται όχι μόνο από ζωντανούς γκουρού αλλά και – όπως ο ίδιος – από «ένα πνεύμα».

Αυτή η εξήγηση για τον Jung ήταν «παρήγορη όσο και διαφωτιστική». Κατά την αντίληψή του αποτέλεσε επιβεβαίωση και νομιμοποίηση των δικών του δασκάλων.

Τέτοια πνεύματα μπορούν να συμπεριφέρονται σαν τύραννοι στον άνθρωπο που χειραγωγούν. Είναι ενδεικτικό το πόσο συχνά ο Jung μιλούσε για έναν «εσωτερικό εξαναγκασμό» στη ζωή του. Στα γεράματά του κάνοντας επισκόπηση της ζωής του διαπίστωνε : «Το δαιμόνιο και το δημιουργικό μού επιβλήθηκαν άνευ όρων και ανελέητα».

Ο Jung επεδίωξε να βρει και άλλες «αντικειμενικές και γενικής ισχύος» αποδείξεις για τις ιδιαίτερες προσωπικές του εμπειρίες ώστε έτσι να τις θέσει υπό τον έλεγχό του. Για το σκοπό αυτόν κατέφυγε πρώτα στη μυθολογία και στα παραμύθια, έπειτα στο γνωστικισμό και στο μυστικισμό και τελικά στις ανατολικές θρησκείες και στην αλχημεία, αναζητώντας εκεί αντιστοιχίες με τις δικές του εμπειρίες. Μερικές φορές μάλιστα έδωσε νέες ερμηνείες σε αυτές τις «αντικειμενικές», «ιστορικές» αντιστοιχίες ανάλογα με το νόημα που έδινε ο ίδιος στις υποκειμενικές του εμπειρίες προκειμένου να τις δικαιολογήσει.

Εν τέλει ο Jung δημιούργησε την αναλυτική ψυχολογική του μέθοδο με σκοπό να προσδώσει αντικειμενικότητα και εγκυρότητα στις αυστηρά προσωπικές εμπειρίες του. Η ψυχολογία του Jung όφειλε να αποτελέσει ένα μήνυμα προς την ανθρωπότητα. Ωστόσο κατά κύριο λόγο υπηρετούσε έναν καθαρά προσωπικό στόχο. Η δική του υπαρξιακή κρίση, που παρουσίαζε «τα συστατικά στοιχεία μιας ψύχωσης», έπρεπε πρώτα από όλα να ερμηνευτεί «αντικειμενικά-επιστημονικά» ώστε να την θεωρήσει φυσιολογική και δικαιολογημένη και να την γενικεύσει. «Φυσικά αποτελεί ειρωνεία το γεγονός ότι εγώ ως ψυχίατρος προβαίνοντας στο πείραμά μου ήρθα αντιμέτωπος σε κάθε βήμα μου με εκείνο το υλικό που συνιστά τα συστατικά στοιχεία μίας ψύχωσης και γι’ αυτό τα συναντά κανείς στο φρενοκομείο».

Κατά συνέπεια για τον Jung ήταν ζωτική η ανάγκη να δημιουργήσει μία δική του ψυχολογία : «Η επιστήμη μου ήταν το μέσο και η μοναδική δυνατότητα να βρω διέξοδο από εκείνο το χάος». «Εξαρχής μου ήταν σαφές πως ο μόνος τρόπος να βρω επαφή με τον εξωτερικό κόσμο και τους ανθρώπους ήταν να προσπαθήσω πολύ εντατικά να δείξω ότι το περιεχόμενο της ψυχικής εμπειρίας είναι “πραγματικό” και μάλιστα όχι μόνο επειδή είναι προσωπική μου εμπειρία αλλά επειδή πρόκειται για συλλογικές εμπειρίες… Αυτό προσπάθησα να αποδείξω αργότερα στο επιστημονικό μου έργο… Ήξερα ότι εάν δεν το κατόρθωνα, θα ήμουν καταδικασμένος σε απόλυτη μοναξιά».

Καταρχάς υιοθέτησε την υλιστική θεώρηση του Φρόϋντ ότι η ψυχή συγκροτείται από στρώματα, όπως και η Γη αποτελείται από διάφορα στρώματα. Αυτό είναι ένα λάθος της ψυχολογίας του βάθους στο οποίο ο Γιουνγκ επέμενε ακόμη περισσότερο μετά από ένα όνειρο που είδε. Στο όνειρο αυτό είχε δει ένα σπίτι με έναν υπόγειο θόλο, ένα κελάρι και υπέργειους ορόφους και το ερμήνευσε σαν συμβολισμό της ανθρώπινης ψυχής. Πάνω σε αυτήν τη βάση συνέλαβε τη διαίρεση της ψυχής σε τρία ξεχωριστά και αυτόνομα στρώματα που όμως αλληλοεπηρεάζονται: το συνειδητό με κέντρο το εγώ, το «προσωπικό ασυνείδητο» και το «συλλογικό ασυνείδητο», που με τη σειρά του συγκροτείται πάλι από περισσότερα στρώματα. Έτσι η δική του θεωρία για τα στρώματα της ψυχής προχωρεί μακρύτερα από εκείνη του Φρόϋντ.

Ύστερα ο Γιουνγκ μετέφερε τη θεωρία της εξέλιξης από τις φυσικές επιστήμες στην ψυχολογία του. Ως εκ τούτου γι’ αυτόν η αποκαλούμενη ψυχική εξέλιξη, τόσο η ατομική όσο και η συλλογική, παίζει έναν πρωτεύοντα ρόλο.

Τέλος, ο Γιουνγκ δανείστηκε από τον ταοϊσμό την αρχή του γιανγκ και γιν. Έτσι κατασκεύασε μία ψυχολογία των αντιθέτων, σύμφωνα με την οποία η ανθρώπινη ψυχή αποτελείται από δίπολα, τα οποία είναι ενσωματωμένα στην «πρωταρχική και θεμελιακή ενότητα» των τριών στρωμάτων ή συστημάτων. Παραδείγματα τέτοιων «ψυχικών αντιθέτων» όπου ο πρώτος πόλος αντιστοιχεί στο γιανγκ και ο δεύτερος στο γιν είναι: συνειδητό-ασυνείδητο, λογική-παράλογο ή διαίσθηση, νόηση-αίσθημα, animusanima κ.ο.κ.

Εκτός αυτού υπάρχουν επίσης τα δύο «ψυχικά» δίπολα στο «αρχέτυπο της σκιάς»: καλό, φως (γιανγκ) – κακό, σκότος (γιν). Αυτά και άλλα ψυχικά αντίθετα «αλληλοσυμπληρώνονται και ισοσταθμίζονται». Μαζί δε, απαρτίζουν μία «ενότητα» ή «ψυχική ολότητα».

Στο προσωπικό μέρος του ανθρώπου ανήκουν μόνο όσα το εγώ «δημιούργησε ή απέκτησε με δική του συνειδητή προσπάθεια» και είναι αντίθετα προς τα «δημιουργήματα του συλλογικού ασυνείδητου».

Ο Γιουνγκ υποστήριξε ότι υπάρχει ένα τρίτο σύστημα μέσα στην ψυχή, το «συλλογικό ασυνείδητο». Τούτο είναι το πιο βαθύ, απροσπέλαστο στρώμα της προσωπικότητας, το «πρωταρχικό στρώμα» της ανθρώπινης ψυχής. Αυτό το «οικουμενικό ασυνείδητο» της ανθρωπότητας με τις εμπειρίες όλων των προγόνων μας, ζώων και ανθρώπων, χρωστά την ύπαρξή του στην εξέλιξη. Αποτελεί έναν τεράστιο συλλογικό αποθηκευτικό χώρο που περιλαμβάνει το υπερχρονικό, κληρονομικό (έμφυτο) απρόσωπο ή υπερατομικό παρελθόν. Το άτομο δεν έχει συνείδηση αυτού του παρελθόντος ούτε είναι εύκολο να την αποκτήσει.

Κατά τον Γιουνγκ από το συλλογικό ασυνείδητο πηγάζουν όλες οι ψυχικές διεργασίες. Είναι η πηγή της συνειδητής, δηλαδή «υποκειμενικής» σκέψης και η κινητήρια δύναμη που κινεί το άτομο. Ως εκ τούτου αποτελεί τη βάση της προσωπικότητας. Βέβαια το προσωπικό και το συλλογικό μέρος καθορίζουν από κοινού το πώς σκέφτεται, αντιδρά κ.λπ. το άτομο στο παρόν. Εντούτοις είναι κυρίως το συλλογικό ασυνείδητο, το κατά πολύ μεγαλύτερο, ισχυρότερο και σημαντικότερο τμήμα της προσωπικότητας που προδιαθέτει τον άνθρωπο.

Το συλλογικό ασυνείδητο, αυτό το τεράστιο «αυτόνομο»«αντικει-μενικό» στρώμα της ψυχής σχηματίζει την «πραγματικότητα της ψυχής». Είναι η «αντικειμενική πηγή» παραφυσικής αντίληψης (όπως όνειρα, φαντασιώσεις, οπτασίες, φωνές από το επέκεινα, παραισθήσεις), παραφυσικών εμπειριών, μηνυμάτων, σκέψεων, εμπνεύσεων και γνώσεων. Αλλά δεν είναι απλώς η πηγή «αντικειμενικής σκέψης και γνώσης» παρά και όλης της «ανθρώπινης δημιουργίας», κατά τον Γιουνγκ.

Μεταξύ άλλων το σ.α. εκφράζεται μέσα στα παραμύθια, στους μύθους, στο μυστικισμό, στις θρησκείες και στα σύμβολα, όπως για παράδειγμα στο γνωστικισμό και στην αλχημεία. Κατ’ ακολουθία όλα αυτά αποτελούν επίσης μία «αντικειμενική»«ψυχική» πραγματικότητα. Ως εκ τούτου δεν πρέπει κανείς ούτε να τα κρίνει ούτε να τα αξιολογεί.

Λόγω του νόμου της ολότητας και της ισορροπίας όλες οι εκδηλώσεις της συλλογικής ψυχής πρέπει να έχουν την ίδια αξία και τα ίδια δικαιώματα με τις εκδηλώσεις του προσωπικού μέρους της προσωπικότητας. Δεν πρέπει τίποτα να υποτιμάται ή να απορρίπτεται γιατί αυτό οδηγεί σε νεύρωση.

Εκτός των άλλων, το σ.α. συνδέει τον άνθρωπο όχι μόνο με τους προγόνους του, «ζωικούς» και ανθρώπινους, αλλά και με τη «θεϊκή παγκόσμια ψυχή».

Θα πρέπει να παρατηρηθεί ωστόσο ότι η ερμηνεία του Jung για το σ.α. δεν έχει επιστημονικό υπόβαθρο παρά είναι απλώς μία υποθετική θεωρία. Δεν βασίζεται στην αντικειμενική παρατήρηση εμπειρικών δεδομένων, αλλά σε τρεις προϋποθέσεις και ιδεολογίες που στηρίζονται σε κοσμοθεωρίες και όχι στην επιστήμη: το (φιλοσοφικό) υλισμό, την (ψυχική) εξελιξιαρχία και τον πανθεϊσμό.

Τα περιεχόμενα του σ.α. ο Γιουνγκ τα ονόμασε «αρχέτυπα». Σύμφωνα με αυτόν αρχέτυπα είναι ασυνείδητες, προσχηματισμένες εικόνες που έχουν κληρονομηθεί από το πρώτο στάδιο εξέλιξης των «ζωικών» και ανθρώπινων προγόνων μας και ως εκ τούτου είναι «πρωτόγονες». Αυτές οι «αρχέγονες» εικόνες περιέχουν κληρονομημένες δυνατότητες ή τάσεις του ατόμου να αντιληφθεί, να σκεφθεί και να βιώσει με ένα προκαθορισμένο τρόπο. Παραδείγματα τέτοιων εικόνων είναι τα αρχέτυπα ο πατέρας, η μητέρα, το παιδί, ο ήρωας, ο σοφός γέροντας, η μάγισσα, ο μάγος, η γέννηση, ο θάνατος και η «ολότητα»∙ επίσης «θρησκευτικά μοτίβα» όπως ο παράδεισος, το πρωταρχικό αμάρτημα, η αναγέννηση (ο θεός που πεθαίνει και ανασταίνεται), οι θεοί, οι δαίμονες, ο διάβολος. Αλλά και η ίδια η «θρησκευτική αναζήτηση» αποτελεί ένα αρχέτυπο της ανθρώπινης εξέλιξης. Το αρχέτυπο «θεός» στη «συλλογική ψυχή» κάθε ανθρώπου μαζί με την προσωπική του «εμπειρία του θεού» συνιστά το «σύμπλεγμα του θεού». Αυτό επηρεάζει τη συμπεριφορά του ανθρώπου με αποτέλεσμα να χωρίζει τα πάντα σε κατηγορίες του τύπου καλό-κακό, αρετή-ανηθικότητα. Αυτά τα αρχέτυπα αλλά και άλλες «προβολές αρχετυπικού περιεχομένου» είναι ίδια σε όλη την υφήλιο. Διαφορές υπάρχουν μόνο ως προς την εξέλιξή τους και την ιδιαίτερη έκφρασή τους. Εκτός αυτού τα αρχέτυπα προδιαγράφουν τη συμπεριφορά και τη δράση, καθώς είναι ασυνείδητα, κληρονομημένα μοντέλα ή τάσεις που ακολουθεί το άτομο στις αντιδράσεις και στις πράξεις του.

Πρέπει να σημειωθεί ότι τα αρχέτυπα δεν τα ανακάλυψε ο Γιουνγκ αλλά ήταν γνωστά από την αρχαιοελληνική φιλοσοφία και ο ίδιος τα συνέκρινε με τη διδασκαλία του Πλάτωνα περί ιδεών. Έτσι και σε αυτήν την περίπτωση πήρε έναν ήδη υπάρχοντα όρο και του έδωσε ένα διαφορετικό περιεχόμενο.

Το αρχέτυπο της «σκιάς»: Αυτό το αρχέτυπο κατάγεται από το «προανθρώπινο» στάδιο. Γι’ αυτό παριστάνει την αρχική «ζωική» φύση του ανθρώπου ή «το ζώο μέσα μας» με τα ζωικά (κτηνώδη) ένστικτα. Έτσι ταυτίζεται με το «κατώτερο» μέρος, «τον πρωτόγονο άνθρωπο μέσα μας». Η σκιά ως μέρος του «προσωπικού ασυνείδητου» ανήκει στο εγώ μας, ως αρχέτυπο του «αντίθεου» (διαβόλου) ανήκει στη «συλλογική ψυχή» του ανθρώπου.

Ο Γιουνγκ διαίρεσε και το αρχέτυπο της σκιάς σε δύο πόλους. Έτσι από τη μια πλευρά αποτελεί την πηγή κάθε κακού, της κακίας και της ανηθικότητας μέσα στον άνθρωπο, ανάλογα με το τι θεωρεί η εκάστοτε κοινωνία κακό και ανήθικο.

Για να υπάρχει αρμονική συμβίωση με τον περίγυρο πρέπει «το ζώο μέσα μας να τιθασευτεί» ως έναν βαθμό. Αλλά μόνο στο βαθμό που συγκρούεται με την κρατούσα ηθική και τους νόμους.

Για να υπάρχει όμως εσωτερική αρμονία, «ψυχική ισορροπία» πρέπει η σκοτεινή πλευρά και το κακό να έχουν επίσης το δικαίωμα να αναπτυχθούν πλήρως. Ποτέ δεν πρέπει να υπερεκτιμάται, να υπερτονίζεται ή να υπερέχει μόνο μία πλευρά, π.χ. η Persona (ο καλλιεργημένος άνθρωπος). Γι’ αυτό, λέει ο Γιουνγκ, ποτέ δεν πρέπει να απορρίπτεται ή να καταπιέζεται το κακό, όπως κάνει η χριστιανική θρησκεία. «Όσο πιο πολύ απωθείται το ζώο στο εσωτερικό του ανθρώπου, τόσο πιο κτηνώδες γίνεται».

Ταυτόχρονα όμως η σκιά αποτελεί επίσης την πηγή του καλού και της ηθικής στον άνθρωπο. Αυτή η φωτεινή πλευρά της σκιάς είναι συμπληρωματική προς τις «πρωτόγονες τάσεις» της σκοτεινής πλευράς της.

Ο γιουγκικός νόμος της «ψυχικής ισορροπίας» θεωρεί και τις δύο πλευρές της σκιάς σαν ίσης αξίας. Ποτέ δεν πρέπει να υπερτερεί η «καλή» πλευρά, γιατί τότε το άτομο καταλήγει σε «ψυχική ανισορροπία» και σε νεύρωση.

Φαινομενικά ο Γιουνγκ δείχνει να παίρνει στα σοβαρά το κακό. Αλλά μειώνει τη σημασία του και τη σχετικοποιεί καθώς το εξαρτά πάντα από την κρατούσα αντίληψη περί καλού και κακού της εκάστοτε κοινωνίας. Αυτή όμως είναι σχετική αφού μεταβάλλεται στο χρόνο και διαφέρει από τη μία κοινωνία στην άλλη.

Για τον Γιουνγκ το κακό στον άνθρωπο δεν οφείλεται στην ανυπακοή του απέναντι στον θεό, τον πρώτο και σημαντικότατο νομοθέτη, παρά στους «ζωικούς προγόνους» του.

Το καλό και το κακό αποτελούν γι’ αυτόν απλώς «ενδοψυχικές» αντιθέσεις. Η αμαρτία ενώπιον του θεϊκού νόμου είναι ανύπαρκτη στην ψυχολογία του.

Ο Σατανάς είναι απλώς ένα αρχέτυπο μέσα στον καθένα και όχι μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Ο Σατανάς ή «αντίχριστος», όπως και οι δαίμονες, αποτελεί απλώς μία προσωποποιημένη προβολή του αρχέτυπου της σκιάς.

«Πρώτα η αγάπη για τη σκιά μου και η αποδοχή της από μέρους μου συνιστούν τη βάση για μία ηθική στάση απέναντι στον άλλον», αυτή δηλαδή είναι η προϋπόθεση της αγάπης του πλησίον κατά τον Γιουνγκ.

Πρόκειται δηλαδή για μία νέα αξιολόγηση και αντιστροφή της έννοιας του καλού και του κακού. «Καλό» είναι η κατάφαση του εσωτερικού κακού∙ «κακό» είναι ο αγώνας εναντίον του κακού, αφού αυτό ανήκει στην ατομική σκιά.

«Καλό» είναι ό,τι οδηγεί στην ολότητα∙ «κακό» ό,τι οδηγεί στο δυισμό, στην απόλυτη υπεροχή του καλού. Η αποδοχή και ενσωμάτωση του κακού είναι «καλή»∙ η διάκριση σε καλό και κακό είναι «κακή».

Επειδή η αποδοχή του κακού είναι υποτίθεται απαραίτητη, αυτό σημαίνει ότι ο ψυχικά ασθενής αλλά και ο καθένας είναι «ηθικά υπεύθυνος» – και δη απέναντι στον εαυτό του – εάν δεν κάνει το κακό. Έτσι η ευθύνη της αποδοχής και της ενσωμάτωσης του κακού αντικαθιστά την ευθύνη απέναντι στον θεό τόσο για τη διάπραξη του κακού όσο και για την παράλειψη του καλού. Κατά συνέπεια η «ολιστική» ηθική, ακόμη και αυτή που υπηρετεί την ψυχοθεραπεία, είναι διαμετρικά αντίθετη με το Λόγο του Θεού.

Η θρησκευτική κοσμοθεωρία του Γιουνγκ: Στο σχόλιο που έγραψε ο Γιουνγκ για ένα βιβλίο του HZimmer κατονομάζει αυτά που πρέπει να μάθει ο χριστιανισμός από τις ανατολικές θρησκείες. Για παράδειγμα αναφέρει την «ισορροπία των αντιθέτων» στον ταοϊσμό. Αντίθετα ο χριστιανισμός προσπαθεί να νικήσει το κακό για να επικρατήσει το καλό. Για τον Γιουνγκ είναι «αυταπάτη» να νομίζει κάποιος ότι μπορεί συνεχώς η μία πλευρά να «καταπιέζει» την άλλη. Αναγκαστικά θα συμβεί μία έκρηξη και θα επικρατήσει τελικά το κακό, υποστηρίζει. Επειδή «και το κακό θέλει να ζήσει» η «λύση» είναι να επιδιώκεται «ισορροπία των αντιθέτων».

Ο Γιουνγκ επιχείρησε σε όλη του τη ζωή να αποδείξει ότι το κακό αποτελεί ένα μέρος της οντότητας και της βούλησης του θεού. Κατ’ αυτόν είναι «δυισμός» η πίστη σε έναν θεό και σε έναν αντίθεο. Ο θεός είναι «αμφιταλαντευόμενος», έχει μία φωτεινή και μία «σκοτεινή» πλευρά με «σκοτεινές πράξεις». Αλλά το πρόβλημα ήταν ότι ο θεός δεν είχε συνείδηση της σκοτεινής πλευράς του μέχρι τον ερχομό του Ιώβ. Ο Ιώβ ήταν «ηθικά ανώτερος» του θεού γιατί υπέφερε άδικα∙ επίσης υπερτερούσε του θεού σε συνειδητότητα. Χάρη στον Ιώβ ο θεός αποφάσισε να συνειδητοποιήσει τη σκοτεινή πλευρά του. Γι’ αυτόν το λόγο ενανθρωπίστηκε ως Ιησούς. Έτσι ο θεός «που υπέφερε επί αιώνες γιατί δεν είχε αυτή τη συνείδηση», χρειάζεται τον άνθρωπο για να συνειδητοποιήσει τη διπλή του φύση. Αποτέλεσμα αυτής της συνειδητοποίησης ήταν «η διχοτόμηση της ολότητας». Έτσι δημιουργήθηκε ένα φωτεινό και ένα σκοτεινό βασίλειο. Αυτή η μεταφυσική διχοτόμηση επιβίωσε εμφανέστατα και στο χριστιανισμό: ενώ στην Π. Διαθήκη ο Σατανάς βρίσκεται στην άμεση ακολουθία του Ιεχωβά, στο εξής παριστάνει τη διαμετρική και αιώνια αντίθεση προς το θείο κόσμο.

Ο Χριστός είναι μόνο η ενσάρκωση της καλής πλευράς του θεού και άρα μονομερής και ατελής. Η «σκοτεινή» πλευρά του θεού είναι ο Σατανάς τον οποίον πρέπει να ενσωματώσει ο άνθρωπος για «να ξεπεραστεί ο δυισμός της χριστιανικής παράδοσης».

Το μένος του Γιουνγκ δεν στρεφόταν μόνο κατά του θεού της Π. Διαθήκης μα και κατά του θεού της Αποκάλυψης. Στο β΄ μέρος του βιβλίου για τον Ιώβ επιτίθεται στη χριστιανική εικόνα του δίκαιου και αγαθού θεού. Ο ίδιος, εβδομηνταεπτάχρονος πλέον, αποκαλύπτει: «Εάν υπάρχει αυτό που ονομάζουν βίαιη κατάληψη από ένα πνεύμα, τότε με αυτόν ακριβώς τον τρόπο γράφτηκε εκείνο το κείμενο».

***

Στο βιβλίο του Αιών ο Γιουνγκ ασχολήθηκε με τον Χριστό και με το χριστιανισμό. Για αυτόν ο Χριστός είναι απλώς ένα «αρχετυπικό σύμβολο», π.χ. ένα σύμβολο για τον «Εαυτό» ή την «ολότητα». Έτσι διχοτόμησε το πρόσωπο του Ιησού Χριστού στον Ιησού, που υπήρξε απλώς άνθρωπος, και στον Χριστό, σύμβολο ενός αρχέτυπου. «Εάν ο Ιησούς ήταν ο ζωντανός Χριστός και ο Λόγος, δεν το ξέρουμε. Ούτως ή άλλως είναι αδιάφορο… καθότι η εικόνα του θεανθρώπου είναι ζωντανή μέσα στον καθένα μας και ενανθρωπίστηκε (δηλαδή έγινε προβολή της) στον άνθρωπο Ιησού για να γίνει ορατή. Έτσι οι άνθρωποι μπόρεσαν να αναγνωρίσουν ότι είναι ο εσωτερικός τους άνθρωπος, ο Εαυτός τους».

Το ότι η «ασυνείδητη ψυχή» περίμενε ακριβώς τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή να γίνει η ενανθρώπηση, οφείλεται στην τότε αστρολογική συναστρία όπου κυριαρχούσε το «αρχέτυπο Άνθρωπος». Γι’ αυτόν το λόγο ο ερχομός του Χριστού μπόρεσε «να προβλεφθεί αστρολογικά». Ωστόσο δεν είναι ιστορικά βέβαιο, συνεχίζει ο Γιουνγκ, πως ο βιβλικός Ιησούς υπήρξε ως ιστορική μορφή. Τα ευαγγέλια έχουν έναν «ανιστορικό χαρακτήρα».

Ο Χριστός είναι ένα σύμβολο του κεντρικού «αρχέτυπου Εαυτός» αλλά μόνο για το Δυτικό, χριστιανικό πολιτισμό. Το αντίστοιχο σύμβολο στην Ασία είναι ο Βούδας ή «το άτμαν ή το Τάο».

Το ότι ο Θεός αποκαλύφθηκε μέσα στο σώμα του Ιησού Χριστού δεν είναι μοναδικό ούτε πρωτότυπο γεγονός. Το ίδιο συμβαίνει παντού και πάντα. Γιατί η «ενανθρώπηση του θεού στη θρησκευτική-μεταφυσική γλώσσα» σημαίνει στην ψυχολογία «αυτοπραγμάτωση», πίστευε ο Γιουνγκ. Έτσι ο Χριστός εκφυλίζεται σε ένα σύμβολο για ψυχικές διαδικασίες όπως η «ψυχική εξέλιξη» ή «αυτοπραγμάτωση».

Ως σύμβολο του «Εαυτού» ο Χριστός συμβολίζει την «ψυχική ολότητα» του ανθρώπου. Όμως ο Εαυτός «περιλαμβάνει τόσο το φως όσο και το σκότος» και άρα ο Χριστός, το φως, αντιστοιχεί μόνο στη μία πλευρά του. Η άλλη, η σκοτεινή πλευρά είναι ο αντίχριστος. Συνεπώς ο Χριστός χρειάζεται «να συμπληρωθεί με τον αντίχριστο» ή Σατανά, για να μπορεί να συμβολίζει την ολότητα του ανθρώπου.

Συν τοις άλλοις ο Χριστός είναι «ένα σύμβολο του αρχέτυπου Θεός-Σωτήρας» στην ανθρώπινη συλλογική ψυχή, ένα «πανάρχαιο» αρχέτυπο. Ο Χριστός παριστάνει μία μόνο από πολλές άλλες προβολές του αρχετυπικού Σωτήρα, ούτε την πρώτη ούτε την τελευταία. Ανάλογες θεωρήσεις υπήρχαν ήδη παλιότερα π.χ. στην Ινδία και στην Περσία : «Πάνω σε αυτό το πρότυπο δημιουργήθηκε η διδασκαλία για τον Χριστό-Σωτήρα της ανθρωπότητας», συμπεραίνει ο Γιουνγκ.

Εκτός αυτού το μήνυμα του θανάτου και της ανάστασης έχει «καταβολές» στους μύθους και στις μυστηριακές θρησκείες : «Η ιδεολογία του μυστηρίου (του θανάτου και της ανάστασης του Υιού του Θεού) προεικονίζεται στους μυθολογικούς κύκλους του Όσιρι, του Ορφέα, του Διονύσου, του Ηρακλή. Αυτές οι προεικονίσεις συναντώνται ήδη στους πρωτόγονους μύθους των ηρώων, όπου ήδη παίζει έναν ρόλο η υπέρβαση του θανάτου».

Σύμβολο του Εαυτού δεν είναι μόνο το «μυθικό μοτίβο» του θανάτου του θεού, αλλά και η σταύρωση: «Η πράξη της σταύρωσης… αποτελεί μία Τετράδα, ήτοι μία ολότητα διαιρεμένη στα τέσσερα, το κλασσικό σύμβολο του εαυτού».

Συνακόλουθα και ο σταυρός, που είναι «ένα mandala χωρισμένο στα τέσσερα, παριστάνει επίσης ένα αρχετυπικό σύμβολο του Εαυτού. Καθώς συμβολίζει την ολότητα, λέει ο Γιουνγκ, ενσωματώνει και νομιμοποιεί το κακό (την αμαρτία) και τον κακό (το Σατανά). Και συνεχίζει: «ο σταυρός συνενώνει καλό και κακό, Χριστό και Αντίχριστο κ.ο.κ. και συνεπώς σημαίνει ελευθερία από τις αντιθέσεις. Αυτό συμφωνεί πλήρως με τις αντίστοιχες ιδέες της Ανατολής αλλά και με τη ψυχολογία αυτού του αρχετυπικού συμβόλου».

Ο Γιουνγκ, επειδή δεν αναγνώριζε ότι ο Γιος του Θεού σήκωσε στο σταυρό όλες τις αμαρτίες της ανθρωπότητας, ισχυριζόταν : «Αντί να σηκώνουμε μόνοι μας τον εαυτό μας, δηλαδή το σταυρό μας, φορτώνουμε το Χριστό με τα άλυτα προβλήματά μας… Ο Χριστός σήκωσε μόνος του το σταυρό, ο οποίος ήταν ο δικός του».

Η εικόνα του θεού στον Γιουνγκ: Γράφοντας τον πρόλογο στο Θεός και Ασυνείδητο του VWhite, ο Γιουνγκ δήλωνε : «Με τον όρο ‘θεός’ μπορεί να εννοηθεί ο Ιεχωβά, ο Αλλάχ, ο Δίας, ο Σίβα ή ο Χιντσιλπόχτλι… Ο θεός είναι ένας αναγκαίος ψυχικός παράγοντας που δεν απαιτεί να έχει ένα συγκεκριμένο όνομα, παρά πρόθυμα δέχεται να ονομαστεί επίσης Λογική, Ενέργεια, Ύλη ή και Εγώ ακόμη».

Ο Γιουνγκ χρησιμοποιούσε το όνομα “θεός” με πολλαπλή έννοια. Σύμφωνα με τον πανθεϊστικό του πιστεύω ο θεός είναι ένα είδος «Παγκόσμιας Ψυχής», δηλαδή ένας απρόσωπος παράγοντας, με τον οποίον προφανώς δεν μπορεί να υπάρχει προσωπική σχέση.

Αν και οι ορισμοί του Γιουνγκ για το θεό αντιφάσκουν, τελικά ο θεός του είναι αποκλειστικά και μόνο μία «ψυχική» κατηγορία, που σχεδόν ταυτίζεται πλήρως με το σ.α. ή με τον Εαυτό. «Ο θρησκευόμενος ονομάζει το absconditum (απόκρυφο) θεό, ο επιστημονικός νους Ασυνείδητο».

Επειδή στη γιουνγκική θεωρία ο «Ατομικός Εαυτός» περιέχεται στον «Παγκόσμιο Εαυτό», άρα ο άνθρωπος βρίσκεται «εκ φύσεως» μέσα στον θεό. Η ασυνείδητη ψυχή, όντας «μέρος της Παγκόσμιας Ψυχής», είναι μέρος του θεού και ως εκ τούτου θεϊκή.

Επομένως η «αυτοπραγμάτωση» υπό την έννοια του Γιουνγκ σημαίνει ότι ο άνθρωπος γίνεται θεός, αυτό που εν δυνάμει υπήρξε ανέκαθεν στη συλλογική ψυχή του.

Ο Γιουνγκ βλέπει τον θεό σαν μία «coincidentia oppositorum», σαν μία ολότητα που συνενώνει εντός της τις αντιθέσεις. Έτσι, σε αντίθεση με το Κατά Ιωάννη 4,24, ο θεός είναι πνεύμα και ύλη, άρρεν και θήλυ.

Η θεωρία του Γιουνγκ για τον Animus και την Anima λέει ότι κάθε άτομο κρύβει στο ασυνείδητό του μία προσωπικότητα με το αντίθετο φύλο από το δικό του. την ίδια θεωρία επανέλαβε και για τον θεό επισημαίνοντας ότι δυστυχώς αυτή η «ανδρόγυνη φύση του θεού» δεν συμπεριλήφθηκε ως έπρεπε στο δόγμα της θείας Τριάδος και η «ανδρική πλευρά» υπερτονίστηκε. Γι’ αυτό το λόγο η Τριάδα πρέπει να συμπληρωθεί από το θηλυκό για να βρει την ολότητά της.

Όπως προαναφέρθηκε, ο θεός είναι για τον Γιουνγκ «και καλός και κακός». Οι εκκλησιαστικοί πατέρες διέπραξαν μία υπερφίαλη υπερβολή χαρακτηρίζοντας τον θεό «αγαθότατο». Καλό και κακό αποτελούν «τα δύο χέρια του θεού», εκδηλώσεις του ενός θεού. Επομένως το κακό δεν είναι αντίθεο, παρά αντίθετα «μία ιδιαίτερη θεία βούληση». Για παράδειγμα «ήταν η πρόθεση του Θεού να αμαρτήσουν αναγκαστικά ο Αδάμ και η Εύα». Ο Γιουνγκ συγχέει εδώ την ανάγκη λήψης μιας απόφασης με μία αναγκαστική υποτίθεται αμαρτία, γιατί στην πραγματικότητα ο θεός ήθελε να αποφασίσουν οι πρωτόπλαστοι ελεύθερα, όχι να αμαρτήσουν.

Τη θεωρία της Τετράδας σαν σύμβολο της τελειότητας την επεξεργάστηκε ο Γιουνγκ εκτενώς σε συνάρτηση με τη θεία Τριάδα. Ο τριαδικός θεός «χρειάζεται να ολοκληρωθεί» με τον τέταρτο άξονα, το Διάβολο, για να είναι τέλειος.

«Η “λατρεία του θεού”, ήτοι η υπηρεσία που μπορεί να προσφέρει ο άνθρωπος στον θεό», είναι να στοχαστεί για τις αντιθέσεις εντός του «θεού» και για τη συμφιλίωσή τους στον «εαυτό» του. Αυτός είναι ο λόγος της ανθρώπινης ύπαρξης. Η εξέλιξη και η ωρίμανση της «Παγκόσμιας Ψυχής» ή του «θεού» εξαρτάται από τη δραστηριότητα ενός ανθρώπου όπως ο ίδιος ο Γιουνγκ.

Όσο εντονότερη είναι η σύγκρουση των αντίθετων πόλων την «Εποχή των Ιχθύων», τόσο περισσότερο ωριμάζει ο πόθος να συμφιλιωθούν και να ενωθούν. Είναι ο πόθος να νομιμοποιηθεί και να ενσωματωθεί το κακό, το παράλογο, ο διάβολος, ο πόθος για «ολότητα», για την Εποχή του «Υδροχόου». Η εποχή του Υδροχόου είναι για τον Γιουνγκ η «Εποχή του Αγίου Πνεύματος» που θα εκχύσει τα πνευματικά του ρεύματα προκειμένου να ενωθούν τα αντίθετα. Το Πνεύμα, που «στην προβολή της ψυχής ονομάζεται “Άγιο Πνεύμα”… είναι, όπως ο Εαυτός, η ανώτερη Αρχή της ολότητας που βρίσκεται «υπεράνω» των αντιθέσεων.» Κατά συνέπεια η Εποχή του Αγίου Πνεύματος σημαίνει την υποταγή του Χριστού σε αυτό. Στην «εξέλιξη της Παγκόσμιας Ψυχής» το Άγιο Πνεύμα προσφέρει περισσότερα από τον Χριστό. Γιατί το Πνεύμα φέρνει αρμονία και ενώνει, ενώ ο Χριστός οξύνει, χωρίζει και διχάζει.

Καθώς το Άγιο Πνεύμα ως «Αρχή της Ολότητας “ενσωματώνει” το διάβολο», οδηγεί τη θεία Τριάδα στην τελείωση, στο να γίνει τετράδα και έτσι να ολοκληρωθεί.

Ένας αντίλογος: Η διαίρεση του Κυρίου σε Ιησού και σε Χριστό, η άρνηση ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, δεν αποτελεί πρωτότυπη ιδέα του Γιουνγκ, αλλά είναι πάρα πολύ παλιά: «Ποιος είναι ο ψεύτης; Δεν είναι αυτός που αρνείται πως ο Ιησούς είναι ο Χριστός;» (Ιωάννη Α΄ Επιστολή 2,22). Ωστόσο δεν ήταν η αστρολογία αλλά ο θεός που είχε προφητεύσει μέσω του Λόγου του ότι θα ερχόταν ο λυτρωτής της ανθρωπότητας από την αμαρτία. Ήταν ο θεός, και όχι το υποτιθέμενο «αρχέτυπο Άνθρωπος» ο κυρίαρχος «παράγοντας» που έστειλε τον Ιησού Χριστό στη Γη.

Ο Ιησούς Χριστός εισήγαγε την Εποχή της Χάρης με τη σταύρωση και την ανάσταση. Ο Γιουνγκ βλέπει μόνο τις αστρολογικές συναρτήσεις, επειδή ο Ιησούς εμφανίστηκε στην αρχή της Εποχής των Ιχθύων. Για τους πρώτους χριστιανούς όμως ΙΧΘΥΣ ήταν απλώς τα αρχικά του σωτήρα τους.

Για τον Γιουνγκ ο Ιησούς Χριστός ήταν απλώς ένα σύμβολο της ανθρώπινης ψυχής ή μία προβολή του «αρχέτυπου Εαυτός». Ο Ιησούς Χριστός ως θείο πρόσωπο δεν τον ενδιέφερε. Ούτε τον ενδιέφερε η ζωή και ο θάνατος του ιστορικού Ιησού Χριστού, αφού κατά την άποψή του δεν είχε σώμα. Τον Γιουνγκ τον ενδιέφερε μόνο η δική του θεώρηση για τον Χριστό και το σταυρό, περιορίζοντας τη σημασία και των δύο σε απλά σύμβολα. Δεν παραδεχόταν ότι ήταν ο ιστορικός Ιησούς Χριστός που λύτρωσε την ανθρωπότητα. Άλλωστε για τον Γιουνγκ η μη αναγνώριση, η μη αποδοχή και η μη ενσωμάτωση του κακού όπως και η εμπιστοσύνη στον Ιησού Χριστό είναι δείγμα ψυχικής πάθησης.

Ούτως ή άλλως θεωρούσε τη Βίβλο ανθρώπινο, μυθολογικό έργο. Δεν πίστευε ότι ο Λόγος του Θεού είναι η αντικειμενική αλήθεια και δεν πίστευε καν ότι υπάρχει μία αντικειμενική αλήθεια.

Αναμφίβολα ο Γιουνγκ διαμόρφωσε ένα πολύ ιδιαίτερο θρησκευτικό σύστημα με πολλά ξεχωριστά χαρακτηριστικά, από τα οποία θα αναφερθούν εδώ μερικά.

Καταρχάς το θεμελιώδες χαρακτηριστικό αυτού του συστήματος είναι ότι στηρίζεται σε μία ψυχολογική, αρχετυπική βάση. Γενικά η μόνη πραγματικότητα που αναγνώριζε ο Γιουνγκ, ακόμη και στο θρησκευτικό πεδίο, ήταν «η πραγματικότητα της (ασυνείδητης) ψυχής» από την οποία εξαρτούσε τα πάντα. Για τον Γιουνγκ η θρησκεία δεν είναι μία μορφή «ιδεοψυχαναγκαστικής νεύρωσης» όπως υπέθετε ο Freud. Ούτε συναρτάται με μία θρησκευτική ανάγκη του ανθρώπου να βρει βοήθεια, προστασία, λύτρωση από την αμαρτία, τον πόνο ή το φόβο του θανάτου. Αντίθετα, έλεγε ο Γιουνγκ, η θρησκεία έχει μία «ψυχική» αιτία, είναι μία έκφραση της «πραγματικότητας της ψυχής». Εξαρτάται από τα αρχέτυπα και ως εκ τούτου αποτελεί «ψυχική αναγκαιότητα». Ο Erich Fromm παρατήρησε σωστά ότι ο Γιουνγκ υποβάθμισε τη θρησκεία σε ένα ψυχολογικό φαινόμενο ενώ συγχρόνως αναβάθμισε το συλλογικό ασυνείδητο ανάγοντάς το σε θρησκευτικό φαινόμενο.

Για τον Γιουνγκ συνεπώς η καταγωγή κάθε θρησκείας είναι η ανθρώπινη ψυχή∙ αλλά και το αντικείμενο της θρησκείας «δεν είναι άλλο από την ψυχή» ως εμπειρία της προσωπικής συλλογικής ψυχής, με άλλα λόγια εμπειρία του Εαυτού.

Ο Γιουνγκ αντιδρούσε στη βιβλική θεώρηση που βλέπει τον άνθρωπο μέσα στην αμαρτία του και σε απόλυτη εξάρτηση από τον Θεό για τη σωτηρία του. Αντ’ αυτού υιοθέτησε το ασιατικό θρησκευτικό πρότυπο που θέλει τον άνθρωπο να αυτολυτρώνεται. Αυτήν την ιδέα της αυτολύτρωσης ενέταξε ύστερα στην αναλυτική ψυχολογία του και στην ψυχοθεραπεία. Με τις θέσεις του στο θέμα της θρησκείας και με το ψυχολογικό του σύστημα έγινε ο πρόδρομος ενός συγκρητισμού Ανατολής και Δύσης αναμειγνύοντας συνειδητά στοιχεία και από τις δύο πλευρές αλλά αλλοιώνοντας τα κεντρικά μηνύματά τους.

Μάλιστα ο Γιουνγκ εκτιμούσε για τον εαυτό του ότι ήταν ο θεραπευτής του χριστιανισμού. Επιδίωξή του ήταν να αλλάξει το χριστιανικό «πρότυπο του θεού». Εάν ο χριστιανισμός «θέλει να έχει μέλλον, αντί να παράγει δυστυχία, οφείλει να αφομοιώσει τη σκιά του θεού (το Σατανά ή Αντίχριστο), τη Γη (την ύλη) και το θήλυ στο θεϊκό του πρότυπο».

Μία συνοπτική κρίση: Στην ψυχολογία του Γιουνγκ οι παραφυσικές πηγές γνώσεις αλλά και οι μυθολογικές, γνωστικιστικές, αποκρυφιστικές και ασιατικές πηγές καταλαμβάνουν πολύ μεγαλύτερο χώρο από όσο το υλικό που συνέλεξε πάνω στην πράξη της ψυχοθεραπείας. Έτσι διαμόρφωσε τις θεωρίες του βασιζόμενος περισσότερο σε αυτές τις κεντρικές ιδέες του εσωτερισμού παρά σε πραγματικά εμπειρικά δεδομένα. Γι’ αυτό η Χέντα Χέρβιγκ παρατηρεί: «Ο Γιουνγκ δεν ασκεί επιστήμη ούτως ώστε να αποκτήσει βήμα-βήμα αντίληψη της πραγματικότητας μέσα από το δρόμο της έρευνας. Αντίθετα αναζητεί τρόπους να στηρίξει επιστημονικά τις «αποκαλύψεις» του. Όταν η υπόθεση που θέτει δεν επαληθεύεται [από τα πραγματικά δεδομένα], δεν την διορθώνει, παρά ξεδιαλέγει το υλικό του έτσι που να επαληθεύει τη θεωρητική του υπόθεση. Επομένως δεν τον ενδιαφέρει η αλήθεια παρά το πρεστίζ του∙ δεν υπηρετεί την αλήθεια παρά μια ιδεολογία».

Το σύνολο της αναλυτικής ψυχολογίας βασίζεται σε αυστηρά προσωπικές «εσωτερικές» εμπειρίες του Γιουνγκ. Δεν είναι ουδέτερος παρατηρητής «ψυχικών» φαινομένων∙ τουναντίον συμμετέχει σε αυτά και επιπλέον τα πιστεύει και μάλιστα πιστεύει στις προσωπικές παραφυσικές εμπειρίες, στα όνειρα, στα οράματα, στις φωνές και στις εμφανίσεις από τον άλλον κόσμο. Αντί να τα ελέγξει όλα αυτά, τα αναβιβάζει κατασκευάζοντας μία «ψυχολογία».

Ο ίδιος ο Γιουνγκ παραδέχτηκε κάποτε : «Υπήρχε ένα δαιμόνιο μέσα μου και αυτό αποφάσιζε σε τελευταία ανάλυση… Στη ζωή μου τον κύριο ρόλο τον έπαιζε αυτός ο δεύτερος και εγώ προσπαθούσα πάντα να αφήσω να εκφραστεί ελεύθερα ό,τι με πίεζε από μέσα μου».

Από το 1934 και ύστερα η κοσμοθεωρία του επηρεάστηκε από την αστρολογία. Από αυτήν τη σκοπιά έκρινε φαινόμενα και γεγονότα όπως ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, τα ούφο ή ο χριστιανισμός.

Συν τοις άλλοις μετά το 1928 «η αλχημεία» έπαιξε έναν αποφασιστικότατο ρόλο στην ψυχολογία του Γιουνγκ». Στους αλχημιστές βρήκε την ιδέα της Παγκόσμιας Ψυχής προσωποποιημένη στον Ερμή, μία οντότητα θεϊκής καταγωγής πνευματική και υλική συνάμα. Τέλος στην αλχημεία, που κατά τα λεγόμενά του τόνιζε ιδιαίτερα το κακό, ο Γιουνγκ βρήκε μία επιβεβαίωση του δικού του θεωρήματος για τη σύνθεση καλού και κακού. Ακριβώς επειδή τόνιζε το κακό την θεωρούσε σαν το «αναγκαίο συμπλήρωμα» του χριστιανισμού. Μεταξύ άλλων τον γοήτευε η ιδέα ότι οι αλχημιστές θεωρούσαν «ατελές» το λυτρωτικό έργο του Χριστού και ήθελαν να βοηθήσουν να τελειωθεί.

Η ψυχολογία του Γιουνγκ στην ουσία είναι ένα θρησκευτικό δόγμα που προτείνει έναν δρόμο για τη σωτηρία. Ο απώτερος θρησκευτικός στόχος είναι η αυτολύτρωση από τις αντιθέσεις του όντος. Η κατάργηση των αντιθέσεων, η πλήρης αδιαφορία απέναντι στο καλό ή στο κακό, στην αλήθεια ή στο ψέμα κ.ο.κ. συνεπιφέρει μία «ανώτερη συνείδηση», τη βίωση του satori (του φωτισμού).

Καθόσον το κακό δεν είναι εχθρός του καλού ούτε το ψέμα της αλήθειας κ.ο.κ. οι αντιθέσεις είναι «σχετικές» και ισοσταθμισμένες και συνεπώς μπορεί κάλλιστα να τις συνθέσει κανείς. Από τη σύνθεση προκύπτει μία νέα ενότητα. Από το γιανγκ και το γιν γεννιέται ένα τρίτο, η παράδοξη ενότητα του Τάο.

Το να υπερτονίζει ή να απολυτοποιεί κάποιος το καλό, το φως, την αλήθεια, σημαίνει ότι «καταπιέζει» το κακό, το σκότος, το ψέμα. Ως εκ τούτου διαπράττει αμαρτία σε βάρος της ενότητας και της ολότητας. Αυτό εμποδίζει την ανάπτυξη και την ανέλιξη της ανθρωπότητας και των μεμονωμένων ατόμων. Κατ’ ακολουθία κάθε άνθρωπος, λέει ο Γιουνγκ και ιδιαίτερα κάθε χριστιανός που διαχωρίζει το καλό από το κακό λόγω της ασυμβατότητάς τους, είναι υπαίτιος για κάθε δυσαρμονία και όξυνση των αντιθέσεων. Το ίδιο ισχύει για όποιον τονίζει και απολυτοποιεί το καλό, την αλήθεια ή τον Χριστό. Αυτός είναι «το μεγάλο εμπόδιο στην αρμονία», την ενότητα και την ολότητα.

Εκτός αυτού ο θρησκευτικός, υπέρτατος στόχος της ψυχολογίας του Γιουνγκ είναι η ένωση του προσωπικού Εαυτού με τον υπερπροσωπικό Εαυτό. Αρχή και προορισμός της «ψυχικής εξέλιξης» είναι η ενότητα του όντος. Η γιουνγκική μέθοδος της ενεργής φαντασίας (active imagination) και της εξατομίκευσης αποτελεί έναν «δυτικό δρόμο της γιόγκα που οδηγεί στον Εαυτό», στην επιστροφή στον Παγκόσμιο Εαυτό και στη συγχώνευση μαζί του. συνεπώς αποτελεί έναν Δυτικό δρόμο για να βρει ο Δυτικός άνθρωπος την εμπειρία της «Ενότητας», την unio mystica.

Η απώτερη φιλοδοξία του Γιουνγκ είναι να λυτρώσει όχι μόνο την ανθρωπότητα από τις αντιθέσεις «που έχει δημιουργήσει ο θεός», αλλά και τον ίδιο τον θεό από τις αντιθέσεις του. «Ο θεός είναι μία contradictio in adjecto, γι’ αυτό χρειάζεται τον άνθρωπο προκειμένου να γίνει ένα… Ο θεός είναι μία πάθηση που ο άνθρωπος οφείλει να θεραπεύσει».

Ο Γιουνγκ παρέβλεψε το γεγονός ότι ο πόλος του κακού, ο Σατανάς και οι δαίμονές του, συνιστά μια σκοτεινή πραγματικότητα που έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει την ψυχική ζωή, την εμπειρία και τη συμπεριφορά του ανθρώπου. Γι’ αυτόν το λόγο εννόησε το Σατανά και το βασίλειο του κακού απλώς σαν ψυχολογικές έννοιες που περιλαμβάνονται στην ανθρώπινη ψυχή. Μεγαλώνοντας έμεινε τυφλός από αυτήν την άποψη και μέχρι το τέλος της ζωής του κατηγορούσε τον θεό.

Έτσι ο Γιουνγκ κατασκεύασε ένα μοντέλο ανευθυνότητας. Εφόσον η κινητήρια δύναμη της ατομικής συμπεριφοράς είναι το κληρονομημένο, συλλογικό ασυνείδητο, σε ποιον άρα μπορούν να καταλογιστούν ευθύνες γι’ αυτήν την κληρονομική, υπερατομική προδιάθεση; Το άτομο δεν είναι τότε «απλώς θύμα» του «πανανθρώπινου κοινού παρελθόντος»; Εφόσον τα ελατήρια των πράξεών του κρύβονται κυρίως στο ασυνείδητο, ποιος είναι τότε υπεύθυνος αφού οδηγείται και κατευθύνεται ασυνείδητα χωρίς να το ξέρει ή να το συνειδητοποιεί; Δεν είναι «απλώς θύμα» του ασυνειδήτου του με το άγνωστο περιεχόμενο και τις άγνωστες διαδικασίες; Επιπλέον το σ.α. είναι κάτι το απρόσιτο, το απροσπέλαστο∙ άρα το άτομο δεν έχει καμία δυνατότητα να αποφύγει ή να μετατρέψει την ποδηγέτηση από αυτό. Δυστυχώς μένει «απλώς θύμα» ενός απροσπέλαστου μυστηρίου.

Ούτε τα όνειρα, τα οράματα, οι υπερκόσμιες φωνές και οι «peak experiences» της «ολότητας» μπόρεσαν να θεραπεύσουν τον Γιουνγκ από τον εσωτερικό διχασμό του. Ούτε και η αντιπαράθεσή του με τον Θεό. Έτσι έγραφε σε ένα γράμμα το 1952 : «Αναζητώ ακόμη την ησυχία. Είμαι ένα κουβάρι από αντιθέσεις και μπορώ να με ανεχθώ μόνο όταν με παρατηρώ σαν ένα αντικειμενικό φαινόμενο».

Δύο χρόνια αργότερα, έναν χρόνο πριν γίνει ογδόντα χρόνων, έγραφε: «Παρατηρώ τον εαυτό μου με μία εμπειρία σχεδόν ογδόντα χρόνων ζωής και οφείλω να ομολογήσω πως δεν βρήκα καμία πειστική απάντηση για τον εαυτό μου. Εξακολουθώ να αμφιβάλω για μένα και μάλιστα ιδιαίτερα για τα σημεία όπου προσπάθησα να δώσω συγκεκριμένες απαντήσεις».

Και στις «Αναμνήσεις» του δύο χρόνια πριν το θάνατό του παραδέχτηκε: «Όσο περισσότερο μεγαλώνω τόσο λιγότερο καταλαβαίνω, αναγνωρίζω ή γνωρίζω τον εαυτό μου».

Τι τραγικό επιμύθιο για έναν ηλικιωμένο ψυχίατρο που επιδίωκε να λυτρώσει και να θεραπεύσει όχι μόνο τον εαυτό του, αλλά και την ανθρωπότητα, ακόμη και αυτόν τον θεό με την ψυχολογία του. Δεν είχε απογοητευτεί από τον Freud πενήντα χρόνια νωρίτερα επειδή ο «δάσκαλος» της ψυχανάλυσης δεν μπορούσε να θεραπεύσει τη δική του τη νεύρωση; Δεν δείχνουν αυτοί οι δύο «δάσκαλοι» της ψυχοθεραπείας, πόσο ανούσιες και ατελέσφορες είναι οι προσπάθειες αυτοβελτίωσης και αυτολύτρωσης, ακόμη και όταν γίνονται με το μανδύα της ψυχολογίας και της ψυχοθεραπείας; Ποια γνώση και ποια βοήθεια μπορεί να περιμένει ή να λάβει ένας άνθρωπος από μία τέτοια ψυχολογία και ψυχοθεραπεία χωρίς θεό και χωρίς Χριστό;»

Στον δυστυχώς άκρως μπερδεμένο κόσμο της σκέψης του Κ. Γιουνγκ, ο οποίος είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα έμπνευσης από τα θρησκειο-φιλοσοφικά συστήματα που εξετάσαμε στην πορεία αυτής της παρουσίασης, θα δώσουμε απάντηση μέσα από τις Νέες Αποκαλύψεις και τη χριστοκεντρική διόρθωση.

1. Το ΕΙΝΑΙ του Θεού

Ο Θεός είναι το απέραντο Πνεύμα που υπήρχε ανέκαθεν, η «Αρχική Αιτία» κάθε ύπαρξης. Αγάπη, Σοφία και παντοδυναμία της βούλησης είναι οι κύριες ιδιότητές Του. Το Άγιο Πνεύμα Του διαποτίζει όλο το σύμπαν, είναι η «Κοσμική Ψυχή» των αρχαίων θρησκειών. Παράλληλα όμως τούτο το απέραντο Πνεύμα διαθέτει έναν πυρήνα, ένα κέντρο εξουσίας. Σαν ένας ήλιος, αυτό το κέντρο εξουσίας ακτινοβολεί και διαχέει στην πλάση ιδέες και δυνάμεις οι οποίες αφού περάσουν από όλα τα στάδια εξέλιξης και ολοκληρώσουν τον κύκλο της ζωής τους, επιστρέφουν ξανά σε αυτό σαν τέλεια όντα.

Σε τούτο το άκτιστο κέντρο εξουσίας ο Θεός έχει υποστατή πνευματική μορφή ως τέλειο αρχέτυπο ανθρώπου. Γι’ αυτό λέγεται στην Παλαιά Διαθήκη πως ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωσή Του. Το πνεύμα του Θεού ορμώμενο από το άκτιστο κέντρο Δύναμης δημιουργεί αέναα.

Ολόκληρη η πλάση αποτελεί ένα τεράστιο σοφό μωσαϊκό μέσα στο οποίο οι θεϊκές ιδέες εκδιπλώνουν όλη την παλέτα των δυνατοτήτων τους ώσπου να φθάσουν στην τελειότητα. Αυτή η διαδικασία τελειοποίησης ολοκληρώνεται σε τεράστιες χρονικές περιόδους που τις χωρίζουν διαλείμματα ανάπαυσης. Σε αυτές τις δημιουργικές περιόδους αναφέρονται βιβλικές έννοιες όπως π.χ. οι «μέρες της δημιουργίας».

2. Η Αρχέγονη Πνευματική Δημιουργία

Πριν γίνει η υλική πλάση που όλοι μας βλέπουμε, προηγήθηκαν άλλες δημιουργίες, καθαρά πνευματικές. Κατ’ αρχάς ο Θεός δημιούργησε κατ’ εικόνα Του μεγάλα πνευματικά όντα. Σε Αυτούς τους πρωταρχάγγελους έδωσε την ικανότητα να δημιουργούν και οι ίδιοι με τη σειρά τους άλλα πνευματικά όντα που να τους μοιάζουν. Έτσι δημιουργήθηκαν στρατιές από αγγέλους. Αν ακολουθούσαν δε την εντολή της Αγάπης, για τον Θεό και τα αδέλφια τους, θα ανέβαιναν διαρκώς πνευματικά και μια μέρα θα έφθαναν στη θεϊκή τελειότητα. Είχαν όμως συνάμα την ελευθερία της βούλησης να διαλέξουν από μόνοι τους ποιο δρόμο να πάρουν.

Έτσι μια μερίδα από αυτούς με αρχηγό τον Εωσφόρο, που ήταν το Πρώτο Πνεύμα το οποίο είχε γίνει από τον Θεό, ξέφυγαν από το δρόμο της αγάπης, με αποτέλεσμα να γίνουν αλαζόνες, εγωιστές και φίλαρχοι. Σύμφωνα όμως με τον προαιώνιο νόμο όσοι απομακρύνονται από τον Θεό αποκόβονται από τα ρεύματα της θεϊκής ζωής (ή αγάπης) που τρέφουν και θερμαίνουν τα όντα.

Γι’ αυτό οι αποστάτες παρέλυσαν τελείως και στο τέλος, εντελώς ανήμποροι μεταμορφώθηκαν σε συμπυκνωμένες μάζες. Με αυτή τη συμπύκνωση (υλοποίηση) των πνευματικών – αιθέριων υπάρξεων, διαμορφώθηκαν οι αρχέγονες νεφέλες κοσμικής ύλης.

3. Η Υλική Δημιουργία

Ο Θεός είχε να επιλέξει ανάμεσα σε δύο λύσεις : είτε να εγκαταλείψει τους πεσμένους αγγέλους στην αιώνια καταδίκη τους είτε να τους οδηγήσει πάλι στο δρόμο Του και από εκεί στην τελειοποίηση. Η Αγάπη Του τους ευσπλαχνίστηκε και έτσι με τη βοήθεια των πιστών του αγγέλων δημιούργησε το σύμπαν, παίρνοντας σαν υλικό τις αρχέγονες νεφέλες κοσμικής ύλης. Αφού κατ’ αρχάς τις διέλυσε και τους έδωσε πάλι ζωή, έκτισε με αυτές τον υλικό κόσμο ο οποίος στο σύνολό του παριστάνει τον «άσωτο υιό». Με αυτόν τον τρόπο ανοίχτηκε ο δρόμος για την ελευθερία στα πνεύματα που είναι δέσμια μέσα στην ύλη αμέτρητων κοσμικών συστημάτων και σωμάτων.

4. Η βάση του κόσμου είναι Πνευματική

Ύλη με την έννοια του υλισμού δεν υπάρχει. Τα πάντα είναι ενέργεια, δηλαδή θεϊκή ή πνευματική δύναμη. Αυτή η ενέργεια είναι κατατμημένη σε απειροελάχιστα σωματίδια, τους «σπινθήρες πρωταρχικής ζωής».

Ακόμη και το άτομο είναι ένα ολοζώντανο σύμπαν σε μικρογραφία που απαρτίζεται από αμέτρητα βασικά σωματίδια (σε αυτό το συμπέρασμα έχει φθάσει και η πυρηνική φυσική). Τα βασικά σωματίδια (που σήμερα τα ονομάζουμε ηλεκτρόνια ή κβάντα) είναι σκέψεις και ιδέες του Θεού υλοποιημένες, που αποδεσμεύτηκαν από αυτόν για να ολοκληρώσουν με τη δική τους θέληση τον κύκλο τους. Ολόκληρο το σύμπαν αποτελείται από αυτά τα σωματίδια και εξελίσσεται σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού.

5. Ο Σκοπός της Ζωής

Η θεία θέληση αφήνει τις συμπυκνωμένες μάζες κοσμικής ύλης σε όλα τα ουράνια σώματα να γίνουν όλο και πιο αραιές και χαλαρές. Έτσι απελευθερώνονται σπινθήρες ζωής εωσφορικής προέλευσης. Τότε οι άγγελοι που υπηρετούν τον Δημιουργό τις κατανέμουν μέσα στα φυσικά βασίλεια για να καθαριστούν από τον αρνητικό τους χαρακτήρα, σύμφωνα με το σχέδιο που έχει εκπονήσει η Αγάπη και η Σοφία Του. Αυτοί οι σπινθήρες ζωής συνδέονται μεταξύ τους και σχηματίζουν όλο και πιο πολύπλοκες ενώσεις ή «ψυχές». Ως τέτοιες ψυχές περνούν βαθμιαία σε συνεχώς ανώτερες μορφές ζωής μέσα από το ορυκτό, το φυτικό και το ζωικό βασίλειο. Έχουμε δηλαδή τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου επαληθευμένη αλλά μέσα από ένα πολύ πιο διευρυμένο πνευματικό πρίσμα.

Οι «φυσικές ψυχές» μαθαίνουν στη διάρκεια της πνευματοσωματικής τους εξέλιξης στα τρία βασίλεια, πώς είναι φτιαγμένο και πώς λειτουργεί το εκάστοτε «ζωτικό» τους περίβλημα που είναι το υλικό τους σώμα.

Σε αυτήν την πορεία αρχίζουν σταδιακά να αποβάλουν τον εγωισμό τους και να αποδέχονται το νόμο της αγάπης και της αλληλοβοήθειας, σχηματίζονται από κοινού ενώσεις και οργανισμούς. Γι’ αυτόν το λόγο το Ευαγγέλιο μιλάει για τη «λύτρωση όλης της κτίσης» με τη δύναμη της Αγάπης.

6. Η Κατάληξη αυτής της Εξέλιξης είναι ο Άνθρωπος

Μέσα από τις όλο και μεγαλύτερες ενώσεις από τέτοιες φυσικές ψυχές, αναδύεται τελικά η ανθρώπινη ψυχή. Είναι τώρα έτοιμη, υπό την καθοδήγηση του πνεύματός της, μίας σπίθας αγάπης που της έχει εμφυσήσει ο Θεός, να δοκιμαστεί στην επίγεια ζωή. Αν πραγματώσει εκούσια τις εντολές της αγάπης, ο άνθρωπος φθάνει όλο και πιο κοντά στον Θεό και τελικά στην ολοκλήρωση: στην αληθινή υιοθεσία από Αυτόν, στην ελευθερία και ευδαιμονία της αιώνιας ζωής*.

7. Ο Ιησούς Χριστός

Όταν η πλάση ήταν πλέον αρκετά ώριμη, ο Θεός αποφάσισε να μας ανυψώσει σε ένα ανώτερο στάδιο και επίπεδο σχέσης μαζί Του. Είχε έρθει η ώρα μετά τη δικαιοσύνη να γνωρίσουμε την αγάπη ως το κύριο χαρακτηριστικό του. Ο Θεός ο ίδιος ενσαρκώθηκε στον Ιησού για να διδάξει και να καθοδηγήσει την ανθρωπότητα και όλα τα πνεύματα. Η μεγαλύτερη απόδειξη της αγάπης Του ήταν να ντυθεί με την περιβολή της ύλης για να δείξει στους αποστάτες το δρόμο, πώς μπορούν να βγουν απ’ τη φυλακή τους και να επιστρέψουν στην πνευματική τους πατρίδα.

Το Πνεύμα του Ιησού, το ιερό Άκτιστο Κέντρο Δύναμης του Θεού, είναι ο «Πατέρας». Η ψυχή (και το σώμα) του Ιησού, δηλαδή η ανθρώπινη πλευρά του, είναι ο «Υιός». Οι θεϊκές Δυνάμεις που εκπηγάζοντας από τον Πατέρα μέσω του Υιού διαχέονται στο άπειρο, είναι το Άγιο Πνεύμα. Έτσι Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα είναι ενωμένοι στο πρόσωπο του Χριστού.

Το λυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού εξασφάλισε στον άνθρωπο τη δυνατότητα και τη δύναμη να επανέλθει στην ουράνια πατρίδα του, εφόσον ακολουθεί ευσυνείδητα τη διδασκαλία της αγάπης. Με οδηγό τη διδασκαλία αυτήν, οδηγούνται στη λύτρωση άνθρωποι και πνεύματα σε όλο το σύμπαν.

Με βάση τα παραπάνω, επίσης καταρρίπτεται η αντίληψη του ινδουισμού για την ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας, την οποία εξέλιξη ο ινδουισμός βλέπει να λαμβάνει χώρα κυκλικά. Κατ’ αυτόν ο μεν άνθρωπος επανέρχεται συνεχώς, δεμένος λόγω του κάρμα του στον ατέρμονο κύκλο των μετενσαρκώσεων, μέχρι να διαλυθεί στο Βράχμαν, η δε ανθρωπότητα περνά επανειλημμένα από μακραίωνους κύκλους μίας κακής περιόδου σε μία περίοδο ολικής καταστροφής, μετά ανάπαυσης και αναδημιουργίας, μετά σε μία καλή περίοδο κ.ο.κ. Η χριστιανική αντίληψη είναι διαφορετική καθώς εξαρτά την ιστορία της ανθρωπότητας από δύο παραμέτρους, τη θεϊκή και την ανθρώπινη βούληση. Μετά την εκδίωξή του από τον παράδεισο ο άνθρωπος προσπαθεί να διαμορφώσει μόνος του τη μοίρα του στη Γη. Όμως οι υπεράριθμες σελίδες πόνου στα βιβλία της ιστορίας αποδεικνύουν πόσο λίγη επιτυχία έχει. Αντίθετα, τα μεγάλα οράματα για ειρήνη και επίγεια ευημερία ακολουθούνται ανελλιπώς από απότομη προσγείωση στην πραγματικότητα. Όταν η επιβίωση του πλανήτη κρέμεται από μία κλωστή, όποιος κι αν είναι ο κίνδυνος που τον απειλεί, είτε η οικολογική είτε η πυρηνική καταστροφή π.χ., είναι αφέλεια αν όχι τυφλότητα να ισχυριστεί κάποιος ότι το ανθρώπινο φύλο βαδίζει προς το καλύτερο. Όσο βαδίζει χωρίς τον Θεό, βαδίζει προς το χειρότερο.

Αυτή είναι η μία παράμετρος της ιστορίας της ανθρωπότητας, η άλλη είναι η πλευρά του Θεού. Ο άνθρωπος μπορεί να απομακρύνεται από τον Θεό, όμως εκείνος τον πλησιάζει με διάφορους τρόπους, με αποκορύφωση την ενανθρώπισή του. Γι’ αυτό η ιστορία του ανθρώπου που έχει πνευματικό προσανατολισμό δεν είναι κυκλική αλλά γραμμική-ανοδική. Από τη στιγμή που αναγνωρίζει την κυριαρχία του θεϊκού όντος επάνω του, το άτομο αρχίζει την αντίστροφη πορεία του. Και με αυτόν τον τρόπο θα επιστρέψουν κάποτε όλοι στη θεία Πηγή τους, εθελοντικά και συνειδητά, ακριβώς όπως απομακρύνθηκαν από εκεί, όταν ήταν ακόμη άγγελοι στην πνευματική Δημιουργία. Γιατί αυτό απετέλεσε το πρωταρχικό αμάρτημα για το οποίο είναι υπεύθυνοι σχεδόν όλοι οι άνθρωποι, καθώς εν γνώσει τους εξέπεσαν από την αγγελική τους κατάσταση, παρασυρμένοι από τον Εωσφόρο (Ησαΐα 14, 11-15).

[ΟΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΡΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥΣ]

www.hapocalypshsimera.gr]

Το κακό είναι υπαρκτό;

Για το μονισμό της ασιατικής φιλοσοφίας ο θεός είναι το άθροισμα όλων όσα υπάρχουν κι όλα τα φαινόμενα στον κόσμο συναποτελούν ένα ενιαίο σύνολο. Συνεπώς «ο θεός είναι και πρόσωπο κι απρόσωπος, άπειρος και πεπερασμένος, καλός και κακός». Άρα το κακό δεν είναι περισσότερο καταδικαστέο απ’ το καλό, το κακό είναι εξίσου καλό με το καλό. Ο περιβόητος κατά συρροή δολοφόνος Charles Manson το ‘χει εκφράσει έτσι: «Αφού ο θεός είναι τα πάντα, τι είναι τότε το κακό;»

Ο Χίτλερ και οι βουδιστές

Ο γνωστός συγγραφέας και δημοσιογράφος Άρθουρ Κέστλερ αναφέρει μία συνέντευξη που πήρε από έναν επιφανή εκπρόσωπο του βουδισμού Ζεν, από την οποία φαίνονται έκδηλα οι συνέπειες της εξομοίωσης καλού και κακού.

Ερώτηση: «Υποστηρίζετε την ανεκτικότητα απέναντι στις θρησκείες και σ’ όλα τα πολιτικά συστήματα. Τι λέτε για τους θαλάμους αερίων του Χίτλερ»;

Απάντηση: «Ήταν πολύ ασύνετο εκ μέρους του»!

Ερώτηση: «Απλώς ασύνετο; Δεν ήταν και κακό»;

Απάντηση: «Το κακό είναι μία χριστιανική έννοια. Το καλό και το κακό είναι σχετικά».

Επίσης ο δάσκαλος του Ζεν YunMen λέει: «Εάν θέλεις να βρεις την αλήθεια, μην σ’ απασχολεί τι είναι σωστό και τι λάθος. Η αντίθεση μεταξύ σωστού και λάθους είναι η αρρώστια του πνεύματος».

Επίσης ο Μαχαρίσι Μαχές Γιόγκι του Υπερβατικού Διαλογισμού (ΤΜ) λέει: «Αν και είμαστε 100% θεϊκοί, δεν το συνειδητοποιούμε και η συνείδησή μας πάσχει. Με την υπερβατική συνείδηση είμαστε ήδη θεοί. Άρα ο πόνος που συνοδεύει κυρίως τη φυσιολογική συνείδηση, πρέπει να εξαλειφθεί μ’ αυτόν τον τρόπο. Μόνο λίγα λεπτά ΤΜ πρωί και βράδυ και δεν θα υπάρχει πια δυστυχία […] Έτσι ο αμαρτωλός βγαίνει εύκολα από την περιοχή της αμαρτίας και γίνεται δίκαιος».

Η ρίζα του κακού

Στην ανατολική φιλοσοφία το κεντρικό πρόβλημα του ανθρώπου είναι η άγνοια της θεϊκότητάς του κι όχι η εγωιστική, λανθασμένη βούληση ή η αμαρτία [αμαρτάνω=σφάλλω, υποπίπτω σε παράπτωμα].

Άραγε ο άνθρωπος είναι απλώς θύμα μίας μεταφυσικής κρίσης ταυτότητας, την οποία θα ξεπεράσει μόνο με τη συνειδητοποίηση της θεϊκότητάς του;

Ή πρόκειται για μία ασθένεια, την αμαρτία, που έχει τη ρίζα της στην ανθρώπινη φύση μας και απαιτεί συνειδητή εργασία στον εαυτό μας για να εξαλειφθεί;

Η απάντηση σ’ αυτές τις ερωτήσεις δεν είναι απλώς θεωρητική, γιατί καθορίζει την αιώνια πορεία του καθενός μας.

Στην ανατολική φιλοσοφία η αμαρτία, το λάθος, είναι πως πιστεύουμε ότι είμαστε άτομα με ξεχωριστή προσωπικότητα κι όχι ότι είμαστε η σταγόνα – άτμαν που θα χαθεί μέσα στον ωκεανό – βράχμαν.

Ο δάσκαλος του Ζεν D.T.Suzuki το εξηγεί έτσι: « Όλες οι πλάνες και όλα τα κακά ξεκινάνε από την πίστη στην ατομικότητα. Οτιδήποτε πηγαίνει στραβά, οφείλεται στην άγνοια».

Για το βουδισμό Ζεν η άγνοια προέρχεται από το ότι ο άνθρωπος δεν ξέρει τι είναι πραγματικά, ότι δηλαδή δεν έχει δική του ανεξάρτητη ύπαρξη ή Εγώ. Για τον ινδουισμό είμαστε θεοί αφού είμαστε ένα μέρος της Παγκόσμιας Ψυχής / του βράχμαν.

Στην ανατολική Φιλοσοφία ο άνθρωπος προβιβάζεται σε θεό, ενώ ταυτόχρονα ο προσωπικός Θεός καταργείται. Άρα δεν υπάρχει καμία απόλυτη Αρχή που να καθοδηγεί τον άνθρωπο. Είναι όμως έτσι; Ας δούμε τι λέει η θεόπνευστη νέα αποκάλυψη στον Ι. Λόρμπερ για τη δύναμη του κακού.

Ο Αντίποδας: ο Εωσφόρος και οι δικοί του Άγγελοι

«Η αποκάλυψη στον Λόρμπερ θα ήταν ελλιπής και μονό­πλευρη, αν δεν περιλάμβανε και εκείνες τις σκοτεινές δυνάμεις οι οποίες αποτελούν τον αντίποδα στο Θεό και στις φωτεινές στρατιές του.

Κάποτε ήταν το μεγαλύτερο φωτεινό πνεύμα-τώρα είναι ο αρχηγός του σκότους

Μάθαμε πρωτύτερα για τον Εωσφόρο ή Σατανά, πως κάπο­τε είχε τη μεγαλύτερη δύναμη και εξουσία απ’ όλα τ’ αρχέ­γονα πνεύματα.

«Όταν τούτο το πνεύμα λεγόταν Σατάνα, η θέση του απέ­ναντι στη Θεότητα ήταν σαν της γυναίκας απέναντι στον άν­δρα», διαβάζουμε στο «Γη και Σελήνη». «Η Θεότητα θα φύ­τευε τις ατέλειωτες, αέναες ιδέες Της μέσα σ’ αυτό το πνεύ­μα για να ωριμάσουν μέσα στο συγκεντρωμένο φως του. Από το φως αυτού του πνεύματος θα είχε πηγάσει μία δημιουργία από αγνότατα όντα και τούτο το ζωντανό φως θα πλήθαινε και θ1 απλωνόταν σε όλη την απεραντοσύνη.

Το πνεύμα αυτό είχε ένα μεγάλο προορισμό, να γίνει σχε­δόν ένας δεύτερος θεός δίπλα στο Δημιουργό. Γι’ αυτό έ­πρεπε να υποβληθεί σε μία δοκιμασία της ελευθερίας του ανάλογη με τη σπουδαιότητα του προορισμού του. Όμως δεν τα κατάφερε, γιατί θέλησε να υψωθεί πάνω από τη Θε­ότητα και να Την κάνει υποτελή του. Αυτό που διέπραξε δη­λαδή ήταν ότι θέλησε να πάρει τα πρωτεία από το Θεό! Επει­δή όμως η Θεότητα δεν μπορούσε να του παραδώσει την πρωτοκαθεδρία, εξοργίστηκε πάρα πολύ κι ήθελε πραγματι­κά να Την καταστρέψει. Τότε η Θεότητα συνέλαβε όλα τα μέρη του και του πήρε όλες τις οντότητες που ήταν μέσα του. Μ’ αυτές τις οντότητες για υλικό έπλασε τα ουράνια σώ­ματα. Και το πνεύμα αυτής της απέραντης ψυχής το φυλάκι­σε με τα πιο δυνατά δεσμά στα κατάβαθα της ύλης. Κι αν θέλετε να ξέρετε πού κατοικεί αυτό το καταχθόνιο πνεύμα με το ουσιαστικό εγώ του, ή το ζωτικό του κέντρο, δεν είναι δύσκολο να το μάθετε. Η έδρα, που είναι συνάμα και η φυλακή του, είναι το πιο σκληρό, κεντρικό σημείο της Γης σας. Πάνω σ,αυτό το σημείο πιέζουν τα πάντα, ώστε να μην μπορεί ο εγκάθειρκτος να κουνηθεί πολύ και να καταστρέψει ό,τι έχει και δεν έχει πάνω της η Γη.

Ακόμη και σήμερα παραμένει διπλοδεμένος σ’ αυτή τη φυλακή. Ωστόσο δεν παραλείπει να φυσάει την ανάσα του, που είναι δηλητηριασμένη απ’ την κακία του, στις δυνάμεις ζωής που αναρριχώνται στα στάδια της ύλης. Κι αυτή η πνοή της θέλησης του είναι ακόμη αρκετά ισχυρή για να φυτέψει το θάνατο σ’ όλα τα ψυχικά στοιχεία. Και αυτό το μαρτυρούν ολοφάνερα όλα τα πλάσματα της Γης, γιατί οτιδήποτε είναι οργανικό, είναι φθαρτό κι όλη η ύλη μπορεί να προκαλέσει την καταστροφή και το θάνατο. Όλ’ αυτά προέρχονται από την πνοή της θέλησης του. Η κακία του είναι τόσο απερίγραπτη, που είναι ολωσδιόλου αδύνατο να τη διανοηθείτε. Όσα ξέρετε γι’ αυτό το πνεύμα δεν είναι παρά μία αμυδρή σκιά της αλήθειας. Ο Θεός σας σπλαχνίζεται και σας την κρύβει, κι αφήνει μόνο να φανούν όσα χρειάζεσθε για να μαντέψετε το ποιόν αυτού του πνεύματος».

Δαίμονες και διάβολοι

Όλα τα πνεύματα που ακολούθησαν τον Εωσφόρο βρίσκο­νται έγκλειστα μέσα στην ύλη των αστρικών σωμάτων. Πολλά απ’ αυτά τα όντα βρίσκονται και στον πλανήτη μας και βοηθούν τον «άρχοντα αυτού του κόσμου» με την καταστροφική τους δράση. Αυτά τα σατανικά αρχέγονα πνεύματα, που δεν έχουν γίνει ακόμη άνθρωποι, ονομάζονται δαίμονες.

Στη Γη μας προστίθενται στη συντροφιά τους εκείνες οι ψυχές που ολοκλήρωσαν μεν την πορεία της λύτρωσης, αλλά στο ανθρώπινο στάδιο απέτυχαν. Οι άνθρωποι διαθέτουν ελευθερία της θέλησης, την οποία εκμεταλλεύεται ο Σατανάς για να τους ξανακερδίσει, χρησιμοποιώντας σαν δόλω­μα διάφορους πειρασμούς. Παρόλο που οι φύλακες-άγγελοι προσπαθούν να τους προστατέψουν, υπάρχουν πολλοί που ξανακυλούν, καμιά φορά χειρότερα από πριν. Αυτές τις πο­λυάριθμες «υπότροπες» ψυχές, τις ονομάζουμε διάβολους.

Διάβολοι και δαίμονες συγχίζουν τους ανθρώπους, σπέρνουν διχόνοια και ταραχή, υποδαυλίζουν τα αρνητικά συναισθήματα και γενικά καταστρέφουν ό,τι θετικό υπάρχει. Όπου οι άγγελοι του Θεού νουθετούν, ανοικοδομούν και υποστη­ρίζουν, τούτα τα φθοροποιά όντα υποκινούν τους ανθρώ­πους να εξεγερθούν ενάντια στην ουράνια Τάξη. Γι’ αυτό λέ­ει ο Παύλος: «Δεν έχουμε να παλέψουμε μόνο με ανθρώ­πους σαν κι εμάς, με αίμα και σάρκα, αλλά με τις υπερκόσμιες αρχές και εξουσίες, τους άρχοντες του σκότους, με τη στρατιά από πονηρά πνεύματα που ζουν κάτω από τους ουρανούς» (Εφ. 6,12).

«Το Σατανά ακολουθεί ένας συρφετός από τυφλούς οπαδούς. Κατά καιρούς στέλνει τους υποτακτικούς του ανάμεσα στους ανθρώπους με την εντολή να πιάσουν όποιον μπορούν και να δοκιμάσουν κάθε μέσο για να στρατολογήσουν την ψυχή του στο στρατόπεδο του. Μόλις πάρουν αυτή την εντολή τούτοι οι κακούργοι, γλιστρούν λαθραία μέσα από κρυφά περάσματα, και ξεφυτρώνουν στον πάνω κόσμο. Τις προθέ­σεις τους βέβαια τις κρατάνε μυστικές, μήπως συναντήσουν κανένα καλύτερο πνεύμα και τους υποψιασθεί. Επειδή όμως στο Βασίλειο των πνευμάτων, είτε καλά είναι είτε κακά, η ελευθερία της θέλησης είναι απόλυτα σεβαστή (με την προϋπόθεση, βέβαια, πως κάποιο πνεύμα δεν έχει κατά νου να κάνει μεγάλο κακό σ’ όποιον πέσει στην παγίδα του), τους επιτρέπεται ν’ ανέβουν στον επάνω κόσμο. Εννοείται βέβαια πως βρίσκονται διαρκώς κάτω από ουράνια παρακολούθηση» («Γη και Σελήνη», κεφ. 58). Σαν τι κάνουν λοιπόν όταν ανέβουν στον «επάνω κόσμο»; Χρησιμοποιούν πραγματικά κάθε μέσο, προκειμένου να κερδίσουν εθελούσια θύματα για το στρατόπεδο του Σατανά. Για να το πετύχουν, φέρνουν σύγχυση και αναστάτωση, προξενούν αρρώστιες, ερεθίζουν, δαιμονίζουν και βάζουν σε φασαρίες τους ανθρώπους. Συνήθως πλησιάζουν «απαρατήρητοι» τα θύματα τους, όπου υπάρχει κοσμοσυρροή, κυρίως στα πολυσύχναστα εμπορικά μέρη, όπου υπάρχει κερδοσκοπία, και στις εξεζητημένες διασκεδάσεις.

Για μας τους κατοίκους της Γης συνιστά από τη μια μεριά έναν μεγάλο κίνδυνο το γεγονός ότι αυτά τα όντα έχουν τό­σο μεγάλη δύναμη σ’ αυτό τον πλανήτη, αφού εδώ είναι έ­γκλειστος ο υποκινητής τους. Από την άλλη όμως αποτελεί ένα μεγάλο πλεονέκτημα ότι αγωνιζόμαστε εδώ όπου η επιρ­ροή του αντίποδα είναι στο ζενίθ της. Αυτό ακριβώς το ση­μείο κάνει τη Γη μας το πιο διδακτικό σχολείο για τα παιδιά του Θεού. Όποιος περάσει μ’ επιτυχία τις εξετάσεις εδώ, θα μπορέσει μια μέρα ν’ αναλάβει και τα πιο απαιτητικά καθήκο­ντα στην πνευματική σφαίρα. Επιπλέον, ο άνθρωπος που δεν παραιτείται, που δεν κουράζεται να ψάχνει και να χτυπάει την πόρτα, είναι βέβαιο πως θα έχει τη μεγαλύτερη δυνατή συ­μπαράσταση στο δρόμο του. Γι’ αυτό το λόγο ο Θεός ενσαρ­κώθηκε σε τούτο τον πλανήτη, στη σφαίρα επιρροής του αντίθεου, για να δείξει με το παράδειγμα Του πως το Φως είναι πιο ισχυρό από το σκοτάδι.

Το καλό και το κακό και ο αιώνιος Νόμος…

Ας δούμε και μία αποκάλυψη στην Μπέρτα Ντούντε από τις 11-10-1946 που εξηγεί με λίγα λόγια γιατί υπάρχει το κακό:

«Εγώ έχω επιτρέψει επίσης και το κακό, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν είναι η βούλησή Μου, γιατί το κακό αντιβαίνει στο αιώνιο Νόμο Μου. Είναι μία εσφαλμένη κατεύθυνση που ακολουθεί η βούληση ενός όντος που απομακρύνεται από Μένα και επιδιώκει κάτι που είναι εντελώς αντίθεο. πρόκειται συνεπώς για μία κατάσταση που είναι εντελώς αντίθετη με την αρχέγονη κατάσταση του δημιουργήματός Μου.

Αλλά το κάθε δημιούργημά Μου πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επιδιώκει τόσο το καλό όσο και το κακό. άρα καλό και κακό πρέπει να υπάρχουν, προκειμένου το κάθε ον να μπορεί να παραμείνει τέλειο ή να γίνει τέλειο με την ελεύθερη θέλησή του.

Οτιδήποτε αντιφάσκει με τον αιώνιο Νόμο Μου είναι κακό, οτιδήποτε μένει εντός της αιώνιας Τάξης Μου είναι καλό. Ωστόσο είναι θέλησή Μου να μπορεί το ον να αισθάνεται μέσα του ή και να ακολουθεί την οποιαδήποτε επιθυμία του προς κάθε κατεύθυνση. Επιπλέον το έχω φτιάξει έτσι που να μπορεί να αισθανθεί στην καρδιά του κάθε είδους επιθυμία. Και είναι από τη Σοφία και την Αγάπη Μου που έφτιαξα έτσι τα όντα, γιατί θέλω να τα οδηγήσω στην αιώνια μακαριότητα και γι’ αυτό απαιτείται να επιδιώκουν το καλό με την ελεύθερη θέλησή τους».

Η πραγματικότητα του κακού

Στο βιβλίο του The World of Gurus ο Ινδός φιλόσοφος και ακτιβιστής Vishal Mangalwadi ασχολήθηκε αναλυτικά με τους γκουρού της πατρίδας του και τη φιλοσοφία του ινδουισμού. Στο κεφάλαιο για τον γκουρουϊσμό μάθαμε πολλά από τις έρευνές του, εδώ ας ακούσουμε τι έχει να πει για τον μονισμό για την πραγματικότητα του κακού:

«Ο μονισμός δεν έχει καμία εξήγηση για τον κόσμο των φαινομένων και ομοίως αδυνατεί επίσης να εξηγήσει καταστροφικά γεγονότα. Εάν όλο το σύμπαν είναι μία εκδήλωση του θεού ή «ο χορός του θεού», όπως θα ‘λεγε ο Bhagavan Rajneesh, τότε γιατί υπάρχουν τέτοια τρομακτικά γεγονότα όπως οι πλημμύρες, οι λιμοκτονίες, οι αρρώστιες και ο θάνατος, οι φωτιές και οι σεισμοί; Γιατί δεν επικρατεί απόλυτη αρμονία; Τελικά ο θεός είναι τόσο κακός «χορευτής»;

Χωρίς αμφιβολία μερικοί γκουρού θα χαρακτηρίσουν αυτές τις φυσικές καταστροφές αυταπάτη, ψευδαίσθηση. Άλλοι που θεωρούν ότι ο κόσμος είναι πραγματικός και μία εκδήλωση του Θεού, θα πουν ότι δεν πρόκειται για κάτι κακό, αφού ο θεός είναι τόσο δημιουργός όσο και καταστροφέας. Καταστρέφει μόνο και μόνο για να δημιουργήσει εκ νέου. Είναι το παιχνίδι του αυτό. Άρα δεν πρέπει να δίνουμε καμία σημασία στα δυστυχήματα.

Μία τέτοια εξήγηση είναι ολέθρια για οποιαδήποτε συμπάθεια και συμπόνια για τα θύματα των φυσικών καταστροφών. Δεν είναι απορίας άξιο που αν και ο ινδουισμός διατείνεται ότι έχει την πνευματικότητα, εντούτοις δεν έχει παράδοση στις ανθρωπιστικές υπηρεσίες όπως νοσοκομεία, λεπροκομεία, σχολές τυφλών, ορφανοτροφεία, μολονότι η φιλαλληλία, όπως π.χ. η ελεημοσύνη ήταν στην πρακτική του ινδουιστή, με απώτερο στόχο να αποκτήσει θετικό κάρμα. Κοινωνική μέριμνα και πρόνοια προέκυψαν μόλις πρόσφατα υπό την επίδραση που ασκούν άλλες θρησκείες και κουλτούρες. Αλλά ακόμη εξακολουθεί ένα μεγάλο μέρος των διαθέσιμων χρηματικών πόρων να καταλήγει αντί σ’ αυτό το έργο στις τσέπες εκείνων που έχουν χρήματα κι επιρροή, και γιατί όχι; Υπάρχουν αμέτρητοι γκουρού και άνθρωποι του θεού που διδάσκουν ότι κάθε δυστυχία είναι ψευδαίσθηση ή απλώς το αποτέλεσμα του προσωπικού μας κάρμα».

Η φύση και η έμπνευση των σκέψεων

Η κάθε σκέψη αποτελεί μια άυλη μορφή ενέργειας, η δε έμπνευ­ση της σκέψης γενικά είναι η άντληση αυτής της ενέργειας και καθορίζεται από την ανθρώπινη θέληση. Με βάση το νόμο που λέ­ει ότι τα όμοια έλκονται, ο καθένας αντλεί από ένα ωκεανό σκέ­ψεων εκείνες που του ταιριάζουν. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος δεν παράγει από μόνος του τις σκέψεις του, αλλά τις επιλέγει από τα ενεργειακά κύματα σκέψεων που τον περιβάλλουν μονίμως.

Επομένως είναι η θέληση μας που ελκύει τις σκέψεις από τα κύ­ματα ενέργειας που στροβιλίζονται γύρω μας αν και εμείς νομί­ζουμε ότι είναι δικό μας προϊόν. Έτσι εξηγείται π.χ. ότι στοχαστές, καλλιτέχνες ή φιλόσοφοι έχουν παρόμοιες εμπνεύσεις, παρ’ όλη τη χωρική ή χρονική απόσταση που τους χωρίζει. Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι οι σκέψεις είναι πνεύματα που κινούνται προς την καρδιά, ενώ η σύγχρονη επιστήμη τις εξηγεί ως χημικές ενώσεις στον εγκέφαλο, απλά επειδή δεν γνωρίζει ότι είναι πνεύματα πάλι που ενεργούν και τις ενώσεις αυτές.

Κατά μία άλλη διατύπωση, ο άνθρωπος αντλεί τις σκέψεις του α­πό αόρατες οντότητες που τον περιβάλλουν και ο ίδιος καθορίζει με την ποιότητα της θέλησης του το αν οι οντότητες αυτές είναι φω­τεινές ή σκοτεινές. Ανάμεσα στις δυνάμεις του φωτός και του σκό­τους διεξάγεται αέναη πάλη και σε αυτό το βασικό τομέα επίσης. Έτσι αμφότερες οι πλευρές προσπαθούν να επηρεάσουν και να κερδίσουν με το μέρος τους τον άνθρωπο που με βάση την πνευ­ματική στάση που επιλέγει αποφασίζει διαρκώς για την έκβαση αυτής της πάλης.

Αυτό που έχει σημασία επί του προκειμένου είναι εάν κάποιος παίρνει αυτή την απόφαση με την καρδιά ή με το μυαλό, δεδομέ­νου ότι τα όντα του φωτός απευθύνονται πάντοτε στην καρδιά, ενώ εκείνα του σκότους αποκλειστικά στο νου. Κάθε καλής φύσης σκέ­ψη αναδύεται από τα βάθη της καρδιάς και από εκεί προωθείται προς τον εγκέφαλο, όπου γίνεται αισθητή και λαμβάνει συγκεκρι­μένη έκφραση. Πρώτα γεννιέται δηλαδή στην καρδιά για να πε­ράσει μετά στο συνειδητό του ανθρώπου.

Βέβαια ο ίδιος θεωρεί ότι οι στοχασμοί του είναι παράγωγα του εγκεφάλου του γιατί δεν γνωρίζει τίποτα για τη φύση των σκέ­ψεων. Ως εκ τούτου σε όποιον σκέφτεται εγκεφαλικά η παραπά­νω εξήγηση φαίνεται απίστευτη, ωστόσο θα την κατανοήσει καλύ­τερα εάν θεωρήσει την καρδιά ως το αισθητήριο κέντρο του από όπου πηγάζει η σκέψη ως αίσθηση.

Όπως θα φανεί αργότερα η εγκεφαλική σκέψη αποτελεί απλά μία σωματική λειτουργία, ενώ η καρδιά είναι η έδρα των αισθημά­των και μπορεί να μιλήσει κανείς για εγκεφαλική σκέψη ή για ε­γκάρδια σκέψη. Στη συνέχεια θα αποδειχθεί ότι η δεύτερη αντα­ποκρίνεται πάντοτε στην αλήθεια ενώ η πρώτη μπορεί να σφάλλει. Η εξήγηση είναι απλά ότι η αγάπη ενός ανθρώπου, που είναι αυτή που ανοίγει την καρδιά του, είναι επίσης αυτή που καθορίζει σε α­ντίστοιχο βαθμό την αλήθεια των συλλογισμών του, γιατί χάρη στην αγάπη του αντλεί την έμπνευσή του από τις φωτεινές οντότητες, καθόσον είναι στο ίδιο «μήκος κύματος» μαζί τους. Αντίθετα ο νους δεν χρειάζεται να έχει αγάπη για να μπορεί να σκεφτεί, αφού λει­τουργεί έτσι ή αλλιώς.

Η εικόνα αυτή μπορεί να αποδοθεί επίσης με το παράδειγμα ε­νός ηλεκτρονικού υπολογιστή, όπου οι σκέψεις μπορούν να παρο­μοιαστούν με τις πληροφορίες που ο χειριστής του επιλέγει να απο­θηκεύσει στη μνήμη του. Παρόμοια αποφασίζει και ο άνθρωπος ποιες σκέψεις θα συγκρατήσει και θα αποθηκεύσει από τον ωκεα­νό των σκέψεων που τον περιβάλλουν. Επειδή λοιπόν μπορεί να αποφασίσει αυτόβουλα για την αποδοχή ή την απόρριψή τους, γι’ αυτό είναι υπεύθυνος για τις σκέψεις του, καθώς η προσωπική του βούληση ορίζει ποιες σκέψεις εγγράφονται, όπως και ποιες θα α­νακαλούνται συνέχεια στο συνειδητό και ποιες όχι.

Στο σημείο ετούτο πρέπει να γίνει η διάκριση μεταξύ προσωπι­κού «γήινου» συλλογισμού αφενός και πνευματικής προέλευσης έ­μπνευσης -όπως μαρτυρεί και η σημασιολογία της λέξης- αφετέ­ρου. Όσο περισσότερο συνδεδεμένος είναι με τα γήινα κάποιος τότε τα ερωτήματα που τον απασχολούν είναι συναφή και τις απα­ντήσεις μπορεί να τις δώσει μόνος του με το λογικό του. Για τη διερ­γασία αυτή ενεργοποιούνται μόνο οι εγκεφαλικές λειτουργίες χω­ρίς να παρεμβαίνουν έξωθεν πνευματικές δυνάμεις, εκτός εάν ο ί­διος ζητήσει τη βοήθειά τους συνειδητά για τη λύση ενός προβλή­ματος. Τέτοιες σκέψεις δεν έχουν καμία πνευματική αξία και έτσι δεν αποτελούν παντοτινό κτήμα του ανθρώπου, αφού αφορούν γή­ινα και άρα εφήμερης φύσης πράγματα.

Η άλλη περίπτωση είναι ότι μπορεί οι προβληματισμοί του να α­φορούν πνευματικά θέματα. Οι απαντήσεις που θα λάβει θα είναι ευθέως ανάλογες με τη σχέση που έχει το άτομο αυτό στη ζωή του με την αγάπη και κατ’ επέκταση με την απόλυτη έκφρασή της, τον Θεό. Άλλωστε από αυτήν εξαρτάται επίσης πόσο μεγάλη είναι η αγάπη του για την αλήθεια.

Επιπλέον, από αυτό συνεπάγεται ότι κανένας δεν είναι έρμαιο αυτών των πνευματικών δυνάμεων, δεδομένου ότι ελκύει μόνος του με τη συνειδητότητά του πνεύματα αντίστοιχου επιπέδου ή «μήκους κύματος» που επηρεάζουν τις σκέψεις του. Για το λόγο αυτό άλλω­στε η λεγόμενη θετική σκέψη είναι όντως μια θετική ενέργεια, αν και μπορεί να πάρει μορφή εγωιστικής κατάχρησης ή μυωπίας, κα­θώς όπως είχε πει ο Λαοτσέ: «τα αληθινά λόγια δεν είναι ωραία και τα ωραία λόγια δεν είναι αληθινά». Τούτο σημαίνει δε ότι τα θετικά νοήματα δεν είναι απαραίτητα και «ωραία», δηλαδή ευχά­ριστα, γιατί θετικό είναι μόνο ό,τι προέρχεται από την πλευρά του καλού, όμως συχνά η αλήθεια και η βούληση του Θεού είναι οδυ­νηρές για τον κοντόφθαλμο άνθρωπο. Υπό αυτήν την έννοια θετι­κό είναι ότι προωθεί κάποιον στο δρόμο της πνευματοποίησής του και τον οδηγεί πίσω στη θεϊκή του πηγή.

Όταν το καταλάβει αυτό ένας άνθρωπος και το δεχτεί, τότε έχει ήδη συλλάβει το νόημα της ζωής του και το μόνο που χρειάζεται πλέον είναι να ακολουθήσει αυτή τη γνώση στην πράξη. Κάτω α­πό αυτό το πρίσμα γίνονται κατανοητά τα λόγια του Ιησού: «Ό­ποιος δέχεται το Λόγο Μου, δέχεται και Μένα και όποιος δέχεται Εμένα, θα ζήσει». Γιατί αφού ο θεϊκός Λόγος είναι φως, ο άνθρω­πος που τον δέχεται, δέχεται παράλληλα και δύναμη. Και αυτό εί­ναι ένα βασικό κριτήριο ελέγχου της προέλευσης μιας διδασκα­λίας, εάν ακτινοβολεί ή όχι φως, δηλαδή αγάπη, σοφία και δύνα­μη.

Ας δούμε τώρα τη διαφορά μεταξύ της φωνής στην καρδιά και της φωνής στον εγκέφαλο και τη σχέση αμφότερων με την αλήθεια. Και στις δύο μορφές έμπνευσης ο λήπτης ακούει τον ήχο μιας φω­νής, με τη διαφορά ότι η φωνή του Θεού ακούγεται στην καρδιά, ενώ του αντίποδά του στο τσάκρα που βρίσκεται στο πίσω μέρος του εγκεφάλου. Σε μια σειρά αποκαλύψεων η Ντούντε κατέγραψε σχετικά με αυτό το δυσπρόσιτο θέμα:

«Ο άνθρωπος πιστεύει ότι η σκέψη ξεκινά από τον εγκέφαλο και ότι παράγεται εκεί χάρη σε μία οργανική λειτουργία, διότι δεν γνω­ρίζει τίποτα για τη φύση της σκέψης και για το λόγο αυτό δεν θα βρει πιστευτή την εξήγηση ότι η σκέψη πηγάζει από την καρδιά. Αυ­τό θα του γίνει πιο κατανοητό ωστόσο εάν θεωρήσει την καρδιά ως το κέντρο των αισθημάτων του και προσπαθήσει να δει και τη σκέ­ψη επίσης ως μία αίσθηση. Η πιο απλή λύση πάντως για να το κα­τανοήσει κανείς είναι να σκεφτεί ότι είναι πνευματικά ρεύματα που εισρέουν αστραπιαία σε ένα δοχείο – δέκτη, πρόθυμο να τα δεχτεί και να τα συγκρατήσει με τη βούληση του.

Άρα η καθαρή σκέψη αποτελεί πνευματική ενέργεια που αφού περάσει από την καρδιά παραπέμπεται στον εγκέφαλο και εκεί κα­ταγράφεται ή, στην περίπτωση που η θέληση του ανθρώπου είναι πολύ ασθενής, απωθείται αμέσως, δίχως να εισχωρήσει στο συνει­δητό του. Οπωσδήποτε εξαρτάται από τη θέληση του ανθρώπου το εάν μία συγκεκριμένη σκέψη συλλαμβάνεται από τα επί τούτου όρ­γανα, καθότι αυτά ενεργοποιούνται εφόσον το θέλει αυτός. Τότε προσλαμβάνουν τη σκέψη που αναδύεται από την καρδιά και την επεξεργάζονται, πράγμα που σημαίνει ότι καταχωρείται μαζί με τις ήδη υφιστάμενες σκέψεις. Με άλλα λόγια, ταξινομείται ανάμεσα στα προϋπάρχοντα διανοήματα, οπότε μπορεί κατά βούληση ο άν­θρωπος να την ανακαλέσει στη μνήμη του ή να την κρατήσει αρ­χειοθετημένη, ανάλογα με το τι θέλει, καθώς τα διανοητικά όργανα είναι κατασκευασμένα έτσι που κάθε αίσθηση της καρδιάς να αντικαθρεφτίζεται πάνω τους σαν μία εικόνα…»

«… Από την ικανότητα ενός ανθρώπου να αγαπά εξαρτάται απο­κλειστικά το αν οι σκέψεις τον γεννιούνται στην καρδιά ή είναι απλά προϊόν της διάνοιάς του…. Όσο βαθύτερα μπορεί να αγαπά κά­ποιος, που σημαίνει ότι επιδιώκει με πράξεις αγάπης να ενωθεί με τον Θεό, τόσο καθαρότερα αναδύονται οι σκέψεις από την καρδιά του και περνούν στο συνειδητό του. Διότι οι σκέψεις αυτές είναι πνευματική ενέργεια, η οποία αναβλύζει από τα όντα που είναι συν­δεδεμένα με τον Θεό και εισρέει στην καρδιά εκείνου που επίσης συνδέεται μαζί Του χάρη στην έμπρακτη αγάπη του. Σε αντιπαρα­βολή, η εγκεφαλική σκέψη είναι απλά αποτέλεσμα της λειτουργίας των οργάνων του σώματος, όπου δηλαδή ο άνθρωπος εκμεταλλεύε­ται τη ζωτική δύναμη που του χορηγείται, μία δύναμη που μπορεί να εκμεταλλευθεί επίσης και όποιος φυτοζωεί μόνο άσκοπα, χωρίς να έχει αγάπη, πράγμα που σημαίνει ότι τη δύναμη που του παρέ­χεται την επενδύει ελάχιστα για να ζήσει με αγάπη…. Το μόνο που παίζει ρόλο είναι η αγάπη, δηλαδή αυτή καθορίζει εάν κάποιος έχει την αλήθεια ή όχι».

Σύμφωνα λοιπόν με τη παραπάνω διδασκαλία η καθαρή σκέψη συλλαμβάνεται στην καρδιά του ανθρώπου και ανάλογα με το πό­σο καθαρή είναι η καρδιά του, δηλαδή πόση αγάπη έχει, είναι ε­ξίσου ξεκάθαρες και οι σκέψεις ή οι λέξεις που συλλαμβάνει. Αλ­λά επίσης και η βούληση του ανθρώπου παίζει ένα καθοριστικό ρόλο και άρα μπορεί να τις αλλοιώνει. Γι’ αυτό το λόγο λέγεται σε ένα άλλο σημείο στην Ντούντε:

«Πρέπει να λάβετε όμως ένα υπ’ όψη σας, ότι όταν ο άνθρωπος ασχολείται με τέτοια προβλήματα είναι δυνατό ο νους να πάρει λάθος κατεύθυνση. Γιατί τότε δίνεται η δυνατότητα και στον α­ντίπαλο να παρεισφρύσει, οπότε κανείς ακούει επίσης μία φωνή, η οποία όμως όχι μόνο δεν του δίνει ένα αίσθημα μακαριότητας, αλλά αντίθετα του προκαλεί εσωτερικά μία ελαφριά δυσφορία. Αυτή δε η φωνή δίνει απάντηση στο ερώτημα με τρόπο τέτοιο που να ανταποκρίνεται σε αυτό που θέλει να ακούσει ο άνθρωπος. Και γι’ αυτό το λόγο, ειδικά σε ερωτήματα πνευματικού περιεχο­μένου είναι ιδιαίτερα αναγκαίο ο αναζητητής της αλήθειας να Μου απευθύνει προηγούμενα την παράκληση να τον «προστατέ­ψω από την πλάνη», καθότι η παράκληση αυτή τον προφυλάσσει από τη δράση του αντιπάλου. Με τον τρόπο αυτό καθιστά τον εαυτό του ικανό να λάβει τη σωστή απάντηση, γιατί μπορώ τότε να του τη δώσω, επειδή η παράκλησή του έχει εξοβελίσει τον αντί­παλο…»

Εάν επομένως κάποιος έχει ήδη σχηματίσει εκ των προτέρων μία άποψη που δεν συμφωνεί με την έμπνευση που έρχεται από τον Θεό, το γεγονός ότι έχει μία προειλημμένη άποψη δίνει το δι­καίωμα σε αρνητικές δυνάμεις να παρεισφρύσουν στις συλληφθείσες σκέψεις μετά την έξοδό τους από την καρδιά. Και μπορούν τότε να τις αλλοιώσουν, καθότι τους το επιτρέπει η θέληση του ανθρώ­που αυτού.

Εννοείται ότι υπάρχει επίσης ο κίνδυνος στη συνέχεια να εμφι­λοχωρήσουν στη συλλογιστική του και πολλά άλλα λάθη που θα βασίζονται στα πρώτα. Το πρόβλημα είναι δε ότι το ίδιο το άτομο δεν αντιλαμβάνεται τη διαφορά, γιατί ακούει πάντα μονάχα αυτά που επιλέγει η βούλησή του να ακούσει, αυτά δηλαδή που θέλει να ακούσει.

Ένα συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω είναι ότι αν και μπορεί κάποιος να δεχτεί με εμπιστοσύνη τις αποκαλύψεις που λαμβάνονται μέσω του ακουομένου εσωτερικού Λόγου, ωστόσο ό­λες ανεξαίρετα πρέπει να ελέγχονται ευσυνείδητα για το αν συμ­φωνούν ή όχι με τις άλλες ουράνιας προέλευσης διδασκαλίες. Ο έ­λεγχος επιβάλλεται για κάθε γνώση που άπτεται της πνευματικής σφαίρας του ανθρώπου, γιατί συχνά διακυβεύεται η υπερχρονική εξέλιξή του – άλλωστε αυτό επιτάσσει και η επιστολή προς τους Θεσσαλονικείς Α’ 5,21 με τα λόγια: «εξετάζετε τα πάντα και κρα­τάτε ό,τι είναι καλό». 

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΚΟΣΜΟΙ/κεφ. ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ;

Υπάρχει απόλυτη αλήθεια ή μόνο σχετική;

Μία ιστορία

Τέσσερις άνθρωποι, με καλή όραση, στέλνονται σ’ ένα δωμάτιο για λόγο με σκοπό να περιγράψουν βγαίνοντας τι είδαν εκεί.

Ο πρώτος βγαίνοντας, λέει: «Στο δωμάτιο κάθεται ένας νέος άντρας, λευκός, γύρω στα είκοσι».

Ο δεύτερος αντιλέγει: «Τι λες εκεί!; Είναι μαύρος και σίγουρα ογδοντάρης!»

Ο τρίτος παρεμβαίνει: «Κάνετε λάθος και οι δυο σας. Εκεί είναι μία εύσωμη γυναίκα».

Ο τέταρτος κουνάει το κεφάλι του: «Δεν είσαστε με τα καλά σας. Ψυχή δεν υπήρχε εκεί μέσα».

Υπάρχουν μόνο δύο δυνατότητες: είτε μονάχα, ο ένας λέει την αλήθεια ή όλοι λένε ψέματα. Δεν μπορούν να λένε όλοι την αλήθεια…

Η διάκριση μεταξύ των Αποκαλύψεων από την Ύψιστη Πηγή ή από κατώτερα όντα

«[…] Σπάνια οι αναζητητές παίρνουν την ευθεία οδό για τον Θεό, σπάνια έχουν τόσο δυνατή πίστη ώστε να Του ζητήσουν φωτισμό του πνεύματος, την ικανότητα ν’ αναγνωρίζουν την αλήθεια.

Αυτός είναι ο λόγος που ακολουθούν τόσο πολλούς άλλους δρόμους, οι οποίοι βέβαια έχουν επίσης τον ίδιο στόχο, δηλαδή όλοι οι πορευόμενοι έχουν τη θέληση ν’ αναγνωρίσουν το σωστό’ όμως αμελούν να επικαλεστούν τον Θεό, που είναι ο πάροχος της αλήθειας, για να τους βοηθήσει και να τους καθοδηγήσει. Ακόμη κι αν το κάνουν δεν περιμένουν την απάντησή Του, με όποια μορφή θέλει να τους τη δώσει Αυτός. Αντίθετα προσπαθούν να εισδύσουν από μόνοι τους στο πνευματικό βασίλειο και αντιπαρέρχονται νόμους που έχει δώσει ο Θεός.

Γιατί δεν ακούνε συνειδητά, αλλά πιστεύουν ότι μπορούν και ασυνείδητα να λάβουν απάντηση. Ως συνέπεια, δίνουν τη δυνατότητα σε ώριμα μα και σ’ ανώριμα πνευματικά όντα, στα οποία ο Θεός επιτρέπει να εκφραστούν, να μεταδώσουν τις δικές τους γνώσεις. Και εξαρτάται από τη θέληση του ανθρώπου, ποια όντα εκμεταλλεύονται την προθυμία του που τους προσφέρεται για να μεταδώσουν τα πνευματικά του μηνύματα.

Πολλές φορές τα πνευματικά όντα δεν θέλουν συνειδητά να παραπλανήσουν, αλλά και τα ίδια έχουν άγνοια. Εντούτοις για αυτά είναι μία καλοδεχούμενη ευκαιρία να επιβληθούν σε μία αδύνατη θέληση, έτσι ώστε να μπορούν να μεταδώσουν τις ατελείς γνώσεις τους στους ανθρώπους, επειδή δεν τους επιτρέπεται ακόμη να διδάξουν στον άλλον κόσμο όπου βρίσκονται.

Στην περίπτωση που εξωτερικεύεται κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα ώριμο ον, το οποίο κατέχει γνώση, θα υποδείξει απλώς στους ανθρώπους αποκλειστικά και μόνο να επιδιώξουν την ενέργεια του Πνεύματος. Με άλλα λόγια θα τους μεταδώσει την αλήθεια που έχει το σκοπό να τους εκπαιδεύσει να επιδιώξουν να λάβουν άμεσα το θείο Λόγο, δηλαδή να διδαχτούν απευθείας από το Πνεύμα του Θεού.

Πάντως ένα τέτοιο ανεπτυγμένο ον δεν εμποδίζει να τους πλησιάσουν κι άλλες οντότητες, εφόσον οι άνθρωποι δεν ακολουθούν τις υποδείξεις του για να βρουν την καθαρή αλήθεια. Γιατί σε μία τέτοια περίπτωση υι άνθρωποι θέλουν απλά και μόνο ν’ ακούσουν, χωρίς να είναι οι ίδιοι ενεργοί… Δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να τους δοθεί η αλήθεια κι ως εκ τούτου διατρέχουν τον κίνδυνο να πέσουν θύμα οντοτήτων που βρίσκονται σε λάθος δρόμο. Ωστόσο ο Θεός λαμβάνει οπωσδήποτε υπ’ όψιν πόση θέληση για την αλήθεια έχει ο κάθε ένας. Έτσι στο άτομο εκείνο4που έχει μεγάλη επιθυμία να βρει τον Θεό, του παρέχεται ό,τι επιθυμεί, έτσι ώστε να μην βλαφτεί η ψυχή του.

Όμως εκεί που συγκεντρώνονται πολλοί μαζί δεν παρατηρείται σε όλους η ίδια προσπάθεια και η επιθυμία για την αλήθεια. Έτσι είναι αντίστοιχες και οι οντότητες που εξωτερικεύονται εκεί και θέλουν να επιβάλουν τις σκέψεις τους στο κάθε άτομο που βρίσκεται στον ίδιο βαθμό ωριμότητας και που ακολουθεί την ίδια κατεύθυνση με τις δικές του σκέψεις. Γιατί η θέληση του καθενός καθορίζει ποιες πνευματικές οντότητες τον πλησιάζουν. Όταν λοιπόν κάποιος τους παραδίδει τη θέλησή του, οι πληροφορίες που μεταδίδονται στη Γη απ’ αυτά τα όντα, μπορούν να είναι διάτρητες με λάθη, επειδή και οι μεταδότες ακόμη δεν κατέχουν απολύτως την αλήθεια […]

Όταν επομένως στο ακροατήριο μίας συγκέντρωσης υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν ν’ απαλλαγούν εντελώς από τις λαθεμένες απόψεις τους, γύρω τους θα συνωστίζονται συνεχώς όντα που διαθέτουν τις ίδιες ατελείς ή λανθασμένες γνώσεις […]

Γι’ αυτόν το λόγο επιβάλλεται να ακολουθεί κανείς το μοναδικό ασφαλή δρόμο που οδηγεί στην αλήθεια. Κι αυτό σημαίνει ολόψυχη προσευχή στον Θεό για να του την δώσει και σημαίνει μία πορεία ζωής με αγάπη. Και στη συνέχεια πρέπει να έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού, που οπωσδήποτε θα εισακούσει την προσευχή του.

Αλλά γι’ αυτό πρέπει ο άνθρωπος να αφουγκράζεται συνειδητά το εσωτερικό του και πρέπει επίσης να δίνει προσοχή σε οτιδήποτε του έρχεται απ’ έξω. Και πρέπει οπωσδήποτε να αφήνει κάθε φορά να μιλήσει η καρδιά του, η οποία τον προειδοποιεί να μην δεχτεί κάτι λάθος* συγχρόνως τον ωθεί να ασπαστεί αυτά που ο Θεός τού μεταδίδει μέσω συνανθρώπων του, εφόσον δεν είναι ικανός ο ίδιος να ακούσει άμεσα την απάντησή Του. Πάντως όταν ασκείται συνεχώς θα φθάσει στο στόχο και θα διδάσκεται από μέσα του, από το πνεύμα του, και μάλιστα με πάσα αλήθεια.

[…] Ωστόσο πάντα πρέπει να ισχύει αυτή η εντολή: «Εξετάζετε τα πάντα και κρατάτε ό,τι είναι καλό»… Εάν θέλετε εγγύηση ότι έχετε την καθαρή αλήθεια, παραδοθείτε πλήρως στον Θεό και ζητήστε Του να σας την δώσει […] Έτσι θα έχετε πάντοτε τη δυνατότητα να βρείτε την αλήθεια, ωστόσο να ελέγχετε κριτικά τις πηγές σας και μάλιστα όσο περισσότερο αποκλίνουν μεταξύ τους, τόσο πιο κριτικοί να είσαστε. Γιατί η αλήθεια που προέρχεται από τον Θεό, όπου κι αν προσφέρεται στους ανθρώπους, πρέπει να παρουσιάζει πάντα απόλυτη συμφωνία. Αλλά και κάθε διαφορετική διδασκαλία είναι μία αφορμή που σας ωθεί να σκεφτείτε βαθύτερα και να την επεξεργαστείτε. Και εάν παράλληλα ζητάτε την αρωγή του Θεού, θα κατευθύνει σωστά τις σκέψεις σας, ούτως ώστε θ’ αναγνωρίσετε τι μπορείτε να δεχθείτε ως αλήθεια και τι ν’ απορρίψετε ως πλάνη…

Αμήν»

Καταγραφή της Μπ. Ντούντε με αρ. 3190β στις 14-7-1944

Ο Λόγος που ακούγεται ηχητικά μέσα στην καρδιά και οι νέες αποκαλύψεις του Θεού

Η έμπνευση μέσω του ηχητικά ακουομένου εσωτερικού Λόγου, δηλαδή της ομιλίας του Θεού που ακούγεται ως ευκρινής ήχος μέ­σα στην καρδιά, συνιστά την ανώτατη μορφή πνευματικής επικοι­νωνίας- γιατί είναι η μόνη που εγγυάται απόλυτα την αλήθεια των διδασκαλιών που προσλαμβάνονται εσωτερικά και δεν εμπερι­κλείει κανένα κίνδυνο. Η συνομιλία που γινόταν εσωτερικά ήταν επίσης η μορφή σύνδεσης που υπήρχε μεταξύ του Θεού και των αγ­γέλων πριν την πτώση τους από τον κόλπο του, οπότε και διακόπη­κε. Και μετά τον Αδάμ υπήρχαν άνθρωποι που λάμβαναν τη διδα­σκαλία από τον Θεό μέσα στην καρδιά τους, αλλά η ικανότητα αυ­τή χάθηκε ύστερα από την εποχή των πατριαρχών.

Αιτία γι’ αυτή την απώλεια ήταν το ότι από τη μία πλευρά η αγά­πη των ανθρώπων ψυχραινόταν και έτσι έφθινε ο εσωτερικός τους δεσμός με το Δημιουργό τους, καθώς από την άλλη αυξανόταν ο ε­γωκεντρισμός και κέρδιζε έδαφος ο δρόμος της εξωτερικής γνώ­σης αντί της εσωτερικής. Η απώλεια της εσωτερικής καθοδήγησης και της δυνατότητας αρμονικής συμβίωσης με τον Θεό οδήγησε αυτόματα και στην πολυδιάσπαση ανάμεσα στις διάφορες ανθρώπι­νες ομάδες, μια δυσαρμονία και πολυδιάσπαση που απεικονίζεται στην ιστορία του πύργου της Βαβέλ.

Ο διαιωνιζόμενος κατακερματισμός του χριστιανικού κόσμου στη συνέχεια αποδεικνύει ότι επίσης και σε αυτό το χώρο η θρη­σκευτικότητα βασίζεται σε ανθρωποκεντρικές βάσεις και εξωγε­νείς, εγκεφαλικές γνώσεις, παρά σε μία εγκάρδια σχέση με τον Πατέρα, μία εσωτερική εκ βαθέων θεογνωσία. Γιατί εάν υπήρχε αρκετή αγάπη σε όλες τις πλευρές θα ξεπερνούσαν τις δογματικές διαφορές τους και θα ομοθυμούσαν.

Το δίλημμα ανάμεσα σε μία πορεία καθοδηγούμενη από την καρ­διά ή από τον περιορισμένο ανθρώπινο νου τίθεται ανά πάσα στιγ­μή τόσο στο προσωπικό όσο και στο παγκόσμιο επίπεδο, μα η επι­κράτηση του ορθολογισμού είναι εμφανέστατα γενική και συντρι­πτική. Για τις συνέπειες αυτής της επικράτησης αποκαλύπτεται στην Μπέρτα Ντούντε:

«Άλλο ένα σημάδι της σύγχυσης που επικρατεί στην ανθρώπινη σκέψη είναι η δυσκολία να πειστούν οι άνθρωποι ότι με τον εσωτε­ρικό Λόγο εκφράζομαι προσωπικά Εγώ ο Ίδιος, διότι η σκέψη τους δεν ξεπερνά τα όρια αυτών που μπορούν να καταλάβουν με το λο­γικό τους και προσπαθούν με αυτό να εξηγήσουν τα πάντα…

Ο άνθρωπος δεν είναι πια ικανός να σκεφτεί πνευματικά, για το λόγο ότι αυτό που τον γεμίζει είναι ο κόσμος κι ο κόσμος ανήκει στον αντίπαλο Μου που είναι ο κυρίαρχος σε αυτό τον κόσμο».

Υπάρχουν πολλοί πιστοί που αναγνωρίζουν μόνο τη Γραφή ως Λόγο του Θεού και κάθε άλλη αποκάλυψη την απορρίπτουν ως πε­ριττή ή και αντίθεη. Έχουν υιοθετήσει αυτή την τοποθέτηση, επει­δή δεν τους είναι γνωστό ότι και η ίδια ακόμη η Αγία Γραφή απο­κτά το αληθινό θεϊκό νόημά της μόνο όταν κάποιος την διαβάζει εμπνεόμενος από το Πνεύμα του Θεού, γιατί το νόημα αυτό δεν περιέχεται αυτόματα μέσα στο γράμμα του κειμένου. Άλλωστε γι’ αυτό λέγεται και στην ίδια τη Γραφή ότι «το γράμμα οδηγεί στο θά­νατο, ενώ το Πνεύμα δίνει ζωή» (προς Κορινθίους Β’ 3, 6).

Με άλλα λόγια, από μόνο του ένα ιερό κείμενο δεν μπορεί να ζωντανέψει την ψυχή του ανθρώπου, αυτό το μπορεί μόνο το Πνεύ­μα. Αφού λοιπόν το γράμμα της Γραφής από μόνο του, χωρίς το ζωοποιό Θείο Πνεύμα, είναι ατελές, θα πρέπει να είναι κατάδηλο και για αυτούς ακόμη τους υποστηρικτές της αποκλειστικότητας της Βίβλου ότι ο Θεός, που είναι ύψιστα τέλειος, διαθέτει ασφα­λώς και μία τέλεια δυνατότητα επίσης για να οδηγήσει τους ανθρώ­πους σε όλη την αλήθεια. Και η δυνατότητα αυτή είναι ο ζωντανά παρών Λόγος του μέσα στην καρδιά εκείνων που είναι γεμάτοι με την αγάπη του.

Επειδή όμως ελάχιστοι άνθρωποι έχουν ή φτάνουν πάνω στη Γη να έχουν μία τόσο μεγάλη αγάπη, γι’ αυτό ο Θεός έδωσε σαν επι­πρόσθετη βοήθεια το γραπτό του Λόγο για όλους εκείνους που δεν είναι ικανοί να τον ακούσουν εσωτερικά. ο εσωτερικός Λόγος ή­ταν η κυρίαρχη μορφή επικοινωνίας στην αρχέγονη, πνευματική δημιουργία, όπου ο Δημιουργός είχε δημιουργήσει όλα τα πλάσματά του απόλυτα τέλεια, κατά πως μαρτυρεί και ο μαθητής Ιωάννης:

«Απ’ όλα πριν υπήρχε ο Λόγος κι ο Λόγος ήτανε με τον Θεό κι ήταν Θεός ο Λόγος. Απ’ την αρχή ήταν αυτός με τον Θεό. Τα πά­ντα δι’ αυτού δημιουργήθηκαν κι απ’ όσα έγιναν τίποτα χωρίς αυ­τόν δεν έγινε. Αυτός ήτανε η ζωή και ήταν η ζωή αυτή το φως για τους ανθρώπους. Το φως αυτό έλαμψε μέσα στου κόσμου το σκο­τάδι, μα το σκοτάδι δεν το δέχτηκε» (μετάφραση Βιβλικής Εται­ρείας).

Κάθε αρχέγονο πνεύμα, σύμφωνα με τις νέες αποκαλύψεις, μπο­ρούσε να ακούει τη φωνή του Θεού στην καρδιά του, όποτε το ε­πιθυμούσε και να παίρνει έτσι απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα του.

Μετά την πτώση από την πνευματική δημιουργία οι δυνάμεις του σκότους απέκτησαν και εκείνες τη δυνατότητα να απευθύνονται στα έκπτωτα όντα, αλλά απευθείας στον εγκέφαλο τους και εκεί έγκει­ται η διαφορά μεταξύ εγκεφαλικής και εγκάρδιας έμπνευσης. Ως εκ τούτου οι θεϊκές αποκαλύψεις είναι οι εμπνεύσεις εκείνες που ο άνθρωπος συλλαμβάνει μέσω της καρδιάς είτε με τη μορφή των εμπνευσμένων σκέψεων είτε με τη μορφή του εμπνευσμένου Λό­γου.

Και οι δύο μορφές προέρχονται από τον Θεό, είτε -σε πολύ σπά­νιες περιπτώσεις- άμεσα, δηλαδή απευθείας από τον ίδιο τον Ιη­σού Χριστό, είτε έμμεσα, με την παρεμβολή φωτεινών όντων, που είναι αγγελικές οντότητες ή ψυχές πνευματικά αναγεννημένων αν­θρώπων, που παίζουν το ρόλο αναμεταδότη. Η διαφοροποίηση αυ­τή είναι απλά τυπολογική και δεν σημαίνει καμία αξιολόγηση. Αυ­τό που έχει σημασία είναι ότι και οι δυο μορφές μεταφέρουν την αλήθεια και συμφωνούν με το Λόγο του Θεού.

Μία ουσιαστική αλλά όχι αξιολογική διαφορά είναι το γεγονός ότι για να συλλάβει κανείς νοερά στην καρδιά του σκέψεις εμπνευ­σμένες από τον κόσμο του φωτός, πρέπει να ασκηθεί στον ησυχασμό, προκειμένου να μάθει να διακρίνει τη χαμηλών τόνων, διακρι­τική διδασκαλία της εσωτερικής φωνής. Με αυτό τον τρόπο συλ­λαμβάνει διανοήματα λίγο ως πολύ καθαρά διαρθρωμένα και α­νεπτυγμένα, που επίσης απαντούν και στα ερωτήματά του. Η εντύπωση που έχει βέβαια είναι ότι πρόκειται για δικές του ιδέες, αλλά εξετάζοντάς τες προσεκτικότερα διαπιστώνει ότι του έχουν έρθει τελείως νέες σκέψεις, που δεν ήταν πριν εγγεγραμμένες στον εγκέφαλο. Και επειδή, όπως είναι γνωστό, οι σκέψεις αποτελούν πνευματική μορφή ενέργειας, έπεται ότι η πηγή τους πρέπει να βρί­σκεται στο χώρο του πνεύματος.

Με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί και η «φωνή της συνείδησης», με τη διαφορά ότι αυτήν μπορεί κάποιος να την «ακούσει» και μέσα σε ένα θορυβώδες περιβάλλον.

Επιπλέον, η συνείδηση έχει επίσης τη δυνατότητα να εκφρα­στεί μέσω των αισθημάτων, και συγκεκριμένα με ένα αίσθημα ευ­φορίας, όταν κανείς σκέφτεται και ενεργεί σωστά ή με ένα αί­σθημα δυσφορίας, θλίψης ή ανικανοποίητου στην αντίθετη περί­πτωση.

Στην κορυφή του εσωτερικού Λόγου βρίσκεται η έμπνευση που εκφράζεται με ηχηρά ευκρινή λόγια στην περιοχή της καρδιάς. Σε αυτό δεν παίζει ρόλο ο εξωτερικός περίγυρος ούτε η ύπαρξη ή η απουσία θορύβων. Το μόνο από το οποίο εξαρτάται η ενάργεια της έκφρασης του Λόγου είναι ο βαθμός έντασης της αγάπης που τρέφει ο λήπτης του.

Πολύ λίγοι άνθρωποι είναι κατάλληλοι για αυτό τον τρόπο σύλληψης, γιατί αφενός πρέπει κανείς να διαθέτει έναν υψηλότατο βαθμό αγάπης και πνευματικότητας και αφετέρου να είναι αμερό­ληπτος και ανοιχτός απέναντι στα ζητήματα της πίστης. Αυτό ση­μαίνει ότι δεν συνάδει να έχει ήδη παγιωμένες θέσεις σε συναφή θέματα, επειδή κάτι τέτοιο συνεπάγεται ότι έχει ήδη λάβει συγκε­κριμένες αποφάσεις και έτσι έχει ως ένα βαθμό δεσμεύσει τη βούλησή του. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα ο λήπτης να εμπνευστεί τηλεπαθητικά μέσω του εγκεφάλου του, πράγμα που γίνεται επίσης με ευδιάκριτα λόγια, που όμως δεν προ­έρχονται από τον Θεό, αλλά από την αντίπαλη πλευρά.

Εκτός αυτού, όσοι ακούν το Λόγο εσωτερικά δεν τον λαμβάνουν προς ιδία χρήση, επειδή κατά κανόνα έχουν την αποστολή να τον μεταδώσουν στους συνανθρώπους τους. Εάν κάποιος λαμβάνει μέσω του εσωτερικού Λόγου αποκαλύψεις που αφορούν μόνο το άτομό του, τότε πρόκειται για μία προσωπική αποκάλυψη που γί­νεται με τη μορφή εμπνευσμένων σκέψεων. Αυτό αναμφισβήτητα αποτελεί ένα πολύ σπάνιο και πολυτιμότατο δώρο της Θείας Χά­ρης, όμως δεν μπορεί να συσχετισθεί με τον έναρθρο Λόγο των α­ποκαλύψεων στον Λόρμπερ ή στην Ντούντε, παραδείγματος χάρη.

Δεν πρέπει βέβαια να παραβλέπεται ότι υπάρχουν περισσότε­ρες κίβδηλες νέες αποκαλύψεις παρά αυθεντικές. Γι’ αυτό λέγεται στην Ντούντε επιγραμματικά:

«Στην εποχή του τέλους θα ανάψουν πολλά ψεύτικα φώτα και θα δημιουργήσουν μεγάλη σύγχυση μεταξύ των ανθρώπων….»

Αλλά προφανώς εφόσον υπάρχουν ψεύτικοι προφήτες θα πρέ­πει να υπάρχουν και αληθινοί και γι’ αυτό δεν θα πρέπει να απορ­ρίπτονται συλλήβδην όλες οι νέες αποκαλύψεις.

Η ουράνια αλήθεια είναι τέλεια ενώ ο άνθρωπος δεν είναι. Κα­τά συνέπεια, όταν κάποιος δεν καταλαβαίνει κάτι στις νέες απο­καλύψεις ή του φαίνεται ρηξικέλευθα άγνωστο, δεν πρέπει να αμ­φισβητεί αυθωρεί τη νέα διδασκαλία, αλλά πρώτα να αμφισβητεί τη δική του την ικανότητα να την συλλάβει. Ο συνειδητός άνθρω­πος «εξετάζει τα πάντα και κρατά ό,τι είναι καλό», για αυτό πα­ρακαλεί το θείο Πνεύμα να τον βοηθήσει να καταλάβει. Και μέχρι τότε περιμένει υπομονετικά ώσπου να έρθει με τον έναν ή τον άλ­λο τρόπο η απάντηση. Και μόνο ό,τι αντιτίθεται σαφώς στο γνωστό Λόγο του Θεού μπορεί να το απορρίψει με ήσυχη συνείδηση.

«Εν αρχή ην ο Λόγος…», έτσι αρχίζει το βιβλικό ευαγγέλιο του Ιωάννη. Ας δούμε πώς ερμηνεύεται η ρήση αυτή σε μία διδασκα­λία προς την Μπέρτα Ντούντε στις 16.6.1952:

«Ένα πράγμα που θέλω να τονίζω επανειλημμένα είναι ότι ο Λό­γος είμαι Εγώ από προαιώνια. Εγώ είμαι ο Λόγος, αλλά ο Λόγος ή­ταν από την αρχή με τον Θεό. Πώς γίνεται αυτό κατανοητό;

Εγώ είμαι το παν μέσα στα πάντα γιατί όλα όσα υπάρχουν είναι δύναμη που εξέπεμψα και της έδωσα ζωή. Δημιούργησα όντα όμοια με Μένα, που ήταν από την ίδια πρωταρχική ουσία όπως Εγώ, δηλα­δή από τη θεϊκή δύναμη της αγάπης. Και με τα όντα αυτά ήμουν συνδεδεμένος εξαρχής μέσω του Λόγου. Έτσι ο Λόγος ήταν από την αρχή, όταν έφερα τα όντα στη ζωή.

Προηγουμένως δεν υπήρχε τίποτα που να μπορούσε να ακούσει το Λόγο Μου, μολονότι το Λόγο τον έφερα εντός Μου ανέκαθεν και αέναα, διότι είμαι ένα αυτοσυνείδητο, νοήμον Ον, το οποίο μετέτρε­ψε τη βούληση Του σε πράξη και έτσι μπόρεσε να δημιουργήσει αυ­τά που είχε ως ιδέες ή σκέψεις. Τα δε όντα που εκπήγασαν από τη δύναμή Μου, εξήλθαν βέβαια ως ανεξάρτητες υπάρξεις από Μένα, όμως παρέμεινα μόνιμα συνδεδεμένος μαζί τους με το Λόγο με τον οποίο τους μιλούσα. Κι αυτά Με καταλάβαιναν και ήταν απερίγραπτα μακάρια γι’ αυτό.

Εγώ ο Ίδιος ήμουν ο Λόγος γιατί έστω κι αν δεν μπορούσαν να Με δουν, ο Λόγος Μου τους αποδείκνυε την αναμφισβήτητη ύπαρ­ξη Μου. Ήξεραν ότι προερχόταν από το Ον που τα είχε δημιουρ­γήσει και που τα αγαπούσε με απροσμέτρητη αγάπη. Ο Λόγος Μου ήταν στην ουσία η ζωή μέσα τους. Ήταν γι’ αυτά μία αδιάκοπη ροή δύναμης που τους χάριζε ύψιστη γνώση, αφού χάρη στο Λόγο Μου καταλάβαιναν τα πάντα. Έτσι συλλάμβαναν όλες τις αιτίες και τις συναρτήσεις, επίσης είχαν γνώση της άναρχης Δύναμης α­πό την οποία είχαν εκπηγάσει και ο δεσμός τους μαζί της ήταν μό­νιμος, καθώς την άκουγαν να επικοινωνεί μαζί τους με άπειρη α­γάπη μέσω του Λόγου. Εγώ ήμουν ο Λόγος, ο οποίος εκφράστηκε όμως για πρώτη φορά ενώπιον των όντων που είχα φέρει στη ζω­ή, επομένως για εκείνα υπήρχε μια αρχή, ενώ Εγώ ο Ίδιος είμαι άναρχος.

Τι είναι η τηλεπάθεια

Η τηλεπάθεια δεν αποτελεί μία κλασική μορφή του πνευματισμού, μια που εδώ ο δέκτης διατηρεί την ατομική του συ­νείδηση, σε αντίθεση με τις μεταδόσεις που λαμβάνονται σε κατά­σταση μερικής ή ολικής ύπνωσης. Ωστόσο για να λειτουργήσει η τηλεπάθεια πρέπει ο άνθρωπος να έχει την ιδιότητα του ψυχικού και μάλιστα όσο πιο έντονα επιρρεπής είναι στην υποβολή, τόσο καλύτερα λειτουργεί η μεταβίβαση των σκέψεων. Γι’ αυτό και εί­ναι εξαιρετικά δύσκολο να ελεγχθεί η αλήθεια των ισχυρισμών ε­νός ψυχικού που δηλώνει ότι έχει τον εσωτερικό Λόγο, δεδομένου ότι εξωτερικά η εικόνα που παρουσιάζει μπορεί να είναι ίδια με ένα αυθεντικό αγωγό θεϊκής αποκάλυψης.

Ο ευσυνείδητος αναζητητής της αλήθειας αντιλαμβάνεται ότι αυ­τό είναι ένα θέμα που δεν μπορεί να το παρακάμψει με ελαφριά καρδιά γιατί αυτά που διακυβεύει είναι πολύ σοβαρά, αφού μία λανθασμένη επιλογή μπορεί να τον εκτρέψει για πολύ, πολύτιμο χρόνο από τον πνευματικό του δρόμο. Από την άλλη πλευρά ακού­γεται πολύ συχνά ότι η τάδε ή η δείνα πηγή έχει την από Θεού α­ποκάλυψη και αυτό γίνεται πιστευτό χωρίς να προηγηθεί κριτική εξέταση, λόγω του ότι χρειάζεται πράγματι να διαθέτει κάποιος ο­ρισμένες ειδικές γνώσεις αλλά και εξασκημένη κριτική ικανότητα για να εξάγει ένα ξεκάθαρο συμπέρασμα.

Πάνω σε αυτό το θέμα οι διδασκαλίες στην Μπέρτα Ντούντε εί­ναι διαφωτιστικές: «Η δήλωση ότι “θα χαρίσω πλουσιοπάροχα το Πνεύμα μου σε κάθε άνθρωπο, ώστε οι γιοι και οι θυγατέρες σας θα προφητεύσουν και οι νέοι σας θα δουν οράματα…” (Πράξεις Απο­στόλων 2, 17-18), ερμηνεύεται ως επί το πλείστον κατά τους ευσε­βείς πόθους του καθενός, έτσι που καθένας νομίζει ότι ακούει το Λόγο του Πατέρα, τον οποίο όμως μόνο μέσα στην απόλυτη σιγή μπορεί να τον λάβει κάποιος…»

«… Πέραν αυτού, υπάρχουν όντα που θέλουν να εκφράσουν τις απόψεις τους αλλά βρίσκονται ακόμη μακριά από τη γνώση ή κα­τέχουν πολύ λίγες γνώσεις. Έχουν και αυτά πάντως τη δυνατότητα να γίνουν κατανοητά από τους ανθρώπους στη Γη είτε μέσω της με­ταβίβασης σκέψεων είτε μέσω ενός ψυχικού, του οποίου καταλαμβάνουν τη βούληση και τις σωματικές λειτουργίες, προκειμένου να εκφραστούν. Τούτες οι μεταδόσεις ωστόσο δεν πρέπει να συγχέο­νται με το Λόγο Μου και δεν μπορούν να ονομάζονται δικός Μου Λόγος! Ως εκ τούτου ούτε μπορούν να χαρακτηριστούν ως ενέργεια του Πνεύματος Μου μέσα στον άνθρωπο. Δεν μπορείτε να βαπτί­ζετε τα κενά λόγια ως “φωνή του Πατέρα σας…”

«…Δεν πρέπει οι άνθρωποι να συγχέουν την ενέργεια του Πνεύ­ματος με τις μεταδόσεις πνευμάτων από το χώρο του υπεραισθητού προς άτομα που απεμπολούν τη βούληση τους. Γιατί τα άτομα αυτά δέχονται να τα χρησιμοποιήσουν ως φερέφωνα, μέσα από τα οποία μπορούν να εκφραστούν όποια πνευματικά όντα θέλουν, ο­ποιουδήποτε βαθμού ωριμότητας…»

«…Έχετε χρέος να ελέγχετε καθετί με συναίσθηση ευθύνης ζητώ­ντας επί τούτου βοήθεια από το Πνεύμα Μου. Και εφόσον η αλή­θεια σας ενδιαφέρει ειλικρινά, τότε είναι βέβαιο ότι θα αναγνωρί­σετε πού δρα κρυφά ο αντίπαλος Μου, διότι και εκείνος χρησιμο­ποιεί το όνομά Μου, άρα ούτε καν κι αυτό το όνομά Μου δεν είναι εγγύηση για την αλήθεια. Η ισχύς του αντιπάλου είναι μεγάλη στην τελευταία εποχή και υπονομεύει την καθαρή αλήθεια με κάθε πο­νηρία και δόλο.

.Οι δικές Μου οι αποκαλύψεις δεν μπορούν να εξομοιώνονται με τα μηνύματα που μεταδίδονται με πνευματιστικό τρόπο από το χώρο των πνευμάτων. Πρέπει επομένως να μάθετε να ξεχωρίζετε τη δική Μου επενέργεια, τη χαρισματική ενέργεια του θεού μέσα στο πνεύμα του ανθρώπου από τις ενέργειες των πνευμάτων, δηλαδή μεταδόσεις των οποίων την προέλευση δεν μπορείτε να ελέγξετε».

«… Έτσι και σας προσφέρουν κούφια, κενά λόγια που δεν σας δίνουν καμία βαθύτερη γνώση σχετικά με το τι ήσασταν, τι είσαστε και τι οφείλετε να γίνετε, ή επίσης όταν σας καλούν να εργαστείτε για τη βασιλεία του θεού, χωρίς να σας δίνεται καμία διευκρίνιση για το ποια είναι αυτή η εργασία και για ποιο λόγο πρέπει να γίνει, τότε έχετε το δικαίωμα να απορρίψετε αυτές τις μεταδόσεις ως αερολογίες και κενοσοφίες, που μοναδικό σκοπό έχουν να σας εξα­πατήσουν. Θα πρέπει επομένως να θέτετε πάντοτε στον εαυτό σας το ερώτημα εάν θα είχατε κανένα (ψυχικό) όφελος -εφόσον δεν γνωρίζατε τίποτα άλλο και ήσασταν τελείως αδαείς- στην περίπτω­ση που θα παίρνατε τη διαφώτιση σας μόνο από τις συγκεκριμένες μεταδόσεις.

Να είσαστε βέβαιοι ότι δεν θα αποκομίζατε κανένα όφελος, για το λόγο ότι όλα είναι μονάχα κενά λόγια που προήλθαν από τον αντίπαλο Μου με σκοπό να σας μπερδέψουν και να σας κρατήσουν μακριά από την καθαρή αλήθεια».

«…Τα όντα αυτά μεταμφιέζονται σε αγγέλους του φωτός, χρησι­μοποιούν μάλιστα ακόμη το όνομα του Ιησού για τις ανακοινώσεις τους, γιατί δεν τον αναγνωρίζουν ως Θεό και έτσι κατά τη δική τους άποψη κάνουν χρήση του ονόματος απλά ενός ανθρώπου».

Ο πνευματικός ή θεϊκός σπινθήρας

Μερικοί χριστιανοί περιορίζοντας την αποκάλυψη του Θεού μό­νο στη Βίβλο, ισχυρίζονται, ότι εφόσον εκεί δεν γίνεται λόγος για ένα πνευματικό, θεϊκής προέλευσης σπινθήρα μέσα στην (ψυχική) καρδιά του ανθρώπου, άρα αυτή είναι μία έννοια που δεν ενδιαφέρει το χριστιανικό κόσμο. Λαμβάνοντας υπόψη μόνο το γράμμα της Γραφής αυτό είναι σωστό, όχι όμως και με την πνευματική έννοια καθώς ο ίδιος ο Χριστός είχε υποσχεθεί στους μαθητές του και κατ’ επέκταση μέσω εκείνων σε όλους τους μετέπειτα ακολούθους του: «Έχω πολλά ακόμη να σας πω, αλλά δεν μπορείτε να τα αντέξετε ακόμη. Όταν έρθει εκείνος όμως, το Πνεύμα της αλήθειας θα σας εισάγει σε όλη την αλήθεια» (Κατά Ιωάννη 16, 12-13).

Με το ίδιο σκεπτικό καταρρίπτεται επίσης και ένα άλλο επιχείρημα που λέει ότι το Άγιο Πνεύμα δόθηκε πράγματι μεν την Πεντηκοστή, όμως οι απόστολοι δεν δίδαξαν για ένα πνευματικό σπινθήρα. Και εδώ επίσης η ερμηνεία πρέπει να αναζητηθεί πνευματικά και όχι στο κατά λέξη κείμενο, γιατί αναμφισβήτητα είναι λάθος να θεωρηθεί ότι η υπόσχεση αυτή του Ιησού αφορούσε μία χάρη που προσφέρθηκε εκείνη τη μία και μοναδική φορά και οπό­τε το Πνεύμα του Θεού εξάντλησε όλα όσα είχε να αποκαλύψει στους ανθρώπους. Η περιορισμένη αυτή αντίληψη για την ενέργεια του θείου Πνεύματος έβλαψε σε μεγάλο βαθμό τη χριστιανική κοινότητα, αφού ούτε η προφητεία, ούτε ο θείος Λόγος, ούτε η έκχυση του Αγίου Πνεύματος στις διάφορες εκφάνσεις του μπορεί να περιοριστεί χρονικά. Είναι σαφές ότι το θεϊκό Πνεύμα θα έρ­χεται πάντοτε στους ανθρώπους εκείνους που επειδή ζουν έμπρακτα την αγάπη γίνονται σκεύη για να χυθεί μέσα τους.

Υπάρχουν βέβαια και σήμερα πολλοί που πιστεύουν στη συνεχή χαρισματική ενέργεια του Θεού, όπως π.χ. οι χριστιανοί στις πεντηκοστιανές κοινότητες. Όμως με το που προσεύχονται να λά­βουν το Άγιο Πνεύμα αποδεικνύουν ότι δεν γνωρίζουν το γεγονός πως το Πνεύμα του Θεού κατοικεί ήδη μέσα τους, αφού «η αγάπη του έχει χυθεί μέσα στις καρδιές μας» (Προς Ρωμαίους 5,5).

Γιατί με την πίστη μπορεί ο Χριστός να κατοικήσει στην καρδιά του εσωτερικού ανθρώπου (Προς Εφεσίους 3,17). οπότε το Πνεύμα του κατοικεί μέσα του και ο ίδιος είναι «ναός ταυ Θεού» (Προς Κορινθίους Α’3,16-17.6,19).

Μπορεί λοιπόν η Βίβλος να μην κατονομάζει έναν πνευματικό σπινθήρα, αλλά από την άλλη τονίζει με έμφαση ότι το Πνεύμα του Θεού κατοικεί στις καρδιές των ανθρώπων μόνο και σε κανένα άλλο δημιούργημα. Και δεν μπορεί παρά να αποτελεί ουσιαστικά παρερμηνεία η δοξασία ότι το σώμα και το αίμα του Χριστού περιέχονται πραγματικά και αυτούσια στον άρτο και στο κρασί της θείας Κοινωνίας. Αναμφισβήτητα ο Ιησούς Χριστός είναι παρών στη θεία κοινωνία, γεγονός που δεν το αμφισβητούν οι νέες αποκαλύψεις αλλά ασφαλώς μόνο μέσα στις καρδιές αυτών που τον πιστεύουν και όχι μέσα στη νεκρή ύλη. Είναι άλλωστε παράδοξο ότι από μια πλευρά ειδικά οι φονταμενταλιστές χριστιανοί καταδικάζουν, αυστηρά τον πανθεϊσμό, δηλαδή την ύπαρξη του Θεού μέσα στη νεκρή ύλη, και από την άλλη με τη διδασκαλία της μετάληψης της σάρ­κας και του αίματος του τον επιβεβαιώνουν, ενώ αρνούνται από την άλλη ότι το θείο Φως κατοικεί μόνο μέσα στην ανθρώπινη καρδιά. Και αυτό το φως πρέπει να έχει επίσης ένα σπινθήρα στον πυρήνα του, μία φλόγα που να φωτίζει και να καθοδηγεί την ψυχή στις δύσκολες αναβάσεις της σε αυτό τον κόσμο.

Αλλά οι άνθρωποι σήμερα δεν γνωρίζουν καν τι είναι η ψυχή, τη στιγμή που πιστεύουν ότι η σάρκα αποτελεί ένα μέρος της που θα αναστηθεί στη «Δευτέρα Παρουσία». Και όλα αυτά δείχνουν πο­σό βαθιά έχει βυθιστεί στην ύλη της σάρκας η σημερινή ανθρωπό­τητα και πόσο νεκρή είναι πνευματικά, αφού ακόμα και οι πνευματικοί ταγοί της, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν ξέρουν για τα βασι­κά στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης.

Για τους μυστικιστές των περασμένων αιώνων ο θεϊκός σπινθή­ρας δεν ήταν μία άγνωστη έννοια και κατέθεσαν πολλές μαρτυρίες για αυτόν. Ο Μάιστερ Έκχαρτ (δομηνικανός ηγούμενος 1260-1327/28) λέει ότι «αυτό που διαχωρίζεται από το χονδροειδές στοιχείο και ενώνεται με τον Θεό είναι ο μικρός σπινθήρας στην ψυχή… ο σπινθήρας αυτός βρίσκεται περισσότερο στην αλήθεια από ό,τι όλα μαζί όσα μπορεί να μάθει ο άνθρωπος…. Ο Θεός έχει γεννήσει προηγουμένως κάτι που ήταν αδημιούργητο και αυτό είναι ο σπινθήρας… Η ψυχή έχει κατιτίς μέσα της, ένα μικρό σπινθήρα χάρη στον οποίο έχει την ικανότητα της γνώσης και ο οποίος δεν σβήνει ποτέ…»

Η Τερέζα της Άβιλα, καθολική εκκλησιαστική διδασκάλισσα και μεταρρυθμίστρια (1515-1582) γράφει στο «Εσωτερικό Κάστρο» (Το έκτο διαμέρισμα κεφ. 4): «Υπάρχει ένα είδος έκστασης όπου, ενώ η ψυχή αισθάνεται να την έχει αγγίξει ένας Λόγος του Θεού (που τον θυμάται εκείνη την ώρα ή τον έχει ακούσει, ακόμη και εκτός προσευχής), φαίνεται ότι η Μεγαλειότητα Του ο Θεός κάνει τον σπινθήρα από το εσωτερικό της ψυχής να μεγαλώσει και να γίνει φλόγα· σε αυτό Τον παρακινεί η ευσπλαχνία Του επειδή βλέπει την ψυχή να βασανίζεται τόσο καιρό από τη λαχτάρα της γι’ αυτόν». Και ο Γιάκομπ Μπαίμε (χριστιανός θεοσοφιστής 1575-1624) λέει: «Και ενώ πάλευα με τον εαυτό μου, ο Θεός με συνέδραμε και ένα θαυμάσιο φως άναψε στην ψυχή μου».

Αυτά είναι τρία μόνο από τα πολλά βιωμένα παραδείγματα των μυστικιστών. Είναι προφανές λοιπόν ότι αντίστοιχα με τη δύναμη της αγάπης του κάθε ανθρώπου ο θεϊκός σπινθήρας του θα είναι είτε φωτεινός σε διάφορους βαθμούς είτε σκοτεινός, «υπό το μόδιον», και σβησμένος σαν νεκρός.

Για να γίνει καλύτερα κατανοητό τι εννοείται με αυτό το θεϊκό σπινθήρα στην καρδιά της ανθρώπινης ψυχής θα ακολουθήσουν σχετικά αποσπάσματα από εσωτερικές αποκαλύψεις στην Μπέρτα Ντούντε: «Κάθε ανθρώπινη ύπαρξη παίρνει καταρχάς ζωή από τον πνευματικό Μου σπινθήρα, την πνοή Μου. αυτός είναι ένα μέρος από Μένα που τοποθετείται μέσα στον άνθρωπο στην αρχή της εν­σάρκωσης του και εκεί υπνώττει περιμένοντας την αφύπνιση του. Και από τη στιγμή που ο άνθρωπος αφυπνίσει χάρη στην αγάπη τον αυτό τον πνευματικό σπινθήρα που είναι μέρος του εαυτού Μου, το πλάσμα Μου αυτό γίνεται θείο». «Από την ίδια στιγμή που φτάσατε σε αυτή τη Γη ως άνθρωποι ήρθα κιόλας κοντά σας. Έβαλα μέσα σας ένα πολύ μικρό σπινθήρα από το θείο Πνεύμα Μου, ένα μικρό σπινθήρα αγάπης, που οφείλει να μεγαλώσει για να γίνει μία φλόγα, με χρέος να ενωθεί πάλι με το πυρ της Αιώνιας Αγάπης Μου.

Αυτός ο σπινθήρας Θεού στο εσωτερικό σας είναι που σας δίνει τη σφραγίδα του θεϊκού πλάσματος εφόσον τον αφήσετε να εκδηλωθεί και μπορεί να εκδηλωθεί μέσα σας όταν μεταμορφωθείτε σε όντα αγάπης. …Ουδέποτε θα βρίσκατε το δρόμο της επιστροφής κοντά Μου εάν δεν σας είχα δώσει ένα μικρό σπινθήρα του θείου Πνεύματος Μου, της αιώνιας Αγάπης Μου, για να σας συνοδεύει στη γήινη ζωή σας…. Και αυτός ο σπινθήρας ζει εντός σας αλλά μέ­νει σιωπηλός μέχρι που εσείς οι ίδιοι με τη βούληση σας να του δώσετε την ελευθερία να εκφραστεί και τότε εκφράζομαι Εγώ ο Ίδιος μέσα σας. Τότε έχετε εκπληρώσει το σκοπό της ζωής σας που με­ταμορφώνεται σε μία αδιάκοπη προσευχή με την οποία Με ευχα­ριστείτε και Με δοξάζετε».

«…Το πνεύμα του Θεού είναι εμφυτευμένο στον κάθε άνθρωπο, όμως δεν αφυπνίζει ο καθένας αυτό το πιο πολύτιμο που έχει και έτσι η ζωή του παραμένει μία αποτυχία καθώς δεν σημειώνει καμία πρόοδογιατί χωρίς την αφύπνιση του θεϊκού πνεύματος στο εσω­τερικό του δεν μπορεί να λάβει χώρα η ένωση με το Πνεύμα τον Πα­τέρα, που είναι ο μοναδικός σκοπός της γήινης ζωής».

«…Ο θεϊκός σπινθήρας στην καρδιά είναι το φως που πρέπει να ανάψετε μέσα σας για να σας φωτίσει εσωτερικά ώστε να φτάσετε στην καθαρή γνώση. Η αγάπη μόνο ανάβει το φως, η αγάπη μόνο αφυπνίζει το θεϊκό πνεύμα που ως ένας σπινθήρας της Αιώνιας Αγά­πης σάς εμφυτεύτηκε από το προαιώνιο Πνεύμα του Πατέρα για να απλωθεί και να κατακλύσει ολόκληρο τον άνθρωπο και έτσι να συ­νενωθεί πάλι με το Προαιώνιο Φως, το Πυρ της Αγάπης που υ ίδιος ο Θεός ακτινοβολεί στο άπειρο. Η Αιώνια Αγάπη δεν διαιρείται! Οτι­δήποτε αποτελεί μία εκδήλωση αγάπης είναι αυτή η ακτινοβολία του Θεού που περικλείει τα πάντα. οπουδήποτε καλλιεργείται η α­γάπη βρίσκεται ο Θεός αυτοπροσώπως, μια που η αγάπη δεν μπο­ρεί ποτέ να υφίσταται εκτός Θεού, αφού είναι η πρωταρχική, προ­αιώνια Ουσία του Εαυτού Του». «…Κάθε άνθρωπος φέρει μέσα του το θεϊκό σπινθήρα που είναι μέρος του Εαυτού Μου, καθώς ως προς το προαιώνιο στοιχείο Μου είμαι αγάπη. Επομένως μέσα σας έχε­τε ένα μικρό σπινθήρα θεϊκής αγάπης, που είναι αδιάρρηκτα συν­δεδεμένος μαζί Μου, την πρωταρχική Πηγή της δύναμης της Αγά­πης. Ο σπινθήρας αυτός σιγοκαίει στο εσωτερικό σας όταν αρχίζε­τε ως άνθρωποι την πορεία στη Γη και μπορείτε να τον κάνετε να γίνει μία τεράστια ολοφώτεινη φλόγα. Μέσα στη φωτεινή λάμψη τού­της της φλόγας δεν μένει πια τίποτα αόρατο γιατί αυτή φωτίζει τα πάντα και μπορεί να διαπεράσει τελείως τον άνθρωπο, ώστε να βρε­θεί στην τέλεια γνώση, όπως ήταν στην αρχή, όταν εκπορεύτηκε α­πό Μένα ως μία ακτίνα αγάπης και ήταν ένα τελειότατο ον.

Εκείνος που βάζει φωτιά στο θεϊκό του σπινθήρα δεν χάνεται
πια καθώς βρίσκεται ήδη στο χώρο του Φωτός της Αγάπης μου».

«Εσείς οι άνθρωποι επικαλείσθε συχνά να σας έρθει το «Άγιο Πνεύμα» αλλά δεν ξέρετε ότι αυτό είναι μέσα σας και ότι εξαρτάται μόνο από την ελεύθερη θέλησή σας το να μπορέσει να σας εκδηλωθεί. Το πνεύμα σας είναι ένα μέρος από Μένα, αδιάρρηκτα δεμένο με το Πνεύμα του Πατέρα, πρόκειται δηλαδή για ένα θεϊκό σπινθήρα, με τον οποίο εφοδιάστηκε η ψυχή σας όταν ενσαρκώθηκε ως άνθρωπος σε αυτή τη Γη. Ή με άλλα λόγια, κάποτε εκπορευθήκατε από Μένα σαν μία ακτινοβολία της αγάπης Μου και ως εκ τούτου είσαστε από την ίδια πρωταρχική ουσία όπως Εγώ.

Αυτός ο σπινθήρας αγάπης είναι επομένως μία ακτινοβολία του Εαυτού Μου, δηλαδή μία ακτινοβολία που εκπέμπει το Πνεύμα Μου στη ψυχή σας, που όμως χρειάζεται τη δική σας θέληση για σας ζωντανέψει πραγματικά. Άρα όλοι σας διαθέτετε εσωτερικά ένα πνευματικό σπινθήρα, δηλαδή ένα μέρος από τον Εαυτό Μου.

Κατά συνέπεια δεν χρειάζεται να «σας έρθει το Πνεύμα», αφού είναι μέσα σας. Για να εκδηλωθεί όμως, πρέπει να του δώσετε εσείς τη δυνατότητα ζώντας με αγάπη στην πράξη, επειδή το ίδιο δεν επιβάλλεται ούτε σας επηρεάζει με κανένα τρόπο παρά τη θέλησή σας.

Επομένως μπορείτε ανά πάσα στιγμή να αφυπνίσετε και να ζωντανέψτε το πνεύμα μέσα σας, όμως κανείς δεν σας το επιβάλλει. Προσευχόμενοι ωστόσο να σας έρθει το Άγιο Πνεύμα, αποδεικνύεται αγνοείτε πώς έχουν στην ουσία τους τα πράγματα. Και επιπλέον αποδεικνύετε ότι έχετε, δημιουργήσει μία λαθεμένη έννοια, αφού ουσιαστικά το προσωποποιείτε και το επικαλείσθε σαν να ήταν ένα ον».

Επίσης στις αποκαλύψεις τον Γιάκομπ Λόρμπερ υπάρχουν πολυάριθμα σημεία όπου γίνεται λόγος για το θεϊκό σπινθήρα πνεύματος αγάπης. Καταρχάς σημειώνεται ότι είναι άφθαρτος και ότι η μυστική ένωσή του με το Πνεύμα του Πατέρα μέσα στην καρδιά της ψυχής που συντελείται χάρη στην αγάπη για τον Θεό και Μη άνθρωπο, αποτελεί την πνευματική αναγέννηση.

Ο θεϊκός σπινθήρας είναι ένας «θεός σε ελάχιστη κλίμακα». Θα πρέπει, όμως εδώ να σημειωθεί ότι οι άνθρωποι ασφαλώς ως δη­μιουργήματα του Θεού δεν είναι από μόνοι τους δημιουργοί αλλά πρέπει, πρώτα να λάβουν τη δύναμη από εκείνον για να μπορούν μετά να τη χρησιμοποιήσουν δημιουργικά. Κατά συνέπεια σε όλη την αιωνιότητα η πρώτη και μοναδική μονάδα θα είναι ο Θεός εν τω Ιησού Χριστώ, ενώ τα πλάσματα του, όσο τέλεια κι αν είναι, θα παραμένουν πάντα ο αριθμός δύο, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι θα μείνουν δημιουργημένα όντα που δεν μπορούν να υπάρξουν χω­ρίς το Δημιουργό τους και γι’ αυτό θα είναι συνδεδεμένα μαζί του στην αιωνιότητα.

Στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο του Ιωάννη» IV 254 του Λόρμπερ ο 1ησούς εξηγεί ότι: «Η αγεφύρωτη διαφορά μεταξύ του θεού και του δημιουργημένου ανθρώπου, ακόμη και τον πιο τέλειου, θα εξακο­λουθεί να παραμένει εσαεί ότι ο Θεός ως προς την άναρχη φύση Του είναι αιώνιος και άπειρος, ενώ ο άνθρωπος μπορεί μεν να τελειο­ποιεί συνεχώς την πνευματική του φύση, εντούτοις δεν μπορεί πο­τέ να φτάσει τον θεό παν είναι άπειρος. Ο άνθρωπος μπορεί να μοιάζει στον θεό στη μορφή, στην αγάπη και στη δύναμη της, αλ­λά ποτέ στους αιώνες δεν θα φτάσει στα άπειρα βάθη της θεϊκής σο­φίας».

Επομένως, όπως διδάσκουν και οι μυστικιστές, η «ύπαρξη του Θεού μέσα στον άνθρωπο» σημαίνει αποκλειστικά και μόνο ότι ε­φόσον ο πνευματικός σπινθήρα; είναι ένα μέρος του Θεού, άρα είναι εξίσου τέλειας φύσης με τον Ίδιο, αν και σε σχέση μεγέθους αποτελεί μία μικρογραφία και μία ακτινοβολία του. Από αυτή την άποψη ο «Θεός μέσα στον άνθρωπο» είναι ένα φως από to μεγά­λο θείο Φως και δεν μπορεί να υπάρξει αυτοδύναμα, εκτός του προαιώνιου Πνεύματος, δεδομένου ότι η αγάπη του Θεού δεν μπο­ρεί να διαχωριστεί από την ακτινοβολία της. Έτσι, χάρη στην α­γάπη ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει στη θέωση, αλλά δεν γίνεται ο ίδιος η Θεότητα.

ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΚΟΣΜΟΙ – Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΣΜΟΣ

Το Άγιο Πνεύμα και οι δυνάμεις του αιθέρα

Είναι τελείως λανθασμένη η διαδεδομένη αντίληψη ότι οι αιθερικές δυνάμεις είναι ταυτόσημες με το Άγιο Πνεύμα. Το αμιγώς πνευματικό Πυρ του είναι το άκτιστο Φως, που εκπηγάζει από τον Ήλιο της Χάρης, τον πνευματικό κεντρικό Ήλιο, που είναι η «έ­δρα» του Θεού, όπου κατοικεί μέσα σε ένα Φως απροσπέλαστο για τον οποιονδήποτε (Προς Τιμόθεο Α’ 6, 16), ένα Φως που δεν έ­χει σκιά πουθενά (Α’ Ιωάννη 1, 5).

Συνακόλουθα, το Άγιο Πνεύμα είναι ένα αγνότατο εσωτερικό Φως («Μ.Ε.Ι.» IV 76, 9), που η ουσία του είναι η αγάπη. Γι’ αυτό το Πυρ του στις διάφορες εκφάνσεις του (Προς Κορινθίους Α’ 12, 1- 11) πληροί εκείνα τα σκεύη μόνο που έχουν επίσης μεταλλαχθεί σε φύσεις αγάπης και άρα έχουν την ίδια φύση με το Άγιο Πνεύμα, ειδάλλως η επαφή τους μαζί του θα τα διέλυε.

Ακριβέστερα, λέγεται στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο του Ιωάννη» (VII 71,11):

«Το αγνό Πνεύμα αυτό καθαυτό ως ουσία και στοιχείο είναι ένα Πυρ και ένα Φως ή η καθαυτό Αγάπη και Σοφία. Αλλά δεν πρέπει να φανταστείτε μια υλική φωτιά ή μια αισθησιακή αγάπη, όπως πα­ραδείγματος χάρη του γήινου ήλιου ή μιας λάμπας που καίει, παρ’ ότι υπάρχει μια αντιστοιχία μεταξύ των δύο. διότι το Πυρ του Πνεύματος είναι αμιγής Ζωή και το Φως του Πυρός είναι η Σοφία του».

Το Άγιο Πνεύμα του Θεού είναι, συνεπώς, η αέναη, άκτιστη δύ­ναμη, που δρα ως προαιώνια αγάπη, φως και ισχύς του παντοδύ­ναμου, πάνσοφου και πανάγαθου ύψιστου Όντος.

Ως εκ τούτου δεν ταυτίζεται με την αιθερική ενέργεια, ούτε με τις λεπτοουσιακές δυνάμεις της ψυχής και ούτε πρέπει να συγχέε­ται με την «κοσμική ενέργεια». Η «κοσμική ενέργεια», ένας όρος που είναι του συρμού στον εσωτερισμό σήμερα, αποτελεί μόνο μία αιθερική ενέργεια και άρα όχι αμιγώς πνευματική. Η ενέργεια αυτή είναι κτιστή, ενώ το Πνεύμα του Θεού, δηλαδή το Άγιο Πνεύ­μα, είναι άκτιστο. Κατ’ ακολουθία, ο αιθέρας είναι ένα ζωντανό πνευματικό ενδιάμεσο στοιχείο ή μέσο διάδοσης των ουσιών, που υφίσταται μεν στο χώρο, όμως ο ίδιος είναι ασώματος.

Ο αιθέρας είναι η ουσία που δίνει ζωή στα υλικά δημιουργήμα­τα και ακολουθώντας κατά γράμμα τους φυσικούς νόμους εξέλι­ξης, όπως τους έχει καθορίσει ο Θεός, δημιουργεί διαρκώς ανώ­τερες μορφές ζωής, με αποκορύφωμα τον άνθρωπο, το φορέα της ανώτατης οργανικής ύπαρξης. Στο «M.E.I.» VI 233, 10 λέγεται σχετι­κά:

«Ο αιθέρας περιέχεται στο χώρο και το χρόνο και ως εκ τούτου είναι κάτι το υλικό, μολονότι η βασική του σύσταση σε σύγκριση με την πυκνή ύλη ενός γήινου κόσμου είναι σχεδόν αβαρής».

Από τις νέες αποκαλύψεις καθίσταται σαφές ότι το πνεύμα του αιθέρα ή αλλιώς τα «αιθερικά πνεύματα» εμπεριέχονται στην ατμό­σφαιρα και το σώμα της Γης και σε οτιδήποτε αυτή παράγει. Αυτή η εν μέρει καθαρά πνευματική και εν μέρει φυσική ζωτική ουσία είναι ως εκ τούτου ο τροφοδότης και ο συντηρητής ολόκληρης της υλικής δημιουργίας και μπορεί να θεωρηθεί ως το καθαυτό ζωντα­νό δομικό υλικό και πρωταρχικό στοιχείο της ύλης. Περαιτέρω λέ­γεται για τη φύση του αιθέρα στο «Μ.Ε.Ι.» VII 72, 3-4:

«Εάν ανέλθουμε υψηλότερα, περίπου δέκα ώρες πάνω από τη Γη, δεν θα συναντήσουμε πια αέρα όπως αυτόν που μας περιβάλλει ε­δώ, αλλά καθαρότατο αιθέρα, που στα μάτια σας βέβαια θα ήταν ένα απόλυτο τίποτα.

Όμως αυτός ο αιθέρας, παρά τη φαινομενική του ανυπαρξία, δεν είναι τόσο ανύπαρκτος όσο φαίνεται, καθ’ όσον εμπεριέχει όλα τα αμέτρητα στοιχεία και υλικά, αλλά σε μια ακόμη πιο ελεύθερη κα­τάσταση από ό,τι στον πιο καθαρό ατμοσφαιρικό αέρα της Γης.

Όλες οι δυνάμεις αυτές είναι ακόμη πιο ελεύθερες στον αιθέρα και μάλιστα είναι πολύ πιο συναφείς και συγγενικές με το πρωταρ­χικό πυρ και φως. Αυτές δίνουν τροφή στον αέρα της Γης, αυτός με τη σειρά του στο νερό, αυτό πάλι στη γη και σε οτιδήποτε ζει πάνω της.

Αφού, λοιπόν, όλα αυτά εμπεριέχονται στον αιθέρα, άρα είναι έ­να σημαντικότατο «κάτι» και όχι ένα τίποτα, όσο κι αν στις αισθή­σεις σας δίνει αυτή την εντύπωση. Πάντως, ο αιθέρας δεν είναι κά­τι το καθαρά πνευματικό, παρά εσωτερικά μοιάζει πιο πολύ με την ουσία της ψυχής, αλλά μόνο από την άποψη ότι είναι ένας φορέας που βρίσκεται μέσα στο χώρο μέσω του οποίου αναρίθμητες αρχέ­γονες δυνάμεις, προερχόμενες από τον Θεό, συναντώνται, συνδέο­νται και εν τέλει δρουν από κοινού».

Αναφορικά με τη φύση του αιθέρα, δίνονται επιπρόσθετα στοι­χεία στα «Μυστικά της Φύσης» του Γιάκομπ Λόρμπερ. Σήμερα, η ενέργεια του αιθέρα παρουσιάζεται με διάφορα ονόματα στη σχε­τική φιλολογία και στα ΜΜΕ, όπως: κοσμική ενέργεια, ενέργεια τον αιθερικού πεδίου, ενέργεια τον πεδίου βαρύτητας, υπερενέργεια, συνεργετική ενέργεια, ενέργεια τον μηδενικού σημείου, ελεύ­θερη ενέργεια, οργόνη (κατά Βίλχελμ Ράιχ), πράνα, τσι (στα κινέ­ζικα) ή κι (στα ιαπωνικά, εξ ου και τάι τσι, ρέικι κ.ο.κ.). Όπου, λοι­πόν, εμφανίζονται τέτοιοι όροι, πρόκειται πάντα για την ίδια ενέρ­γεια, αυτή του αιθέρα.

Με τη μορφή του ηλεκτρισμού και του μαγνητισμού ο αιθέρας αποτελεί την πρωτογενή μορφή της υλικής ενέργειας. Οι μορφές αυτές είναι λίγο ως πολύ είτε, κυρίως, ηλεκτρο-μαγνητικές ή μαγνητικο-ηλεκτρικές και από αυτό προκύπτει η πολικότητα, η οποία υφίσταται μόνο στον υλικό κόσμο και όχι στους αμιγώς πνευματι­κούς κόσμους του Ουρανού. Από αυτή τη σκοπιά, τα άτομα του αι­θέρα είναι μικροσκοπικότατα άτομα φωτός («σφαιροειδή ζωάρια φωτός ή αιθέρα» στη λορμπερική ορολογία)*.

Με βάση τα παραπάνω, η αιθερική ενέργεια, που φυσικά πηγά­ζει επίσης από τον Θεό, πλημμυρίζει το άπειρο και είναι παντού ενεργή. Αν και κινείται βέβαια σε μια κατάσταση πιο ελεύθερη α­πό την καθαυτό ύλη, ανήκει και η ίδια στην ύλη.

Η φυσική επιστήμη δεν αμφισβητεί σήμερα την ύπαρξη του αι­θέρα, καθ’ ότι ήδη από τον καιρό του Ισαάκ Νιούτον (Νεύτωνα) έ­γινε αποδεκτό ότι στον ελεύθερο χώρο πρέπει να υπάρχει ένα εν­διάμεσο στοιχείο ή μέσο διάδοσης μέσω του οποίου μεταδίδονται η θερμότητα, η βαρύτητα, το φως και άλλες ενεργειακές μορφές υ­πό τη μορφή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων, τα οποία προωθούνται μέσω δονήσεων.

Τα λεπτότατα σωματίδια του αιθέρα διαθέτουν στο κέντρο τους ένα πνευματικό τμήμα, που τους έχει δοθεί από τον Θεό, χάρη στο οποίο τούς προσδίδεται απέραντη διάρκεια και ακατάπαυστη ώ­θηση για εξέλιξη, διατήρηση και πρόοδο.

Κάθε άτομο αιθέρα ναι μεν είναι κάτι το ασώματο, εντούτοις έχει μορφή και περικλείεται από κάποια όρια, γιατί διαφορετικά θα διαλυόταν στο άπειρο. Συνεπώς κάθε άτομο, παρά το απειροελά­χιστο μέγεθος του, διαθέτει διαστάσεις ύψους, πλάτους και βάθους. Επιπλέον δε εμπερικλείει ένα θεϊκό σπινθήρα (που δεν πρέπει να συγχέεται με το θεϊκό σπινθήρα στην καρδιά της ανθρώπινης ψυ­χής!), μέσω του οποίου ο Δημιουργός είναι πανταχού παρών και παντογνώστης.

Εκτός αυτού, λέγεται στο «Μ.Ε.Ι.» του Ιάκωβου Λόρμπερ: «Τού­το το αεριο-φυσικο-πνευματικό πυρ, που συνήθως αδρανεί, αν και εύκολα διεγείρεται υπό ορισμένες συνθήκες και καθώς ενεργοποιεί­ται, τότε γίνεται φανερό, θα το ονομάσουμε ήλεκτρον ή ηλεκτρικό πυρ, όπως είναι γνωστό από τους αρχαίους Αιγυπτίους, Φοίνικες και Έλληνες.

Το πυρ αυτό είναι το καθαυτό στοιχείο ζωής στον αέρα, χάρη στο οποίο ζει, διαμορφώνεται ως ον, παίρνει από φυσική άποψη ζωή και κύρια τροφή ολόκληρη η Γη και καθετί εντός της και πάνω της. Το πυρ αυτό πλημμυρίζει όλο τον απέραντο χώρο της θεϊκής δη­μιουργίας και στην τελείως αδρανή του κατάσταση συνιστά τον αι­θέρα, στον οποίο κολυμπούν, περίπου όπως τα ψάρια στο νερό, α­μέτρητα γιγάντια ουράνια σώματα».

Όσον αφορά τα ηλεκτρόνια, σύμφωνα με τη διδασκαλία στην Ντούντε, είναι κατά βάση αυτά που σε άλλες αποκαλύψεις, όπως του Λόρμπερ, αναφέρονται ως «άτομα αιθέρα ή φωτός», «ζωάρια φωτός» ή «μονάδες»:

«Στο κοσμικό διάστημα υπάρχουν απειράριθμοι σπινθήρες φω­τός που περιφέρονται με εκπληκτική ταχύτητα, οι οποίοι με την α­φάνταστη δύναμή τους διαλύουν και διασκορπίζουν το συμπυκνω­μένο, ανίσχυρο, αδρανές πνευματικό στοιχείο και στη συνέχεια συλ­λαμβάνουν και περικλείουν τις αμέτρητες μεμονωμένες ουσίες που απελευθερώνονται.

Αυτοί οι σπινθήρες φωτός σε σας τους ανθρώπους είναι γνωστοί ως ηλεκτρόνια, ως η βασική ουσία της ύλης. Όμως, δεν γνωρίζετε για την προέλευση τους και το πνευματικό τους έργο, εάν δεν το δι­δαχθείτε δια της πνευματικής οδού».

«Υπάρχουν όμως επίσης πολύ μικρά έως και μικροσκοπικά έμβια όντα, τα οποία δεν μπορεί να διακρίνει το ανθρώπινο μάτι. Αλλά α­κόμη και για το πιο τέλεια εξοπλισμένο μάτι είναι αόρατα, επειδή κι­νούνται με τέτοια ταχύτητα που δεν μπορεί να τα παρακολουθήσει. Η δύναμή τους είναι ασύλληπτη, αποτελούν δε κατά κάποιο τρόπο τον πυρήνα όλης της δημιουργίας που είναι ορατή ως ύλη από τον άν­θρωπο. Αποτελούν το θεμελιακό στοιχείο, την πρώτη διαμόρφωση που λαμβάνει η δύναμη που πηγάζει από τον Θεό1. Πρόκειται για συ­μπυκνωμένη ακτινοβολία του Θεού2, για ζωντανά μορφώματα σε α­μέτρητη ποικιλία και πληθώρα. Όταν ενωθούν μεταξύ τους, γίνονται πλέον ορατά ως ύλη · μέχρι τότε όμως κινούνται με αστραπιαία τα­χύτητα, επειδή βρίσκονται στη φάση της αλληλοαναζήτησης, όπου το ένα ωθείται προς το άλλο. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για πνευματι­κές υπάρξεις ασύγκριτης ισχύος, οι οποίες περιφέρονται αδέσμευτες και ελεύθερες, ώσπου να συναντηθούν και να συμπυκνωθούν όλο και περισσότερο, για να μπορέσουν να πάρουν μια μορφή».

«…Δεν υπάρχει πιο συνταρακτική ανακάλυψη στην επίγεια ζωή από τη διαπίστωση ότι στο απειροελάχιστα μικρό βρίσκεται η αρ­χή της τεράστιας δημιουργίας και ότι το κάθε δημιούργημα θα μπο­ρούσε να διαιρεθεί άπειρες φορές, εφ’ όσον αυτό το έργο θα γινό­ταν με τη βοήθεια του Θεού».

«Με τον τρόπο αυτό προέκυψε μια ασύλληπτη ζωντάνια και κι­νητικότητα στο σύμπαν, γιατί η θεία δύναμη γεννάει από μόνη της αιώνια ζωή και δραστηριότητα. Με τη συνένωση λοιπόν των απει­ροελάχιστων σπινθήρων δύναμης η ζωή πολλαπλασιάστηκε. Συνέ­λαβε τα νεκρά, χωρίς δύναμη στοιχεία που βρίσκονταν στο σύμπαν3 εφ’ όσον έδειχναν πρόθυμα να συλληφθούν, προκειμένου να συμπεριληφθούν στην αναπτυσσόμενη δραστηριότητα. Το ζωντανό περιέκλεισε το νεκρό κρατώντας το δέσμιο4, αλλά όχι με μίσος παρά με αγάπη, γιατί η δύναμη του Θεού είναι αγάπη και δεν αλλάζει ποτέ η φύση της.

Όσο λοιπόν αυτοί οι μικροσκοπικοί σπινθήρες δύναμης περιφέρο­νται στο διάστημα και παραμένουν ελεύθεροι, δηλαδή σε διαρκή κί­νηση, δεν μπορεί να γίνει ακόμη λόγος για ύλη, αν και πρόκειται για την αρχή της ύλης, όπου οι σπινθήρες δύναμης, τα ηλεκτρόνια με άλ­λα λόγια, είναι κατά έναν τρόπο τα πρωταρχικά συστατικά στοιχεία της ύλης. Ύλη θα γίνουν όταν θα έχουν πλέον στερεοποιηθεί, με άλ­λα λόγια όταν προκληθεί μια σκλήρυνση που οφείλεται στο γεγονός ότι τα ανώριμα όντα εμποδίζουν τα ηλεκτρόνια στην κινητικότητα τους και αυτά με τη σειρά τους δεσμεύουν τα πρώτα στον κλοιό τους. Έτσι η ακτινοβολία της θείας δύναμης μειώνεται για ένα ορισμένο διάστημα ως προς την ενέργειά της, σύμφωνα με το θέλημα του Θε­ού, έως ότου αρχίσει να υποχωρεί η αντίσταση των δέσμιων όντων. Τότε η θεϊκής προέλευσης δύναμη παρουσιάζει και πάλι κινητικότη­τα, ενώ μία αδιόρατη ζωή μπορεί να παρατηρηθεί ακόμη και μέσα στην πιο πυκνή ύλη, όταν λήξει πλέον ο χρόνος της φυλάκισης μέσα της για το πνευματικό στοιχείο [και αρχίσει η αποσύνθεση].

Επομένως τα ηλεκτρόνια, όσο κινούνται ελεύθερα, αποτελούν μεν πνευματικές οντότητες, δεν ανήκουν όμως στην οντότητα μιας αν­θρώπινης ψυχής, που βρίσκεται σε εξέλιξη μετά από ένα τεράστιο χρονικό διάστημα. Αντίθετα, στην ανθρώπινη ψυχή ανήκουν οι ανώ­ριμες οντότητες, δηλαδή τα δεσμευμένα πνευματικά στοιχεία που μπαίνουν τώρα στη διαδικασία της σταδιακής τους εξέλιξης που τε­λειώνει στην ανθρώπινη βαθμίδα.

Τα ηλεκτρόνια είναι καθαρή θεία δύναμη και συνεπώς ακατάστρεπτα, συνιστούν δε κατά κάποιο τρόπο το πέρασμα από το πνευ­ματικό στο φυσικό βασίλειο. Πρόκειται για μια ακτινοβολία του Θεού, η οποία παίρνει μορφή όταν εισέρχεται στο επίγειο πεδίο, εφόσον δεν μπορεί να γίνει καν λόγος για μορφή σε τέτοιες ασύλ­ληπτα μικρές διαστάσεις. Το καθαρά θείο συνδέεται από αγάπη και ευσπλαχνία με το ατελές, γιατί αλλιώς αυτό δεν θα μπορούσε ποτέ να ανελιχθεί».

Τελικές παρατηρήσεις

Στο βιβλίο αυτό δείξαμε ότι υπάρχουν πολλές διαβαθμίσεις στο δρόμο προς την αλήθεια, καθώς υπάρχουν πολλές θεωρήσεις του θέματος αυτού. Ως εκ τούτου, είναι πολλοί οι δρόμοι που υπάρ­χουν, αφού εκτός από τον κυρίως άξονα υπάρχουν και άλλα μο­νοπάτια. Παρ’ όλο όμως που υπάρχουν όλες αυτές οι διαφορετι­κές δυνατότητες, ωστόσο, εφ’ όσον λαμβάνει κανείς σαν οδηγό το θείο Λόγο, δεν μπορεί πια να θεωρεί την αλήθεια ως σχετική. γιατί από τη στιγμή που ασπάζεται το Λόγο ως αλάθητο κριτήριο, τότε συνακόλουθα η αλήθεια γι’ αυτόν είναι μόνο μία και βρίσκεται μόνο στον Θεό. Η αντίθετη άποψη αποτελεί μια κακώς εννο­ούμενη ανεκτικότητα και πλουραλιστική τάση, που στην εποχή της σχετικοποίησης της αλήθειας στην ουσία δυναμιτίζει τα θε­μέλια της αλήθειας. Γι’ αυτό λέγεται στην Ντούντε, χωρίς περι­θώρια παρανοήσεων:

«Ο Θεός παραμένει μέσα Του πάντα ο ίδιος και θα μείνει αιώνια ο ίδιος, ακριβώς όπως η βούληση Του μετατρέπεται αέναα σε πρά­ξη, σε αντιστοιχία με το αιώνιο σχέδιο Του.

Ποτέ δεν θα μπορεί να πει ένας άνθρωπος ότι έλαβε ως αλήθεια από τον Θεό κάτι που αποκλίνει από τον αιώνιο Λόγο Του, γιατί ο Λόγος Του δεν αλλάζει στην αιωνιότητα. Ό, τι αποκαλύπτει με τους προφήτες και τους ενορατικούς, εκπληρώνεται πάντοτε σύμφωνα με το Λόγο Του. Μονάχα ο άνθρωπος μπορεί να παρανοεί το νόημα του Λόγου και γι’ αυτό προκύπτει συνέχεια η ανάγκη να ενημε­ρώνονται οι άνθρωποι για το πώς θέλει ο Θεός να ερμηνεύουν το Λόγο Του».

Εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος, εάν είναι κατ’ αρχήν α­παραίτητο να διαθέτει καν όλη αυτή τη γνώση. Η απάντηση που δί­νεται με την πένα της Ντούντε και του Λόρμπερ, αντίστοιχα, είναι η εξής:

«Όσο πιο βαθιά σας μυώ στο προαιώνιο σχέδιο Μου για τη σωτη­ρία σας, τόσο πιο πολύτιμη εργασία μπορείτε να προσφέρετε. Για­τί είσαστε ικανοί να υπηρετήσετε σαν δάσκαλοι τους συνανθρώπους σας, μόνο όταν κατέχετε εσείς οι ίδιοι μια μεγάλη γνώση».

Και στο «M.E.I.» IV 121, 15 λέγεται:

«Δεν σας διδάσκω μόνο για δική σας κατανόηση, αλλά για να γί­νετε δάσκαλοι, καθοδηγητές και οδοδείκτες για τους τυφλούς αδελ­φούς και τις αδελφές σας. Γι’ αυτό άλλωστε χρειάζεται να εισαχθεί­τε ακόμη πιο βαθιά στα μυστικά της βασιλείας Μου και της Οντότητάς Μου και πρέπει να γνωρίσετε, επίσης, την ολότητα τον αν­θρώπου, αρχίζοντας από τα βάθη της αρχής της γένεσής του έως την ύψιστη τελειοποίησή του και την πλήρη εξομοίωση του με τον Θεό».

Εννοείται ότι το εάν κατέχει κάποιος πολλή ή λίγη γνώση, εξαρ­τάται επίσης από τη δραστηριότητα και την ενασχόλησή του με τα πνευματικά πράγματα. Είναι εύλογο ότι όποιος δεν είναι πολύ δρα­στήριος στα πνευματικά, ικανοποιείται με λίγες μόνο γνώσεις και εμπειρίες. Αλλά στην επιστολή του Β’ 3,18 ο Πέτρος παροτρύνει: «Να προοδεύετε στη χάρη και στη γνώση του Κυρίου μας και σω­τήρα Ιησού Χριστού».

Φυσικά, μια παράμετρος πνευματικής προόδου είναι το να είναι κανείς ανοικτός και δεκτικός απέναντι στη γνώση που του προσφέ­ρεται από ψηλά. Αλλά, όπως λέγεται εύστοχα στην Ντούντε:

«Δεν είναι η ίδια η γνώση που συνιστά την ευτυχία, παρά η α­ξιοποίηση της γνώσης, επειδή γι’ αυτό είναι απαραίτητη η αγάπη και μόνο η αγάπη φέρνει το αίσθημα της ευτυχίας. Το να έχει α­φομοιώσει κάποιος μια εκτεταμένη γνώση, δεν εξασφαλίζει αυτό­ματα και την κατοχή της ίδιας της γνώσης. Γιατί οτιδήποτε αποκτήθηκε μέσω μιας εγκεφαλικής δραστηριότητας είναι εξ ίσου ε­φήμερο με κάθε γήινη γνώση, ακόμη κι αν είναι πνευματικού πε­ριεχομένου.

Είναι μια γνώση νεκρή, που ούτε στη Γη έχει κάποιο ζωντανό α­ποτέλεσμα, στον άλλο κόσμο δε εξαφανίζεται τελείως, αφού μόνο η αγάπη δίνει ζωή στο γράμμα μιας διδασκαλίας. Μόνο η αγάπη δί­νει κατανόηση για την πνευματική γνώση και ανάγει αυτή τη γνώ­ση σε μια πηγή ευτυχίας. Επιπλέον, όποιος έχει αγάπη μοιράζεται μόνιμα με τους άλλους αυτό που κάνει τον ίδιο ευτυχισμένο, για να ευτυχήσουν και οι άλλοι μαζί του. Όμως, για να αποδώσει η γνώση ένα τέτοιο αίσθημα ευτυχίας, πρέπει να την αποδέχεται κανείς με αγάπη στην καρδιά».

Σύμφωνα με τα παραπάνω, λοιπόν, η πνευματική γνώση αποδί­δει καρπούς, όταν ο αναζητητής αναγνωρίζει την ορθότητά της και σαν συνέπεια από απλός αναγνώστης ή ακροατής μεταβάλλεται σε έμπρακτο ακόλουθο της διδασκαλίας κι έτσι την αξιοποιεί κάνοντάς την πράξη, οπότε και δεν εξαπατά τον εαυτό του (Επιστολή Ιακώβου 1, 22).

Αναμφισβήτητα η γνώση της αλήθειας είναι πολύ σημαντική για το κάθε άτομο, αλλά και για τον περίγυρο του, όπου τη μεταφέρει· ιδίως μάλιστα στην αναμενόμενη εποχή του τέλους της παρούσας εξελικτικής περιόδου της Γης μια τέτοια γνώση μπορεί να αποδει­χτεί πραγματικά σωτήρια, τόσο γι’ αυτούς που τη δέχονται ανεπιφύλακτα όσο και για εκείνους που σε πρώτη φάση την απορρίπτουν εν μέρει ή ολοκληρωτικά.

Γιατί όταν βρεθούν στη δίνη των εξελίξεων και χάσουν κάθε άλ­λο στήριγμα, θα επανέλθει στη μνήμη τους αυτή η γνώση, είτε σε αυτό τον κόσμο ή στον άλλο. Και τότε ίσως να αξιοποιήσουν επω­φελέστερα το κεφάλαιο αυτής της γνώσης, υπό το βάρος των γεγο­νότων που θα αποδεικνύουν αυτά που προηγουμένως τους φαίνο­νταν απίθανα.

Αναμφίβολα, σε πολύ πλεονεκτικότερη θέση βρίσκεται όποιος ασχολείται συνειδητά με το θέμα της πνευματικής του προόδου έ­γκαιρα και όχι υπό την πίεση δυσάρεστων ή κρίσιμων καταστάσε­ων είτε στην προσωπική του ζωή είτε στη ζωή της ανθρωπότητας. Αλλά αυτό βέβαια με την προϋπόθεση ότι δεν γίνεται απλά μιμη­τής, συλλέκτης, μηρυκαστής ή σποραδικός εραστής κάποιων διδα­σκαλιών, παρά τις επεξεργάζεται με ενδελέχεια και εφ’ όσον τις ενστερνιστεί, τις ακολουθεί με συνέπεια.

Στην Μπέρτα Ντούντε δίνονται πολύτιμες οδηγίες προς τους πνευματικούς αναζητητές, ώστε να μπορέσουν να βρουν αλάθητα το δρόμο τους:

«Κάθε διδασκαλία που προσλαμβάνει ο άνθρωπος γίνεται πνευ­ματική του ιδιοκτησία μόνο όταν την αφομοιώσει με την καρδιά του. Αυτό σημαίνει ότι πρώτα την επεξεργάζεται ο ίδιος διεξοδικά στις σκέψεις του και στη συνέχεια την ασπάζεται. Και τότε μόνο μπορεί να τη μεταδώσει παρακάτω ως ζωντανή αλήθεια».

«…Όσο δεν συνειδητοποιεί κάποιος ότι βρίσκεται σε λάθος δρό­μο, δεν κοιτάζει γύρω του για να ανακαλύψει τον αληθινό. Και οι άνθρωποι πιστεύουν ότι πηγαίνουν στη σωστή κατεύθυνση, επειδή έτσι τους έχουν πείσει κάποιοι καθοδηγητές, που ούτε οι ίδιοι όμως δεν έχουν βρει ακόμη το σωστό δρόμο.

Το κάθε άτομο αφήνεται ελεύθερο να βρει το δρόμο του, ωστόσο έμμεσα του δίνεται συνεχώς βοήθεια. Οι σκέψεις του το προτρέπουν να αναρωτηθεί για το νόημα της ύπαρξης του και να αναλογιστεί πώς θα σταθεί μπροστά Μου, όταν θα πρέπει να Μου δώσει λογα­ριασμό για τη ζωή του και τις πράξεις του.

Εάν δε ασχοληθεί για μεγαλύτερο διάστημα με τέτοιες εσωτερι­κές ερωτήσεις, τότε κι Εγώ θα του τις απαντήσω, καθώς το μόνο που ζητώ γι’ αυτό είναι να στραφεί συνειδητά με τη βούληση του προς το μέρος Μου. Τότε δεν θα το εγκαταλείψω ποτέ πια, ώσπου να βαδίσει στο σωστό δρόμο, όπου θα αναζητεί μόνο Εμένα και εί­ναι απόλυτα βέβαιο ότι θα Με βρει».

«Όποιος όμως διαθέτει ήδη μια ορισμένη γνώση και δεν είναι πρό­θυμος να την αποχωριστεί, όποιος έχει ασπαστεί μια γνώση δίχως να έχει εξετάσει εξονυχιστικά εάν είναι αληθινή, όταν του προσφέρ­θηκε από μια εξωτερική πηγή, αυτός ο άνθρωπος αρκείται σε αυ­τή και δεν δείχνει να διακατέχεται από μεγάλο πόθο να βρει την α­λήθεια.

Δ εν στοχάζεται καθόλου γι’ αυτά τα πράγματα και ως εκ τούτου δεν είναι δυνατό να του δοθεί διαφώτιση, εάν βρίσκεται σε πλάνη. Έτσι, μέσα του θα μείνει στο σκοτάδι, γιατί του λείπει το φως με το οποίο ερμηνεύονται και φωτίζονται σωστά όλες οι συνισταμένες και οι σχέσεις τους. Αυτό που του λείπει είναι η γνώση της αλήθειας, η οποία θα τον έκανε ευτυχισμένο κι εντούτοις είναι της γνώμης ότι την κατέχει, επειδή υιοθετεί δίχως σκέψη και δίχως έλεγχο ό,τι του παρουσιάζουν άλλοι σαν αλήθεια».

«Όταν σας πλησιάζω Εγώ, δεν επιτρέπεται να Με βάζετε στην ί­δια μοίρα με άλλους δασκάλους, που δεν μπορούν να σας προσφέ­ρουν κάτι ισάξιο, αφού δεν έχουν διδαχθεί άμεσα από Μένα. Εάν όμως μας αξιολογείτε το ίδιο, τότε δεν είσαστε άξιοι για το δώρο Μου, γι’ αυτό και θα το πάρω πίσω και βέβαια δεν θα σας προσφερ­θεί τόσο εύκολα μια δεύτερη φορά. Στοχαστείτε το αυτό σοβαρά και σννειδητοποιήστε τι είναι αυτό που παραπετάτε.

Πάρτε σοβαρά αυτή την προειδοποίηση και την προτροπή, γιατί διατρέχετε τον κίνδυνο να χάσετε ανυπολόγιστα πολλά».

«Την αλήθεια σάς την προσφέρω πάντα με έναν τρόπο κατανοη­τό για σας, γιατί διαφορετικά κι αυτή ακόμη δεν θα σας παρείχε φως. Εφ’ όσον δε Εγώ, ως χορηγός της αλήθειας, αποβλέπω στο να σας χορηγήσω την αλήθεια και να σας οδηγήσω σε μια γνώση που ευνοεί την ανέλιξη σας, άρα ασφαλώς δεν χρειάζεστε να αναζητά­τε πια την αλήθεια κάπου αλλού· αλλά μπορείτε να αρκεστείτε σε αυτά που σας προσφέρει η αγάπη Μου και με τη μορφή Μου σας προσφέρονται».

«Να λαμβάνετε πάντοτε υπ’ όψη σας ότι η εποχή που ζείτε είναι αυτή του τέλους και ότι θα σας φέρει αντιμέτωπους με πάρα πολ­λές εκπλήξεις, κάθε μορφής. Ένα πράγμα είναι πάντως βέβαιο, ότι εσείς οφείλετε να ακολουθείτε πιστά τις αποκαλύψεις Μου, το Λό­γο Μου, που σας δίνεται από τον ουρανό. Γιατί και σ’ αυτό το ση­μείο θα πρέπει να ξέρετε ότι ο αντίπαλος Μου επιδιώκει να προ­καλέσει τεράστια σύγχυση, προσπαθώντας να ενσπείρει μεγάλες πλάνες στην αλήθεια. Κι αυτό θα το επιτύχει, για το λόγο ότι πολ­λές φορές οι άνθρωποι δεν έχουν καμία κριτική ικανότητα και τους λείπει το αφυπνισμένο πνεύμα.

Ωστόσο, έχουν τη δυνατότητα να προσευχηθούν να τους δοθεί το χάρισμα της σωστής κρίσης, αφού δεν αφήνω βέβαια να μένει σε πλάνη ο άνθρωπος εκείνος που επιθυμεί με συνέπεια την αλήθεια. Επιπλέον, σας παρέχω πραγματικά τη γνώση που χρειάζεστε για να δουλέψετε καλά στον αμπελώνα Μου, για Μένα και τη βασιλεία Μου στην εποχή που έρχεται. Έτσι, δεν είσαστε αναγκασμένοι να υιοθετήσετε ξένες γνώσεις που δεν σας δίνονται από Μένα».

«Όσο περισσότερο πλησιάζει το τέλος, τόσο περισσότεροι θα πα­ρουσιάζονται που θα ισχυρίζονται ότι έχουν δήθεν το θείο Λόγο και όλοι αυτοί θα θέλουν να διαδώσουν τα ψευδή μηνύματά τους και τότε είναι ανάγκη να διακρίνει κανείς από πού προέρχονται τα πνεύματα, καθ’ ότι ανάμεσά τους θα υπάρχουν αληθινά σατανικοί απεσταλμένοι, που δρουν για λογαριασμό του…»

Για το ίδιο θέμα οι παραινέσεις στον Ιάκωβο Λόρμπερ λένε:

«…Όσο κάποιος δεν κατευθύνει σε ευθεία γραμμή τα βήματά του σε Μένα σε ό,τι κάνει ή αποφεύγει να κάνει, όλες του οι πράξεις, οι κινήσεις και οι στάσεις στη ζωή του είναι μάταιες».

«Εάν δεν την έχεις πρώτα εξετάσει εξαντλητικά με τη νοημοσύνη και τη λογική σου, μην αποφασίσεις να μετατρέψεις σε ζωντανό καρπό καμία σκέψη και καμία ιδέα. Εάν η σκέψη περάσει με επι­τυχία αυτή τη δοκιμασία του φωτός και πυρός, τότε πια μπορείς να την κάνεις να καρποφορήσει ή να τη ζωντανέψεις ως πράξη».

Και η Καινή Διαθήκη βρίθει από αντίστοιχες επισημάνσεις, ό­πως στο Κατά Ματθαίο 24, 4-5, 22-23, Προς Κορινθίους Α’ 1, 19, Προς Κολοσσαείς 2, 8. 2, 16. 2, 18, Προς Θεσσαλονικείς Β’ 2, 10- 12*, Προς Τιμόθεο Α’ 4, 1-5 και Β’ 4, 3-4, Ιωάννη Α’ 4, 1.

Επομένως, οδηγίες και συστάσεις στο δρόμο της αναζήτησης της αλήθειας υπάρχουν πολλές, αλλά σε τελευταία ανάλυση εξαρτά­ται από την προαίρεση του καθενός το αν τις λαμβάνει σοβαρά υ­πόψη του, καθ’ όσον όπως λέγεται στην Ντούντε:

«Όσο δεν βάζετε σε ενέργεια τη θέληση σας (σ.τ.μ.: για να βρείτε την αλήθεια και να διορθώσετε τα λάθη), επειδή αισθάνεσθε άνετα μέσα στην πλάνη ή δεν σας ενδιαφέρει τι είναι αυτό που πιστεύετε, αποκρούετε συνακόλουθα και την αλήθεια, όταν σας δίνεται η χά­ρη να σας προσφερθεί…».

«Ο κάθε άνθρωπος μπορεί να προστατευτεί εάν αποτανθεί στον ίδιο τον Θεό και του ζητήσει να του χαρίσει το φως για να αναγνω­ρίσει την αλήθεια. Επομένως κανένας δεν μπορεί να φέρει ως επι­χείρημα ότι δεν είναι ικανός να κρίνει τι είναι αλήθεια και τι ψέμα. Εφ’ όσον συνδέεται με τον Θεό και τον παρακαλεί να φωτίσει το πνεύμα του, η διαίσθηση του θα του πει αν πρέπει να αποδεχθεί ή όχι τα πνευματικά προϊόντα που εξετάζει. Έτσι, θα έχει πάντοτε την εσωτερική βεβαιότητα ότι κρίνει σωστά, επειδή ξέρει ότι δεν καταλήγει μόνος του στις κρίσεις του, αλλά ότι είναι ο Θεός που εμπνέει και φωτίζει τις σκέψεις του».

2023-10-28T20:09:03+00:00